Φιλοσοφία της επιστήμης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
-τρέχον
→‎Διαψευσιμότητα: κατάχρηση εισαγωγικών
Γραμμή 60:
# Είναι εύκολο να επιβεβαιώσουμε ή να διαπιστώσουμε την ισχύ σχεδόν κάθε θεωρίας - αν η επιβεβαίωση είναι αυτό που επιδιώκουμε.
# Οι επιβεβαιώσεις είναι σημαντικές μόνο αν είναι αποτέλεσμα παρακινδυνευμένων προβλέψεων. Δηλαδή αν, χωρίς τη φώτιση της θεωρίας, περιμέναμε ένα γεγονός που ήταν ασύμβατο με τη θεωρία, ένα γεγονός που θα αντέκρουε τη θεωρία.
# Οι "καλές" επιστημονικές θεωρίες συμπεριλαμβάνουν απαγορεύσεις που δεν επιτρέπουν σε συγκεκριμένα γεγονότα να εκδηλωθούν. Όσο πιο πολύ απαγορεύει μια θεωρία, τόσο πιο καλή είναι.
# Μια θεωρία που δεν αντικρούεται από οποιοδήποτε νοητό γεγονός είναι μη επιστημονική. Το αναντίρρητο δεν είναι αρετή μιας θεωρίας.
# Κάθε γνήσιος έλεγχος μιας θεωρίας είναι μια προσπάθεια να τη διαψεύσουμε ή να την αντικρούσουμε. Οι θεωρίες που παίρνουν μεγαλύτερα "ρίσκα" είναι πιο επιδεκτικές στον έλεγχο, πιο πολύ εκτεθειμένες στη διάψευση.
# Τα τεκμήρια επιβεβαίωσης μιας θεωρίας είναι αξιόλογα μόνο όταν έχουν προκύψει από έναν γνήσιο έλεγχο της θεωρίας. "Γνήσιος" σε αυτή την περίπτωση σημαίνει ότι είναι αποτέλεσμα μιας σοβαρής μα αποτυχημένης προσπάθειας να διαψευσθεί η θεωρία.
# Μερικές γνήσια ελέγξιμες θεωρίες, όταν αποδειχτούν εσφαλμένες, υποστηρίζονται ακόμα απ' τους ακολουθητές τους - για παράδειγμα με την εισαγωγή μιας ad hoc εναλλακτικής υπόθεσης ή με την επανερμηνεία της θεωρίας, με τρόπο τέτοιο ώστε να διαφύγει τη διάψευση. Μια τέτοια διαδικασία είναι πάντοτε δυνατή, αλλά διασώζει τη θεωρία απ' τη διάψευση με το τίμημα της καταστροφής, ή έστω της μείωσης, της επιστημονικότητάς της.
 
Γραμμή 70:
=== Συνεκτικότητα ===
 
Τόσο η Επαγωγή όσο και η Διάψευση σκοπό έχουν να αιτιολογήσουν τις επιστημονικές θέσεις μέσω αναφοράς σε άλλες συγκεκριμένες επιστημονικές θέσεις. Και οι δύο πρέπει να αποφεύγουν το [[πρόβλημα του κριτηρίου]], στο οποίο κάθε αιτιολόγηση πρέπει με τη σειρά της να εξηγείται, διαδικασία που οδηγεί σε άπειρη αναγωγή. Το [[πρόβλημα του κριτηρίου|ζήτημα της αναγωγής]], έχει ληφθεί για να δώσει έναν δρόμο που θα οδηγήσει εκτός της άπειρης αναγωγής, τον θεμελιωτισμό (''foundationalism''). Ο Θεμελιωτισμός προτείνει την ύπαρξη μερικών βασικών θέσεων που δεν απαιτούν αιτιολόγηση. Η Επαγωγή και η Διάψευση αποτελούν μορφές του θεμελιωτισμού ως προς το ότι βασίζονται σε βασικές θέσεις που προκύπτουν απευθείας από τις παρατηρήσεις.
 
Ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο οι βασικές θέσεις προκύπτουν από τις παρατηρήσεις περιπλέκει το πρόβλημα. Η παρατήρηση είναι γνωστική πράξη, γεγονός που σημαίνει ότι βασίζεται στις υπάρχουσες μας αντιλήψεις, στο σύνολο των πεποιθήσεων μας. Μία παρατήρηση μιας [[διάβαση της Αφροδίτης|διάβασης της Αφροδίτης]] απαιτεί ένα τεράστιο εύρος δευτερευόντων πεποιθήσεων, όπως αυτές που σχετίζονται με την περιγραφή της οπτικής των τηλεσκοπίων, με τη μηχανική της εγκατάστασης τους καθώς και κάποια αντίληψη της ουράνιας μηχανικής. Με πρώτη ματιά, η παρατήρηση δεν εμφανίζεται ως 'βασική'.
Γραμμή 84:
Επειδή για οποιαδήποτε θεωρία, υπάρχει άπειρος αριθμός παραλλαγών οι οποίες ερμηνεύουν με την ίδια συνέπεια τα τρέχοντα γεγονότα, η χρήση του Ξυραφιού του Όκαμ γίνεται ανεκδήλωτα και υπονοείται σε κάθε έκφανση της επιστημονικής έρευνας. Σαν παράδειγμα, θεωρήστε τη διάσημη θεωρία του [[Ισαάκ Νεύτων|Νεύτωνα]] που υποστηρίζει πως "για κάθε δράση υπάρχει μία ίση και αντίθετη αντίδραση". Μία εναλλακτική θεωρία θα μπορούσε να είναι αυτή που δηλώνει πως "για κάθε δράση υπάρχει μία ίση και αντίθετη αντίδραση, εκτός από την 18η του Ιανουαρίου του 2055 οπότε η αντίδραση θα είναι της μισής έντασης". Αυτή η φαινομενικά παράλογη προσθήκη παραβιάζει την αρχή του Ξυραφιού του Όκαμ επειδή αποτελεί μία ανώφελη προσθήκη. Στην ουσία, χωρίς έναν κανόνα όπως αυτόν της αρχής του Ξυραφιού του Όκαμ, δε θα υπήρχε ποτέ φιλοσοφική ή πρακτική αιτιολόγηση για τους επιστήμονες, τέτοια ώστε να προωθήσουν οποιαδήποτε θεωρία πέραν των άπειρων ανταγωνιστών της και η επιστήμη δε θα είχε καμία προγνωστική ισχύ.
 
