Πάτροκλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 46.177.46.19 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό Kostisl
Ετικέτα: Επαναφορά
Γραμμή 1:
{{χωρίς παραπομπές|19|07|2017}}
{{πληροφορίες προσώπου}}
Ο '''Πάτροκλος''' (αρχ. ελλ. ''Πάτροκλος'' ή ''Πατροκλῆς'' < ''πατῆρ'' + ''κλέος'' (δόξα), "η δόξα του πατέρα, αυτός που δοξάζει τον πατέρα του"{{πηγή}}) ήταν γιος του Αργοναύτου Μενοίτου (αδερφού του Πηλέα) και της θυγατέρας του Ακάστου, Σθενέλης ή της κόρης του Πηλέα Πολυμήλης (και επομένως ξάδερφος του Αχιλλέα) κατά τον Ησίοδο<ref>[2gym-giann.pel.sch.gr/axilleas/patrax.doc]</ref>βωηδηηξσσξσσσνχ, σεξνιτου οποίου ο παππούς, ο [[Αιακός]], ήταν γιος της ''Αίγινας'' όπως και ο Μενοίτιος. Όταν ήταν ακόμη μικρό παιδί και ζούσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Οπούντα της Λοκρίδας, σκότωσε πάνω στο παιχνίδι ένα συνομήλικό του αρχοντόπουλο, τον [[Κλησώνυμος|Κλησώνυμο]], το γιο του Αμφιδάμαντα. Αν και ήταν ανήλικος, ο Πάτροκλος έπρεπε να φύγει από τον τόπο του, γιατί τον βάραινε το αίμα του νεκρού. Έτσι ο πατέρας του τον έφερε στον Πηλέα, που τον ανέθρεψε μαζί με τον Αχιλλέα σαν δικό του παιδί.
 
==Ο μύθος==
Κατά την ''[[Ιλιάδα]]'' του [[Όμηρος|Ομήρου]] ο Πάτροκλος συμμετείχε στον [[Τρωικός Πόλεμος|Τρωικό Πόλεμο]] είτε ως φίλος του Αχιλλέα, είτε και ως πρώην μνηστήρας της Ελένης (κατ΄ άλλο μύθο) στον οποίο μάχονταν με ιδιαίτερο θάρρος και τόλμη μέχρι που ο Αχιλλέας, λόγω της γνωστής προστριβής του με τον Αγαμέμνονα αποσύρθηκε στο στρατόπεδό του. Όταν όμως οι Αχαιοί πιέζονταν δεινά από τους Τρώες, ο Πάτροκλος ζήτησε από τον Αχιλλέα να περιβληθεί αυτός την πανοπλία εκείνου προσδοκώντας ότι θα εκφόβιζε τους Τρώες. Φορώντας λοιπόν την πανοπλία του αδελφικού του φίλου Αχιλλέα και θέλοντας να δώσει μια καλύτερη τύχη στη μάχη εναντίον των Τρώων, επιτίθεται επικεφαλής των Μυρμιδόνων. Στη δραματική εκείνη φάση του αγώνα όπου οι Τρώες είχαν φθάσει στα πλοία των Αχαιών και ήταν έτοιμοι να τα πυρπολήσουν, η θυελλώδης ορμή του Πατρόκλου τους ανάγκασε να επιστρέψουν σχεδόν άτακτα στα τείχη τους. Κατά τη διάρκεια όμως της τρίτης εφόδου που επιχείρησε ο Πάτροκλος για την άλωση της Τροίας ξαφνικά χτυπήθηκε από τον Απόλλωνα και καταλήφθηκε από σκοτοδίνη με συνέπεια να περιέλθει σε κατάσταση αναισθησίας. Στην κατάσταση αυτή πρώτος τον έπληξε ο Εύφορβος εκ των όπισθεν και δεύτερος που επεχείρησε και το θανατηφόρο κτύπημα ήταν ο [[Έκτορας]] ο οποίος και στη συνέχεια έγινε κύριος της πανοπλίας του Αχιλλέα. Ακολούθησε σκληρή πάλη Αχαιών και Τρώων πάνω από τη σορό του Πατρόκλου, η οποία και τελικά περιήλθε στα χέρια των πρώτων που τη μετέφεραν στη σκηνή του Αχιλλέα.
 
Η θλίψη του Αχιλλέα για το χαμό του επιστήθιου φίλου του ήταν μεγάλη, θρηνώντας δε και ολοφυρόμενος ορκίσθηκε στον εαυτό του εκδίκηση. Η μητέρα του Αχιλλέα, η [[Θέτις]], προφύλαξε το πτώμα του νεκρού Πατρόκλου από την αποσύνθεση ρίχνοντας σ' αυτό αμβροσία, μέχρι που ο Αχιλλέας εκδικούμενος φόνευσε τον Έκτορα και έσυρε το σώμα του με το άρμα του. Στη συνέχεια ο Αχιλλέας έκαψε το νεκρό Πάτροκλο με όλες τις ελληνικές επιτάφιες τιμές. Η δε σποδός του νεκρού συλλέχθηκε σε χρυσή υδρία, δώρο του θεού Διονύσου στη Θέτιδα, το οποίο και απέθεσε στη βάση τύμβου που ανήγειρε, στον οποίο και αργότερα τοποθετήθηκαν και τα λείψανα του Αχιλλέα.