Κάρυ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Διάσωση 5 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0
Γραμμή 20:
[[File:Eggplant Curry (Stuffed).jpg|thumb|right|200px|[[Μελιτζάνα|Μελιτζάνες]] γεμιστές με κάρυ, επίσης γνωστές στα [[Ταμίλ γλώσσα|Ταμιλικά]] ως ''«Ennai Kathirikai»''.]]
[[File:Idiyappam with Kadala(Chick pea) curry.jpg|thumb|right|200px|Αποτελείται από ρυζάλευρο το οποίο πιέζεται σε μορφή νουντλς και στη συνέχεια μαγειρεύεται στον [[ατμός|ατμό]]. Συνήθως, σερβίρεται με ''Kadala'' ([[ρεβίθι]]), [[αυγό]] και κάρυ με [[ψάρι]] ή [[κρέας]]. Σερβίρεται κυρίως για πρωινό και μερικές φορές ως σνακ το βράδυ.]]
Το '''κάρυ''' ή '''κάρι''' (ενικός: ''curry'' [''kʌri''], πληθυντικός: ''curries''), είναι ένα [[πιάτο]] που κατάγεται από την κουζίνα της [[Ινδική υποήπειρος|Ινδικής υποηπείρου]]. Το κοινό χαρακτηριστικό του είναι η χρήση πολύπλοκων συνδυασμών [[μπαχαρικό|μπαχαρικών]] ή [[βότανο|βοτάνων]], περιλαμβάνοντας συνήθως φρέσκες ή αποξηραμένες καυτερές πιπεριές [[τσίλι]]. Η χρήση του όρου, γενικά περιορίζεται σε πιάτα που παρασκευάζονται με σάλτσα.<ref>{{cite web |url=http://www.macmillandictionary.com/dictionary/british/curry_1 |title=Curry definition and synonyms |work=Macmillan Dictionary |accessdate=2017-01-15 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20180612162302/https://www.macmillandictionary.com/dictionary/british/curry_1 |archivedate=2018-06-12 |url-status=dead }}</ref> Τα πιάτα με κάρυ, που παρασκευάζονται στις νότιες πολιτείες της [[Ινδία]]ς, μπορεί να είναι καρυκευμένα με φύλλα από το [[κάρυ (δέντρο)|δέντρο κάρυ]].<ref>{{cite news |work=NPR |url=http://www.npr.org/2011/09/28/140735689/fresh-curry-leaves-add-a-touch-of-india |date=September 28, 2011 |title=Fresh Curry Leaves Add a Touch of India}}</ref>
 
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες πιάτων που ονομάζονται ''«κάρι»''. Για παράδειγμα, στις αρχικές παραδοσιακές κουζίνες, η ακριβής επιλογή των μπαχαρικών για κάθε [[πιάτο]] είναι μια εθνική ή περιφερειακή πολιτιστική παράδοση, η θρησκευτική πρακτική και, σε κάποιον βαθμό, η οικογενειακή προτίμηση. Τέτοια πιάτα έχουν συγκεκριμένες ονομασίες που αναφέρονται στα συστατικά τους, τα καρυκεύματα και τους τρόπους μαγειρέματος.<ref>{{cite book|author=Collingham, Lizzie|title=Curry: A Tale of Cooks and Conquerors|location=New York, NY|publisher= Oxford University Press|date= 2006|page=115}} "No Indian, however, would have referred to his or her food as a curry. The idea of a curry is, in fact, a concept that the Europeans imposed on India's food culture. Indians referred to their different dishes by specific names ... But the British lumped all these together under the heading of curry."</ref> Παραδοσιακά, τα μπαχαρικά χρησιμοποιούνται τόσο ολόκληρα όσο και τριμμένα - ωμά ή μαγειρεμένα - και μπορούν να προστεθούν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μαγειρέματος, για να παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα. Τα κύρια μπαχαρικά που βρίσκονται στις περισσότερες [[Κάρυ (σκόνη)|σκόνες κάρυ]] από την Ινδική υποήπειρο είναι το [[κόλιανδρο]], το [[κύμινο]] και η [[κιτρινόριζα]]· ένα ευρύ φάσμα από πρόσθετα μπαχαρικά μπορούν να περιληφθούν ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και των τροφίμων που περιλαμβάνονται ([[ψάρι]]α, [[φακές]], κόκκινο ή λευκό [[κρέας]], [[ρύζι]] και [[λαχανικό|λαχανικά]]).