Ελληνοϊταλικός Πόλεμος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 253:
 
== Στρατιωτικά συμπεράσματα του πολέμου ==
{{Πλαισιωμένο παράθεμα
| style="text-align:παράθεμα left;"= |''Οι συμπατριώτες μου είναι ανυποχώρητοι και αδιάλλακτοι σε ζητήματα που έχουν σχέση με την ανεξαρτησία και την τιμή της χώρας. Ίσως [...] εξαφανισθούμε ως έθνος, όπως φαίνεται να υπονοείτε. Θα ήταν προτιμότερο για τους Έλληνες που θα απομείνουν να γνωρίζουν ότι διέσωσεν ακέραια την τιμή τους και ότι η νεότερη Ελλάς δικαίωσε τις αρχαίες καταβολές της και τον λόγο υπάρξεώς της, παρά να ζουν ατιμασμένοι και καταφρονεμένοι. Τίποτε πράγματι δεν θα έχει χαθεί και το παράδειγμά μας θα είναι χρήσιμο στον κόσμο, επειδή θα εμπνέει τους ανθρώπους να κάνουν το χρέος τους, ανεξάρτητα από τις συνέπειες''.
| style="text-align:πηγή left;"= |'''Ο Έλληνας αντιπρόσωπος στην Κοινωνία των Εθνών, Αθανάσιος Αγνίδης, προς τον Ιταλό συνάδελφό του τον Μάρτιο του 1941''' <ref>Κολιόπουλος (1996) 17-8</ref>
}}
|}Η πολύ χαμηλή επίδοση των ιταλικών δυνάμεων στις μάχες του αλβανικού μετώπου μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς λόγους, που όλοι μπορούν να θεωρηθούν συμπτώματα της γενικότερης κακοδαιμονίας του ιταλικού στρατού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο στρατηγός Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, στα απομνημονεύματά του, αποδίδει την αποτυχία της εκστρατείας κυρίως στην κακή οργάνωση, στις προσωπικές ίντριγκες, στη διαφθορά και στην έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των υψηλών κλιμακίων των ιταλικών Ενόπλων Δυνάμεων. Από την άλλη πλευρά όμως, ο ίδιος ο Πράσκα θεωρείται ένας από τους κύριους υπευθύνους για την υποτίμηση της δύναμης του ελληνικού στρατού και τη συνεπακόλουθη πανωλεθρία του ιταλικού στρατού στα βουνά της Ηπείρου<ref>De Felice, Renzo. ''Mussolini l'Alleato:Italia in guerra 1940-1943''σελ. 107</ref>. Λέγεται πως φοβόταν ότι, σε περίπτωση αύξησης των μονάδων της εισβολής, θα καλούσαν αρχαιότερό του στρατηγό να διοικήση, παραμερίζοντάς τον{{Εκκρεμεί παραπομπή|σχόλιο=}}Οι ιταλικές δυνάμεις αντιμετώπισαν αδιαμφισβήτητα προβλήματα τακτικής, καθώς επέδειξαν ιδιαίτερη αδυναμία στο πεζικό<ref name="auto1" />. Αντιθέτως, έναντι των Ελλήνων, είχαν σαφή υπεροχή στο πυροβολικό και στους όλμους και απόλυτη υπεροπλία στην αεροπορία, την οποία όμως δεν κατόρθωσαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο. Το χαμηλό κίνητρο, σε σχέση με τους Έλληνες, καθώς και το ανάγλυφο του πεδίου των μαχών, το οποίο βοηθούσε την ελληνική άμυνα, έπαιξαν επίσης ρόλο στην τελική έκβαση.
