Ερωτευμένος Ορλάνδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 100:
==Δεύτερο Βιβλίο==
===Άσματα 1-5===
'''Πρώτο άσμα'''
Το σκηνικό μεταφέρεται τώρα από τον ποιητή στην [[Μπιζέρτα]] της Βόρειας Αφρικής, την πρωτεύουσα του βασιλιά ''Αγραμάντη'' (Agramante), γιου του ''Τρωιάνου'' (Troiano). Η γενεαλογία του Αγραμάντη έφτανε μέχρι τον [[Αλέξανδρος ο Μέγας|Μέγα Αλέξανδρο]], καθώς ο πατέρας του, Τρωιάνος, που αδέρφια είχε τον ''Αλμόντη'' (Almonte) και την ''Γαλατσιέλλα'' (Gallaciella), ήταν γιος του ''Αγολάντη'' (Agolante), που ήταν γιος του ''Βαρβάντη'' (Barbante), που ήταν γιος του ''Αργάντη'' (Argante), ενός από τους τριδύμους γιους της ''Ελιδόνιας'' (Elidonias) και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Αγραμάντης, που ήταν νεαρός, εικοσιδύο ετών, και κανείς δεν τον έφτανε σε δύναμη στην Αφρική, εκτός από τον ''Ροδομόντη'', τον βασιλιά της ''Σάρτζας'' (Sarza) και γιο του Ουλιένου (Ulieno), είχε αποφασίσει να εκστρατεύσει στη ''Φραγκία'' (Francia, η χώρα των Φράγκων, η Γαλλία) για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του, Τρωιάνου, που είχε σκοτωθεί από τον Ορλάνδο. Ο Αγραμάντης συγκάλεσε στην άιθουσα του θρόνου (διακοσμημένη με παραστάσεις από την ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου) τριάντα δύο υποτελείς Σαρακηνούς βασιλείς από όλη την Βόρεια Αφρική για να τους ανακοινώσει την απόφασή του για εισβολή. Ο γηραιός βασιλιάς ''Βραντζάρδος'' (Branzardo) της Μπουτζίας (Bugia), γονάτισε μπροστά στον Αγραμάντη για να τον αποτρέψει, υπενθυμίζοντάς του ότι ο ευγενικός βασιλιάς τους, ο Αγολάντης, μαζί με τους γιούς του, τον Αλμόντη και τον πατέρα του Αγραμάντη, τον Τρωιάνο, χάθηκαν σε μια τέτοια εκστρατεία κατά των Φράγκων. Ένας άλλος λευκογένειος βασιλιάς, ο συνετός ''Αλγόκος'' (Algoco) επεσήμανε την ισχύ των ιπποτών του Καρλομάγνου, ιδίως την ισχύ του Ρανάλδου, που ήταν ο κύριος του [[Μοντωμπάν|Μονταλβάνου]] (Montalbano), στη [[Γασκώνη]], την οποία έπρεπε να διασχίσουν για να επιτεθούν στο Παρίσι, αλλά και του Ορλάνδου, του Ολιβιέρου και όλων των άλλων. Σηκώθηκε τότε ο νεαρός και υπερήφανος Ροδομόντης, ο βασιλιάς της Σάρτζας, που απέρριψε τις εισηγήσεις των δύο βασιλέων, θεωρώντας τες ως αποτέλεσμα των γερατειών τους. Αντιθέτως, κάλεσε τους πάντες να ακολουθήσουν την πρόταση του βασιλιά Αγραμάντη, ειδάλλως θα ήταν ούτε λίγο ούτε πολύ προδότες. Ο βασιλιάς των Γαραμαντών, ιερέας του Απολλύωνος, αψηφώντας τις απειλές του Ροδομόντη, χρησμοδότησε ότι τόσο ο Ροδομόντης όσο και όλοι οι υπόλοιποι θα χάνονταν στην εκστρατεία αυτή. Τόσο όμως ο Ροδομόντης, όσο και οι νεαροί βασιλείς επέμειναν να γίνει ο πόλεμος κατά των Φράγκων, ο δε Αγραμάντης επανέλαβε ότι η εκστρατεία θα γίνει ούτως ή άλλως και αφού καταληφθεί η χώρα των Φράγκων θα ακολουθήσουν τα βασιλεία όλου του κόσμου. Όλοι οι υπόλοιποι βασιλείς ορκίστηκαν να τον ακολουθήσουν. Τότε ο βασιλιάς των Γαραμαντών μίλησε ξανά εξ ονόματος του Απολλύωνος, λέγοντάς στον Αγραμάντη ότι, αφού αποφάσισε για πόλεμο, έπρεπε οπωσδήποτε να πάρει μαζί του τον καλύτερο ιππότη που είχαν, τον εξάδερφό του τον ''Ρογήρο'' ή ''Ρουτζέρο'' (Rugiero), γιο της Γαλατσιέλλας, της αδερφής του Τρωιάνου, του πατέρα του Αγραμάντη. Ο πατέρας του, επίσης Ρογήρος, ήταν χριστιανός ιππότης από το [[Ασπρομόντε]] της Καλαβρίας. Η Γαλατσιέλα είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει έγκυος την Καλαβρία όταν σκοτώθηκε ο σύζυγός της και ερχόμενη στην Αφρική γέννησε τον μικρό Ρογήρο και ένα κορίτσι, που κανείς δεν ήξερε πού ήταν (όπως θα αποδεικνυόταν στη συνέχεια αυτό το κορίτσι ήταν η Μαρφίζα). Ο νεαρός Ρουτζέρος ανατράφηκε στη συνέχεια από τον νεκρομάντη ''Αταλάντη'' (Atalante), ό οποίος τον εκπαίδευσε στις πολεμικές τέχνες και τον κρατούσε σε έναν κήπο στο μαγικό κάστρο του στο όρος Καρένα για να τον προφυλάξει από κάθε κακό. Από εκεί έπρεπε να τον πάρουν, αν ήθελαν να έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας η εκστρατεία τους. Ο Αγραμάντης αποφάσισε να ακολουθήσει τη συμβουλή του και να βρει και να φέρει τον Ρουτζέρο για να συμμετάσχει στην εκστρατεία κατά των Φράγκων.