<ref>{{cite book|author=Raghavan, S. |title=Handbook of Spices, Seasonings and Flavourings|publisher= CRC Press|date= 2007 |isbn=0-8493-2842-X|page= 302}}</ref> Η [[Κάρυ (σκόνη)|σκόνη κάρυ]], το εμπορικά παρασκευασμένο μείγμα μπαχαρικών, είναι σε μεγάλο βαθμό μια δυτική δημιουργία που χρονολογείται από τον 18ο αιώνα. Τέτοια μίγματα, συνήθως, πιστεύεται ότι είχαν παρασκευαστεί από Ινδούς εμπόρους, για πώληση στα μέλη της βρετανικής αποικιακής κυβέρνησης και του στρατού, που επέστρεφαν στη [[Βρετανία]].
Γραμμή 27:
 
==Ετυμολογία==
Το κάρυ υιοθετήθηκε και αγγλοποιήθηκε από την [[Ταμίλ γλώσσα|Ταμίλ]] λέξη ''ka<u>r</u>i'' (கறி) που σημαίνει «σάλτσα»,<ref>{{cite web |url=http://dsal.uchicago.edu/cgi-bin/philologic/getobject.pl?c.0:1:705.hobson |title=University of Chicago |publisher=Dsal.uchicago.edu |date=1 September 2001 |accessdate=8 June 2009 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20060905045121/http://dsal.uchicago.edu/cgi-bin/philologic/getobject.pl?c.0:1:705.hobson |archivedate=2006-09-05 |url-status=dead }}</ref> η οποία συνήθως νοείται να σημαίνει λαχανικά και/ή κρέας μαγειρεμένα με μπαχαρικά, με ή χωρίς σάλτσα ''(gravy)''.<ref>{{cite web|url=http://www.cookeryonline.com/India/INDIA4.html#K |title=Indian Cookery Terms |publisher=Cookeryonline.com |date=24 February 2007 |accessdate=8 June 2009}}</ref>{{refn|group="Σημ."| Το ''gravy'' είναι μια παχύρρευστη σάλτσα, συχνά από τους χυμούς των κρεάτων οι οποίοι ρέουν φυσικά κατά το μαγείρεμα και συμπυκνώνονται με [[αλεύρι|άλευρο]] [[σιτάρι|σίτου]] ή [[άμυλο]] [[αραβόσιτος|αραβοσίτου]] για την προσθήκη υφής. Στις [[Ηνωμένες Πολιτείες]], ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε μια ευρύτερη ποικιλία σαλτσών. Το ''gravy'' μπορεί να είναι περαιτέρω χρωματισμένo και αρωματισμένo με ''gravy'' [[άλας|άλατος]] (ένα απλό μείγμα από αλάτι και χρωστικής ουσίας καραμέλας τροφίμων) ή ''gravy'' αμαύρωσης ''gravy'' άλατος διαλυμένο σε [[νερό]]) ή έτοιμους κύβους και σκόνες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως υποκατάστατο για τα εκχυλίσματα φυσικού κρέατος ή [[λαχανικό|λαχανικού]]. Κονσερβοποιημένα ''gravy'' είναι επίσης διαθέσιμα. Το ''gravy'' συνήθως σερβίρεται με ψητά, ρολό, ρύζι και πουρέ [[πατάτα]]ς.{{refn|group="Παρ. Σημ."| [http://www.realcajunrecipes.com/recipes/cajun/rice-gravy/119.rcr Real Cajun Recipes : : Rice and Gravy<!-- Bot generated title -->]}}}} Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, το ''kari'' συναντάται για πρώτη φορά στα μέσα του 17ου αιώνα, από μέλη της [[Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών|Βρετανικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών]] σε συναλλαγή με τους εμπόρους [[Ταμίλ (λαός)|Ταμίλ (Ινδίας)]], κατά μήκος της Ακτής ''Coromandel''{{refn|group="Σημ."