 
Παρά ταύτα, οι Ιταλοί έχασαν κυρίως σε επίπεδο στρατηγικής, πράγμα για το οποίο ήταν ευθέως υπεύθυνος ο Μουσολίνι και το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Ούτε έναν μήνα πριν την εισβολή στην Ελλάδα, την 1η Οκτωβρίου, ο Μουσολίνι διέταξε την αποστράτευση του μισού ιταλικού στρατού, ένα μέτρο το οποίο έγινε αποδεκτό από το Γενικό Επιτελείο, παρότι ο στρατηγός Μάριο Ροάτα προειδοποίησε ότι ο στρατός θα γινόταν μη λειτουργικός για αρκετούς μήνες<ref>Knox (2000), σελ.79</ref>. Εκτός αυτού, η συνεχής υποεκτίμηση της ελληνικής ετοιμότητας είχε καταδικάσει την εκστρατεία σε αποτυχία εξαρχής. Όπως έγραψε ο Ιταλός ιστορικός Ρέντζο Ντε Φελίτσε:
{| class="toccolours" style="float: left; margin-left: 1em; margin-right: 2em; font-size: 85%; background:#c6dbf7; width:30em; max-width: 40%;" cellspacing="5"
<blockquote>Η στρατιωτική υπεροχή (αριθμητική και τεχνική) ήταν πάντοτε, τους πρώτους μήνες του πολέμου, με την πλευρά των Ελλήνων. Οι Έλληνες ήταν πολύ καλά πληροφορημένοι (από τη βρετανική κατασκοπεία) για τις ιταλικές προθέσεις και είχε επιστρατεύσει σχεδόν 350.000 άνδρες ως τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου. Οι Ιταλοί είχαν μόνον οκτώ μεραρχίες στην Αλβανία (δύο εκ των οποίων ήταν στραμμένες προς το γιουγκοσλαβικό στρατό) τον Οκτώβριο του 1940, ενώ οι Έλληνες είχαν αρχικά 14 μεραρχίες, κατάλληλα εκπαιδευμένες για πόλεμο σε ορεινό πεδίο μάχης. Η αρχική ιταλική επίθεση διεξήχθη από 105.000 στρατιώτες έναντι σχεδόν 350.000 Ελλήνων: να γιατί δεν είναι παράδοξο που μετά από μια βδομάδα η μεραρχία Julia σταμάτησε και σχεδόν περικυκλώθηκε. Είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς, από στρατιωτική άποψη, γιατί το ''Commando Supremo'' δεν αντέδρασε ενάντια σε μια εκστρατεία εξαρχής καταδικασμένη σε αποτυχία.<ref>De Felice, Renzo. ''Mussolini l'Alleato:Italia in guerra 1940-1943'', σελ. 87-88</ref>
| style="text-align: left;" |''Οι συμπατριώτες μου είναι ανυποχώρητοι και αδιάλλακτοι σε ζητήματα που έχουν σχέση με την ανεξαρτησία και την τιμή της χώρας. Ίσως [...] εξαφανισθούμε ως έθνος, όπως φαίνεται να υπονοείτε. Θα ήταν προτιμότερο για τους Έλληνες που θα απομείνουν να γνωρίζουν ότι διέσωσεν ακέραια την τιμή τους και ότι η νεότερη Ελλάς δικαίωσε τις αρχαίες καταβολές της και τον λόγο υπάρξεώς της, παρά να ζουν ατιμασμένοι και καταφρονεμένοι. Τίποτε πράγματι δεν θα έχει χαθεί και το παράδειγμά μας θα είναι χρήσιμο στον κόσμο, επειδή θα εμπνέει τους ανθρώπους να κάνουν το χρέος τους, ανεξάρτητα από τις συνέπειες''.
