Αντώνης Κατσαντώνης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Συνδιαλλαγή: χωρίς πηγή, βλ. Συζήτηση
→‎Βίος και δράση: ακόμη μια σήμανση
Γραμμή 4:
 
==Βίος και δράση==
Σύμφωνα με την παράδοση, καταγόταν από το Βασταβέτσι (νυν [[Πετροβούνι Ιωαννίνων|Πετροβούνι]]) της [[Ήπειρος (περιοχή)|Ηπείρου]], από [[Σαρακατσάνοι|σαρακατσαναίικη]] οικογένεια. Το δε πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνης Μακρυγιάννης. Ο Γιάννης Μακρυγιάννης, ο πατέρας του Κατσαντώνη, καταγόταν επίσης από το Βασταβέτσι. Επειδή όμως ο Γιάννης Μακρυγιάννης είχε αναπτύξει κλέφτικη δράση, πήγε και εγκαταστάθηκε τελικά στο [[Μάραθος Ευρυτανίας|Μάραθο (Μύρισι) Αγράφων]] [[Ευρυτανίας]] όπου παντρεύτηκε την Αρετή, κόρη του επίσης ξακουστού κλεφτοκαπετάνιου στα [[Άγραφα]], [[Βασίλης Δίπλας|Βασίλη Δίπλα]].
Το ζευγάρι απέκτησε τρία αγόρια: πρώτο τον Αντώνη (Κατσαντώνη), ο οποίος γεννήθηκε το 1775 στο Μάραθο, τον [[Κώστας Λεπενιώτης|Κώστα Λεπενιώτη]], που γεννήθηκε στη [[Λεπενού]] [[Αιτωλοακαρνανία|Αιτωλοακαρνανίας]], εξ ου και το επώνυμό του, και τον Γιώργο Χασιώτη, που γεννήθηκε στα [[Χάσια]], απ΄ όπου και το επίθετό του.
Γραμμή 10:
Αρκετοί άλλοι μελετητές αναφέρουν πως το ζευγάρι είχε έναν ακόμη γιο, τον Χρήστο ή Κούτσικο, που πέθανε φυλακισμένος από τους Τούρκους στα [[Μετέωρα]], καθώς και μια κόρη, την Κατερίνα, που παντρεύτηκε κατόπιν στο χωριό Βελαώρα των Απεραντίων αλλά δεν είναι γνωστό με ποιον.
Πριν ξεκινήσει την επαναστατική του δράση ήταν βοσκός στο κοπάδι του πατέρα του και είχε γυρίσει όλα τα βουνά των [[Άγραφα|Αγράφων]]. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές παντρεύτηκε μια τσελιγκοπούλα που ονομαζόταν Αγγελική Δράκου και έκανε μαζί της έναν γιο, τον Αλέξανδρο, αλλά οι πληροφορίες για αυτούς είναι λιγοστές και δεν έχουν εξακριβωθεί.{{Εκκρεμεί παραπομπή|σχόλιο=30/06/2020}}
 
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση ο Κατσαντώνης έμενε με τους γονείς του στη [[Λεπενού]], όταν καταγγέλθηκε (το 1800 ή 1802), άδικα κατά κάποιους<ref>Σταμέλος 2004.</ref>, στον [[Αλή Πασάς|Αλή Πασά]], από κάποιον Γιάγκο Καραγκούνη, πως όλη η οικογένεια του Γιάννη Μακρυγιάννη προέβαινε σε συστηματική ζωοκλοπή σε όλη την ευρύτερη περιοχή. Τότε ο Αλή Πασάς διέταξε τη σύλληψή του μαζί με τον γιο του, τον Κατσαντώνη οι οποίοι και οδηγήθηκαν στις φυλακές των [[Ιωάννινα|Ιωαννίνων]].
 
