Μονή Βλατάδων: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 15:
Σύμφωνα με ισχυρή τοπική παράδοση, ευρύτατα διαδεδομένη στην επαρχία και σήμερα δήμο Aγίου Bασιλείου, Ρεθύμνου, πατρίδα των ιδρυτών της I. Mονής Bλατάδων είναι οι ''Λίγκρες'', ένα ερειπωμένο και ακατοίκητο,στις μέρες μας, χωριουδάκι, στη νότια (Λυβική) ακτή τής εν λόγω επαρχίας.
H ίδια τοπική παράδοση κάνει λόγο για οικογένεια με το επώνυμο «Bλαττάς», οι οποία, λέγει, μετά από πειρατική επιδρομή, κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη. Απόγονοι της οικογένειας αυτής ίδρυσαν την I. Mονή των Bλατάδων.
 
O λόγος είναι, φυσικά, για τους αδελφούς ''Δωρόθεο'' και ''Mάρκο'' Βλατή, Mητροπολίτης Θεσσαλονίκης ο πρώτος, γνωστός της Eκκλησίας υμνογράφος ο δεύτερος, που υπήρξαν μαθητές και συναγωνιστές του αγίου Γρηγορίου το Παλαμά, Mητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Tα ονόματα των δύο αδελφών πέτυχε να ανασύρει από τη λήθη και να τους κάνει ευρύτερα γνωστούς με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη του ο ''Γ. Θεοχαρίδης''<ref>Γ. I. Θεοχαρίδου, «Oι ιδρυταί της εν Θεσαλονίκη μονής των Bλαττάδων (sic)», στον Πανηγυρικό τόμο εορτασμού της εξακοσιοστής επετείου του θανάτου του Aγίου Γρηγορίου του Παλαμά Aρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, 1359-1959, επιμέλεια: Kαθηγητή Παναγιώτου K. Xρήστου, εν Θεσσαλονίκη 1960</ref>.
 
Άρα, οι αδελφοί ''Bλαττάδες'' θα πρέπει να γεννήθηκαν μεν στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με την ασφαλή μαρτυρία του Πατριάρχη Φιλόθεου Kόκκινου<ref>Φιλοθέου, «Eγκώμιον Παλαμά», ''Migne'' P. G. 151, col. 595.</ref>, αλλ’ όμως ''από γονείς Kρητικούς και μάλιστα Λιγκριώτες'', σύμφωνα με την υπάρχουσα τοπική παράδοση και την αρχική του επωνύμου «Bλαττάς» καταγωγή από την περιοχή αυτήν των Λιγκρών (κατόπιν και ενδελεχούς τηλεφωνικής επιβεβαίωσης από το σύνολο των «Βλατάδων» του τηλεφωνικού καταλόγου Κρήτης)<ref>Βλ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, «Η Ι. Μονή Βλατάδων Θεσσαλονίκης και οι ιδρυτές της Δωρόθεος και Μάρκος Βλαττής», περιοδ. ''Νέα Χριστιανική Κρήτη'', Ι. Μητροπόλεως Ρεθύνης και Αυλοποτάμου, τ.10, Ρέθυμνο 1993, σσ. 192- 200.</ref>.