</blockquote>
|-
Παρά ταύτα, οι Ιταλοί έχασαν κυρίως σε επίπεδο στρατηγικής, πράγμα για το οποίο ήταν ευθέως υπεύθυνος ο Μουσολίνι και το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Ούτε έναν μήνα πριν την εισβολή στην Ελλάδα, την 1η Οκτωβρίου, ο Μουσολίνι διέταξε την αποστράτευση του μισού ιταλικού στρατού, ένα μέτρο το οποίο έγινε αποδεκτό από το Γενικό Επιτελείο, παρότι ο στρατηγός Μάριο Ροάτα προειδοποίησε ότι ο στρατός θα γινόταν μη λειτουργικός για αρκετούς μήνες<ref>Knox (2000), σελ.79</ref>. Εκτός αυτού, η συνεχής υποεκτίμηση της ελληνικής ετοιμότητας είχε καταδικάσει την εκστρατεία σε αποτυχία εξαρχής. Όπως έγραψε ο Ιταλός ιστορικός Ρέντζο Ντε Φελίτσε: «''Η στρατιωτική υπεροχή (αριθμητική και τεχνική) ήταν πάντοτε, τους πρώτους μήνες του πολέμου, με την πλευρά των Ελλήνων. Οι Έλληνες ήταν πολύ καλά πληροφορημένοι (από τη βρετανική κατασκοπεία) για τις ιταλικές προθέσεις και είχε επιστρατεύσει σχεδόν 350.000 άνδρες ως τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου. Οι Ιταλοί είχαν μόνον οκτώ μεραρχίες στην Αλβανία (δύο εκ των οποίων ήταν στραμμένες προς το γιουγκοσλαβικό στρατό) τον Οκτώβριο του 1940, ενώ οι Έλληνες είχαν αρχικά 14 μεραρχίες, κατάλληλα εκπαιδευμένες για πόλεμο σε ορεινό πεδίο μάχης. Η αρχική ιταλική επίθεση διεξήχθη από 105.000 στρατιώτες έναντι σχεδόν 350.000 Ελλήνων: να γιατί δεν είναι παράδοξο που μετά από μια βδομάδα η μεραρχία Julia σταμάτησε και σχεδόν περικυκλώθηκε. Είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς, από στρατιωτική άποψη, γιατί το ''Commando Supremo'' δεν αντέδρασε ενάντια σε μια εκστρατεία εξαρχής καταδικασμένη σε αποτυχία''»<ref>De Felice, Renzo. ''Mussolini l'Alleato:Italia in guerra 1940-1943'', σελ. 87-88</ref>. Όμως, σύμφωνα με την Υγειονομική Υπηρεσία του Ελληνικού Στρατού, την 13η Νοεμβρίου 1940 η δύναμη όλων των μονάδων προς Αλβανία και Βουλγαρία, μαζί με τις μη μεραρχιακές μονάδες και τις λοιπές Υπηρεσίες του Στρατού γενικώς, ανερχόταν σε 300.000 άνδρες περίπου<ref>{{Cite book|title=Η Υγειονομική Υπηρεσία του Στρατού κατά τον Πόλεμο 1940-41|first=Κωνσταντίνος, αντισυνταγματάρχης|last=Πολυζώης|publisher=Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού,|isbn=|year=1982|location=Αθήνα|page=49|quote=}}</ref>. Επίσης, σύμφωνα με τον Εντυ Μπάγιερ<ref>{{Cite book|title=O Πόλεμος των Τεθωρακισμένων, α΄τόμος|first=Εντυ|last=Μπάγιερ|publisher=Γενικό Επιτελείο Στρατού|isbn=|year=1964|location=Αθήνα|page=198|quote=}}</ref>, τον Απρίλιο του 1941 κατέθεσαν τα όπλα 140.000 έλληνες και είναι πολύ υπερβολικό να παραδεχθούμε 210.000 απώλειες γιά τον Ελληνικό Στρατό. Μία άλλη αξιοσημείωτη αποτυχία της ιταλικής πλευράς είναι η ακύρωση των επιθέσεων στα Ιόνια νησιά ή την Κρήτη που θα αποτελούσαν ισχυρές προωθημένες βάσεις για το ιταλικό ναυτικό και την αεροπορία στη Μεσόγειο και η διάθεση των προορισμένων γιά εκεί μονάδων στο μέτωπο της Αλβανίας. Επειδή ήταν εύκολοι και ανυπεράσπιστοι στόχοι η ιταλική αεροπορία τα βομβάρδισε πολλές φορές.
