Τζέιν Έλεν Χάρισον: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ «ακαδημαϊκός» στα Ελληνικά σημαίνει μέλος της Ακαδημίας Αθηνών
μ Επιμέλεια
Γραμμή 1:
{{πληροφορίες προσώπου}}
H '''Τζέιν Έλεν Χάρισον''' (''Jane Ellen Harrison'', [[9 Σεπτεμβρίου]] [[1850]] - [[15 Απριλίου]] [[1928]]) ήταν [[λέκτορας]] των [[Αρχαία ελληνική γλώσσα|αρχαίων Ελληνικών]] στο πανεπιστήμιο του [[Κέμπριτζ]], μία από τις πρώτες μαθήτριες του [[Τζέιμς Φρέιζερ]] και πρωτοπόρος της [[Διεπιστημονικότητα|διεπιστημονικής]] προσέγγισης του ελληνικού [[πολιτισμός|πολιτισμού]], για την οποία συνδύασε [[Κοινωνιολογία|κοινωνιολογικές]] και [[Ανθρωπολογία|ανθρωπολογικές]] απόψεις με [[αρχαιολογία|αρχαιολογικές]] και [[φιλολογία|φιλολογικές]] μαρτυρίες<ref>''Modernism/modernity'', 2003, 575-576.</ref>. Συνεπής [[φεμινισμός|φεμινίστρια]] έως το τέλος της ζωής της, ήταν η πρώτη γυναίκα πανεπιστημιακός που κατόρθωσε να αποκτήσει φήμη διεθνούς ακτινοβολίας σε ένα ανδροκρατούμενο ακαδημαϊκό κατεστημένο.
 
== Βίος ==
Γεννήθηκε στο [[Κόττινχαμ]] (Cottingham) του [[Γιορκσάιρ|Γιόρκσαϊρ]] και η μητέρα της πέθανε λίγο μετά τη γέννα. Στην ηλικία των 17 ετών την έστειλαν στο Κολέγιο Κυριών Τσέλτενχαμ υπό τη διεύθυνση της Δωροθέας Μπηλ (Dorothea Beale). Το 1870 έλαβε τιμητική διάκριση στις εξετάσεις του πανεπιστημίου του Λονδίνου για γυναίκες και κέρδισε υποτροφία για τις Κλασικές Σπουδές του πανεπιστημίου του ΚέιμπριτζΚέμπριτζ. Ασχολήθηκε με την σπουδή των Κλασικών στο Κολέγιο Νιούχαμ, του Κέιμπριτζ από το 1874 έως το 1879. Το 1879 βρέθηκε στην κορυφή του Κλασικού Τρίποδα<ref>''Κλασικός Τρίπους''. Ουσιαστικά πρόκειται για όρο που εφαρμόζεται στο Κέμπριτζ και υπονοεί οποιαδήποτε εξέταση για την απόκτηση του B.A. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε για τα ''Μαθηματικά'', αλλά συν τω χρόνω επεκτάθηκε στις κλασικές σπουδές. Στο πρώτο μέρος ο σπουδαστής έπρεπε να γράψει δοκίμια σε πρόζα και στίχο, έκθεση και μετάφραση, ελληνική και ρωμαϊκή ιστορία, φιλολογία και αρχαιότητες, ελληνική και λατινική γραμματική. "Το δεύτερο μέρος χωριζόταν σε πέντε τομείς: Α (τέσσερα δοκίμια μετάφρασης και έκθεσης) Β (φιλοσοφία) Γ (ιστορία) Δ (τέχνη, αρχαιολογία, θρησκεία και ιδιωτικός βίος) Ε (γλώσσα). Όλοι οι σπουδαστές έπρεπε να κατοχυρώσουν το A και έναν ή δύο από τους άλλους τομείς. Η επιτυχής ολοκλήρωση του Α' μέρους, ωστόσο, ήταν αυτό που χρειαζόταν για Honors degree, Βλ. Christopher Stray, 1998, 34-48.</ref> την υψηλότερη θέση που κατείχε γυναίκα από τα δύο ειδικά κολέγια για κυρίες. Από εκείνη την περίοδο και μετά την αποκάλεσαν "«η εξυπνότερη γυναίκα στην Αγγλία"». Το 1879 μετακόμισε στο [[Λονδίνο]], για να μελετήσει αρχαιολογία στο [[Βρετανικό Μουσείο]]. Εργάστηκε και μελέτησε υπό τον Τσαρλς Νιούτον, στο τμήμα Αρχαιοτήτων του [[Βρετανικό Μουσείο|Βρετανικού Μουσείου]]. Μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες κέρδισε ιδιαίτερη φήμη ως λαμπρή και δυναμική ομιλήτρια σε θέματα σχετικά με την κλασική τέχνη και την αρχαιολογία, μετακινούμενη συχνά στην [[Ελλάδα]] και αλλού στην [[Ευρώπη]]. Ήταν σε επαφή με επιφανείς Γερμανούς αρχαιολόγους, όπως για παράδειγμα ο [[Ερνστ Κούρτιους]], (Ernst Curtius), ο ανασκαφέας της [[Ολυμπία]]ς<ref>Η εξοικείωση της Χάρισον με τη γερμανική ακαδημαϊκή έρευνα, όπως φαίνεται στα μείζονα έργα της, ξεπερνούσε κατά πολύ τις γνώσεις του Γκίλμπερτ Μάρεϊ και του Κόρνφορντ.</ref>.
 
