Παύλος Μελάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Xaris333 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Xaris333 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 35:
 
[[Αρχείο:Zhelevo-view.jpg|thumb|Άποψη του Ανταρτικού (πρώην Ζέλοβο).]]
Στις αρχές του 1904, η ελληνική κυβέρνηση, υπό την πίεση κοινής γνώμης έστρεψε το ενδιαφέρον της στη Μακεδονία και όρισε τον [[Αλέξανδρος Κοντούλης|Αλέξανδρο Κοντούλη]] επικεφαλής μιας τετραμελούς ομάδας αξιωματικών που στάλθηκαν να ελέγξουν την κατάσταση στη δυτική Μακεδονία. Ο Κοντούλης επέλεξε ως συνοδεία του τον [[Αναστάσιος Παπούλας|Αναστάσιο Παπούλα]], το [[Γεώργιος Κολοκοτρώνης|Γεώργιο Κολοκοτρώνη]] και το Μελά, που ήταν φίλος του. Αφου επέλεξαν τέσσερεις συνοδούς, οι αξιωματικοί ακολούθησαν χωριστές πορείες και, μαζί με τον [[Κώτας|Κώτα]] και τον [[Λάκης Πύρζας|Πύρζα]], συναντήθηκαν στο τέλος Φεβρουαρίου στα ελληνοτουρκικά σύνορα, στο [[Βελεμίστι]], με τον [[Παύλος Κύρου|Κύρου]].<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=175-6}}</ref> Η αποστολή καθυστέρησε εξαιτίας των άσχημων καιρικών συνθηκών και διέσχισαν τον [[Αλιάκμονας|Αλιάκμονα]] μόλις στις 9(Ι.Η.)/22(Γ.Η.) Μαρτίου και ακολούθως κατευθύνθηκαν μέσω Σιατίστης προς το [[Μονή Αγίου Νικολάου Τσιριλόβου|μοναστήρι του αγίου Νικολάου στο Τσιρίλοβο]]. Με οδηγό έναν απεσταλμένο του μητροπολίτη Καστοριάς [[Γερμανός Καραβαγγέλης|Καραβαγγέλη]] έφτασαν στο χωριό [[Γκαμπρές]] στις 15/28 Μαρτίου. Την επομένη ο Μελάς και ο Κολοκοτρώνης συνέδραμαν χρηματικά το δάσκαλο και το απόγευμα ο Κώτας, ο Κοντούλης και ο Μελάς μίλησαν στους ντόπιους υπέρ της σύνταξης με την ελληνική πλευρά. Έπειτα, προχώρησαν στη [[Ρούλια]], το χωριό του Κώτα, την [[Όστιμα]] και το Ζέλοβο.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=176-7}}</ref> Ενώ βρίσκονταν στο Ζέλοβο (σημ. [[Ανταρτικό Φλώρινας|Ανταρτικό]]) της Φλώρινας ο Παπούλας και ο Κολοκοτρώνης διαφώνησαν με το Μελά και τον Κοντούλη αναφορικά με το αν τα ελληνικά συμφέροντα θα εξυπηρετούνταν με την αποστολή ένοπλων σωμάτων από την Ελλάδα, όπως υποστήριζαν οι πρώτοι, ή με την οργάνωση ντόπιων ομάδων.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=177-9}}</ref> Μετά το Ζέλοβο, βρέθηκαν στο [[Ορόβνικ]], όπου έλαβαν ένα μήνυμα από το Δραγούμη ότι ο Μελάς έπρεπε να επιστρέψει αμέσως στην Ελλάδα, επειδή οι τουρκικές αρχές είχαν πληροφορηθεί την παρουσία του. Ο Μελάς επισκέφθηκε στο [[Μοναστήρι (πόλη)Μπίτολα|Μοναστήρι]] το Δραγούμη, που τον έπεισε να υπακούσει. Απογοητευμένος, ο Μελάς πήρε το [[τραίνο]] για τη [[Θεσσαλονίκη]] φορώντας ένα [[φέσι]], σύμβολο κύρους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και στις 29 Μαρτίου έφτασε στην Αθήνα. Πέντε βδομάδες αργότερα επέστρψαν και οι άλλοι τρεις αξιωματικοί, μετά από διαταγή του [[Υπουργείο Εξωτερικών (Ελλάδα)|ελληνικού ΥπΕξ]].