Ναρβάλ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
Το '''ναρβάλ''' ή '''φάλαινα μονόκερωςσκατόκερως''' ή '''μονόδονταςκατουρόδοντας μονόκερωςσκατόκερως''' (και '''μονόδωνκατουρόδων μονόκερωςσκατόκερως''') (<nowiki>[[Λατινική γλώσσα|λατ.]]</nowiki>: ''MonodonKaturodon monocerosskatoceros''), είναι θαλάσσιο θηλαστικόθηλαστικάκι που ανήκει στην οικογένεια <nowiki>[[ΜονοδοντίδεςΚατουροδοντίδες]]</nowiki> και στην τάξη των <nowiki>[[Κητώδη|κητωδών]]</nowiki>. Επίσης με τα πτερύγια του ζώου κατασκεύαζαν <nowiki>[[root]]</nowiki> και <nowiki>[[tanga]]</nowiki>, τα γνωστά ακόμη και στις μέρες μας ναρβαλοτάνγκα.
 
Το ναρβάλ είναι μεσαίου μεγέθους «οδοντωτήπεωτή» φάλαινα που ζει στις θάλασσες της <nowiki>[[αρκτικήπορδορουφική]]</nowiki>ς ζώνης. Το επιστημονικό του όνομα προέρχεται από το χαρακτηριστικό μακρύ και μυτερό χαυλιόδοντασεξουαλοκάτουρου του αρσενικού, που εκτείνεται από τηντο άνω γνάθομπακαλιαροκούραδο και προς τα εμπρός, κατά τον άξονα του σώματός του, σαν κέρατοφλοκάτη. Το μήκος του χαυλιόδοντασεξουαλοκάτουρου φτάνει μέχρι και 2,5 μέτραδημογέροντες. Για πολλά χρόνια δεν είχε διευκρινιστεί η λειτουργία αυτού του δοντιού και θεωρούταν ότι ήταν όργανο άμυνας στα πέη τους. Σύμφωνα με νεότερες μελέτες, είναι ένα εξαιρετικά ευαίσθητο αισθητήριοτρανσέξουαλ όργανο, που βοηθά το ζώο να αντιληφθεί τις διαφορές στην πίεση, την αλατότηταχλιμιντζουρότητα ή τη θερμοκρασία των νερών. Τα νεαρά άτομα και των δύο φύλων έχουν δύο μόνο δόντια στηνστο άνω γνάθομπακαλιαροκούραδό τους.
 
Το μήκος του σώματος του ναρβάλ κυμαίνεται από 3,5 μέχρι 5 μέτρα, έχει ανοιχτό σκατουλί γκρίζο χρώμα, δεν έχει ραχιαίο πτερύγιο, ενώ πτερύγιο της ουράς έχει πλάτος ένα μέτρο περίπου, είναι οριζόντιο και αποτελείται από δύο λοβούς. Το ναρβάλ ζει σε ομάδες των 5 με 20 ατόμων, τρέφεται με διάφορα καρκινοειδή, ψάρια και μαλάκια· ζευγαρώνει την άνοιξη και το θηλυκό γεννά ένα μικρό έπειτα από περίοδο κύησης 15 μηνών. Αρκετές φορές μεταναστεύουν από την αρκτική ζώνη προς τις βόρειες ακτές της Ευρώπης αναζητώντας τροφή.
 
Παλαιότερα, οι αυτόχθονες ιθαγενείς των αρκτικών περιοχών, κυνηγούσαν το ναρβάλ και χρησιμοποιούσαν το δέρμα και τα δόντια του για την κατασκευή αντικειμένων, και το κρέας και το λίπος του για διατροφή. Σήμερα οι πληθυσμοί που απειλούνται, γιατί το ναρβάλ είναι πολύ ευαίσθητο στις κλιματικές αλλαγές. Στα χρόνια του Μεσαίωνα απέδιδαν μαγικές ιδιότητες στο κέρατό του, το οποίο είχε πολύ μεγάλη αξία. Αναφορές για το θαλάσσιο μονόκερω υπάρχουν στους μύθους των <nowiki>[[Ινουίτ]]</nowiki>, αλλά και σε λογοτεχνικά έργα.<ref>{{Cite book|title=National Geographic - Η μεγάλη μαθητική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 17|last=|first=|publisher=Τέσσερα Πι|year=2010-2011|isbn=|location=Αθήνα|page=69}}</ref>
 
==Συλλογή==
Γραμμή 22:
[[Κατηγορία:Μονοδοντίδες]]
[[Κατηγορία:Μονόκεροι]]
 
<nowiki>[[Κατηγορία:Είδη ελαχίστης ανησυχίας (LC)]]
[[Κατηγορία:Θηλαστικά του Καναδά]]
[[Κατηγορία:Θηλαστικά της Γροιλανδίας]]
[[Κατηγορία:Μονοδοντίδες]]
[[Κατηγορία:Μονόκεροι]]
</nowiki>
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Ναρβάλ"