Ελληνιστική Κοινή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 45:
Σε φωνολογικό επίπεδο:
 
* Καταργείται η διάκριση μακρών και βραχέων φωνηέντων, με αποτέλεσμα τα : ᾱ, ᾰ, ῑ, ῐ, ῡ, ῠ να μετατραπούν σε ισόχρονα, δηλαδή να προφέρονται σε όλες τις περιπτώσεις ως : α, ι, υ.Η διακεκριμένη προσωδία μακρών και βραχέων φωνηέντων εξισώνεται κατά τον Β' - Γ' μ.Χ. αιώνα. Ισόχρονα επίσης έγιναν και τα ''ω'' και ''ο'', με αποτέλεσμα να συμπέσουν στην προφορά. Η διακεκριμένη προσωδία μακρών και βραχέων φωνηέντων εξισώνεται κατά τον Β' - Γ' μ.Χ. αιώνα. Ανάλογο φαινόμενο ωστόσο δεν παρατηρήθηκε στο μακρύ και βραχύ ''e'' (στο η και στο ε), διότι το <''η>'' αρχικώς προφέρθηκε κλειστότερα ως <ει> ήδη στα τέλη του 5ου αιώνα πΧ. στην Θεσσαλία, προκαλώντας έτσι σύγχυση στη γραφή (πχ. στατεῖρας αντί στατῆρας), και εν συνεχεία προφέρθηκε ακόμα πιο κλειστά και πιο πρόσθια ως <ι> ([[Ιωτακισμός]]).
 
* Οι "νόθες δίφθογγοι" "ει" και "ου" και αυτές μεταβλήθηκαν φονολογικώς. Έτσι λοιπόν το <ει> προφέρθηκε κλειστότερα και ιωτακίστηκε: ει < ῑ < ι , ενώ το <ου> επίσης προφέρθηκε κλειστότερα και μετατράπηκε σε <nowiki><u>: ου < ū < u. </nowiki>
 
* Οι βραχύφωνοι δίφθογγοι αι, οι, αυ και ευ επίσης εξελίχθησαν. Το <αι> εξελίχθη με ανοικτότερη προφορά του υποτακτικού φωνήεντος (του ιώτα) και μονοφθογγίσθηκε σε <ē> και εν τέλει σε <e> μετά την κατάργηση της προσωδίας: αι (ai) < ae < ē < e (Β' μ.Χ. αιώνας<ref>{{Cite book|title=Σύντομος Ιστορία τής Ελληνικής Γλώσσης|first=Γ.Ν.|last=Χατζιδάκις|isbn=|year=1915|location=Αθήνα|page=60|quote=}}</ref>). Η δίφθογγος "οι" είχε την πιο πολύπλοκη πορεία μεταβατικών εξελίξεων : oi < œ < ȫ < ǖ < ü < u < i. Και αυτή η δίφθογγος (όπως και η <αι>) εμφανίζει προσέγγιση της προφοράς των στοιχείων της με την ανοικτότερη προφορά τού i σε e. Εν συνεχεία μονοφθογγίζεται σε έναν φθόγγο μεταξύ τού o και τού e, στο φωνήεν "ȫ". Ο φθόγγος αυτός γίνεται κλειστότερος (u) , και τελικά προσθιούται και ιωτακίζεται σε i. Χρονικώς οι αλλαγές συνετελέσθησαν ως εξής : Ήδη από τον 5ο πΧ. αιώνα στη Βοιωτία ο <oi> είχε μετατραπεί σε <oe> όπως μαρτυρούν και επιγραφές όπως κοέρανος (= κοίρανος) και Fhεκαδᾱμοε (= Ἀκαδήμιοι, τοπική πτώση). Έπειτα περνά από το ενδιάμεσο στάδιο όπου μετατρέπεται σε <ȫ> (αν και δεν μαρτυρείται αυτή η μεταβολή από επιγραφές) και έναν αιώνα αργότερα (250 πΧ.) μετατρέπεται σε <ǖ> (πχ. βοιωτ. Fῡκιᾱ = Fοικία, δᾱμυ = δῆμοι). Η σύγχυση γενικεύεται από τον 3ο και 2ο πΧ. αιώνα, μέχρι και τον 10ο αιώνα μΧ. , οπότε και ο φθόγγος <nowiki><u> ιωτακίζεται και μετατρέπεται σε <i>. </nowiki><ref>{{Cite book|title=Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας|first=Γεώργιος|last=Μπαμπινιώτης|isbn=|year=2002|location=Αθήνα|page=124}}</ref><ref>Αν και ωρισμένα ιδιώματα και διάλεκτοι διατήρησαν την προφορά τού υ και του οι ως <nowiki><u> (= u/ iu) Έτσι στο παλαιό αθηναϊκό ιδίωμα καθώς και στα ιδιώματα των Μεγάρων, της Αίγινας και της Κύμης (Εύβοια) προφέρονταν τσιουλιά (= κοιλιά), στσιούλος (=σκύλος), γιουναίκα (=γυναίκα), χιούρος (=χοίρος), κλπ. Το ίδιο συμβαίνει και στα </nowiki>[[Τσακωνική διάλεκτος|Τσακώνικα]], όπου επίσης διατηρήθηκε η αρχαία λακωνική προφορά του υ ως <nowiki><u/iu> : λιούκο (=λύκος), νιουτα (=νύχτα), κούψη (= κύψη, "κοιμηθεί), γλουτούη (=γλυτώση). </nowiki></ref> Τέλος, οι "αυ" και "ευ" δεν μονοφθογγίσθηκαν, αλλά μετατράπηκαν σε συνδυασμό φωνήεντος- συμφώνου (αντί ημιφώνου) αυ= av/af , ευ = ev/ef , αντί του αρχικού αυ = au, ευ = eu.
 
