Κολ (καλλυντικό): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
User289312 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
User289312 (συζήτηση | συνεισφορές)
Διαγραφή διπλής παραπομπής
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 17:
Ο [[Αρχαία ελληνική γλώσσα|αρχαιοελληνικός]] όρος για τον αντιμονίτη ''στίβι ή στίμμι'' και ο [[Λατινική γλώσσα|λατινικός]] ''stibium'' είναι δάνεια από τον αιγυπτιακό όρο ''sdm''.  
== Κέρας της Αφρικής ==
Το κολ χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως καταπραϋντική ουσία για τις παθήσεις των ματιών. Στο [[Κέρας της Αφρικής]] η χρήση του κολ χρονολογείται στην εποχή του βασιλείου της [[Γη του Πουντ|Γης του Πουντ]].<ref name=":2">''Studies in Ancient Technology'', Volume III, (Brill Archive), p.18.</ref> Οι γυναίκες της [[Σομαλία|Σομαλίας]], του [[Τζιμπουτί]], της [[Αιθιοπία|Αιθιοπίας]] και της [[Ερυθραία|Ερυθραίας]] φορούσαν το κολ (kuul) από το μακρινό παρελθόν ως καλλυντικό για να τονίσουν τα μάτια τους, αλλά και για να τα απολυμάνουν. Επίσης, ένιωθαν ότι προστατεύονται από την υπεριώδη ακτινοβολία του ήλιου βάφοντας με σκούρο χρώμα την περιοχή γύρω από τα μάτια.<ref>Katheryne S. Loughran, ''Somalia in word and image'', (Foundation for Cross Cultural Understanding: 1986), p.166.</ref><ref>Sergew Hable Selassie, ''Ancient and medieval Ethiopian history to 1270'', (Printed by United Printers: 1972), p.26.</ref>
 
== Αίγυπτος ==
Γραμμή 32:
 
=== Δυναστική περίοδος ===
Από τους [[Αιγυπτιακή προϊστορία και πρωτοϊστορία|προϊστορικούς]] τάφους της [[Αιγυπτιακή προϊστορία και πρωτοϊστορία|Τάσιας Κοινωνίας]] (4500 π.Χ. περίπου) υποδεικνύεται η πρώιμη χρήση του γαληνίτη στην Αίγυπτο, μία συνήθεια που εκτείνεται χρονικά από τον [[Αιγυπτιακή προϊστορία και πρωτοϊστορία|Πολιτισμό Μπαντάρι]] (5000 π.Χ. περίπου) μέχρι την [[Κοπτική περίοδος|Κοπτική]] περίοδο. Παρόλο που υπάρχουν τοπικά κοιτάσματα γαληνίτη, γίνονταν επίσης και εισαγωγές, τόσο του μαύρου γαληνίτη, όσο και του πράσινου μαλαχίτη, από περιοχές της [[Δυτική Ασία|δυτικής Ασίας]], την περιοχή [[Κοπτός]] της Αιγύπτου και την [[Γη του Πουντ]].<ref name=":02">Studies in Ancient Technology, Volume III, (Brill Archive), p.18.</ref>
 
Ο [[γαληνίτης]] που χρησιμοποιούσαν για το βάψιμο των ματιών (αργότερα ονομάστηκε στα αραβικά ''κολ'' από την [[Ακκαδική γλώσσα|ακκαδική]] λέξη για το "καλλυντικό") ήταν ευρέως διαδομένος στην [[Αρχαία Αίγυπτος|αρχαία Αίγυπτo]]. Όπως παρουσιάζεται στα αρχαία κείμενα που περιγράφουν την χρήση τόσο του μαύρου γαληνίτη, όσο και του πράσινου [[Μαλαχίτης|μαλαχίτη]], τα άνω βλέφαρα βάφονταν μαύρα, ενώ τα κάτω πράσινα.<ref name=":0">Studies in Ancient Technology, Volume III, (Brill Archive), p.18.</ref>
 
Την περίοδο της [[Δέκατη όγδοη δυναστεία Φαραώ|18<sup>ης</sup> δυναστείας]] η αρχαία Αιγύπτια βασίλισσα [[Χατσεψούτ|Xατσεψούτ]] άλεθε επίσης καμένο [[λιβάνι]] για να φτιάξει το κολ eye liner της. Αυτή είναι η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση της [[Ρητίνη|ρητίνης]].<ref>''Isaac, Michael (2004). A Historical Atlas of Oman. The Rosen Publishing Group. p. 14. ISBN 978-0823945009m''</ref> Το λιβάνι ήταν ένα προϊόν που η βασίλισσα είχε προμηθευτεί στη διάρκεια της εμπορικής αποστολής της στο [[Γη του Πουντ|Πουντ]].<ref>Martin Watt, Wanda Sellar (2012). Frankincense & Myrrh: Through the Ages, and a complete guide to their use in herbalism and aromatherapy today. Random House. p. 24. <nowiki>ISBN 978-1446490778</nowiki> </ref>