| Η Ακτή του ''Coromandel'' είναι η νοτιοανατολική παραλιακή περιοχή στην [[Ινδική υποήπειρος|Ινδική υποήπειρο]], μεταξύ των Ανατολικών Γκατς ''(Eastern Ghats)'' και του [[Κόλπος της Βεγγάλης|Κόλπου της Βεγγάλης]] στον [[Ινδικός Ωκεανός|Ινδικό Ωκεανό]]. Ετυμολογικά, η γη της Δυναστείας των ''Chola'' ονομαζόταν στα Ταμίλ ''Cholamandalam'' (சோழ மண்டலம்), το οποίο κυριολεκτικά μεταφράζεται ως το βασίλειο των ''Cholas'', από το οποίο οι [[Πορτογαλία|Πορτογάλοι]] άντλησαν την ονομασία ''Coromandel''.{{refn|group="Παρ. Σημ."| ''The Land of the Tamulians and Its Missions'', by Eduard Raimund Baierlein, James Dunning Baker}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| South Indian Coins - Page 61 by T. Desikachari - Coins, Indic - 1984}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| Indian History - Page 112}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| ''Annals of Oriental Research'' - Page 1 by University of Madras - 1960}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| ''The Periplus of the Erythræan Sea'' by Wilfred Harvey Schoff}}}} της νοτιοανατολικής Ινδίας,<ref name = "SahniCur">Sahni, Julie. ''Classic Indian Cooking.'' (New York, NY: William Morrow and Company, Inc., c.1980), p.39-40.</ref> ιδιαίτερα στο Οχυρό Άγιος Γεώργιος{{refn|group="Σημ."| Το Οχυρό Άγιος Γεώργιος (''Fort St George'' ή ιστορικά, ''White Town''), είναι το όνομα του πρώτου Αγγλικού (αργότερα Βρετανικού) φρουρίου στην [[Ινδία]], που ιδρύθηκε το 1644, στην παραθαλάσσια πόλη του [[Μαντράς]], τη σύγχρονη πόλη του [[Τσεννάι]]. Η κατασκευή του φρουρίου έδωσε την ώθηση για περαιτέρω εγκατάσταση και εμπορική δραστηριότητα, σε ό, τι ήταν αρχικά μια ακατοίκητη περιοχή.{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite book|author=James Talboys Wheeler|title=The History of India from the Earliest Ages|url=https://books.google.com/books?id=Vk1HAQAAMAAJ&pg=PA489|year=1881|publisher=N. Trübner|pages=489–}}}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| Roberts, J: "History of the World" (Penguin, 1994)}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite news|last=Muthiah |first=S |title=A centenary's links with Chennai |publisher=The Hindu |date=12 August 2002 |url=http://www.thehindu.com/thehindu/mp/2002/08/12/stories/2002081200230300.htm |accessdate=September 6, 2002 |deadurl=yes |archiveurl=https://web.archive.org/web/20031028141848/http://www.thehindu.com/thehindu/mp/2002/08/12/stories/2002081200230300.htm |archivedate=October 28, 2003 }}}}}} (που αργότερα ονομάστηκε σε [[Μαντράς]] και το 1996, μετονομάστηκε σε [[Τσεννάι]]). Εδώ, εξοικειώθηκαν με το ''«μείγμα καρυκεύματος που χρησιμοποιείται για την παρασκευή πιάτων ΄kari΄ ... που ονομάζονται ΄kari podi΄ ή σκόνη κάρι.»''.<ref name = "SahniCur" /> Η εξήγηση που προτάσσεται στο «Οι Γεύσεις της Ιστορίας» ''(«The Flavours of History»)'', ισχυριζόμενη ότι η προέλευση της λέξης είναι από τα Μεσαία Αγγλικά, όπως καταγράφηκε για πρώτη φορά στο ''«The Forme of Cury»'' (π. 1390),{{refn|group="Σημ."| Το ''«The Forme of Cury»'' («Η Μέθοδος του Μαγειρέματος ''Cury''», είναι από το Μεσαίο Γαλλικό ''cuire'': να μαγειρέψουν), είναι μια εκτεταμένη συλλογή από μεσαιωνικές Αγγλικές συνταγές από τον 14ο αιώνα. Αρχικά, με τη μορφή του κυλινδρικού χάρτου, οι συντάκτες της αναφέρονται ως «οι επικεφαλής Μάστερ Μάγειροι του Βασιλιά [[Ριχάρδος Β΄ της Αγγλίας|Ριχάρδου του Β΄]]».