===Έναρξη συμπλοκών===
Ο Κατσαντώνης ορκίσθηκε τότε να ξεπλύνει τη ντροπή της οικογενείας του με τα όπλα, παρατώντας τη βοσκή. Έτσι αφού σκότωσε τον «μπουλούκμπαση» Γιάγκο Καραγκούνη, επιδόθηκε εν συνεχεία σε ληστείες και κλοπές, στην αρχή κατά των χαρατζήδων (δηλ. αυτών που εισέπρατταν τους φόρους για λογαριασμό των Τούρκων) και των [[Σπαχήδες|σπαχήδων]] (εξισλαμησθέντων στρατιωτών ιππέων) του Αλή Πασά. Ο [[Αλή Πασάς]] όταν το έμαθε, προκειμένου να τον εκφοβίσει, διέταξε για δεύτερη φορά τη σύλληψη του πατέρα του, τη δήμευση της περιουσίας του και την πυρπόληση της οικίας του. Αλλά ενώ ο πατέρας του Κατσαντώνη μαζί με κάποιους εκ των συγγενών του πέθαινε στις φυλακές της [[Άρτα]]ς<ref name="Νομός Ευρυτανίας">Συλλογικό έργο, ''Νομός Ευρυτανίας'', σελ. 241.</ref>, ο Κατσαντώνης ενισχύθηκε με ομάδες κλεφτών των αδελφών του Λεπενιώτη και Χασιώτη καθώς και μ΄ εκείνων των Δίπλα και [[Γιώργος Τσόγκας|Τσόγκα]], οπότε και άρχισε ένας αμείλικτος αγώνας μεταξύ των [[Δερβέναγας|Δερβεναγάδων]] του Αλή και των παραπάνω συμμοριών, με κύρια θέατρα συμπλοκών τα Άγραφα, τον Βάλτο, το Ξηρόμερο και άλλες περιοχές.
 
Αντ' αυτών, ο ιστορικός Φραγκίστας περιορίζοντας τα γεγονότα κατά το επιεικέστερο επί των παραδόσεων, αναφέρει πως ο Κατσαντώνης στα εικοσιπέντε του χρόνια, ([[1802]]) εγκατέλειψε τον ποιμενικό βίο και έγινε κλέφτης, έπειτα από κάποιο περιστατικό που του συνέβη μ' έναν Τούρκο. Είχε συλληφθεί και αφού δάρθηκε από ένα μπουλούκμπαση με την κατηγορία της ζωοκλοπής, αφέθηκε ελεύθερος αφού κατέβαλε πολλά λύτρα. Μόλις ο Κατσαντώνης απελευθερώθηκε, σκότωσε τον μπουλούκμπαση και υποχρεώθηκε έτσι, φυγοδικώντας, να στραφεί στην κλέφτικη ζωή. Εντάχθηκε στην ομάδα του παππού του Δίπλα, που λέγεται κατά την παράδοση ότι ήταν και νονός του. Αργότερα τον ακολούθησαν και τα δυο μικρότερα αδέρφια του, ενώ χάρη στις ικανότητες του Κατσαντώνη ο Δίπλας αύξησε τη δύναμη του ασκεριού του και όταν σε προχωρημένη ηλικία ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, παρέδωσε τα ηνία της ηγεσίας της κλεφτουριάς των Αγράφων στον εγγονό του Κατσαντώνη. Ο [[Αλή πασάς]] των [[Ιωάννινα|Ιωαννίνων]] εξόντωσε την οικογένειά του, μόλις έμαθε ότι το αρματολίκι των Αγράφων ξεσηκώνεται εναντίον του από τον Κατσαντώνη, και αυτός με τη σειρά του για να τον εκδικηθεί, εξόντωσε πολλούς [[Τουρκαλβανοί|Τουρκαλβανούς]] σε διάφορες ενέδρες και μάχες. Τον Μάιο του 1808 έφερε μια τιμητική διάκριση για τον Κατσαντώνη, αφού είχε σκοτώσει τον [[Βεληγκέκας|Βεληγκέκα]]<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>, γνωστό από το [[θέατρο Σκιών]].
Γραμμή 28:
 