*Πλήρης σίγηση της [[Υπογεγραμμένη]]<nowiki/>ς ως τον 1ο πΧ. αιώνα, διαδικασία που είχε ξεκινήσει ήδη από το 400 πΧ. στην αττική διάλεκτο, όπως μαρτυρείται και από την έλλειψη του -ι από τους παπύρους και τις επιγραφές. Η γραφή του -ι επανεισάγεται με το κίνημα του [[Αττικισμός|Αττικισμού]].
*Αποδάσυνση των διαρκών αήχων δα<nowiki/>σέων σε διαρκή ψιλά. Ήτοι : ph (φ) < f , th (θ) < θ , kh (χ) < χ . Αυτό το φαινόμενο χρονολογείται ήδη από τον 4ο πΧ. αιώνα για την Λακωνική διάλεκτο, όπου γράφεται σ αντί για θ, που προϋποθέτει διαρκή και όχι κλειστή προφορά του θ: σιῶ = θεῶ, ἀνέσηκε = ἀνέθηκε. Η αποδάσυνση των αήχων δασέων είχε ολοκληρωθεί οπωσδήποτε ως τα τέλη της ελληνιστικής περιόδου (3ος αιώνας μΧ.).
*Αποκλειστοποίηση των ηχηρών κλε<nowiki/>ιστών σε ηχηρά διαρκή: b < β , d < δ , g < γ. Και η μεταβολή αυτή δεν πρέπει να υπήρξε χρονικώς και τοπικώς η ίδια για όλα τα σύμφωνα. Επιγραφές ήδη από τον 4ο πΧ. αιώνα δείχνουν την χρήση του β αντί του F (πχ. κρητ. ''διαβειπάμενος'' αντί του ''διαFειπάμενος,'' λακων''. βοικέτας = Fοικέτας)'', ενώ ακόμη παλαιότερες διαλεκτικώς (6ος και 5ος αιώνας πΧ.) είναι οι επιγραφικές ενδείξεις για διαρκή προφορά του δ (δηλαδή ως δ και όχι ως d), από γραφές όπως ''ζίκαια'' αντί ''δίκαια, οὐζέ'' αντί ''ούδέ'' της Ηλειακής διαλέκτο, όπου η γραπτή παράσταση με το μόρφημα ''ζ'' αντί του ''δ'' δηλώνει πιθανότατα αποκλειστικοποιημένη προφορά του δ. Οι αλλαγές στα ηχηρά κλειστά ολοκληρώθηκαν στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες.<ref>{{Cite book|title=Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας|first=Γεώργιος|last=Μπαμπινιώτης|isbn=|year=2002|location=Αθήνα|page=127}}</ref>
*Σίγηση του [[Δασεία|δασέος πνεύματος]]. Στ<nowiki/>ους χρόνους της Κοινής ο δασύς φθόγγος /h/ αρχίζει ήδη από τον 3ο πΧ. αιώνα να μην προφέρεται, όπως μάς δείχνουν οι πάπυροι (πχ. γραφές όπως κατ' ἕκαστος, κατ' ἡμῶν, κατ' ἐταιρίαν). Η πρώιμη σίγηση της δασείας φαίνεται ότι είχε ήδη αρχίσει στην ιωνική διάλεκτο, καθώς επίσης και στην λεσβιακή, ηλειακή, κυπριακή και κρητική, ωστόσο το φαινόμενο της πλήρους σιγήσεώς της διαρκεί επί αιώνες και είναι αλληλένδετος με με την αποδάσυνση των δασέων κλειστών. Έτσι ο δασύς φθόγγος σιγάται παντού μόλις τον 3ο μΧ. αιώνα.
*Τα διπλά σύμφωνα, τα οποία προφ<nowiki/>έρονταν ως παρατεταμένα σύμβολα (όπως φαίνεται και από το γεγονός ότι δύο όμοια σύμφωνα καθιστούσαν το φωνήεν μίας συλλαβής θέσει μακρό: ''ὅς μοι πᾱλλακίδος, περιχώσατο κᾱλλικόμοιο [Ι 449]),'' παύουν να προφέρονται ως διπλά σύμφωνα στους τελευταίους αιώνες της Κοινής, φαινόμενο που ολοκληρώθηκε στους πρώιμους μεσαιωνικούς χρόνους.<ref>Αν και ωρισμένες νεοελληνικές διάλεκτοι έχουν διατηρήσει την αρχαία προφορά των διπλών συμφώνων ([[Κατωιταλική διάλεκτος|Κατωιταλική,]] [[Κυπριακή διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας|Κυπριακή]], ωρισμένα δωδεκανησιακά ιδιώματα), πράγμα που δείχνει ότι η καθιέρωση της Ελληνιστικής Κοινής δεν επέφερε τον πλήρη αφανισμό των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων.</ref>
*Καταργείται ο μουσικός τονισμός<nowiki/> της αρχαίας ελληνικής, και αντικαθιστάται με τον δυναμικό τονισμό, φαινόμενο που ολοκληρώθηκε ως τον 5ο αιώνα πΧ.
*Το γράμμα ζ, το οποίο αρχικά δή<nowiki/>λωνε σύμπλεγμα συμφώνων [zd] (πχ. Αθήνας δὲ = Ἀθήναζε), εξελίσσεται και καταλήγει σε απλό συριστικό [z].
 