Είναι από τα παλαιότερα Αγγλικά βιβλία μαγειρικής και το πρώτο που αναφέρει το [[ελαιόλαδο]], τις νεροκολοκύθες και μπαχαρικά, όπως το [[μασίς]] και τα [[γαρίφαλο|γαρίφαλα]].{{refn|group="Παρ. Σημ."| "Thys fourme of cury ys compyled of þe mayster cokes of kyng Richard þe secund ... by assent of Maysters of physik and of phylosophye".--"Things sweet to taste: selections from the Forme of Cury". 1996 ISBN 0-86373-134-1}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite book |last1=Wright |first1=Clarissa Dickson |authorlink=Clarissa Dickson Wright |title=A History of English Food |date=2011 |publisher=Random House |isbn=978-1-905-21185-2 |pages=46, 50–52}}}}}}<ref name=flavours>{{cite book|title=The Flavours of History |author=Peter & Colleen Grove |publisher=Godiva Books |year=2011 }}</ref> είναι εσφαλμένη, καθώς ''«cury»'' κατ' αυτήν την έννοια, σημαίνει απλώς «μαγείρεμα» (πρβλ. [[Γαλλική γλώσσα|Γαλλικά]] ''cuire'', να μαγειρεύω).
 
Γραμμή 150:
Στην [[Ινδονησία]] το κάρυ ονομάζεται ''«kari»'' ή ''«kare»''. Ο πλέον κοινός τύπος του ''kari'' που καταναλώνεται στην Ινδονησία είναι το ''kari ayam'' (κάρυ [[κοτόπουλο]]υ) και το ''kari kambing'' (κατσικίσιο κάρυ). Στην ''Aceh'' και στη Βόρεια [[Σουμάτρα]] το ''roti cane''{{refn|group="Σημ."| Το ''roti canai'' (προφορά ''tʃanai'') ή [[καλάμι]] ''roti'' (''roti cane'', προφορά ''tʃane''), είναι ένας Ινδικής επιρροής τύπος πλατύψωμου ''(flatbread)'', σχεδόν σαν το [[τσαπάτι]], το οποίο βρίσκεται στη [[Μαλαισία]], το [[Μπρουνέι]], την [[Ινδονησία]] και τη [[Σιγκαπούρη]].}} συνήθως τρώγεται με ''kari kambing''. Άλλα πιάτα, όπως το ''gulai''{{refn|group="Σημ."| Το ''gulai'' είναι ένα είδος τροφίμου το οποίο περιέχει πλούσιο, πικάντικο και ζουμερό-σαν σάλτσα κάρυ, που συνήθως βρίσκεται στην [[Ινδονησία]] και τη [[Μαλαισία]].}} και το ''opor ayam''{{refn|group="Σημ."| Το ''opor ayam'' είναι ένα [[κοτόπουλο]], μαγειρεμένο σε γάλα [[καρύδα]]ς από την Ινδονησία, κυρίως από την Κεντρική [[Ιάβα]].