Κατακόμβες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Τα παντα
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 13:
 
==Η κατασκευή των κατακομβών==
Οι κατακόμβες λαξεύονταν σε πορώδες έδαφος περιέχοντας περίπλοκα συμπλέγματα διαδρόμων και κεντρικών θαλάμων στα τοιχώματα των οποίων ανοίγονται τάφοι σε επάλληλες σειρές και σε διάφορα σχήματα. Οι “κοπιάτες” (fessores) ήταν αυτοί οι οποίοι είχαν την επιμέλεια (εκσκαφή, συντήρηση, διαφύλαξη) των κατακομβών και ήταν ειδικευμένοι τεχνίτες που με το πέρασμα του χρόνου αποτέλεσαν και συντεχνίες<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.442</ref>του. <ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.443-444</ref>.<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.446-447</ref>ν.<ref>Π. Ρόκκος, «Αρχή και γέννησις των κατακομβών», Γρηγόριος Παλαμάς, τ/χ.4 (1920), σελ.711</ref>
Επρόκειτο για λαβύρινθο υπόγειων διαδρόμων και αλλεπέλληλων επιπέδων αποτελώντας διάφορα πατώματα ή ορόφους (piani) (έχουμε πέντε, έξι ή ακόμα και επτά ορόφους) Η μετάβαση από τον ένα στον άλλο όροφο γινόταν με εσωτερική κλίμακα κι όχι με βαθμιαία κλίση των διαδρόμων. Τα κατώτερα πατώματα είναι και τα μεταγενέστερα, χωρίς να αποκλείται οι οι ανώτεροι όροφοι να είναι μεταγενέστεροι. Συχνά οι κοπιάται, από φόβο μήπως καταρεύσει το έδαφος, άφηναν αρκετά συμπαγές έδαφος ενδιάμεσα από δύο ορόφους, αλλά διαπιστώνοτας στη συνέχεια τη στερεότητα του εδάφους, διάνοιγαν εκ των υστέρων εκεί άλλο διάδρομο.
Οι διάδρομοι (ambulacra) δεν διανόγονταν βάσει κάποιου συστήματος. Οι διάδρομοι αποτελούσαν αυτό το ίδιο το κοιμητήριο και δεν οδηγούσαν σε κάποιο υπόγειο κοιμητήριο: εκατέροθεν οι κατακόρυφοι τοίχοι ήταν τάφοι (loculi). Αυτοί διανόιγονταν στο βάθος του βράχου σε σχήμα μικρών παραθύρων , σε σειρές επάλληλες που έφταναν τους 5, 6 μέχρι και 12 (παρομοιάζονται με κουκέτες καμπινών πλοίων. Το βάθος κάθε τέτοιου τάφου και κατ΄επέκταση η χωρητικότητά του ποικίλε: από ένα νεκρό, μέχρι δύο (bisomi),τρεις (trisomi), ή τέσσερις (quadrisomi). Το σχήμα τους ήταν ορθογώνιο παραλληλόγραμμο ή τραπέζιο. Μετά την τοποθέτηση του νεκρού ο τάφος έκλεινε με πλάκα μαρμάρινη (tabula)με επίχρισμα ασβέστου. <ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.443-444</ref>
Είδος μεταγενέστερων τάφων είναι οι σε σχήμα τραπεζιού τάφοι (Spolcro a mensa)και τα ''αρκοσόλια'' (arcosolium): τα τελευταία ήταν αψιδωτοί τάφοι όπου τοποθετούνταν κατά κύριο λόγο οι μάρτυρες ή οι διακριθέντες ή οι επίσημοι χριστιανοί. Οι τάφοι αυτοί ανοίγονταν σαν σαρκοφάγοι και σκάβονταν κάθετα προς τα κάτω. Πολλές αψίδες καταστράφηκαν επειδή αργότερα διάφοροι χριστιανοί επιθυμώντας να ταφούν κοντά σε μάρτυρες, άνοιγαν τάφους (loculi) στα τοιχώματα των αψίδων. Αρκοσόλια βρίσκονται κυρίως όχι τόσο στους διαδρόμους αλλά στους νεκρικούς θαλάμους (cubiculum): οι θάλαμοι αυτοί ήταν προορισμένοι για οικογενειακούς τάφους κατ' επίδρασιν των εθνικών. Το σχήμα τους ήταν τετράγωνο ή τριγωνικό, ή πεντάγωνο ή εξάγωνο ή οκτάγωνο, κυκλικό ή ημικυκλικό.<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.446-447</ref>
Ως προς τον αερισμό τους κατά διάφορες αποστάσεις υπήρχαν αεραγωγοί που επικοινωνούσαν με την επιφάνεια, ενώ για το φωτισμό υπήρχαν λυχνίες από αργυρό ή ορύχαλκο: μάλιστα με τη χρήση αυτών των λυχνιών συνδέεται η συνήθεια καύσης καντηλιών ή ανάματος κεριών στις εκκλησίες σε ανάμνηση των δοκιμασιών των πρώτων χριστιανών.<ref>Π. Ρόκκος, «Αρχή και γέννησις των κατακομβών», Γρηγόριος Παλαμάς, τ/χ.4 (1920), σελ.711</ref>
 
==Η χρήση τους==