Ερωτευμένος Ορλάνδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 40:
 
'''Ενδέκατο άσμα'''
Ο θηριώδης Αγρικάνης προκαλεί τον Σακριπάντη σε μονομαχία και τον τραυματίζει σοβαρά. Ο στρατός του Σακριπάντη καταφεύγει μέσα στα τείχη της Αλμπράκας, αλλά πριν προλάβει να κλείσει η πύλη έχει ήδη μπει μέσα ορμητικός ο Αγρικάνης καβάλα στον Βαγιάρδο και άλλοι τριακόσιοι Τάρταροι. Ο Σακριπάντης, πληγωμένος, πετάγεται με το νυχτικό του από το κρεβάτι και καταδιώκει ηρωικά τους εισβολείς βοηθώντας τα στρατεύματά του που είχαν τραπεί σε φυγή. Στο μεταξύ ο Ρανάλδος είχε συναντήσει στην ακτή του φρικιαστικού κάστρου μια γυναίκα που του ζήτησε βοήθεια για να πολεμήσει κατά εννέα ιπποτών, ο ένας εκ των οποίων ήταν ο Ορλάνδος. Η γυναίκα αυτή ήταν η Φιορδελίζα, η αγαπημένη του Βρανδιμάρτη και οι εννέα ιππότες ήταν αυτοί που είχα χάσει τη μνήμη του πίνοντας από την πηγή της λήθης. Ο Ρανάλδος της υπόσχεται να κάνει ό,τι πρέπει για να επαναφέρει τη μνήμη στους ιππότες. Η Φιορδελίζα αναχωρεί μαζί με τον Ρανάλδο και στο δρόμο του διηγείται μια μακρά ιστορία για τον έρωτα του ''Πρασίλδου'' (Prasildo) και της ''ΘισβήνηςΘισβήνας'' (Tisbina).
 
'''Δωδέκατο άσμα'''
Σε όλο το άσμα η Φιορδελίζα διηγείται στον Ρανάλδο την ιστορία του Πρασίλδου και της Θισβήνας. Η Θισβήνα και ο Ιρόλδος ήταν δυο ερωτευμένοι που έμεναν στη Βαβυλώνα. Έτυχε την Θισβήνα να την ερωτευτεί ο πλούσιος Πρασίλδος. Μέχρι που θέλει να αυτοκτονήσει για χάρη της. Η Θισβίνα για να τον ξεφορτωθεί του λέει να της φέρει ένα κλαδί ενός σπάνιου δέντρου που φυτρώνει στον Κήπο της [[Μέδουσα|Μέδουσας]] στη Μπαρμπαριά. Τότε μόνο θα τον παντρευτεί. Επειδή όποιος έβλεπε τη Μέδουσα έχανε τη μνήμη του, έτσι πίστευαν η Θισβήνη και ο Ιρόλδος να τον ξεφορτωθούν. Ο Πρασίλδος συναντά έναν γέροντα στο δρόμο που τον συμβουλεύει να μπει στον κήπο της Μέδουσας από την πύλη της φτώχειας και να μην την κοιτάξει κατά πρόσωπο. Έτσι και έγινε. Ο Πρασίλδος καταφέρνει να βρει κάτω από το δέντρο τη Μέδουσα κοιτάζοντάς την μέσα από ένα καθρέφτη, τον οποίον κοιτάζει όμως και η Μέδουσα και φεύγει τρομαγμένη από το ίδιο της το είδωλο. Ο Πρασίλδος κόβει το κλαδί του σπάνιου δέντρου και το δίνει στην Θισβήνα επιστρέφοντας στη Βαβυλώνα. Η Θισβήνα θλίβεται τώρα που πρέπει να παντρευτεί τον Πρασλίλδο. O Ιρόλδος της δηλώνει ότι θα πάρει φαρμάκι για να την αφήσει να κρατήσει την υπόσχεσή της στον Πρασίλδο. Η Θισβίνα του λέει ότι θα πάρει τη μισή δόση για να φαρμακωθεί κι αυτή. Μόλις παίρνουν και οι δύο το δηλητήριο, η Θισβίνα το αναγγέλει στον Πρασίλδο. Αυτός μεγαλόψυχος την απαλλάσσει από την υπόσχεσή της. Εν τέλει αποκαλύπτεται ότι ο γιατρός, που είχε δώσει στην Θισβήνα και τον Ιρόλδο το δηλητήριο, τους είχε δώσει μόνο υπνωτικό. Ο Ιρόλδος μετά από αυτό αποφασίζει να φύγει από τη Βαβυλώνα και να αφήσει τον Πρασίλδο να παντρευτεί τη Θισβίνα. Αυτή ήταν η ιστορία.
Σε όλο το άσμα η Φιορδελίζα διηγείται στον Ρανάλδο την [[Ιστορία του Πρασίλδου και της Θισβήνης (Ερωτευμένος Ορλάνδος, δωδέκατο άσμα|Ιστορία του Πρασίλδου και της Θισβήνης]]. Μόλις τελειώνει, ακούγεται ένα διαπεραστικό ουρλιαχτό.
Μόλις όμως τελειώνει η Φιορδιλίζα τη διήγησή της, ακούγεται ένα διαπεραστικό ουρλιαχτό.
 
'''Δέκατο τρίτο άσμα'''
Ήταν η κραυγή ενός γίγαντα που επιτέθηκε στον Ρανάλδο και την Φιορδαλίζα. Ο Ρανάλδος μετά από πολύ κόπο τον κατέβαλλε τελικά, αυτόν και τους δύο [[γρύπας|γρύπες]] με τους οποίους φρουρούσε ένα φτερωτό άλογο, τον ''Ραμπικάνο'' (Rabicano), που ανήκε κάποτε στον Αργαλία, τον αδερφό της Αγγελικής. Ωστόσο δεν είχαν τελειώσει όλα, διότι βρήκαν εκεί μια δολοφονημένη γυναίκα, η οποία πριν πεθάνει είχε γράψει με το ίδιο της το αίμα την ιστορία της σε ένα βιβλίο. Επρόκειτο για την ''Αλμπαρόζα'' (Albarosa), που την είχε σκοτώσει ο ''Τρουφαλδίνος'', ο βασιλιάς της Βαβυλώνας. Θέλοντας να εκδικηθεί γι' αυτήν ο Ρανάλδος καβαλικεύει τον Ραμπικάνο και πετά στα ύψη, μαζί με τη Φιορδελίζα. Μετά από λίγο όμως σταματάνε για να κοιμηθούν κάτω από ένα δέντρο. Πολύ πρωί χαράματα, ενώ η Φιορδελίζα ξυπνά και κοιτάζει γοητευμένη τον κοιμισμένο ακόμη Ρανάλδο, εμφανίζεται ένας κένταυρος και τους επιτίθεται. Επειδή βλέπει ότι δεν μπορεί να νικήσει τον Ρανάλδο αρπάζει τη Φιορδελίζα και φεύγει.