Τορκουάτο Τάσσο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ διορθ. συνδ.
Γραμμή 3:
 
==Βιογραφία==
Ο Τορκουάτο Τάσσο γεννήθηκε στις 11 Μαρτίου του 1544 στο Σορρέντο της Καμπανίας. Ο πατέρας του, Μπερνάρντο (''Bernardo Tasso''), γόνος παλιάς οικογένειας από το Μπέργκαμο, ήταν στρατιωτικός, μυστικοσύμβουλος αυλικός και διπλωμάτης, αλλά και γνωστοςγνωστός ποιητής. Μητέρα του ήταν η Πόρτσια ντε Ρόσσι (''Porzia de' Rossi''). Ο πατέρας του ήταν στην στην υπηρεσία του πρίγκιπα Φερράντε Σανσεβερίνο (Ferrante Sanseverino) του Σαλέρνο ως γραμματέας επί πολλά έτη. Η μητέρα του συνδεόταν με τις πιο φημισμένες οικογένειες της Νάπολης. Το 1545 η οικογένεια μετακόμισε στο Σαλέρνο και το 1551 στη Νάπολη. Ο πρίγκιπας, έχοντας έρθει σε σύγκρουση με την ισπανική κυβέρνηση της Νάπολης, έχασε τα κληρονομικά δικαιώματά του και εξορίστηκε στη Γαλλία. Μαζί του εξορίστηκε και ο Μπερνάρντο, που το 1552 έφτασε με τον πρίγκιπα στο Παρίσι, ενώ η μητέρα του ποιητή μαζί με τον Τορκουάτο και την αδερφή του, Κορνηλία (Cornelia) επέστρεψαν από τη Νάπολη στο Σορρέντο. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε σε σχολείο Ιησουιτών, όπου εντυπωσίασε με την ευφυία και την θρησκευτικότητά του. Το 1554 ο Μπερνάρντο Τάσσο μετέβη στη Ρώμη, υπό την προστασία του πρίγκιπα [[Ιππόλυτος Β΄ των Έστε|Ιππολύτου Β' των Έστε]] (Ippolito d' Este) και επετράπη στον Τορκουάτο να τον ακολουθήσει.
 
Το 1556 η μητέρα του Τορκουάτο πεθαίνει στο Σορρέντο και ο Μπερνάρντο μεταβαίνει στο Ουρμπίνο, στην υπηρεσία του δούκα [[Γκουιντομπάλντο Β' ντέλλα Ρόβερε]] (Guidobaldo della Rovere). Ο Τορκουάτο ακολούθησε τον πατέρα του τον επόμενο χρόνο στο Ουρμπίνο, όπου συνέχισε τις σπουδές του με φημισμένους ανθρωπιστές, πλάι στον διάδοχο του δούκα, Φραντσέσκο Μαρία ντέλλα Ρόβερε (Francesco Maria della Rovere). Η αδερφή του ποιητή, Κορνηλία, παντρεύεται στο Σορρέντο. Την ίδια χρονιά η ίδια κινδύνεψε από μία τουρκική επιδρομή στο Σορρέντο και υπήρξε ψευδής φήμη ότι είχε σκοτωθεί.
Γραμμή 9:
Το 1559 ο Μπερνάρντο μετακινείται στη Βενετία και ο Τορκουάτο τον ακολουθεί. Εκεί, ο νεαρός ποιητής ξεκινά τη συγγραφή ενός επικού ποιήματος με θέμα την [[Α' Σταυροφορία]], αλλά γρήγορα το εγκαταλείπει για να γράψει τον [[Ρινάλντο (Τορκουάτο Τάσσο)|Ρινάλντο]] (''Rinaldo''), ιπποτική μυθιστορία σε στίχους, κατά το πρότυπο των ποιημάτων του πατέρα του, ο οποίος την επόμενη χρονιά (1560) εκδίδει τον "Αμαδι της Γαλατίας" (''Amadigi''). Ο Τορκουάτο αρχίζει νομικές σπουδές στην Πάντοβα, αλλά τον επόμενο χρόνο (1561) τις εγκαταλείπει για να σπουδάσει φιλοσοφία και ρητορική. Μελετά εντατικά την "Ποιητική" του Αριστοτέλη και επισκέπτεται την αυλή της Ελεονόρας ντ' Έστε στη Φερράρα, όπου ερωτεύεται την Λουκρητία Μπεντίντιο (Lucrezia Bendidio).
 