<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=177}}</ref> Πίσω στην Αθήνα, μία λογομαχία στις 13 Μαΐου ανάμεσα στο Μελά και τον Κολοκοτρώνη για το ζήτημα της αποστολής ή όχι ενόπλων στη Μακεδονία κατέληξε στην οργάνωση μίας μονομαχίας ανάμεσά τους στις 28 του ίδιου μηνός, που είχε ως αποτέλεσμα τον ελαφρύ τραυματισμό του Κολοκοτρώνη από πυροβολισμό.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=179}}</ref>
 
Μετά τη μονομαχία ο Μελάς ανέλαβε καθήκοντα στη Σχολή Ευελπίδων, αλλά μετά από ειδικό αίτημα δύο Κοζανιτών που επισκέφθηκαν το [[Στέφανος Δραγούμης|Στέφανο Δραγούμη]] το τέλος Ιουνίου, πήρε άδεια είκοσι ημερών για να επανέλθει στη Μακεδονία. Μαζί με τον Πύρζα, έφτασε στην [[Κοζάνη]], πόλη σχεδόν ολοκληρωτικά ελληνική, στις 19 Ιουλίου ως ζωέμπορος με το όνομα «Ζέζας».<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=179-80}}</ref> Ενώ ο Πύρζας επισκέφθηκε το [[Βογατσικό]], το [[Μπλάτσι]] και την [[Καστοριά]], ο Μελάς διαπίστωσε ότι η κατάσταση ήταν χειρότερη από αυτή που ανέμενε, αλλά συναντήθηκε στο επισκοπικό μέγαρο της πόλης με μία εξαμελή επιτροπή, με την οποία συνομολόγησε την ανάγκη δημιουργίας επτά σωμάτων των δεκαπέντε ανδρών το καθένα, που θα δρούσαν στην περιοχή Καστοριάς και [[Βοδενά|Βοδενών]], υπό τους [[κλέφτης|κλέφτες]] Καραλίβανο και [[Σωτήριος Βισβίκης|Βισβίκη]] και το ύψος του μηνιαίου μισθού που θα δινόταν στους άνδρες. Ακολούθως, έστειλε μια αναφορά στο Στέφανο Δραγούμη ζητώντας την αποστολή χρημάτων στην Κοζάνη και επισκέφθηκε τη [[Σιάτιστα]], όπου ενθουσιάστηκε από την τοπική επιτροπή που συνάντησε. Αν και σχεδίαζε να επισκεθεί τη [[Βέροια]], τη [[Νάουσα]] και τα Βοδενά, καθώς εξέλιπαν οι μέρες της άδειάς του, επέστρεψε στην Αθήνα.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=180-1}}</ref> Ενόσω ήταν στην Κοζάνη, ο Μελάς συνειδητοποίησε την ανάγκη αποστολής ενόπλων στη Μακεδονία και αποφάσισε να αναλάβει ο ίδιος αντάρτικη δράση, ακολουθώντας το παράδειγμα δύο συμμαθητών του από τη Σχολή Ευελπίδων, των ανθυπολοχαγών [[Γεώργιος Τσόντος Βάρδας|Τσόντου]] και [[Γεώργιος Κατεχάκης|Κατεχάκη]].<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=179, 181}}</ref>
Γραμμή 55:
[[File:Pavlos Melas Museum External View.jpg|thumb|Το σπίτι όπου σκοτώθηκε ο Μελάς στη [[Στάτιστα]] σήμερα στεγάζει το [[Μουσείο Παύλου Μελά]].]]
[[File:Mitre vlaha cheta.jpg|thumb|Ο [[Μήτρος Βλάχος]] και η ανταρτοομάδα του.]]
