Μιχαήλ Ταλ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 24:
Αντίθετα από το ομαλό, σχεδόν αβίαστο ύφος του [[Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα|Καπαμπλάνκα]], ο Ταλ έπαιζε εσκεμμένα κινήσεις οι οποίες δημιουργούσαν μέγιστες περιπλοκές και για τις δύο πλευρές. Κατά τα λεγόμενά του: ''Δεν είναι απαραίτητο να παίξεις καλά. Πρέπει απλά να παίξεις καλύτερα από τον αντίπαλό σου''. Ο [[Εμάνουελ Λάσκερ|Δρ. Λάσκερ]] θα είχε αγαπήσει αυτήν τη δήλωση, διότι έκρινε επίσης το παιχνίδι του σκακιού ως αντιπαράθεση μεταξύ δύο μυαλών, σε αντιδιαστολή με κάποιον που κάνει τυφλά τις "σωστές" κινήσεις επί της σκακιέρας.
 
Γεννημένος στη Ρίγα της Λετονίας το [[1936]], ο Ταλ ήταν σχετικά άγνωστος στον κόσμο του σκακιού, αντίθετα με τους διάσημους Σοβιετικούς συμπατριώτες του, δηλαδή τους [[Μιχαήλ Μποτβίνικ|Μποτβίνικ]], [[Βασίλι Σμισλόφ|Σμισλόφ]], [[Πωλ Κέρες|Κέρες]], [[Ντέιβιντ Μπρονστάιν|Μπρονστάιν]], [[Μπορίς Σπάσκι|Σπάσκι]], [[Τιγκράν Πετροσιάν|Πετροσιάν]], κ.λπα., μέχρι τη δεκαετία του '50, όταν το όνομά του ταρακούνησε όλο τον κόσμο του σκακιού με τις νίκες του στο πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης το [[1957]] και το [[1958]], και τη νίκη του κατόπιν στα προκριματικά του παγκοσμίου πρωταθλήματος το 1959, για να γίνει ο επίσημος διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου ενάντια στον Μποτβίνικ. Στα προκριματικά του 1959 κέρδισε 4-0 τον νεαρό, αλλά λαμπρό μελλοντικό παγκόσμιο πρωταθλητή, [[Μπόμπι Φίσερ]]. Το ύφος του Ταλ γοήτευσε τον κόσμο του σκακιού, και ο Σοβιετικός [[Διεθνής γκρανμαίτρ|γκρανμαίτρ]] Βιατσεσλάβ Ραγκόζιν ανέφερε: "Ο Ταλ δεν κινεί τα κομμάτια σκακιού με το χέρι, χρησιμοποιεί μια μαγική ράβδο".
 
Ο Ταλ εκείνη την εποχή προκαλούσε το φόβο των αντίπαλων [[Γκρανμαίτρ|γκρανμαίτρ]]. Ένα αστείο περιστατικό συνέβη σε ένα παιχνίδι του εναντίον του Ούγγρου ισχυρότατου [[Διεθνής γκρανμαίτρ|γκρανμαίτρ]] [[Παλ Μπένκο]] (ο οποίος έπαιζε με τα λευκά) στα προκριματικά του παγκοσμίου πρωταθλήματος στο [[Βελιγράδι]] της [[Γιουγκοσλαβία|Γιουγκοσλαβίας]] το 1959. Αυτός ήταν ο τρίτος γύρος (οι πρώτοι δύο παίχτηκαν στο [[Μπλεντ]] και στο [[Ζάγκρεμπ]], αντιστοίχως), και ο Μπένκο, επειδή δεν είχε καλά αποτελέσματα εναντίον του μέχρι τότε, άρχισε να σκέφτεται ότι ο Ταλ τον υπνώτιζε. Έτσι ο Μπένκο φόρεσε γυαλιά ηλίου πριν ξεκινήσει η παρτίδα. Όμως ο Ταλ, ο οποίος είχε μάθει για το σχέδιο του Μπένκο, δανείστηκε ανάλογου τύπου γυαλιά από τον Πετροσιάν. Έτσι, όταν ο Ταλ φόρεσε αυτά τα τεράστια γυαλιά, δεν γέλασαν μόνο οι θεατές, αλλά και όλοι οι άλλοι συμμετέχοντες, καθώς και οι διαιτητές, ακόμη και ο ίδιος ο Μπένκο. Αντίθετα όμως από τον Ταλ, ο Μπένκο δεν αφαίρεσε τα γυαλιά του μέχρι την 20ή κίνηση, όταν η θέση του ήταν πλέον μάταιη και η νίκη του Ταλ σίγουρη.