Μία δυσκολία που εμφανίζεται από το Ξυράφι του Όκαμ είναι ότι δεν καθορίζει, και ούτε είναι πάντα προφανές, ποια θεωρία είναι η απλούστερη. Επίσης, το Ξυράφι του Όκαμ δεν εκφράζει κάτι παραπάνω από μια αισθητική προτίμηση στην απλότητα. ΕπομένωΕπομένως είναι δύσκολο να προσδώσει στα διανοήματα αυστηρότητα, ως προς την εφαρμογή του. Υπάρχουν σχετικές μαθηματικές προσεγγίσεις όπως η ανάλυση του Μπαίης (''Bayesian analysis'') και η [[πληροφορική|θεωρία της πληροφορίας]], που επιζητούν να ποσοτικοποιήσουν την απλότητα. Μιας τέτοια προσέγγιση αποτελεί ο συμπερασμός της θεωρίας του [[μύνημα ελαχίστου μήκους|μηνύματος ελαχίστου μήκους]].
 
Το Ξυράφι του Όκαμ δε δηλώνει ότι η απλούστερη εκδοχή πρέπει να χρησιμοποιείται ανεξάρτητα από την ικανότητα της να εξηγήσει σκοπέλους στην επιστημονική έρευνα, εξαιρέσεις, ή άλλα υπό κρίση φαινόμενα. Η αρχή της διαψευσιμότητας απαιτεί για κάθε εξαίρεση που μπορεί να αναπαραχθεί αξιόπιστα, να ακυρώνει την απλούστερη θεωρία, και ότι η επομένως απλούστερη εκδοχή που θα μπορεί να ενσωματώσει την εξαίρεση ως μέλος της θεωρίας θα πρέπει να προτιμάται από την πρώτη. Σύμφωνα με τον [[Άλμπερτ Αϊνστάιν]], "ο απώτερος στόχος όλων των θεωριών είναι να κάνει τα ανεπίδεκτα μείωσης βασικά στοιχεία κάθε θεωρίας, όσο το δυνατόν απλούστερα και λιγότερα δυνατόν, χωρίς να χρειάζεται να παραδοθεί στην επαρκή αναπαραγωγή ενός σημείου αναφοράς της εμπειρίας".
Γραμμή 90:
== Κοινωνική ευθύνη ==
=== Το επιστημονικό αδιάψευστο ===
Ένα κρίσιμο ερώτημα στην επιστήμη είναι, το σε ποιο βαθμό το σύνολο επιστημονικής γνώσης μπορεί να ληφθεί ως ενδεικτικό του τι είναι στην πραγματικότητα 'αληθές' σχετικά με τον φυσικό κόσμο στον οποίο ζούμε. Η αποδοχή της γνώσης ως απόλυτα 'αληθούς' και αδιαμφισβήτητης (με την έννοια της [[θεολογία|θεολογίας]] ή της [[ιδεολογία|ιδεολογίας]]) ονομάζεται [[επιστημονισμός]].
 
Εντούτοις, είναι σύνηθες για μέλη του κοινού, να έχουν αντίθετη άποψη για την επιστήμη — πολλοί λαϊκοί πιστεύουν ότι οι επιστήμονες ''δημιουργούν'' ισχυρισμούς μη διαψευσιμότητας. Η επιστήμη υπηρετεί τη διαδικασία της [[συναινετική λήψη αποφάσεων|συναινετικής λήψης αποφάσεων]] με την οποία άνθρωποι με διάφορες ηθικές και δεοντολογικές απόψεις, θα έρθουν σε συμφωνία στο 'τι είναι αληθινό'. Τόσο σε 'εγκόσμιες' όσο και σε τεχνολογικές κοινωνίες, χωρίς να υπάρχει κάποια ισχυρή αντίληψη της πραγματικότητας με δεδομένα που βασίζονται σε ηθικά, δεοντολογικά ή θρησκευτικά ερείσματα, η επιστήμη υπηρετεί ως το πρωτεύον κριτήριο για τις αντιπαραθέσεις. Αυτό οδηγεί στην κατάχρηση του επιστημονικού διαλόγου από πολιτικά ή εμπορικά μέσα.
 
Σκεφτείτε την μεγάλη ανομοιότητα ανάμεσα στο πως εργάζονται οι επιστήμονες και στο πώς η αντίληψη των εργασιών τους κατευθύνει καμπάνιες για να επιμορφώσει τον λαϊκό κόσμο για τον επιστήμονικόεπιστημονικό [[σκεπτικισμός|σκεπτικισμό]] και τις [[επιστημονική μέθοδος|επιστημονικές μεθόδους]].
 
=== Κριτική της επιστήμης ===