===Το τέλος===
Επανερχόμενος ο Κατσαντώνης στα Άγραφα, ήδη προσβεβλημένος από [[ευλογιά]] από παιδική ηλικία αποσύρθηκε των περιπετειών, το καλοκαίρι του [[1809]]. Παρά τις προσπάθειες του γιατρού του, Θανάση Ντουφεκιά, η κατάσταση του ήταν μη αναστρέψιμη. Έτσι μαζί με τ΄ αδέλφια του και τεσσάρων συντρόφων του διέμενε κρυμμένος στο σπήλαιο Φούρκα της [[Ευρυτανίας]], στο χωριό «Μοναστηράκι» των Αγράφων σε μια άγρια και δυσπρόσιτη περιοχή<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>. Εκεί τον περιποιούνταν ο γιατρός του Ντουφεκιάς και για την ασφάλειαασφάλειά του άφησαν 5 κλέφτες με τον Γιώργο Χασιώτη επικεφαλής. Το πολεμικό σώμα του Κατσαντώνη ανέλαβε να διοικεί ο άλλος του αδερφός, ο [[Κώστας Λεπενιώτης]].
Ο τόπος απόκρυψης του Κατσαντώνη, τελικά, προδόθηκε στον Αλή Πασά (από κάποιον Γκούρλια ή από έναν καλόγερο ή από μια γριά που πουλούσε βότανα για μαγγανείες ή ακόμη από έναν φίλο του Κατσαντώνη που ονομαζόταν Σιούρτας και παρά τη θέλησή του υποχώρησε ,ύστερα από βασανιστήρια). Τότε, ο Αλή Πασάς έστειλε τον έμπιστό του μουχουρντάρη (=σφραγιδοφύλακα) [[Άγος Βαστάρης|Άγο Βαστάρη]] με 800 άνδρες να τον συλλάβει. Ενώ αρχικά δεν εντοπιζόταν το σημείο απόκρυψης, κάποιοι βρήκαν τον βοσκό, ο οποίος μετά από θηριώδη βασανιστήρια αποκάλυψε το σημείο του σπηλαίου. Όταν άρχισε η πολιορκία, ο Χασιώτης άρπαξε τον αδελφό του στον ώμο και διέφυγαν. Μετά από επτά ώρες καταδίωξη, κυκλώθηκαν μέσα σε χαράδρα με αποτέλεσμα να αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν με τον Άγο Βαστάρη, ο οποίος όμως αθετώντας τον λόγο του, τους έδεσε και τους οδήγησε θριαμβευτικά στα [[Γιάννενα]]<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>.
Ο Αλή Πασάς δέχθηκε αρχικά με ευγένεια τον Κατσαντώνη τάζοντάς του ακόμα και πατρική στοργή αν δεχόταν να του φανερώσει που είχε κρυμμένους τους περιβόητους θησαυρούς που λέγονταν πως είχε από τις πολυάριθμες λαφυραγωγήσεις και ληστείες που είχε διαπράξει, και που από τις έρευνες του μουχουρντάρη δεν βρέθηκαν στο σπήλαιο. Ο Κατσαντώνης όμως δεν απαντούσε με συνέπεια να οδηγηθεί τελικά μαζί με τον αδελφό του Χασιώτη στον ιστορικό πλάτανο όπου και υπέστη τοτον μαρτυρικό θάνατο δια της συντριβής των οστών του<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>. Λέγεται ότι ο Αλή του έταξε αξιώματα και ότι θα μεριμνούσαν γιατροί του παλατιού του για την υγεία του αρκεί να προσκυνήσει, ωστόσο ο Κατσαντώνης αρνήθηκε. Κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του, περιφρονητικά ακούσθηκε να λέγει μέσα σε παραλήρημα που έμεινε ιστορικό: «έρμα γρόσια, έρμα γρόσια».
 
Η παράδοση θέλει τον Κατσαντώνη κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του να τραγουδά περήφανα ώστε να μη δείχνει τον πόνο του αλλά να ξεψυχάει πρώτος, εφόσον ήταν και βαριά άρρωστος, ενώ μετά από λίγο πέθανε και ο αδερφός του. Σημειώνεται ότι τον σκληρό Τουρκαλβανό Άγο Βαστάρη εκδικήθηκε για την σύλληψη του Κατσαντώνη ο Σουλιώτης [[Μάρκος Μπότσαρης]] στη [[μάχη του Κεφαλόβρυσου]] Καρπενησίου ([[1823]]), κατά την οποία τον σκότωσε ο ίδιος.