Ομηρική διάλεκτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Επικεφαλίδα που ξεκινούσε με τρία =
Γραμμή 4:
Τα '''Ομηρικά ελληνικά''' είναι μία μορφή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε από τον Όμηρο στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια και στους Ομηρικούς Ύμνους. Είναι μια λογοτεχνική διάλεκτος των αρχαϊκών Ελλήνων που αποτελείται κυρίως από τα Ιωνικά και τα Αιολικά και μερικές μορφές από την Αρκαδοκυπριακή η δε γραπτή μορφή της επηρεάζεται από την αττική. Συνθέσεις με αυτή τη γλώσσα χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα μ.Χ.
 
===Φωνολογία===
Τα Ομηρικά ελληνικά είναι σαν τα Ιωνικά ελληνικά, και σε αντίθεση με την κλασική αττική, στη μετατόπιση σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις των μεγάλων ᾱ να η: έτσι, Ομηρική Τροίη, ὥρη, πύλῃσι για αττικό Τροίᾱ, ὥρᾱ, πύλαις / πύλαισι "Τροία", "ώρα", "πύλες (DAT.) ». Εξαιρέσεις περιλαμβάνουν ουσιαστικά όπως θεᾱ "θεά", και τη γενική πληθυντικού των ουσιαστικών πρώτη κλίση και τη γενική ενικού των αρσενικών ουσιαστικών πρώτη κλίση: θεᾱων, Ἀτρεΐδᾱο "της θεές, του γιου του Ατρέα».