{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{Patrick Witton and Mark Elliott (2003), https://books.google.com/books?id=dmDYLxcPDPoC&lpg=PP1&pg=PA108#v=onepage&q=&f=false ''Lonely Planet Indonesia''. Lonely Planet Publications, p. 108}}}}}} είναι πιάτα που βασίζονται στο κάρυ. Συχνά, είναι έντονα τοπικά και αντικατοπτρίζουν το [[κρέας]] και τα λαχανικά που είναι διαθέσιμα. Ως εκ τούτου, μπορεί να χρησιμοποιεί μία ποικιλία κρεάτων (όπως κοτόπουλο, βοδινό κρέας, νεροβούβαλο ή αιγοπρόβατο όπως το γευστικό ''gulai kambing''), θαλασσινά (όπως γαρίδες, [[καβούρι]]α, [[μύδι]]α, αχιβάδες και [[καλαμάρι]]α), [[ψάρι]]α (τόνο, σκουμπρί, κυπρίνο, ''pangasius'', γατόψαρο) ή λαχανικά (νεαρά ''jackfruit'',{{refn|group="Σημ."| Το ''jackfruit'' είναι ένα ταχέως αναπτυσσόμενο Ασιατικό τροπικό δέντρο, το οποίο συγγενεύει με τον [[αρτόκαρπος|αρτόκαρπο]].}} κοινά φασόλια, φύλλα [[κασάβα]]ς) πιάτα μέσα σε πικάντικη σάλτσα. Χρησιμοποιούν τοπικά συστατικά όπως πιπεριές [[τσίλι]], φύλλα ''kaffir'' [[λάιμ]], λεμονόχορτο, ''galangal'',{{refn|group="Σημ."|Το ''galangal'', ''ɡəlæŋɡəl'', είναι ένα ρίζωμα των φυτών της οικογένειας των Ζιγγιβεροειδών ''(Zingiberaceae)'', με μαγειρικές και φαρμακευτικές χρήσεις το οποίο έχει την καταγωγή του από την [[Ινδονησία]].}}{{refn|group="Υποσημ."| Επίσης γνωστό και ως ''galingale'' ''(ˈɡælɨŋɡeɪl)'', ''galanga'' ''(ɡəˈlæŋɡə)'' και ''blue ginger''. Ονομασίες στις άλλες γλώσσες περιλαμβάνουν Βιετναμέζικα: ''"riềng"''· [[Λάος]]: ຂ່າ|ຂ່າ ''"kha"''· ข่า|ข่า ''"kha"''· Βιρμανέζικα: ''"Ba dae gor"''· Ινδονησιακά / Μαλαισιανά: ''lengkuas'' ''(Alpinia galanga)''· Χμερ: ''"Romdeng"''· Τυποποιημένα Κινεζικά: 南薑 ή 高良薑 (τυποποιημένοι Κινεζικοί χαρακτήρες), 南姜 ή 高良姜 (απλοποιημένοι Κινεζικοί χαρακτήρες), ''nán jiāng'' ή ''gāo liáng jiāng'' ([[Πινγίν]])· Καντονέζικα: 藍薑 ''laam4 goeng1'' ''(Jyutping)''.}}{{refn|group="Παρ. Υποσημ."|{{cite web | url = http://dictionary.tovnah.com/topic/vegetable/%E1%9E%9A%E1%9F%86%E1%9E%8A%E1%9F%81%E1%9E%84 | title = Galanga | publisher = Khmer Online Dictionary | accessdate = June 2, 2014}}}} φύλλα Ινδονησιακής [[Δάφνη (φυτό)|δάφνη]]ς ''(Syzygium polyanthum)'', ''candlenuts'' ''(Aleurites moluccanus)'', [[κιτρινόριζα]], φύλλα κιτρινόριζας, ''asam gelugur'' ''(Garcinia atroviridis)'' και ''asam kandis'' (''Garcinia xanthochymus'' [ξινά ''(Garcinia mangostana)'' παρόμοια με τον [[Οξυφοίνιξ|οξυφοίνικα]]]), πάστα [[γαρίδα]]ς ''(terasi)'', [[κύμινο]], σπόρο [[κόλιανδρο]]υ και [[γάλα καρύδας]]. Στην ''Aceh'', τα κάρυ χρησιμοποιούν ''daun salam koja'' ή ''daun kari'' ''([[Murraya koenigii]])'', μεταφραζόμενου ως «[[κάρυ (δέντρο)|φύλλα κάρυ]]».