 
 
Γραμμή 79 ⟶ 81 :
 
* Στην Ελληνιστική (τουλάχιστον όπως μαρτυρούν τα εκκλησιαστικά κείμενα) επέδρασαν και οι σημιτικοί τύποι σύνταξης ή σχημάτων λόγου ή και λέξεις, όπως π.χ. η λέξη σατανάς. Η λέξη άγγελος αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα επίδρασης, αφού παύει να χρησιμοποιείται τόσο συχνά με την έννοια του αγγελιοφόρου όσο του άγγελου, που είναι μεν αγγελιοφόρος του Θεού, αλλά η λέξη πλέον εννοεί το συγκεκριμένο ον, τον άγγελο, ο δε «διάβολος» παύει να σημαίνει εκείνον που ενσπείρει διαβολές, αλλά τον διάβολο του [[Ιώβ]].
*Η επειδή η ελληνική γλώσσα μετεδόθη σε ανθρώπους που δεν είχαν λεπτή γνώση τής γλώσσας, συνέβαλε στην απώλεια ή σύγχιση πολλών μορίων και συντακτικών πλοκών τής γλώσσας (πχ. κατάργηση τής ευκτικής). Ομοίως παραμαλήθη και η ακριβής διαστολή πολλών εννοιών, λόγου χάριν συνέπεσε το ''ἐσθίω'' και το ''τρώγω'', το ''εἷς'' και το ''τὶς,'' το ''οὖτος'' και ''αυτὀς,'' το ''ὕω'' και ''βρέχω,'' το ''τἰς'' και το ''ποῖος, τὸ ἄν'' και το ''ἐάν,'' το ''ὅτε'' και το ''ὅταν,'' το ''μάχη'' και το ''πόλεμος,'' το ''νίπτω'' και ''πλύνω,'' κλπ.<ref>{{Cite book|title=Σύντομος Ιστορία τής Ελληνικής Γλώσσης|first=Γ.Ν.|last=Χατζιδάκις|isbn=|year=1915|location=Αθήνα|page=68|quote=}}</ref>
 
== Δείγματα κειμένων Ελληνιστικής Κοινής ==