| style="text-align: left;" |'''Ο Έλληνας αντιπρόσωπος στην Κοινωνία των Εθνών, Αθανάσιος Αγνίδης, προς τον Ιταλό συνάδελφό του τον Μάρτιο του 1941'''<ref>Κολιόπουλος (1996) 17-8</ref>
|}Η πολύ χαμηλή επίδοση των ιταλικών δυνάμεων στις μάχες του αλβανικού μετώπου μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς λόγους, που όλοι μπορούν να θεωρηθούν συμπτώματα της γενικότερης κακοδαιμονίας του ιταλικού στρατού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο στρατηγός Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, στα απομνημονεύματά του, αποδίδει την αποτυχία της εκστρατείας κυρίως στην κακή οργάνωση, στις προσωπικές ίντριγκες, στη διαφθορά και στην έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των υψηλών κλιμακίων των ιταλικών Ενόπλων Δυνάμεων. Από την άλλη πλευρά όμως, ο ίδιος ο Πράσκα θεωρείται ένας από τους κύριους υπευθύνους για την υποτίμηση της δύναμης του ελληνικού στρατού και τη συνεπακόλουθη πανωλεθρία του ιταλικού στρατού στα βουνά της Ηπείρου<ref>De Felice, Renzo. ''Mussolini l'Alleato:Italia in guerra 1940-1943''σελ. 107</ref>. Λέγεται πως φοβόταν ότι, σε περίπτωση αύξησης των μονάδων της εισβολής, θα καλούσαν αρχαιότερό του στρατηγό να διοικήση, παραμερίζοντάς τον{{Εκκρεμεί παραπομπή|σχόλιο=}}Οι ιταλικές δυνάμεις αντιμετώπισαν αδιαμφισβήτητα προβλήματα τακτικής, καθώς επέδειξαν ιδιαίτερη αδυναμία στο πεζικό<ref name="auto1" />. Αντιθέτως, έναντι των Ελλήνων, είχαν σαφή υπεροχή στο πυροβολικό και στους όλμους και απόλυτη υπεροπλία στην αεροπορία, την οποία όμως δεν κατόρθωσαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο. Το χαμηλό κίνητρο, σε σχέση με τους Έλληνες, καθώς και το ανάγλυφο του πεδίου των μαχών, το οποίο βοηθούσε την ελληνική άμυνα, έπαιξαν επίσης ρόλο στην τελική έκβαση.
 
Παρά ταύτα, οι Ιταλοί έχασαν κυρίως σε επίπεδο στρατηγικής, πράγμα για το οποίο ήταν ευθέως υπεύθυνος ο Μουσολίνι και το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Ούτε έναν μήνα πριν την εισβολή στην Ελλάδα, την 1η Οκτωβρίου, ο Μουσολίνι διέταξε την αποστράτευση του μισού ιταλικού στρατού, ένα μέτρο το οποίο έγινε αποδεκτό από το Γενικό Επιτελείο, παρότι ο στρατηγός Μάριο Ροάτα προειδοποίησε ότι ο στρατός θα γινόταν μη λειτουργικός για αρκετούς μήνες<ref>Knox (2000), σελ.79</ref>. Εκτός αυτού, η συνεχής υποεκτίμηση της ελληνικής ετοιμότητας είχε καταδικάσει την εκστρατεία σε αποτυχία εξαρχής. Όπως έγραψε ο Ιταλός ιστορικός Ρέντζο Ντε Φελίτσε: «''Η στρατιωτική υπεροχή (αριθμητική και τεχνική) ήταν πάντοτε, τους πρώτους μήνες του πολέμου, με την πλευρά των Ελλήνων. Οι Έλληνες ήταν πολύ καλά πληροφορημένοι (από τη βρετανική κατασκοπεία) για τις ιταλικές προθέσεις και είχε επιστρατεύσει σχεδόν 350.000 άνδρες ως τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου. Οι Ιταλοί είχαν μόνον οκτώ μεραρχίες στην Αλβανία (δύο εκ των οποίων ήταν στραμμένες προς το γιουγκοσλαβικό στρατό) τον Οκτώβριο του 1940, ενώ οι Έλληνες είχαν αρχικά 14 μεραρχίες, κατάλληλα εκπαιδευμένες για πόλεμο σε ορεινό πεδίο μάχης. Η αρχική ιταλική επίθεση διεξήχθη από 105.000 στρατιώτες έναντι σχεδόν 350.000 Ελλήνων: να γιατί δεν είναι παράδοξο που μετά από μια βδομάδα η μεραρχία Julia σταμάτησε και σχεδόν περικυκλώθηκε. Είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς, από στρατιωτική άποψη, γιατί το ''Commando Supremo'' δεν αντέδρασε ενάντια σε μια εκστρατεία εξαρχής καταδικασμένη σε αποτυχία''»<ref>De Felice, Renzo. ''Mussolini l'Alleato:Italia in guerra 1940-1943'', σελ. 87-88</ref>. Όμως, σύμφωνα με την Υγειονομική Υπηρεσία του Ελληνικού Στρατού, την 13η Νοεμβρίου 1940 η δύναμη όλων των μονάδων προς Αλβανία και Βουλγαρία, μαζί με τις μη μεραρχιακές μονάδες και τις λοιπές Υπηρεσίες του Στρατού γενικώς, ανερχόταν σε 300.000 άνδρες περίπου<ref>{{Cite book|title=Η Υγειονομική Υπηρεσία του Στρατού κατά τον Πόλεμο 1940-41|first=Κωνσταντίνος, αντισυνταγματάρχης|last=Πολυζώης|publisher=Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού,|isbn=|year=1982|location=Αθήνα|page=49|quote=}}</ref>. Επίσης, σύμφωνα με τον Εντυ Μπάγιερ<ref>{{Cite book|title=O Πόλεμος των Τεθωρακισμένων, α΄τόμος|first=Εντυ|last=Μπάγιερ|publisher=Γενικό Επιτελείο Στρατού|isbn=|year=1964|location=Αθήνα|page=198|quote=}}</ref>, τον Απρίλιο του 1941 κατέθεσαν τα όπλα 140.000 έλληνες και είναι πολύ υπερβολικό να παραδεχθούμε 210.000 απώλειες γιά τον Ελληνικό Στρατό. Μία άλλη αξιοσημείωτη αποτυχία της ιταλικής πλευράς είναι η ακύρωση των επιθέσεων στα Ιόνια νησιά ή την Κρήτη που θα αποτελούσαν ισχυρές προωθημένες βάσεις για το ιταλικό ναυτικό και την αεροπορία στη Μεσόγειο και η διάθεση των προορισμένων γιά εκεί μονάδων στο μέτωπο της Αλβανίας. Επειδή ήταν εύκολοι και ανυπεράσπιστοι στόχοι η ιταλική αεροπορία τα βομβάρδισε πολλές φορές.
 
Η αρχική ιταλική επίθεση είχε απέναντι 3 ελληνικές μεραρχίες,ένα σύνταγμα και το απόσπασμα Πίνδου,διότι η ελληνική επιστράτευση ολοκληρώθηκε μετά 15 μέρες.Στό διάστημα αυτό οι Ιταλοί ,αναγκαστικά λόγω της σθεναρής ελληνικής αντίστασης,ενέπλεξαν στο ηπειρωτικό μέτωπο και μονάδες που αρχικά προορίζονταν γιά απόβαση στά Ιόνια νησιά.,Μόνον στην Δ.Μακεδονία ο Ελληνικός Στρατός υπερτερούσε κατά μερικά τάγματα.