Τζον Ντ. Ροκφέλερ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 5:
Ο Τζον Ντάβισον Ροκφέλερ, γεννημένος στο Ρίτσφορντ της [[Νέα Υόρκη|Νέας Υόρκης]], ήταν το δεύτερο από τα έξι παιδιά και ο μεγαλύτερος γιος του καλλιτέχνη Γουίλιαμ Έιβερι (Μπιλ) Ροκφέλερ (13 Νοέμβρίου 1810 - 11 Μαΐου 1906) και της Ελίζα Ντάβισον (12 Σεπτεμβρίου 1813 - 28 Μαρτίου 1889 ). Τα αδέλφια του ήταν η Λούσι (1838-1878), ο Γουίλιαμ ο νεώτερος (1841-1922), η Μαίρι (1843-1925), και τα δίδυμα Φράνκλιν (Φρανκ) (1845-1917) και Φράνσις (1845-1847). Ο πατέρας του ήταν [[Άγγλοι|αγγλικής]] και [[Γερμανοί|γερμανικής]] καταγωγής, ενώ η μητέρα του ήταν [[Σκώτοι του Όλστερ|σκωτο-ιρλανδικής]] καταγωγής. Ο Μπιλ ήταν αρχικά ξυλοκόπος και στη συνέχεια πλασιέ, ο οποίος συστηνόταν ως «βοτανολόγος» και πωλούσε ελιξίρια. Οι ντόπιοι αναφέρονταν στο μυστηριώδη άνθρωπο που αγαπούσε τη διασκέδαση ως «Big Bill» και «Devil Bill».{{Sfn|Chernow|1998|p=11}} Ήταν ένας ορκισμένος εχθρός της συμβατικής ηθικής, που είχε επιλέξει να ζει άστατα και ο οποίος επέστρεφε στην οικογένειά του συχνά. Καθ' όλη τη ζωή του, ο Μπιλ ήταν διαβόητος για τα σκιερά συστήματα.{{Sfn|Chernow|1998|p=6}} Μεταξύ των γεννήσεων της Λούσι και του Τζον, ο Μπιλ και η ερωμένη του, οικονόμος Νάνσι Μπράουν, είχαν μια κόρη που ονομαζόταν Κλόριντα και πέθανε νέα. Μεταξύ των γεννήσεων του Τζον και του Γουίλιαμ του νεώτερου, ο Μπιλ και η Νανσί είχαν μια άλλη κόρη, την Κορνίλια.<ref name=Titan>{{cite web|last=Chernow|first=Ron|title=The Flimflam Man|url=http://www.nytimes.com/books/first/c/chernow-titan.html|publisher=New York Times|year=1998}}</ref>
 
Η Ελίζα, νοικοκυρά και αφοσιωμένη [[Βαπτιστές|Βαπτιστής]], αγωνίστηκε για να διατηρήσει μια επίφαση σταθερότητας στο σπίτι, ενώ ο Μπιλ έλειπε συχνά για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Επίσης αυτός παρουσιαζόταν ακόλαστος και με διπλή ζωή, η οποία περιελάμβανε διγαμία.{{Sfn|Chernow|1998|p=43}} Λιτή από τη φύση της και την αναγκαιότητα, δίδαξε στο γιο της ότι "σκόπιμη σπατάλη δημιουργέιδημιουργεί απεγνωσμένη επιθυμία".{{Sfn|Segall|2001|p=14}} Ο Τζον έκανε το μερίδιό του από τις τακτικές δουλειές του σπιτιού και κέρδιζε επιπλέον χρήματα ταϊζοντας γαλοπούλες, πουλώντας πατάτες και γλυκά και τελικά δανείζοντας μικρά ποσά στους γείτονες. Ακολούθησε τις συμβουλές του πατέρα του να "εμπορεύεται πιάτα για πιατέλες" και πάντα να παίρνει το καλύτερο μέρος οποιασδήποτε συμφωνίας. Ο Μπιλ κάποτε καυχήθηκε, "έχω εξαπατήσει τα αγόρια μου σε κάθε ευκαιρία που παίρνω. Θέλω να τους κάνω αιχμηρούς".{{Sfn|Segall|2001|pp=15–16}}
 
Αρχικά ο Τζον εργάστηκε ως λογιστής σε μικρές επιχειρήσεις. Το [[1863]] ίδρυσε το πρώτο διυλιστήριο πετρελαίου στο Κλίβελαντ και το [[1870]] ίδρυσε την [[Standard Oil|Standard Oil Company]]. Σταδιακά η εταιρία του απέκτησε τον έλεγχο όλων των διυλιστηρίων του [[Πίτσμπεργκ]], της [[Φιλαδέλφεια (Πενσυλβάνια)|Φιλαδέλφεια]]ς και της [[Βαλτιμόρη]]ς, έχοντας στα ταμεία της σε ρευστό περισσότερα από 40 εκατομμύρια δολάρια. Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε και σε άλλους επιχειρηματικούς τομείς όπως τις μεταφορές, την σιδηρουργία, μεταλλουργία κ.α. Μέχρι το [[1882]] είχε καταφέρει να δημιουργήσει ένα από τα ισχυρότερα τραστ<ref>Ε΄ Ιστορικά, Τόμος 18, τεύχος 173, σελ.33</ref> του κόσμου. Οι μέτοχοι όμως ξεκίνησαν δικαστική διαμάχη, και αφού κέρδισαν με δικαστικές αποφάσεις του [[1882]] και [[1887]], τον ανάγκασαν να διαλύσει την Standard Oil. Γρήγορα όμως κατάφερε να προσαρμοστεί στους αντιμονοπωλιακούς νόμους και να διατηρήσει στο ακέραιο την περιουσία του. Η άνοδος στην προεδρία των [[ΗΠΑ|Η.Π.Α.]] του [[Θεόδωρος Ρούζβελτ|Θεόδωρου Ρούζβελτ]] συνέβαλε αποφασιστικά στο τέλος της αυτοκρατορίας του. Ύστερα από πολύχρονες δικαστικές διαμάχες το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε, τον Μάιο του [[1911]], τη διάλυση της εταιρείας σε μικρότερες, οι οποίες θα έπρεπε να λειτουργούν ανεξάρτητα και ανταγωνιστικά η μία προς την άλλη.