 
'''Δεύτερο άσμα'''
Οι βασιλείς των Σαρακηνών ευτυχώς δεν γνώριζαν ότι όλοι οι ιππότες του Καρλομάγνου έλειπαν, γιατί τότε θα εκστράτευαν αμέσως και θα κατέστρεφαν τους χριστιανούς. Ενώ όμως οι Σαρακηνοί έψαχναν να βρουν τον Ρουτζέρο, ο Ρανάλδος στην Αλμπράκα ήταν εκνευρισμένος που ο Ορλάνδος είχε φύγει παρατώντας στη μέση την μονομαχία τους. Απόφάσισε έτσι να φύγει καβάλα στον Βαγιάρδο, το άτι του, για να τον ψάξει. Ο Αστόλφος τον ακολούθησε καβάλα στον Ραμπικάνο. Ο Πρασίλδος και ο Ιρόλδος έφυγαν κι αυτοί μαζί τους. Στο δρόμο οι τέσσερίς τους συνάντησαν μια κοπέλα που κλαίγοντας τους παρακάλεσε να την βοηθήσουν γιατί ένας γίγαντας με ένα μεγάλο ρόπαλο είχε απαγάγει την αδελφή της και την είχε δέσει ψηλά σε ένα δέντρο πλάι σε μια λίμνη. Στη μάχη με τον ροπαλοφόρο γίγαντα ο Πρασίλδος και ο Ιρόλδος ηττώνται και καταλήγουν πάνοπλοι στο βυθό της λίμνης. Το ίδιο παθαίνει και ο Ρανάλδος, που κρατώντας γερά τον γίγαντα τον παρέσυρε κι αυτόν στο βυθό της λίμνης, ενώ ο Αστόφος κοιτούσε γεμάτος αγωνία. Στο μεταξύ η κοπέλα έλυσε την αιχμάλωτη αδερφή της. Καθώς περνούσε η ώρα χωρίς οι ιππότες να φαίνονται, ο Αστόλφος άρχισε να πιστεύει πως πνίγηκαν. Οι δύο κοπέλες τον παρηγορούσαν. Αυτός τότε τις ανέβασε στα άλογα των άλλων ιπποτών και έφυγαν μαζί από εκεί. Μόλις έφτασαν σε ένα ποτάμι, ακούστηκε ο διαπεραστικός ήχος μιας σάλπιγγας. Στο μεταξύ στην Αλμπράκα, όπου η Μαρφίζα και ο Τορίνδος ο Τούρκος (ο οποίος είχε μάλιστα ζητήσει ενισχύσεις από την Προύσα) συνέχιζαν την επίθεση, πολλοί υπερασπιστές της Αγγελικής την είχαν εγκαταλείψει: πρώτα είχε φύγει ο Βρανδιμάρτης και μετά οι δύο γιοι του Ολιβιέρου, οι δίδυμοι Γρίφονας και Ακιλάντης. Αυτοί οι δύο έφτασαν κάποια στιγμή στις όχθες της [[Κασπία Θάλασσα|Κασπίας Θάλασσας]], όπου βρέθηκαν μπροστά σε ένα παλάτι τριγυρισμένο από έναν θελκτικό κήπο. Μόλις μπήκαν εκεί οι δύο ιππότες, τους υποδέχτηκαν μουσικοί και χορεύτριες και τους ανακοινώθηκε ότι έπρεπε να μείνουν μία ολόκληρη νύχτα στο παλάτι και ότι επίσης ο Ορλάνδος ήταν δήθεν νεκρός. Εν τέλει τους συνέλαβαν και τους αιχμαλώτισαν σε ένα μπουντρούμι κάποιου κάστρου. Στην Αλμπράκα στο μεταξύ η Μαρφίζα, προστατευμένη από τη μαγική της πανοπλία, είχε αιχμαλωτίσει κατά τη διάρκεια της μάχης τον Μπαλάνο, τον Κιαρόν και τον Αδριανό και είχε σκοτώσει τον Οβέρτο της Λεόνης. Βλέποντας ο Σακριπάντης τον τελευταίο να πέφτει νεκρός, όρμησε εναντίον της Μαρφίζας και τότε άρχισε μια φοβερή μονομαχία.
 
'''Τρίτο άσμα'''