Κβαντική ηλεκτροδυναμική: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 10:
Η πρώτη διατύπωση της [[Κβαντική μηχανική|κβαντικής θεωρίας]] που περιγράφει την αλληλεπίδραση ακτινοβολίας και ύλης οφείλεται στον Βρετανό επιστήμονα [[Πολ Ντιράκ]] (''Paul Dirac''), ο οποίος (κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920) ήταν σε θέση να υπολογίσει το [[Συντελεστής εκπομπής|συντελεστή της αυθόρμητης εκπομπής]] ενός [[Άτομο|ατόμου]].
 
Ο Ντιράκ περιέγραψε την [[κβάντωση]] του [[Ηλεκτρομαγνητικό πεδίο|ηλεκτρομαγνητικού πεδίου]] ως ένα σύνολο αρμονικών ταλαντωτών με την εισαγωγή της έννοιας των φορέωντελεστών δημιουργίας και εξαΰλωσης των σωματιδίων. Στα επόμενα χρόνια, με συνεισφορές από τον [[Βόλφγκανγκ Πάουλι]], [[Γιουτζίν Γουίγκνερ]], Pascual Jordan, [[Βέρνερ Χάιζενμπεργκ]] διετύπωσαν μια κομψή διατύπωση της κβαντικής ηλεκτροδυναμικής λόγω [[Ενρίκο Φέρμι]]. Οι φυσικοί πίστευαν ότι, κατ 'αρχήν, θα ήταν δυνατόν να εκτελέσει οποιαδήποτε υπολογισμό για οποιαδήποτε φυσική διαδικασία που περιλαμβάνει τα φωτόνια και τα φορτισμένα σωματίδια. Ωστόσο, περαιτέρω μελέτες από τον [[Φέλιξ Μπλοχ]] με Arnold Nordsieck, και Victor Weisskopf, το 1937 και το 1939, αποκάλυψε ότι οι εν λόγω υπολογισμοί ήταν αξιόπιστοι μόνο σε μια πρώτη σειρά της [[Θεωρία διαταραχών (κβαντική μηχανική)|θεωρίας διαταραχών]], ένα πρόβλημα που έχει ήδη επισημανθεί από τον [[Ρόμπερτ Οπενχάιμερ]]. Σε σειρές ανώτερων τάξεων εμφανίστηκαν απειρισμοί, που καθιστούσαν κενούς νοήματος αυτούς τους υπολογισμούς δημιουργώντας σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με την εσωτερική συνοχή της ίδιας της θεωρίας. Χωρίς να υπάρχει λύση την εποχή εκείνη στο πρόβλημα αυτό, φάνηκε ότι υπάρχει μια θεμελιώδης ασυμβατότητα μεταξύ ειδικής σχετικότητας και της κβαντικής μηχανικής.
[[Αρχείο:Hans Bethe.jpg|αριστερά|μικρογραφία|[[Χανς Μπέτε]]]]
Οι δυσκολίες με τη θεωρία αυξήθηκαν στο το τέλος του 1940. Βελτιώσεις στην τεχνολογία [[Μικροκύματα|μικροκυμάτων]] κατέστησαν δυνατή τη λήψη ακριβέστερων μετρήσεων της μετατόπισης των επιπέδων ενός [[Υδρογόνο|ατόμου υδρογόνου]], τώρα γνωστή ως μετατόπιση Lamb καθώς και της [[μαγνητική στιγμή|μαγνητικής ροπής]] του ηλεκτρονίου.Στα πειράματα αυτά εμφανίστηκαν σαφείς αποκλίσεις που η θεωρία δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει.