Φυσική ωκεανογραφία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Syateth (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Syateth (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 23:
 
== Αλατότητα ==
Αλατότητα (salinity, S) είναι η ολική ποσότητα του διαλυμένου υλικού, σε μέρη επί τοις χιλίοις κατά βάρος σε ένα κιλό [[Θαλάσσιο νερό|θαλάσσιου νερού]], όταν όλες οι βρωμιούχες και ιωδιούχες ενώσεις που περιέχονται έχουν αντικατασταθεί από ισοδύναμη ποσότητα χλωριούχων ενώσεων, όλη η ποσότητα των ανθρακικών έχει μετατραπεί σε οδείδια ενώ όλο το οργανικό υλικό έχει οξειδωθεί. Η αλατότητα εκτιμάται σήμερα μετρώντας την ηλεκτρική αγωγιμότητα του ωκεάνιου νερού, μια μέθοδο που έχει ακρίβεια 0,002‰. Η αλατότητα μετράται με κατάλληλο όργανο in situ, το CTD (Salinity-Temperature-Depth). Το όργανο αυτό δίνει την αγωγιμότητα (conductivity), που μετράται με επαγωγική κυψέλη, τη θερμοκρασία (temperature), που μετράται με αντίσταση σύρματος πλατίνας και το βάθος (depth), που δίνεται με μέτρηση της πίεσης.
 
Στα επιφανειακά νερά των ωκεανών, η τιμή της αλατότητας εξαρτάται κύρια από τα εξής φαινόμενα:
Γραμμή 32:
 
 
Στις παράκτιες περιοχές, εκτός από τα πιο πάνω φαινόμενα, επιδρά επίσης η προσθήκη γλυκού νερού από τα ποτάμια, ελαττώνοντας τη τιμή της αλατότητας. Στις πολικές περιοχές τόσο ο σχηματισμός πάγων όσο και η τήξη συμβάλλουν στον καθορισμό της αλατότητας. Το γλυκό νερό έχει αλατότητα μικρότερη από 0,5‰. Το νερό με αλατότητα κυμαινόμενη μεταξύ 0,5‰ και 17‰ είναι υφάλμυρο (brackish water). Υφάλμυρα νερά συναντώνται στις εκβολές των ποταμών, δηλαδή εκεί που συναντώνται το γλυκό νερό των ποταμών και το αλμυρό [[θαλάσσιο νερό]]. Γενικά η τιμή της αλατότητας στις περισσότερες ωκεάνιες περιοχές κυμαίνεται από 33 μέχρι 37‰, με μια μέση τιμή της τάξης περίπου του 35‰. Οι μέσες αλατότητες των ωκεανών είναι:
 
* 34,62‰ στον Ειρηνικό Ωκεανό