Σουλιώτες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
επαναφορά προηγούμενης έκδοσης σε συμφωνία με τις πηγές
Γραμμή 23:
* Henry Clifford Darby: ''Greece''. Great Britain Naval Intelligence Division. University Press, 1944. “… who belong to the Cham branch of south Albanian Tosks (see volume I, pp. 363-5). In the mid-eighteenth century these people (the Souliotes) were a semi-autonomous community …”
* Arthur Foss (1978). ''Epirus''. Faber. pp. 160-161. “The Souliots were a tribe or clan of Christian Albanians who settled among these spectacular but inhospitable mountains during the fourteenth or fifteenth century…. The Souliots, like other Albanians, were great dandies. They wore red skull caps, fleecy capotes thrown carelessly over their shoulders, embroidered jackets, scarlet buskins, slippers with pointed toes and white kilts.”
* Nina Athanassoglou-Kallmyer (1983), "Of Suliots, Arnauts, Albanians and Eugène Delacroix". ''The Burlington Magazine''. p. 487. “The Albanians were a mountain population from the region of Epirus, in the north-west part of the Ottoman Empire. They were predominantly Muslim. The Suliots were a Christian Albanian tribe, which in the eighteenth century settled in a mountainous area close to the town of Jannina. They struggled to remain independent and fiercely resisted Ali Pasha, the tyrannic ruler of Epirus. They were defeated in 1822 and, banished from their homeland, took refuge in the Ionian Islands. It was there that Lord Byron recruited a number of them to form his private guard, prior to his arrival in Missolonghi in 1824. Arnauts was the name given by the Turks to the Albanians”.</ref> γνώριζαν από το 18ο αιώνα και τα [[ελληνική γλώσσα|ελληνικά]],<ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|p=214}}</ref> στα οποία ήταν αποκλειστικά και όλα τους τα γραπτά, όπως συνέβαινε με τους αρβανιτόφωνουςαλβανόφωνους της περιοχής.<ref name="Psimouli2006-215-6"/>
 
Είναι ιδιαίτερα γνωστοί για την ένοπλη αντίσταση τους απέναντι στον [[Αλή Πασάς|Αλή Πασά]] των Ιωαννίνων, ο οποίος μετά από τρεις πολέμους κατάφερε να τους εκδιώξει από το Σούλι το 1803, οπότε κατέφυγαν στα Επτάνησα. Συνεισέφεραν στην [[Ελληνική Επανάσταση του 1821]], με ηγέτες όπως τον [[Μάρκος Μπότσαρης|Μάρκο Μπότσαρη]] και τον [[Κίτσος Τζαβέλας|Κίτσο Τζαβέλλα]].
Γραμμή 31:
[[File:Souli, vue vers le sud.jpg|thumb|Το Σούλι ιδωμένο από το νότο (1846).]]
[[File:Map of Souli.jpg|thumb|Χάρτης της περιοχής του [[Σούλι|Σουλίου]] από τον [[Γουίλιαμ Μάρτιν Ληκ]].]]
Οι Σουλιώτες πήραν το όνομα τους από το χωριό [[Σούλι]], ορεινό χωριό στη σημερινή Θεσπρωτία της Ελλάδας. Το όνομα του χωριού είναι αμφιβόλου προέλευσης<ref name=Pappas39>Pappas, 1982, p. 24: "Souli gave its name to the confederation, a name whose origins are also unclear. Francois Pouqeville, the French traveller and consul in Ioannina, and other have theorized that the area was the ancient Greek Selaida and its ihnabitants, the Selloi. Christophoros Perraivos, who knew the Souliotes at firsthand, said that the name came from a Turk who was killed there. Yet another opinion, based on etymology, claims that Souli comes from the Albanian term sul...</ref> και η ετυμολόγησή του αποτελεί αντικείμενο συζήτησης ήδη από την εποχή του [[Χριστόφορος Περραιβός|Χριστόφορου Περραιβού]], που πρώτος εξέδωσε ιστορία του Σουλίου, το 1803.<ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|pp=136, 12}}</ref> Στο [[ρομαντισμός|ρομαντικό]] και [[κλασικισμός|κλασικιστικό]] περιβάλλον των αρχών του 19ου αιώνα, ο [[Γαλλία|Γάλλος]] περιηγητής και πρόξενος [[Φρανσουά Πουκεβίλ]] και άλλοι σύγχρονοι του Ευρωπαίοι εισηγήθηκαν πως το όνομα Σούλι προέρχεται από το [[αρχαία ελληνική γλώσσα|αρχαιοελληνικό]] «Σελλαΐς», προσπαθώντας να συνδέσουν το Σούλι με τους αρχαίους [[Σελλοί|Σελλούς]], αλλά η άποψη αυτή απορρίφθηκε ήδη από τον Περραιβό και δε γνώρισε μεγάλη απήχηση σε κατοπινούς ερευνητές, ελλείψει τεκμηρίωσης.<ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|pp=136-137}}</ref><ref name=Pappas39/> Ο Περραιβός, που ήρθε σε επαφή με ηλικιωμένους Σουλιώτες, ισχυρίστηκε πως το όνομά τους το πήραν από έναν Τούρκο ο οποίος είχε σκοτωθεί εκεί.<ref name=Pappas39/> Μια άλλη ετυμολογική άποψη είναι πως η λέξη Σούλι προήλθε από τον αρβανίτικοαλβανικό όρο ''sul'', η οποία μπορεί να ερμηνευθεί ως παρατηρητήριο ή ορεινή συνάθροιση.<ref name=Pappas39/><ref>Babiniotis, G. ''Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας''. Athens, 1998.</ref>
 
===Τοπωνύμια===
Μια μελέτη του 1922 από τον Έλληνα ακαδημαϊκό [[Πέτρος Φουρίκης|Πέτρο Φουρίκη]] ο οποίος εξετάζει τα τοπωνύμια και μικροτοπωνύμια όπως τα ''Κιάφα'', ''Κούγκε'', ''Βίρα'' ή ''Μπίρα'', ''Γκούρα'', ''Δέμπε''ς, ''Σαμονίβα'', ''Στρέτεζα'' ή ''Στρέθεζα, Μούργκα'', ''Βούτζι'', ''Βρέκου - η - Βετετίμεσε κ.ά.'', βρήκε ότι προέρχονται από την [[αλβανική γλώσσα|αρβανίτικη γλώσσα]].<ref name="Raca202">{{harvnb|Raça|2012|p=202.}} "Për më tepër, shumë nga suljotët sot vazhdojnë të përkujtojnë rrënjët e forta në viset shkëmbore të Sulit dhe nëpërmjet toponimisë nuk e kontestojnë origjinën shqiptare të tyre. Në këtë kontekst, siç bën të ditur albanologu grek me prejardhje shqiptare, Petro Furiqi (Πέτρο Φουρίκης), toponimet si: Qafa, Vira ose Bira, Breku i vetetimesë (Bregu i vetëtimës), Gura, Dhembes (Dhëmbës), Kungje, Murga e Fereza, nuk kanë si të shpjegohen ndryshe, përveçse nëpërmjet gjuhës shqipe." [Moreover, for many Souliotes today continue to commemorate the strong roots in the mountainous areas of Souli and through toponymy it does not dispute their Albanian origins. In this context, as knew the Greek albanologist of Albanian descent, Petro Furiqi (Πέτρο Φουρίκης), those toponyms are: Qafa, Vira or Bira, Breku i vetetimesë (Bregu i vetëtimës), Gura, Dhembes (Dhëmbës), Kungje, Murga and Fereza, have no other way of being explained, except through the Albanian language.]</ref><ref>Πέτρος Φουρίκης (1922). [http://xantho.lis.upatras.gr/newdani/index.php/hmer_meg_ellados/article/view/520/295 ''Πόθεν το όνομά σου Σούλι''], Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος. pp. 405-406. “Αί κυριώτεραι κορυφαί, έφ' ών έγκατεστάθησαν οί μέχρις αύτών άναρριχηθέντες ολίγοι φυγάδες τής τουρκικής τυραννίδος, οί μετέπειτα ήρωες οί τρομοκρατήσαντες τούς πρό μικρού κυρίους αύτών, είναι γνωσταί ύπό τά άλβανικά ονόματα ''Άβαρίκο'', ''Κιάφα'' (λαιμός, ζυγός, κλεισώρεια), ''Σαμονίβα'' (κρανιά ίσως) καί ''Σούλη'' aί δέ συνεχείς ταύταις κορυφαί είναι μέχρις ήμών γνωσταί ύπό τά ονόματα ''Βίρα'' ή ''Μπίρα'' (τρύπα), ''Βούτζι'' (άβρότονον, φυτόν), ''Βρέκου - η - Βετετίμεσε'' (βράχος τής αστραπής), ''Γκούρα'' (βράχος ή πηγή έκ τού βράχου ανάβλυζουσα), ''Δέμπες'' (δόντια ή οδοντωτός βράχος), ''Κούγγε'' (πασσάλοι ή βράχος έχων όψιν πασσάλων), ''Μούργκα'', ''Στρέτεζα'' ή ''Στρέθεζα'' (μικρών οροπέδιον) καί ''Φέριζα'' (μικρά βάτος).
