Σύμπλεγμα του Λαοκόωντος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Ορθογραφία |
||
Γραμμή 7:
Για το άγαλμα έχουν προταθεί διάφορες χρονολογίες, ξεκινώντας από το 160 π.Χ. (οι πιο πρώιμες) μέχρι το 20 π.Χ. Επιγραφές από τη [[Λίνδος|Λίνδο]] της [[Ρόδος|Ρόδου]], τοποθετούν τους γλύπτες Αγήσανδρο και Αθηνόδωρο στην περίοδο μετά το 42 π.Χ., καθιστώντας την περίοδο 42 έως 20 π.Χ. πιο πιθανή για τη δημιουργία του αγάλματος.
Δεν είναι γνωστό αν πρόκειται για πρωτότυπο έργο ή αντίγραφο παλαιότερου γλυπτού. Έχει προταθεί πως οι τρεις Ρόδιοι καλλιτέχνες που το φιλοτέχνησαν ήταν αντιγραφείς, πιθανώς ενός [[ορείχαλκος|ορειχάλκινου]] αγάλματος από την [[Πέργαμος|Πέργαμο]], το οποίο θα δημιουργήθηκε γύρω στο 200 π.Χ.<ref>Stewart, Andrew W. (1996), "Hagesander, Athanodorus and Polydorus", στο Hornblower, Simon, Oxford Classical Dictionary, Oxford: Oxford University Press.</ref> Ο [[Πλίνιος ο Πρεσβύτερος]] στο έργο του ''Φυσική Ιστορία'' (''Historia Naturalis'', XXXVI, 37) υποστηρίζει ότι το έργο ήταν τοποθετημένο στο παλάτι του αυτοκράτορα [[Τίτος|Τίτου]]. Ο ίδιος υποστηρίζει επίσης ότι είχε σκαλιστεί από μονοκόμματο μάρμαρο, αν και κατά την ανεύρεσή του ήταν φανερό ότι αποτελούνταν από 7
Το άγαλμα πιθανώς παραγγέλθηκε για να κοσμήσει την κατοικία κάποιου πλούσιου Ρωμαίου. Αποκαλύφθηκε το 1506, κοντά στη θέση του Χρυσού Παλατιού (Domus aurea) του [[Νέρων|Νέρωνα]], σε ένα αμπελώνα. Μόλις το έμαθε ο [[Πάπας Ιούλιος Β΄]], ο οποίος ήταν ενθουσιώδης κλασικιστής, το αγόρασε και το τοποθέτησε στον κήπο Μπελβεντέρε (τώρα μέρος των [[Μουσεία Βατικανού|Μουσείων του Βατικανού]]).
Γραμμή 16:
=== Αποκαταστάσεις ===
[[Αρχείο:Laocoonphoto.jpg|thumb|right|200px|Μετωπική όψη του αγάλματος, μετά από αποκατάσταση που έγινε πριν τον 20 αι. Συγκρίνετε με το χαρακτικό του Μπλέικ, παρακάτω]][[Αρχείο:Laocoön_and_His_Sons.jpg||thumb|right|200px|Σύγχρονη μετωπική όψη]] Όταν ανακαλύφθηκε το άγαλμα, έλειπε το δεξί χέρι του Λαοκόοντα, μαζί με μέρος της παλάμης του ενός παιδιού και το δεξί χέρι του άλλου. Η αναπαράσταση αυτών των
Το 1906, ο αρχαιολόγος, έμπορος έργων τέχνης και διευθυντής του Μουσείου Αρχαίας Γλυπτικής Τζιοβάνι Μπαράκο (Barracco), Λούντβιχ Πόλακ (Ludwig Pollak), ανακάλυψε σπάραγμα μαρμάρινου χεριού σε κήπο οικοδόμου στη Ρώμη. Καθώς παρατήρηση τυπολογική ομοιότητα με το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα, παρέδωσε το σπάραγμα στα Μουσεία του Βατικανού, όπου και παρέμεινε στις αποθήκες για μισό αιώνα. Στη δεκαετία του 1950, το μουσείο ότι αυτό το χέρι, το οποίο ήταν λυγισμένο με τον τρόπο που είχε μαντέψει ο Μιχαήλ Άγγελος, ανήκε στο άγαλμα του Λαοοκόοντα. Έτσι το άγαλμα αποκαταστάθηκε με την ενσωμάτωση του νέου χεριού. <ref>Βλ. Beard, Mary. ''Arms and the Man: The restoration and reinvention of classical sculpture'', [http://tls.timesonline.co.uk/article/0,,25829-2465943_2,00.html Times Literary Supplement], 02/02/2001. Η Beard, στην πραγματικότητα, βλέπει με πολύ σκεπτικισμό την απόδοση του ανευρεθέντος χεριού στον Λαοοκόντα, παρατηρώντας ότι ‘Το νέο χέρι δεν ταιριάζει απευθείας με τον σπασμένο ώμο του πατέρα (χρειάστηκε να παρεμβληθεί γύψινη σφήνα). επίσης, οι διαστάσεις του φαίνεται να ανήκουν σε μικρότερη κλίμακα και το μάρμαρο είναι ελαφρά διαφορετικού χρώματος’.</ref> Τα αποκατεστημένα τμήματα των παιδικών χεριών αφαιρέθηκαν. Κατά τη φάση της αποσυναρμολόγησης, η εξέταση των οπών των πείρων, των εγκοπών και των μεταλλικών
Υπάρχουν πολλά αντίγραφα του αγάλματος,
== Επιδράσεις ==
|