Γκέι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: αφαιρέθηκαν παραπομπές Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
||
Γραμμή 1:
Ο όρος '''γκέι''' ή '''ομοφυλόφιλος''' χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα άτομο που έλκεται ερωτικά ή σεξουαλικά από το ίδιο [[φύλο]] ή που έχει σχέσεις με άτομα του ίδιου φύλου. Οι ορισμοί αυτοί παραπέμπουν στα χαρακτηριστικά της [[ομοφυλοφιλία]]ς.
Η χρήση του όρου ''γκέι'' όσον αφορά την ομοφυλοφιλία χρονολογείται από τα τέλη του [[19ος αιώνας|19ου αιώνα]], αλλά η χρήση του αυξήθηκε σταδιακά τον [[20ος αιώνας|20ό αιώνα]].<ref name=etymonline>{{cite web | last = Harper | first = Douglas | authorlink = Douglas Harper | title = Gay | work = Online Etymology dictionary | date = 2001–2013 | url = http://www.etymonline.com/index.php?term=gay}}</ref> Στα νεότερα [[αγγλική γλώσσα|αγγλικά]], ο όρος ''γκέι'' έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται ως [[επίθετο]] και σαν [[ουσιαστικό]] όταν αναφερόμαστε σε ανθρώπους (πιο συγκεκριμένα σε γκέι άνδρες), συνήθειες και κουλτούρες συνδεδεμένες με
== Ομοφυλοφιλία ==
|