Ιστορία της εξελικτικής σκέψης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Minisberg (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
Η '''εξελικτική σκέψη''', η αντίληψη ότι τα είδη αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, στις ιδέες των [[Αρχαία Ελλάδα|αρχαίων Ελλήνων]], των [[Αρχαία Ρώμη|Ρωμαίων]], και των [[Ιστορία της Κίνας|Κινέζων]] καθώς και στη [[επιστήμη στο μεσαιωνικό Ισλάμ|μεσαιωνική ισλαμική επιστήμη]]. Εντούτοις, μέχρι το 18ο αιώνα, η Δυτική βιολογική σκέψη κυριαρχείτο από την [[ουσιοκρατία]], την πεποίθηση ότι κάθε είδος έχει ουσιώδη χαρακτηριστικά που δεν αλλάζουν. Η αντίληψη αυτή άρχισε να αμφισβητείται κατά το [[Διαφωτισμός|Διαφωτισμό]], όταν η εξελικτική κοσμολογία και η [[μηχανική φιλοσοφία]] επεκτάθηκαν από τις φυσικές επιστήμες στη φυσική ιστορία. Οι φυσιοδίφες άρχισαν να εστιάζουν την προσοχή τους στην ποικιλότητα των ειδών. Η εμφάνιση της [[παλαιοντολογία]]ς και της έννοιας της [[εξαφάνιση (βιολογία)|εξαφάνιση]]ς υπονόμευσαν περαιτέρω την στατική αντίληψη της φύσης. Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο [[Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ]] πρότεινε τη θεωρία της [[μεταλλαγή των ειδών|μεταλλαγής των ειδών]], την πρώτη πλήρως μορφοποιημένη επιστημονική θεωρία για την [[εξέλιξη (βιολογία)|εξέλιξη]].
 
Το 1858, ο [[Κάρολος Δαρβίνος]] και ο [[Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας]] δημοσίευσαν μια νέα εξελικτική θεωρία, η οποία εξηγείτο λεπτομερώς στο έργο του Δαρβίνου, ''[[Η καταγωγή των ειδών|Καταγωγή των Ειδών]]'' (''On the Origin of Species'') (1859). Εν αντιθέσει με τον [[Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ|Λαμάρκ]], ο [[Δαρβίνος]] πρότεινε [[κοινή καταγωγή]] και διακλαδιζόμενο [[δέντρο της ζωής]]. Η θεωρία βασιζόταν στην ιδέα της [[φυσική επιλογή|φυσικής επιλογής]], και συνέθετε ένα ευρύ φάσμα στοιχείων από την κτηνοτροφία, τη [[βιογεωγραφία]], τη [[γεωλογία]], τη [[μορφολογία]] και την [[εμβρυολογία]].
 
Η αντιπαράθεση πάνω στο έργο του Δαρβίνου οδήγησε στη ραγδαία αποδοχή της γενικής έννοιας της εξέλιξης, όμως ο ειδικός μηχανισμός τον οποίο πρότεινε, η φυσική επιλογή, δεν έγινε ευρέως αποδεκτός μέχρι να αναγεννηθεί από εξελίξεις στη βιολογία μεταξύ των δεκαετιών του 1920 και 1940. Πριν από αυτό οι περισσότεροι βιολόγοι υποστήριζαν ότι άλλοι παράγοντες ήταν υπεύθυνοι για την εξέλιξη. Μερικές από τις εναλλακτικές υποθέσεις στην φυσική επιλογή που προτάθηκαν κατά τη διάρκεια της [[έκλειψη του Δαρβινισμού|έκλειψης του Δαρβινισμού]] περιλάμβαναν την [[κληρονομικότητα των επίκτητων χαρακτηριστικών]] (νεολαμαρκισμός), μια εγγενή παρόρμηση για αλλαγή (ορθογένεση), και τις ξαφνικές μεγάλες μεταλλάξεις (''saltationism''). Με τη σύνθεση της φυσικής επιλογής και της [[Μεντελική κληρονομικότητα|Μεντελικής γενετικής]], κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και 1930, προέκυψε ο νέος κλάδος την [[γενετική των πληθυσμών|γενετικής των πληθυσμών]]. Καθ' όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του 1930 και του 1940, η γενετική των πληθυσμών εντάχθηκε σε άλλα βιολογικά πεδία και διαμορφώθηκε μια ευρέως εφαρμόσιμη θεωρία της εξέλιξης, η οποία περιέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της βιολογίας, η [[σύγχρονη εξελικτική σύνθεση]].
Γραμμή 17:
Ο [[Πλάτων]] (περ. 428-348 π.Χ) ήταν, σύμφωνα με τον ιστορικό και βιολόγο [[Ερνστ Μάιρ]] (''Ernst W. Mayr''), ο «μεγάλος αντιήρωας της εξέλιξης»,<ref>{{Harvnb |Mayr|1982| p= 304}}</ref> καθώς θεμελίωσε τη φιλοσοφία της [[ουσιοκρατία]]ς, την οποία αποκαλούσε [[Θεωρία των Μορφών]]. Σύμφωνα με την πλατωνική θεωρία, τα παρατηρούμενα αντικείμενα στο πραγματικό κόσμο είναι ανακλάσεις περιορισμένου αριθμού [[ουσία|ουσιών]]. Η ποικιλία είναι απλώς το αποτέλεσμα ατελών αντικατοπτρισμών αυτών των σταθερών ουσιών. Στον ''[[Τίμαιος (διάλογος)|Τίμαιο]]'', ο Πλάτωνας έθεσε την ιδέα του δημιουργού του [[κόσμος|κόσμου]] και των πάντων εντός αυτού, γιατί όντας καλός, και συνεπώς «…&nbsp;χωρίς φθόνο, επιθυμούσε όλα τα όντα να είναι σαν Αυτόν όπως μπορούσαν να είναι». Ο δημιουργός δημιούργησε όλες τις δυνατές μορφές ζωής, καθώς «…&nbsp;χωρίς αυτές το σύμπαν θα ήταν ατελές, καθώς δεν θα περιείχε κάθε είδος ζώου που θα όφειλε να περιέχει, αν επρόκειτο να είναι τέλειο». Αυτή η ιδέα, ότι όλες οι μορφές ζωής είναι αναγκαίες για την τέλεια δημιουργία, αποκαλείται [[αρχή της πληρότητας]], και επηρέασε πολύ τη χριστιανική σκέψη.<ref name=oet>{{cite web| author =Ian Johnston | title =Section Three: The Origins of Evolutionary Theory| work =. . . And Still We Evolve: A Handbook on the History of Modern Science| publisher =Liberal Studies Department, Malaspina University College| year =1999| url =http://records.viu.ca/~johnstoi/darwin/sect3.htm| accessdate =2015-06-15}}</ref>
 