Έκ τής μέχρι τούδε έρεύνης τών τοπωνυμίων τού βραχώδους έκείνου συμπλέγματος έπείσθην, ότι ούδέν έλληνικών όνομα εδόθη είς θέσιν τινά τούτου, διότι καί τά υπό τινων άναγραφόμενα τοπωνύμια: Αγία Παρασκευή, Αστραπή καί Τρύπα ούδέν άλλο είναι εί μή μετάφρασις τών άλβανικών ''Σεν - η - Πρέμπτε'', ''Βετετίμε'' καί ''Βίρα''.
Περί τών έξω τού ορεινών τούτου χώρων καί πρός τά μεσημβρινά κράσπεδα αύτών άναφερόμενων θέσεων ''Βίλγα'' (Βίγλα) καί ''Λάκκα'' (κοιλάς) δύναταί τις νά είπη, ότι αί λέξεις κοιναί ούσαι τοίς τε Έλληση καί τοίς Άλβανοίς δέν δύνανται νά μαρτυρήσωσιν άναμφισβητήτως περί τής ύφ' Έλλήνων ονομασίας τών θέσεων τούτων.”</ref> Η Ψιμούλη θεωρεί ότι πολλά από τα τοπωνύμια της ευρύτερης περιοχής του Σουλίου είναι [[σλαβικά]] ή [[βλάχικα]] (Ζαβρούχο, Μούργκα, Σκάπετα, Κορίστιανη, Γλαβίτσα, Σαμονίβα, Αβαρίκο), ενώ αυτά του πυρήνα των τεσσάρων σουλιώτικων οικισμών είναι κατεξοχήν αρβανίτικααλβανικά.<ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|pp=147, 148}}.</ref> Σλαβικής προέλευσης θεωρεί το όνομα Αβαρίκο (σερβ. "αβόρ" = πλάτανος) και ο Θεσπρωτός δάσκαλος Σπ. Μουσελίμης που το 1975 και 1976 δημοσίευσε εκατοντάδες τοπωνύμια του Σουλίου. Ο ίδιος θεωρεί γενικά ότι αυτά είναι αρβανίτικης, ελληνικής και σλαβικής προέλευσης και δίνει τις ερμηνείες πολλών από τα μη ελληνικά.<ref>[http://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/26929 Ηπειρωτική Εστία (Ιωάννινα)] : τεύχος 283-284 (1975) σ. 810 – 825, τχ. 285-286 (1976) σ. 47-62, τχ. 287-288 (1976), σ. 196- 207, τχ 289-290 (1976). σ. 403-410.</ref>{{χρειάζεται σελίδα}} Δεν συμφωνεί με τον Φουρίκη ο Αλέξ. Μαμμόπουλος, ο οποίος θεωρεί ότι στα τοπωνύμια και τα κυριώνυμα έχουν συμβάλλει όλες οι γλώσσες της περιοχής και ότι πολλά από αυτά είναι ελληνικά.<ref>[http://olympias.lib.uoi.gr/jspui/bitstream/123456789/27235/1/%ce%97%cf%80%ce%b5%ce%b9%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae%20%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%b9%cf%81.%20%cf%84%ce%b5%cf%85%cf%87.74-75%201982.pdf Αλέξανδρος, "Πόθεν" η λέξη "Κούγκι" κι άλλα. Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ 74-75 (1982), σ. 3]</ref>
 
== Καταγωγή ==
[[File:Souliot, coloured copper engraving by J Cartwright.jpg|thumb|507x507px|right|J.Cartwright, Σουλιώτης, έγχρωμη χαλκογραφία.]]