Το 1562 εκδίδεται στη Βενετία ο "Ρινάλντο". Ο Τάσσο γράφει ερωτικά ποιήματα για την Λουκρητία και ξαναρχίζει την σύνθεση του έπους του για την Α' Σταυροφορία. Την περίοδο αυτή τελειώνει το έργο του ''Discorsi dell' Arte Poetica'' και πηγαίνει για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ενώ ο πατέρας του είναι στην υπηρεσία των Γκοντσάγκα[[Οίκος των Γκοντζάγκα|Γκοντζάγκα]] στη Μάντοβα. Ο Τορκουάτο, επισκεπτόμενος τον πατέρα του στη Μάντοβα, ερωτεύεται την Λάουρα Πεπεράρα (Laura Peperara), για την οποία θα γράψει επίσης ερωτικά ποιήματα. Στο μεταξύ αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Μπολόνια, κατηγορούμενος ότι συνέθεσε μια βωμολοχική σάτιρα και καταφεύγει στην Πάντοβα υπό την προστασία του Λουίτζι ΓκοντσάγκαΓκοντζάγκα (Luigi Gonzaga).
 
To 1565 ο Τορκουάτο μπαίνει στην υπηρεσία του Καρδινάλιου Λουίτζι ντ' Έστε και επισκέπτεται τη Φερράρα, την αυλή του [[Αλφόνσο Β' της Φερράρα|Αλφόνσο Β' των Έστε]], και των αδελφών του, Λουκρητίας και Λεονόρας. Το 1567 εκδίδει στην Πάντοβα το πρώτο βιβλίο του με ερωτικά ποιήματα, το ''Rimi de gli Accademici Eteri'' και τον ίδιο χρόνο μετακομίζει μόνιμα στη Φερράρα. Το 1569 πεθαίνει ο πατέρας του ποιητή, Μπερνάρντο. Το 1570 ο ποιητής γράφει τα ''Concluzioni amorose'' επ' ευκαιρία των γάμων της Λουκρητίας ντ' Έστε και του Φραντσέσκο Μαρία ντέλλα Ρόβερε. Τον ίδιο χρόνο επισκέπτεται ως μέλος της ακολουθίας του Λουίτζι ντ' Έστε το Παρίσι, όπου συναντάται με τον [[Πιέρ ντε Ρονσάρ]].
Γραμμή 17:
To 1575 απαγγέλλει στον δούκα Αλφόνσο και την αδελφή του Λουκρητία, δούκισσα του Ουρμπίνο, αποσπάσματα από το έργο του για την Α' Σταυροφορία με τον τίτλο "Γοδεφρείδος" (''Goffredo''). Το έργο θα μετονομαστεί σύντομα από τον ποιητή σε ''[[Απελευθερωμένη Ιερουσαλήμ]]'' (''Gerusalemme Liberata''). Ορίζεται από τον δούκα Αυλικός Ιστοριογράφος και αρχίζει να έχει σοβαρές επιφυλάξεις για το έργο του, αποφασίζοντας να το θέσει επισήμως υπό την κρίση επιφανών κριτικών και διδασκάλων στην Ρώμη. Παράλληλα αρχίζει να έχει προστριβές, αληθινές ή φανταστικές, με τον δούκα Αλφόνσο και αισθάνεται μια αυξανόμενη πίεση από την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην Αυλή της Φερράρας. Το 1576 αναθεωρεί σημαντικά τμήματα της ''Απελευθερωμένης Ιερουσαλήμ''. Σε έναν καβγά δέχεται την επίθεση ενός αυλικού και τραυματίζεται. Φεύγει τότε από τη Φερράρα για τη Μόντενα, όπου γράφει λυρικά ποιήματα και διαλόγους σε πεζό.
 
Τον επομένοεπόμενο χρόνο (1577) επιτρέπεται στον ποιητή να επιστρέψει στην Αυλή της Φερράρας, αλλά υποφέρει από νευρικές κρίσεις και μανία καταδιώξεως. Φοβούμενος ότι στο έργο του έχει υποπέσει σε αίρεση, το υποβάλλει υπό την κρισηκρίση της Ιεράς Εξέτασης, όπου απαλλάσεταιαπαλλάσσεται από κάθε υποψία. Θεωρώντας ότι κάποιος αυλικός τον κατασκόπευε, ο Τάσσο του επιτίθεται με εγχειρίδιο και τον τραυματίζει. Μετά το συμβάν αυτό φυλακίζεται για λίγο διάστημα. Βγαίνει από τη φυλακή, αλλά η κατάστασή του επιδεινώνεται και τίθεται σε κατ' οίκον περιορισμό σε μια μονή, από όπου δραπετεύει. Ταξιδεύει με ποιμενική περιβολή στο Σορρέντο, όπου αναγγέλει στην αδερφή του Κορνηλία τον θάνατό του. Μόλις αυτή λιποθυμά, της αποκαλύπτει ποιος είναι. Αφού αλλάζει διαμονή σε διάφορες πόλεις, τελικά εγκαθίσταται το 1578 στο Τορίνο, στον δούκα Εμανουέλε Φιλιμπέρτο (Emanuele Filiberto). Γράφει και άλλους διαλόγους σε πεζό.
 