Έχοντας οργανώσει την άμυνα των χωριών της Καστοριάς, ο Μελάς σκόπευε να αφήσει περίπου πενήντα άνδρες να ελέχγουν την περιοχή και ο ίδιος να περάσει μέσα από το [[Ζέλοβο]] και το [[Πισοδέρι]] στην περιοχή του [[Μεγάροβο|Μεγάροβου]] και του [[Μοναστήρι (πόλη)Μπίτολα|Μοναστηρίου]], για να εκδιώξει από εκεί τις ανταρτοομάδες των κομιτατζήδων και να οργανώσει την άμυνά τους για το χειμώνα. Στις 9 Οκτωβρίου περιέγραψε τη θέλησή του να παραμείνει στην περιοχή σε ένα γράμμα -το τελευταίο του-, που έστειλε στην κουνιάδα του [[Έφη Καλλέργη]], κόρη του [[Στέφανος Δραγούμης|Στέφανου Δραγούμη]] και σύζυγο του αξιωματικού του ιππικού Γιάννη Καλλέργη,<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}</ref> με την οποία ο Μελάς είχε ερωτικό δεσμό τους τελευταίους μήνες της ζωής του.<ref>{{cite news|url=http://archive.efsyn.gr/?p=73179|date=14-07-2013|accessdate=15-11-2018|title=Και ο παντρεμένος είχε ψυχή - Ο άγνωστος έρωτας του Παύλου Μελά|newspaper=[[Η Εφημερίδα των Συντακτών]]|author=Ο ΙΟΣ|}}</ref> Την ίδια μέρα έλαβε ενισχύσεις από την Ελλάδα και δύο μέρες αργότερα με δύναμη 60 ανδρών επιτέθηκε εναντίον προγραμμένων μελών των κομιτάτων στο Νερέτ (σημ. [[Πολυπόταμο Φλώρινας|Πολυπόταμο]]),<ref name="Kostopoulos20181014"/> όπου τους ειδοποίησε ότι κρύβονταν τρεις συμμορίες κομιτατζήδων ο γιος του δολοφονημένου ιερέα του χωριού, που είχε στοχοποιηθεί και ο ίδιος από την [[ΕΜΕΟ]].<ref>{{harvnb|Gounaris|2005|p=38}}</ref> Η επιχείρηση απέβη άκαρπη και κατά την υποχώρηση του το ελληνικό σώμα δέχτηκε επίθεση κομιτατζήδων με αποτέλεσμα να τραπεί σε φυγή. Μετά την αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς έμεινε με τους μισούς άνδρες του,<ref name="Kostopoulos20181014"/> διανυκτέρευσε υπό βροχήν στο [[Βίτσι]]<ref name="Γούναρης">{{cite news|newspaper=[[Η Καθημερινή]]|author=Βασίλης Κ. Γούναρης|date=17-10-2004|accessdate=16-07-2014|url=http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathglobal_3_17/10/2004_1283360|archiveurl=http://archive.is/xviW|archivedate=03-08-2012|title=Tο μοιραίο δεκαήμερο}}</ref> και έστειλε μήνυμα στον [[Παύλος Κύρου|Κύρου]] και τον [[Ευθύμιος Καούδης|Καούδη]] να συναντηθούνε στις 14 Οκτωβρίου κοντά στη Στάτιστα (σημερινός [[Μελάς Καστοριάς|Μελάς]]), χωριό τότε [[σλαβόφωνοι της Μακεδονίας|σλαβόφωνο]] και μικτού πληθυσμού πατριαρχικών και [[Βουλγαρική Εξαρχία|εξαρχικών]],<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}</ref><ref>{{cite book|author=Brancoff, D.M.|title=La Macédoine et sa Population Chrétienne|location=Παρίσι|year=1905|pages=182-3|url=https://archive.org/stream/lamacdoineetsap01mishgoog#page/n197/mode/2up|quote=67. Statichta: 960 Bulgares Exarchistes}}</ref> που διέθετε οργανωμένο [[Βούλγαροι Μακεδόνες|βουλγαρικό]] πυρήνα.<ref name="Γούναρης"/> Παρά την αντίρρηση του Πύρζα ότι θα ήταν ασφαλέστερο να μην μπουν στη Στάτιστα, καθώς ήταν πέρασμα των τουρκικών δυνάμεων που μετακινούνταν τακτικά από το Ζέλοβο στο [[Κονοπλάτι]], ο Μελάς επέμενε να εισέλθουν στο χωριό.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}</ref>
 
