Μελέτη σειράς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
SavvySailor (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
SavvySailor (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 4:
 
==Σύγκριση με ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές==
Οι μελέτες σειράς (και οι μελέτες παρατήρησης γενικότερα) διαφέρουν από τις κλινικές δοκιμές στο ότι δεν καθορίζει ο ερευνητής τον παράγοντα έκθεσης, την επέμβαση ή την θεραπεία που θα λαμβάνουν οι συμμετέχοντες των ομάδων σύγκρισης.<ref name="cohort-bmj"/> Παράγοντες ελέγχου (προστατευτικοί ή επιβαρυντικοί) καταγράφονται ως χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης σταθμίζονται βάσει των παραγόντων αυτών. Ο παράγοντας έκθεσης και οι παράγοντες ελέγχου καταγράφονται στην αρχή της μελέτης σειράς και οι συμμετέχοντες παρακολουθούνται για κάποιο χρονικό διάστημα για να καταγραφεί ο ρυθμός επίπτωσης της υπό μελέτη έκβασης. Χρησιμοποιούνται [[Παλινδρόμηση (στατιστική)|μοντέλα παλινδρόμησης]] για να αξιολογηθεί ο βαθμός στον οποίο ο παράγοντας έκθεσης συμβάλλει στην επίπτωση της έκβασης (νόσου), ενώ λαμβάνονται υπόψη άλλοι εμπλεκόμενοι παράγοντες. Οι κλινικές δοκιμές, και ειδικά οι [[ΤυχαιοποιημένηΕλεγχόμενη κλινικήτυχαιοποιημένη δοκιμή|διπλά τυφλές, τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές]], γενικά θεωρούνται ανώτερη μεθοδολογία στην ιεραρχία των μελετών, εφόσον επιτρέπουν τον μέγιστο έλεγχο των παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα, ενώ η τυφλότητα και η τυχαιοποίηση μειώνουν τον κίνδυνο συστηματικών σφαλμάτων. Επίσης, με τον τρόπο αυτό, ελαχιστοποιείται η επιρροή γνωστών και άγνωστων [[Συγχυτικός παράγοντας|συγχυτικών παραγόντων]].<ref name="cohort-bmj"/>
 
Στις μελέτες σειράς, ο εντοπισμός πιθανών συγχυτικών παραγόντων μπορεί να γίνει από προηγούμενες μελέτες. Επίσης, διάφορες μέθοδοι μπορούν να επιστρατευτούν για την μείωση των συστηματικών σφαλμάτων. Μια τέτοια μέθοδος είναι η τυφλότητα του ερευνητή κατά την ανίχνευση της έκβασης, δηλαδή το να μην γνωρίζει ο ερευνητής αν ο συμμετέχων ανήκει στην ομάδα με ή χωρίς τον παράγοντα έκθεσης.<ref name="blindness">{{cite news | url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC1118396/ | title=Blinding in clinical trials and other studies | accessdate=2020-03-29 | date=2000-08-19 | publisher=PubMed}}</ref> Πρέπει να τονιστεί επίσης ότι σε κάποιες περιπτώσεις δεν είναι εφικτό ή δεν είναι ηθικό να διεξαχθεί μια κλινική δοκιμή, όπως στην περίπτωση που ο παράγοντας έκθεσης πιθανολογείται ότι προκαλεί κάποιο αρνητική έκβαση στην υγεία. Η φυσική έκθεση των ανθρώπων σε αυτούς τους παράγοντες, είτε από ατύχημα (π.χ. ραδιενέργεια) είτε περιστασιακή (π.χ. έκθεση στον ήλιο) είτε εκούσια (π.χ. κάπνισμα) μπορεί να καταγραφεί χωρίς να υποβληθούν οι συμμετέχοντες σε παράγοντες κινδύνου εκτός από αυτούς στους οποίους εκτίθενται στην καθημερινότητά τους.