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, στο πνεύμα του ρομαντισμού διατυπώθηκαν θεωρίες που συσχέτιζαν τους Σουλιώτες με τους αρχαίους [[Σελλοί|Σελλούς]], ενώ ο [[Λάμπρος Κουτσονίκας]] θεωρεί τους Σουλιώτες γηγενείς απογόνους Ηπειρωτών Ελλήνων που μετανάστευσαν στα βουνά κατά τα αρχαία χρόνια, προκειμένου να διαφύγουν τις ρωμαϊκές δυνάμεις.<ref>Ανάργυρος Φαγκρίδας (σελ. 23).</ref><ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|p=136-137}}</ref> Οι απόψεις αυτές δε γίνονται αποδεκτές από τους περισσότερους μεταγενέστερους μελετητές, αλλά ορισμένοι νεότεροι μελετητές ενώ αναγνωρίζουν την αρβανιτοφωνίααλβανοφωνία των Σουλιωτών, τους θεωρούν αμιγείς Έλληνες, όπως ο μελετητής και περιηγητής της Ηπείρου, Ε.Γ. Πρωτοψάλτης (1984), που πιστεύει ότι οι Σουλιώτες ανήκαν στην «ελληνικήν φυλήν» επικαλούμενος την ελληνικότητα της συνείδησής τους και τις συνεχείς συγκρούσεις τους με Τούρκους και Τουρκαλβανούς· από τη μελέτη του ημερολογίου του Φώτου Τζαβέλλα του 1792 που είναι γραμμένο στο νότιο ιδίωμα της ελληνικής, ο Πρωτοψάλτης συνάγει ότι οι πρώτοι Σουλιώτες κατέβηκαν από το [[Αργυρόκαστρο]] ή τη [[Χειμάρα]] όπου ομιλείται αυτό το ιδίωμα.<ref>{{harvnb|Ψιμούλη|2006|p=137}}</ref><ref>Καραμπελιάς Γ. (2011) ''Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Οι Σουλιώτες, ο Αλή πασάς, και η αποδόμηση της ιστορίας'', Αθήνα, "Εναλλακτικές Εκδόσεις", σ. 28.</ref> Ο Κ. Μπίρης αναφέρει «''Είτε με την κάθοδο Αρβανιτών στην Ήπειρο κατά τον 12ο αιώνα είτε με εκείνην των χρόνων του Στεφάνου Ντουσάν, είτε μετά την επανάσταση του Σκεντέρμπεη, είχαν έλθει στην περιοχή του Δελβίνου οι πρόγονοι των Σουλιωτών, ένα πρέπει να θεωρήσουμε βέβαιον, ότι ο τόπος προέλευσής των, ήταν στις νοτιανατολικές παρυφές της χώρας των Γκέγκηδων γύρω στην Δίβρη, κάποιο μέρος, όπου επικρατούσε απόλυτα το ελληνικό στοιχείον''». Σύμφωνα με τον [[Πέτρος Φουρίκης|Φουρίκη]], οι πρώτοι κάτοικοι του Σουλίου ήταν [[Αλβανοί|Αρβανίτες]] οι οποίοι λόγω της επίδρασης της θρησκείας και της συνύπαρξης με ελληνικούς πληθυσμούς εξελληνίστηκαν πλήρως ώστε να διαφέρουν μόνο ως προς τη γλώσσα από τους Έλληνες της Ηπείρου.<ref>{{cite journal|first=Πέτρος|last=Φουρίκης|year=1922|url=http://xantho.lis.upatras.gr/newdani/index.php/hmer_meg_ellados/article/view/520/295|title=Πόθεν το όνομα Σούλι|journal=Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος|pages=404-405, 416-417}}</ref>, ενώ ο Ιωάννης Λαμπρίδης θεωρεί τους Σουλιώτες αποτέλεσμα ένωσης της αρχικής αλβανικής καταγωγής πατριάς που εγκαταστάθηκε στο Σούλι και από την οποία πήρε το όνομά της η περιοχή και αλβανόφωνων και ελληνόφωνων χριστιανών κοντινών περιοχών, που κατέφυγαν εκεί το 17ο αιώνα. Η ύπαρξη της ελληνοφωνίας στην περιοχή μαρτυρείται και από διάφορα τοπωνύμια όπως Συκιά, Καστανιά, Νερό Προβατίνας κ.ά. που μαρτυρούνται πριν από τα μέσα του 17ου αιώνα.<ref>Καραμπελιάς Γ. (2011) ''Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Οι Σουλιώτες, ο Αλή πασάς, και η αποδόμηση της ιστορίας'', Αθήνα, "Εναλλακτικές Εκδόσεις", σ. 28.</ref> Περί το 1600 μ.Χ., οι Σουλιώτες φέρονται να μετανάστευσαν από τις πεδιάδες της Θεσπρωτίας στα βουνά της Μούργκας, όπου μια συνομοσπονδία των γενών συγκρότησε ενιαίο μέτωπο έναντι των Οθωμανών. Οι πρώτοι αυτοί κάτοικοι κατάγονταν από τα γύρω χωριά αλλά και από περιοχές της [[Βόρειος Ήπειρος|Βορείου Ηπείρου]].<ref name=":1">''Σούλι''. 54. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, σελ. 414–415.</ref><ref>Καργάκος, Σαράντος (2000). ''Αλβανοί, Αρβανίτες, Έλληνες'' (Β' έκδοση). Ι. Σιδέρης.</ref> Ήταν δε [[Αρβανίτες]] στην καταγωγή, κατά κύριο λόγο, ενώ υπήρχαν Παραμυθιώτες και Λελοβίτες<ref name=":1" />.