Εκεί δέχτηκαν τη φιλοξενία προκρίτων του χωριού και του Ντίνα ή Ντίνε Στεργίου,<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}</ref> ενός εικοσιτετράχρονου πρώην [[κομιτατζής|κομιτατζή]] και μέλους της ομάδας του Μήτρου Βλάχου, που είχε φύγει από αυτή για λόγους αντιζηλίας και, συστημένος από το μητροπολίτη Καστοριάς [[Γερμανός Καραβαγγέλης|Γερμανό Καραβαγγέλη]], είχε ενταχθεί τον περασμένο Αύγουστο στο σώμα των Καούδη και Κύρου, δίχως να έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη τους για το οριστικό της μεταστροφής του στην ελληνική πλευρά. Ο Ντίνε θα οδηγούσε το σώμα του Μελά στον τόπο συνάντησης με τον Καούδη και τον Κύρου στις 14 Οκτωβρίου και βοήθησε το Μελά να μοιράσει τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια.<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosB">{{cite news|url=http://www.iospress.gr/ios2004/ios20041010b.htm|title=Ποιος σκότωσε τον Παύλο Μελά; -- Το πορτρέτο του "εκτελεστή"|author=Ο Ιός|newspaper=[[Ελευθεροτυπία (εφημερίδα)|Ελευθεροτυπία]]|date=10-10-2004|accessdate=15-11-2018}}</ref> Το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου, όταν πληροφορήθηκαν ότι ένα οθωμανικό απόσπασμα είχε αναχωρήσει από το Κονοπλάτι, ο Μελάς δεν ανησύχησε, γνωρίζοντας ότι δεν ήταν τουρκική πολιτική να επιτίθενται σκόπιμα στις ελληνικές ομάδες, που τους απάλλασσαν από το καθηκον καταδίωξης των κομιτατζήδων. Ωστόσο, το απόσπασμα είχε κινητοποιηθεί μετά την παραλαβή ένός παραπλανητικού γράμματος γραμμένου στα ελληνικά που είχε συντάξει και στείλει με έναν χωρικό ο επικηρυγμένος [[Μήτρος Βλάχος]], ο κομιτατζής, και έγραφε ότι στη Στάτιστα βρισκόταν ο ίδιος, υπολογίζοντας ότι ο τούρκος λοχαγός θα επετίθετο στη Στάτιστα για να λάβει το ποσό με το οποίο είχε επικηρυχθεί ο Μήτρος Βλάχος, προξενώντας, ωστόσο, το θάνατο του Μελά.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}</ref> Στις 13 Οκτωβρίου το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα 150 ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Γραμμή 63:
===Επακόλουθα===
[[Αρχείο:Pavlos Melas grave in Kastoria-Papazoglou.jpg|thumb|Ο τάφος του Παύλου Μελά όπως δημιουργήθηκε πρώτα στην Καστοριά. Φωτογραφία του 1904 του [[Λεωνίδας Παπάζογλου|Λεωνίδα Παπάζογλου]].]]
[[File:Philippos Kondogouris Letter 19 October 1904 Pavlos Melas Death.jpg|thumb|Αναφορά στο ΥπΕξ του προξένου στο [[Μοναστήρι (πόλη)Μπίτολα|Μοναστήρι]] [[Φίλιππος Κοντογούρης|Φίλιππου Κοντογούρη]] για το θάνατο του Μελά (19.Χ.1904).]]
Γύρω από το σώμα του νεκρού Παύλου Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και τον ενταφιασμό του. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστή στους Οθωμανούς η ταυτότητα και το στρατιωτικό αξίωμα του νεκρού, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα, ενώ οι Οθωμανοί δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα ο Ντίνας απεσταλμένος της ελληνικής πλευράς (πιθανώς του Μητροπολίτη Καστοριάς [[Γερμανός Καραβαγγέλης|Γερμανού Καραβαγγέλη]] ή του οπλαρχηγού Κύρου) επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό. Στο μεταξύ όμως ο θάνατος του Μελά είχε μαθευτεί στην Αθήνα και η εκεί Οθωμανική πρεσβεία ειδοποίησε τις αρχές της Θεσσαλονίκης να βρουν το πτώμα ώστε να το χρησιμοποιήσουν σαν απόδειξη της Ελληνικής επέμβασης σε οθωμανική επικράτεια. Έτσι, ενώ ο Ντίνας έκανε την εκταφή εμφανίστηκε οθωμανικός στρατός. Τότε έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε. Το κεφάλι τάφηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό [[Πισοδέρι Φλώρινας|Πισοδέρι]] ενώ οι Οθωμανοί πήραν το ακέφαλο σώμα και το πήγαν στην Καστοριά για αναγνώριση. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που γνώριζε τα πάντα, κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς που περικύκλωσε το Διοικητήριο και απαιτούσε να τους δοθεί το σώμα «κάποιου Ζέζα» που ήταν Έλληνας. Ο μητροπολίτης, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων κατάφερε να του δοθεί το σώμα, το οποίο και τάφηκε στο παρεκκλήσιο των Ταξιαρχών κοντά στο [[Ιερά Μητρόπολις Καστορίας|Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς]].<ref>Γερμανού Καραβαγγέλη ''Απομνημονεύματα'', Εκδόσεις Χ. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη, 1993, σελ. 64-66.</ref> Το 1907 ο Στέφανος Δραγούμης ζήτησε από τον Καραβαγγέλη να παρευρεθεί η Ναταλία στην μετά τριετία εκταφή του σώματος του συζύγου της καθώς και να του δοθεί το κεφάλι του Μελά. Ο Καραβαγγέλης φρόντισε να έρθει το κεφάλι του Μελά από το Πισοδέρι στην Καστοριά και η Ναταλία επιβεβαίωσε, χάρη σε τρία χρυσά δόντια που η αδερφή του δεσπότη, Κλεονίκη, εντόπισε στο στόμα του, ότι επρόκειτο για το κεφάλι του Μελά, το οποίο ο Καραβαγγέλης έθαψε στην Καστορια μαζί με το υπόλοιπο σώμα, κάτω από την [[Αγία Τράπεζα]] του μητροπολιτικού ναού της πόλης.<ref>{{harvnb|Karakasidou|2004|p=214-5}}.</ref><ref name="Γούναρης"/>
 
Ένα τηλεγράφημα της 17ης Οκτωβρίου από το προξενείο του Μοναστηρίου προς το ελληνικό ΥπΕξ έφθασε στην Αθήνα στις 18, οπότε και ενημερώθηκαν οι [[οικογένεια Δραγούμη|Δραγούμηδες]], ενώ την επομένη το νέο δημοσιεύθηκε στον τύπο.<ref name="Γούναρης"/> Στις εκκλησίες της Ελλάδας τελέστηκαν μνημόσυνα για το Μελά, ενώ στα σχολεία εκφωνήθηκε μια ομιλία συνταγμένη από την «Επίκουρο των Μακεδόνων Επιτροπή» που τον εξυμνούσε ως γενναίο «Βουλγαροκτόνο», απόστολο της [[Μεγάλη Ιδέα|Μεγάλης Ιδέας]] και φιλόπατρι θυσιασθέντα υπέρ της ελευθερίας, αντάξιο των μεγάλων ανδρών της αρχαίας Ελλάδας. Σύμφωνα με την αφήγηση που κυριάρχησε, ο Μελάς βρήκε εκούσιο θάνατο αψηφώντας χάρη στη φιλοπατρία του τους κινδύνους που διέτρεχε,<ref>{{harvnb|Karakasidou|2004|p=197}}</ref> καθώς ο αθηναϊκός τύπος έγραψε ότι ο Μελάς πυροβολήθηκε αφότου είχε διασπάσει μαζί με το σώμα του τις γραμμές των τούρκων στρατιωτών.<ref name=":0"/> Η διασπορά πολλών διαφορετικών φημών σχετικά με το γεγονός και η προσπάθεια απόκρυψης ενοχλητικών λεπτομερειών<ref name="Γούναρης"/> —όπως του ότι οι μακεδονομάχοι ανέμεναν να μη δεχτούν επίθεση των τουρκικών αρχών και του ότι αυτές τους επιτέθηκαν επειδή νόμιζαν ότι είναι βουλγαρική ομάδα, που "ευλόγως", κατά τον Έλληνα πρόξενο στο [[Μοναστήρι (πόλη)Μπίτολα|Μοναστήρι]], αποκρύφθηκαν από την ελληνική κοινή γνώμη—<ref name=":0"/> κάλυψαν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου τις συνθήκες θανάτου του Μελά.<ref name="Γούναρης"/>
 
Το 1905, φοβούμενος για τη ζωή του, επειδή είχε θανατώσει το Μελά, ο Ντίνε μετανάστευσε στις [[ΗΠΑ]].<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosB"/> Τρία χρόνια αργότερα, ένας Έλληνας πράκτορας έγραψε στον πεθερό του Μελά, Στέφανο Δραγούμη, ότι συνέχιζε να αναζητεί τον Ντίνε αποφασισμένος να του δώσει «οικτρόν θάνατον» ως προδότη και υπεύθυνο για το θάνατο του Μελά.<ref name="IosB"/>