[[File:Rendang daging sapi asli Padang.JPG|200px|thumb|left|Το αυθεντικό ''rendang'' από το ''Minangkabau'' είναι σκουρόχρωμο και μάλλον ξηρό, σερβίρεται με ''ketupat''.]]
Ένα δημοφιλές [[πιάτο]], το ''rendang'' από την κουζίνα της Δυτικής [[Σουμάτρα]]ς, συχνά περιγράφεται ως καραμελοποιημένο βόειο [[κρέας]] ξηρού κάρι.<ref name="William Wongso">{{cite web|url=http://indonesiaproud.wordpress.com/2010/11/23/william-wongso-duta-rendang-di-dunia-kuliner-internasional/ |publisher=Indonesia Proud | title=William Wongso: Duta Rendang di Dunia Kuliner Internasional}}</ref> Στην Ινδονησία, το ''rendang''{{refn|group="Σημ."| Το ''rendang'' είναι ένα πικάντικο πιάτο κρέας, το οποίο προέρχεται από την εθνοτική ομάδα ''Minangkabau'' της Ινδονησίας και τώρα συνήθως σερβίρεται σε ολόκληρη τη χώρα. Ένα από τα χαρακτηριστικά τρόφιμα του πολιτισμού των ''Minangkabau'', σερβίρεται σε τελετές, για να τιμηθούν οι επισκέπτες.{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite book |last =Owen | first =Sri | authorlink = | title =The Rice Book | publisher =Doubleday (publisher) | year =1993 | location = | pages = | url = | doi = | id = | isbn =0-7112-2260-6 }}}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite book |last=Taylor|first=Jean Gelman|title=Indonesia: Peoples and Histories |publisher =Yale University Press|year=2003 |location= New Haven and London|url= |doi= |pages=46|isbn= 0-300-10518-5}}}}{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite journal | last =Lipoeto| first =Nur I|author2=Agus, Zulkarnain |author3=Oenzil, Fadil |author4=Masrul, Mukhtar |author5=Wattanapenpaiboon, Naiyana |author6= Wahlqvist, Mark L | title =Contemporary Minangkabau food culture in West Sumatra, Indonesia | journal =Asia Pacific Journal of Clinical Nutrition| volume =10| issue =1| publisher =Blackwell Synergy| date =February 2001| doi =10.1046/j.1440-6047.2001.00201.x| pmid=11708602}}}}}} συνήθως δεν θεωρείται ότι είναι κάρυ, δεδομένου ότι είναι πιο πλούσιο και περιέχει λιγότερο υγρό από ό, τι είναι φυσιολογικό για τα Ινδονησιακά κάρυ.<ref>{{Cite web|title=Arti Dibalik Masakan Rendang |date=30 April 2014|url=http://www.rendangnaniko.com/blog/arti-diabalik-masakan-rendang/|publisher=Rendang Naniko|language=Indonesian|accessdate=13 September 2014|archiveurl=https://web.archive.org/web/20140913110011/http://www.rendangnaniko.com/blog/arti-diabalik-masakan-rendang/|archivedate=2014-09-13|url-status=dead}}</ref> Το αυθεντικό ''rendang'', χρησιμοποιεί [[κρέας]] νεροβούβαλου, σιγανο-ψήνεται δε για αρκετές ώρες, σε πηχτό γάλα καρύδας, ώστε να γίνει τρυφερό, να καραμελωθεί και να αποκτήσει γεύση το κρέας. Το ''opor ayam'' είναι μια άλλη παραλλαγή του κάρι, το οποίο έχει πολύ παρόμοια γεύση με εκείνη του ''gulai''. Συνήθως, το ''opor'' είναι υπόλευκου χρώματος και δεν χρησιμοποιεί [[κανέλα]] ή [[κουρκούμη]], ενώ το ''gulai'', δύναται να περιέχει εκάτερο ή αμφότερα. Επίσης, το ''opor'' συνήθως είναι τμήμα του οικογενειακού γεύματος γύρω από το ''Eid ul-Fitr''{{refn|group="Σημ."