Το 1579 ο Τάσσο επιστρέφει στη Φερράρα επ' ευκαιρία των γάμων του Αλφόνσου των Έστε και της Μαργκερίτα ΓκοντσάγκαΓκοντζάγκα. Εκεί όμως η ψυχική ασθένεια από την οποία έπασχε υποτροπίασε και μετά από ένα επεισόδιο που έγινε δημόσια στο δουκικό ανάκτορο, κατά το οποίο ο ποιητής απεύθυνε βαριές κατηγορίες και ύβρεις, συνελήφθη και οδηγήθηκε ως τρελός στο Ospedale di Sant' Anna. Στον ποιητή σταδιακά παραχωρήθηκε ελευθερία να γράφει και να δέχεται επισκέπτες. Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του κυκλοφόρησε στη Βενετία μία μη εγκεκριμένη από τον ίδιο μερική έκδοση της ''Απελευθερωμένης Ιερουσαλήμ'', ενώ τον επόμενο χρόνο (1581) μια άλλη πειρατική έκδοση όλου του έργου κυκλοφόρησε στην Πάρμα. Η πρώτη εγκεκριμένη έκδοση της ''Ιερουσαλήμ'' εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο στη Φερράρα. Τα λυρικά και τα πεζά του εκδόθηκαν στο τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου στη Βενετία. Η σωματική και ψυχική υγεία του Τάσσο στο μεταξύ χειροτέρευσε και σε αυτό συνέτειναν οι εκδόσεις του έργου του που είχαν γίνει χωρίς την άδειά του.
 
Μια δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση της ''Απελευθερωμένης Ιερουσαλήμ'' το 1583 προκάλεσε την έναρξη μιας ατελεύτητης λογοτεχνικής διαμάχης για το ποιος ποιητής είναι σημαντικότερος, ο Αριόστο ή ο Τάσσο. Ο ποιητής παίρνει εξιτήριο από το φρενοκομείο το 1586 και τίθεται υπό την κηδεμονία του δούκα Βιτσέντσο ΓκοντσάγκαΓκοντζάγκα (Vicenzo Gonzaga) στη Μάντοβα, όπου αποπερατώνει τον ''Τορρισμόνδο''. Επισκέπτεται συγγενείς στο Μπέργκαμο και στη συνέχεια επιστρέφει στη Μάντοβα, αλλά φεύγει ενόψει της επίσκεψης του Αλφόνσου των Έστε. Φτάνει στη Ρώμη μέσω του Λορέτο. Όταν προσπαθεί να επιστρέψει στη Μάντουα ή την Φερράρα, ένα παπικό έδικτο του το απαγορεύει. Προσπαθεί να κερδίσει δικαστικά την περιουσία της μητέρας του που έχουν οικειοποιηθεί οι εξ αγχιστείας συγγενείς της αδελφής του, αλλά η προσπάθειά του αποτυγχάνει. Το 1588 μετά από βραχεία διαμονή στο μαναστήριμοναστήρι του Monte Oliveto κοντά στη Νάπολη γράφει το θρησκευτικό ποίημα ''Il Oliveto'' (Το Όρος των Ελαιών).
 
Το 1590 ο ποιητής επισκέπτεται τη Φλωρεντία, όπου γίνεται δεκτός και τιμάται από την (προηγουμένως εχθρική) Accademia della Crusca. Ωστόσο η αίτηση του να γίνει δεκτός στην υπηρεσία του [[Φερδινάνδος Α΄ των Μεδίκων|Φερδινάνδου των Μεδίκων]] (Ferdinando de' Medici) απορρίπτεται. Αρχίζει να ξαναγράφει εξαρχής την ''Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ'', καταλήγοντας σε ένα εξολοκλήρου καινούργιο έργο την ''Κατακτημένη Ιερουσαλήμ'', απαλλαγμένο από κάθε αισθησιασμό και κατώτερης καλλιτεχνικής αξίας. Το 1591 συμφιλιώνεται με την οικογένεια των Μοντσάγκα και του επιτρέπεται να ξαναγυρίσει στη Μάντοβα, ωστόσο μετά από σοβαρή ασθένεια επιστρέφει στη Ρώμη. Το 1592 επισκέπτεται τη Νάπολη, όπου δημιουργεί φιλίες με τον μελλοντικό βιογράφο του Τζαμπατίστα Μάνσο (Giambattista Manso) καθώς και με τον Τζαμπατίστα Μαρίνο (Giambattista Marino), που επρόκειτο να τον διαδεχθεί ως αυλικός ποιητής στη Φερράρα. Συγγράφει ένα επύλλιο για την Δημιουργία του Κόσμου κατά το πρότυπο της Γένεσης, το ''Il Mondo Creato'' (Ο Δημιουργημένος Κόσμος).