Το 1879, όταν τελείωνε η Τζέιν Χάρισον τις μελέτες της στο Κέμπριτζ, μια άλλη νέα γυναίκα, η Ευγενία Σέλερς (Eugénie Sellers) (1860-1943) ξεκινούσε τις κλασικές σπουδές της. Οι δύο γυναίκες μοιράστηκαν ένα διαμέρισμα το 1885 και ταξίδευαν μαζί. Η Σέλερς οργάνωνε τις διαλέξεις της Τζέιν Χάρισον και σε ό,τι αφορούσε στην ατομική της καριέρα, ακολούθησε την ίδια πορεία, αλλά στον τομέα των ρωμαϊκών σπουδών και κυριάρχησε στη Βρετανική σχολή στη [[Ρώμη]] στα μέσα της δεκαετίας του 1920. Όμως, οι δύο γυναίκες διέκοψαν τις σχέσεις τους για κάποιο άγνωστο λόγο το 1893 και η Ευγενία Σέλερς παντρεύτηκε τον Άρθουρ Στρονγκ. Η Τζέιν Χάρισον έγινε αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας από το 1889 έως το 1896. Το 1896 έγινε αντεπιστέλλον μέλος του Κλασικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του [[Βερολίνο]]υ.
 
Η Χάρισον εφήρμοσε τα συμπεράσματα των συγχρόνων της [[αρχαιολογία|αρχαιολογικών]] ανακαλύψεων και ανθρωπολογικών προσεγγίσεων των πολιτισμών, στην ερμηνεία της [[αρχαία ελληνική θρησκεία|αρχαιοελληνικής θρησκείας]] με τρόπο που έγινε στερεότυπο για μεταγενέστερους ερευνητές. Ανάμεσα στα έργα της ανθρωπολογικής έρευνας για την προέλευση της ελληνικής [[θρησκεία]]ς και [[μυθολογία]]ς περιλαμβάνονται τα: ''Προλεγόμενα στη Μελέτη της Ελληνικής Θρησκείας'' (1903), ''Αίρεση και Ανθρωπότητα'' (1911), ''Θέμις: Μια Μελέτη των Κοινωνικών Πηγών της Ελληνικής Θρησκείας'' (1912, αναθ. 1927), ''Αρχαία Τέχνη και Τελετουργία'' (1912+) και ''Επιλεγόμενα στη Μελέτη της Ελληνικής Θρησκείας'' (1921).
 