| Το ''Eid al-Fitr'' ([[Αραβική γλώσσα|Αραβικά]]: عيد الفطر''ʻĪd al-Fiṭr'', IPA: [''ʕiːd al fitˤr''], «Φεστιβάλ σπάσιμου της νηστείας»), είναι μια σημαντική θρησκευτική εορτή, η οποία εορτάζεται από τους Μουσουλμάνους σε ολόκληρο τον κόσμο και που σηματοδοτεί το τέλος του Ραμαζάνι, του Ισλαμικού ιερού μήνα της νηστείας ''(sawm)''.{{refn|group="Παρ. Σημ."| {{cite book |title=Islam |first=Jamal J. |last=Elias |publisher=Routledge |year=1999 |isbn=0415211654 |page=75}}}}}} ''(Lebaran)'', ενώ το ''gulai'', συνήθως, μπορεί να βρίσκεται στα εστιατόρια του ''Padang''.
 
===Μαλαισία===
Γραμμή 239:
Στα [[Ιαπωνική γλώσσα|Ιαπωνικά]]: カレー ''(karē)'', συνήθως τρώγεται ως ''«karē raisu»'' — κάρυ, ρύζι και συχνά τουρσιά λαχανικών, που σερβίρονται στο ίδιο [[πιάτο]] και τρώγεται με [[κουτάλι]], ένα κοινό μεσημεριανό πιάτο καντίνας. Είναι λιγότερο πικάντικο και καρυκευμένο από ό, τι τα κάρυ της [[Ινδία]]ς και της Νοτιοανατολικής Ασίας, όντας περισσότερο ένα παχύ βραστό [[κατσαρόλα]]ς παρά ένα κάρυ.
 
Οι Βρετανοί έφεραν μαζί τους το κάρυ στη Βρετανία, από την Ινδική αποικία<ref>{{cite web|url=http://www.sb-worldwide.com/curry/history.html|title=History of Japanese curry|author=S&B Company|accessdate=2017-01-15|archiveurl=https://archive.is/20130411190436/http://www.sb-worldwide.com/curry/history.html|archivedate=2013-04-11|url-status=dead}}</ref> και το συνέστησαν στην [[Ιαπωνία]] κατά την περίοδο ''Meiji'',{{refn|group="Σημ."| Η περίοδος ''Meiji'' (明治 時代 ''Meiji period, Meiji-jidai''·), επίσης γνωστή ως η εποχή ''Meiji'', είναι μια Ιαπωνική εποχή που εκτείνεται από τις 23 Οκτωβρίου 1868 έως την 30 Ιουλίου 1912. Η περίοδος αυτή αποτελεί το πρώτο μισό της [[Ιαπωνική Αυτοκρατορία|Αυτοκρατορίας της Ιαπωνίας]], κατά τη διάρκεια της οποίας, η Ιαπωνική κοινωνία μετακινήθηκε από το να είναι μια απομονωμένη φεουδαρχική κοινωνία στη σύγχρονη μορφή της.}} αφότου η Ιαπωνία έληξε την πολιτική της εθνικής αυτο-απομόνωσης ''(Sakoku)'' και το κάρυ στην Ιαπωνία είχε χαρακτηριστεί ως πιάτο της Δύσης. Η εξάπλωσή του σε όλη τη χώρα, συνήθως αποδίδεται στην χρήση του από τον Ιαπωνικό Στρατό και Ναυτικό, που το υιοθέτησαν εκτενώς ως βολική μαγειρική καντίνας υπαίθρου και ναυτικού, επιτρέποντας ακόμα και κληρωτούς από την πιο απομακρυσμένη ύπαιθρο να έχουν την εμπειρία στο πιάτο. Η Ιαπωνική Θαλάσσια Αυτο-Αμυντική Δύναμη, παραδοσιακά  έχει κάρυ για μεσημεριανό γεύμα, κάθε Παρασκευή και πολλά πλοία έχουν τις δικές τους μοναδικές συνταγές.