 
==Κοινωνική οργάνωση==
Γραμμή 71:
=== Γλώσσα ===
[[File:Fotos Tzavellas diary.jpg|thumb|Σελίδα από το ημερολόγιο του [[Φώτος Τζαβέλας|Φώτου Τζαβέλα]] στα [[ΓΑΚ]] (1792-1793) .]]
Οι Σουλιώτες ήταν δίγλωσσοι<ref>Αραβαντινός Παναγιώτης, ''Χρονογραφία της Ηπείρου'', τόμος Β΄, τυπ. Σ.Κ. Βλαστού, εν Αθήναις 1857, σελ. 155 ''Περί Σουλιωτών, αν εξετάσωμεν, τους αναντίρρητους Έλληνας αυτούς''</ref> και μιλούσαν ελληνικά και [[Αρβανίτικη γλώσσα|αρβανίτικα]],<ref name=":1" /> ενώ έγραφαν μόνο στα ελληνικά,<ref name=":2">Ανάργυρος Φανγκρίδας (σ. 28)</ref> Στην περιοχή της [[Ήπειρος (περιοχή)|Ηπείρου]] και ιδίως της [[Τσαμουριά]]ς η γραπτή επικοινωνία μεταξύ αλβανόφωνων, που ως επί το πλείστον ήξεραν να μιλούν ελληνικά και χρησιμοποιούσαν Έλληνες γραμματικούς, γινόταν στην ελληνική, όπως συμβαίνει π.χ. στην αλληλογραφία [[Τσάμηδες|Τσάμηδων]] [[μπέης|μπέηδων]] με τον [[Αλή πασάς|Αλή πασά]].<ref name="Psimouli2006-215-6">{{harvnb|Ψιμούλη|2006|p=215-6}}</ref> O Τίτος Γιοχάλας, που μελέτησε το ελληνο-αλβανικό λεξικό του [[Μάρκος Μπότσαρης|Μάρκου Μπότσαρη]], παρατηρεί ότι το αλβανικό ιδίωμα του λεξικού ανήκει στην [[τοσκική διάλεκτος|τοσκική διάλεκτο]] των [[αλβανικά|αλβανικών]], διασώζει πολλά αρχαϊκά γλωσσικά στοιχεία, όμοια με αυτά των ελληνο-αλβανικών κοινοτήτων της Κάτω Ιταλίας, και βρίσκεται πλησιέστερα στα αρβανίτικα που ομιλούνταν τη δεκαετία του 1960 στο χωριό [[Ανθούσα Πρέβεζας|Ανθούσα]].<ref>{{harvnb|Γιοχάλας|1980|p=72, 48-49}}</ref> Παρατηρώντας φαινόμενα ελληνικής σύνταξης σε αλβανικές φράσεις του λεξικού, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είτε η μητρική γλώσσα του Μπότσαρη και των συνεργατών του ήταν η ελληνική είτε η επίδραση της ελληνικής στην αλβανική που μιλιόταν πιθανώς στην περιοχή του Σουλίου ήταν τόση ώστε να επηρεάσει πέρα από το λεξιλόγιο και τη [[Σύνταξη (γλωσσολογία)|σύνταξή]] της.<ref>{{harvnb|Γιοχάλας|1980|p=53}}</ref> Κατά τον Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτη οι Σουλιώτες είχαν ως μητρική γλώσσα την ελληνική της Βορείου Ηπείρου.<ref>Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ, ''Το ημερολόγιο της αιχμαλωσίας του Φώτου Τζαβέλλα (1792–1793)'', “''Μνήμη Σουλίου''”, 1973, τ. 2, σ. 213-225.</ref><ref>Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ, ''Σούλι, Σουλιώτες'', Βιβλιοθήκη Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών (Β.H.E.A.), No 53 (1984), σ. 7.</ref>
 
===Εξωτερικές περιγραφές===