Στην εποχή της η Χάρισον ήταν γνωστή για τις δημόσιες διαλέξεις της στην αρχαιοελληνική τέχνη, και τις ριζοσπαστικές απόψεις της. MιλούσεΜιλούσε [[Γερμανική γλώσσα|Γερμανικά]], [[Λατινική γλώσσα|Λατινικά]], [[αρχαία ελληνική γλώσσα|Ελληνικά]] και [[Εβραϊκή γλώσσα|Εβραϊκά]] (αργότερα έμαθε περίπου 16 [[γλώσσα|γλώσσες]], στις οποίες περιλαμβάνονται τα [[Ρωσική γλώσσα|Ρωσικά]]). Θεωρείται πως επηρεάστηκε σημαντικά από το έργο του [[Γιόχαν Γιάκομπ Μπαχόφεν]] (Johann Jakob Bachofen) ''Mutterrecht'' (1861), μια ανάλυση της [[μητριαρχία]]ς στην αρχαιότητα.
 
Οι πρόωρες δημοσιεύσεις της προοιωνίζονταν μια διακεκριμένη ακαδημαϊκή σταδιοδρομία. Αφού συμπεριελήφθη στον κατάλογο επιλέκτων υποψηφίων για την καθηγεσία Yates της κλασικής αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου<ref>Ο ρόλος της προκατάληψης ενάντια στο γυναικείο φύλο σε ό,τι αφορά στην αποτυχία της Χάρισον να πάρει τη θέση αναλύεται τόσο από τον William M. Calder, "Jane Harrison's Failed Candidacies for the Yates Professorship (1888, 1896): What Did Her Colleagues Think of Her?" στο ''The Cambridge Ritualists Reconsidered'', ed. W.M. Calder (Atlanta 1991), 37-59 και τον Hugh Lloyd-Jones, "Jane Ellen Harrison, 1850-1928," στο ''Cambridge Women: Twelve Portraits'', ed. E. Shils and C. Blacker (Cambridge 1996), 34, 38: όπου σημειώνεται ότι "δεν υπήρξε αδικία". Όμως ο Robinson (104) σημειώνει ότι όταν προτάθηκε το 1888 να αναλάβει "περιστασιακά να δίνει διαλέξεις στη θέση του καθηγητή της έδρας" δύο μέλη της επιτροπής θεώρησαν ότι: "είναι ανεπιθύμητο να διεξάγεται οποιαδήποτε διδασκαλία στο πανεπιστημιακό Κολέγιο από μια γυναίκα".</ref> ορίστηκε ομότιμη στο κολέγιο Νιούνχαμ. Η Χάρισον επέστρεψε στο Νιούνχαμ το 1898, για να μείνει εκεί μέχρι το θάνατό της, το 1928. Εκεί ουσιαστικά άρχισε να ασχολείται βαθύτερα με την [[αρχαία Ελλάδα]] σκάβοντας πίσω από την παραδοσιακή εικόνα που διαμόρφωσε το [[Μεγάλη Βρετανία|αγγλικό]] ακαδημαϊκό κατεστημένο. Η αρχαία Ελλάδα της Χάρισον δεν ήταν ο λαμπρός, ήρεμος και ορθολογιστικός κόσμος που επινόησαν οι μελετητές του ανά τους αιώνες. Ήταν ένας κόσμος διονυσιακής φρενίτιδας, πάθους, ανορθολογισμού και [[μαγεία]]ς που έβραζε κάτω από μια φαινομενικά ήρεμη επιφάνεια. Αυτός ήταν ο λόγος που την αποκάλεσαν '«αιματοβαμμένη Τζέιν'», αλλά ο αρχαίος κόσμος μετά την παρέμβασή της δεν ήταν πλέον και δεν έγινε ποτέ ίδιος.
 
Το [[1922]] Η Τζέιν Χάρισον αποσύρθηκε από τις δημόσιες διαλέξεις και μετακόμισε μαζί με την Χόουπ Μίρλις, υπεύθυνη για τα αρχεία της, σε ένα σπίτι στο [[Μπλούμπσμπερι]], στο [[Λονδίνο]]. Πέθανε το [[1928]] από [[λευχαιμία]].
 
== Εργογραφία ==