 
Το τυποποιημένο Ιαπωνικό κάρυ περιέχει [[κρεμμύδι]]α, [[καρότο|καρότα]], [[πατάτα|πατάτες]], μερικές φορές [[σέλινο]] και κρέας, τα οποία μαγειρεύονται σε μεγάλη κατσαρόλα. Ενίοτε, τριμμένα [[μήλο|μήλα]] ή [[μέλι]] προστίθενται για επιπλέον γλυκύτητα και άλλα λαχανικά χρησιμοποιούνται μερικές φορές αντί των παραδοσιακών. Για το [[κρέας]], τα πλέον δημοφιλή, κατά φθίνουσα σειρά δημοτικότητας είναι: το [[χοίρος|χοιρινό]], [[βους ο ταύρος|βοδινό]] και [[κοτόπουλο]]. Στη βόρεια και ανατολική Ιαπωνία συμπεριλαμβανομένου και του [[Τόκιο]], το χοιρινό είναι το πιο δημοφιλές κρέας για το κάρυ. Το βοδινό είναι πιο σύνηθες στη δυτική Ιαπωνία, συμπεριλαμβάνοντας την [[Οσάκα]] και το κοτόπουλο είναι προτιμητέο στην [[Οκινάβα]].<ref>[http://curryken.fc2web.com/minzoku/minzoku.htm The Curry Rice Research] (in Japanese)</ref> Το καρύκευμα κάρυ, συνήθως πωλείται σε μορφή συμπυκνωμένου κύβου, ο οποίος διαλύεται στο μείγμα του κρέατος και των λαχανικών.
Γραμμή 318:
[[File:Balti gosht.jpg|thumb|right|Αρνίσιο κάρυ ''balti''.]]
 
Τα ''balti'', είναι ένα στυλ των κάρυ που πιστεύεται ότι έχουν αναπτυχθεί στο [[Μπέρμιγχαμ]], [[Αγγλία]]ς<ref>{{cite web |url=http://oed.com/bbcwordhunt/list.html#balti |title=Wordhunt appeal list - Balderdash Wordhunt - Oxford English Dictionary |publisher=Oed.com |date= |accessdate=8 June 2009 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20090709215254/http://www.oed.com/bbcwordhunt/list.html#balti |archivedate=2009-07-09 |url-status=dead }}</ref> τα οποία έχουν εξαπλωθεί και σε άλλες δυτικές χώρες και παραδοσιακά μαγειρεύονται και σερβίρονται στο ίδιο, συνήθως σε [[κατσαρόλα]] [[χυτοσίδηρος|χυτοσιδήρου]], η οποία ονομάζεται ''«balty»''.<ref>{{cite web|url=http://www.bbc.co.uk/news/uk-england-birmingham-18490695 |title=BBC News - Birmingham Balti curry seeks EU protected status |publisher=Bbc.co.uk |date=19 June 2012 |accessdate=22 October 2013}}</ref>
 
==Αφρική==
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Κάρυ"