Ο [[Αριστοτέλης]] (384-322 π.Χ.), ένας από τους αρχαίους φιλόσοφους που άσκησαν μεγάλη επιρροή, είναι ο πρωιμότερος φυσικός ιστορικός του οποίου το έργο διατηρήθηκε λεπτομερώς. Τα γραπτά του στη βιολογία ήταν αποτέλεσμα της έρευνάς του στη φυσική ιστορία της περιοχής της [[Λέσβος|Λέσβου]], και επιβίωσαν σε τέσσερα βιβλία, ''[[Περί ψυχής]]'', ''[[Περί τα Ζώα Ιστορίαι]]'', ''[[Περί Ζώων Γενέσεως]]'' και ''[[Περί ζώων μορίων]]''. Τα έργα του [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] περιέχουν αξιοσημείωτες οξείς παρατηρήσεις και ερμηνείες, μαζί με διάφορους μύθους και λάθη — που αντικατοπτρίζουν την άνιση κατάσταση της γνώσης στην εποχή του.<ref name="Singer_SHB">{{Harvnb |Singer|1931}}</ref> Εντούτοις, σύμφωνα με τον [[Τσαρλς Σίνγκερ]], «τίποτα δεν είναι πιο αξιοσημείωτο από τις προσπάθειες του Αριστοτέλη να εκθέσει τις σχέσεις των ζωντανών οργανισμών ως μία scala naturæ».<ref name="Singer_SHB"/> Αυτή η ''[[scala naturae]]'' που περιγράφεται στο ''Περί των ζώων ιστορίαι'', καταχωρούσε τους οργανισμούς σε μία ιεραρχική κλίμακα ή ''αλυσίδα της ύπαρξης'', τοποθετώντας τους ανάλογα με την πολυπλοκότητα της δομής και της λειτουργίας τους, σχετικά με οργανισμούς που έδειχναν μεγαλύτερη ζωτικότητα και ικανότητα κίνησης που περιγράφονταν ως ''ανώτεροι οργανισμοί''.<ref name=oet/>
 
=== Κινέζοι ===
Γραμμή 44:
 
====Στη Δύση====
Κατά τη διάρκεια του [[Πρώιμος μεσαίωνας|πρώιμου μεσαίωνα]], η κλασσική ελληνική σκέψη είχε χαθεί στην Δύση. Εντούτοις οι επαφές με τον [[Ισλαμική Αναγέννηση|Ισλαμικό κόσμο]], όπου τα ελληνικά χειρόγραφα είχαν διατηρηθεί και μελετηθεί, σύντομα οδήγησαν σε μαζικές μεταφράσεις στα [[λατινική γλώσσα|λατινικά]] το 12ο αιώνα. Οι Ευρωπαίοι έτσι γνώρισαν ξανά τα έργα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, καθώς και την ισλαμική σκέψη. Στη Δυτική εκκλησία ([[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία|Ρωμαιοκαθολική]] και μεταγενέστερα η [[Προτεσταντική θρησκεία|Προτεσταντική]]), [[Χριστιανική φιλοσοφία|Χριστιανοί στοχαστές]] της σχολής των [[σχολαστικισμός|σχολαστικών]], και ιδιαίτερα ο [[Πέτρος Αβελάρδος|Αβελάρδος]] και ο [[Θωμάς Ακινάτης|Ακινάτης]], συνδύασαν την αριστοτελική κατηγοριοποίηση με τις ιδέες του [[Πλάτων|Πλάτωνα]] για την αγαθότητα του Θεού, καθώς και την ιδέα ότι όλες οι δυνατές μορφές ζωής είναι τέλειες σε μία τέλεια δημιουργία, στην οργάνωση όλων των άψυχων, έμψυχων, και πνευματικών όντων σε ένα γιγάντιο διασυνδεδεμένο σύστημα που περιγράφηκε με τον όρο ''scala naturæ'' ή [[μεγάλη αλυσίδα της ύπαρξης]].<ref name="oet" /><ref>{{Harvnb |Lovejoy|1936| p=67–80}}</ref>
 
Στα πλαίσια αυτού του συστήματος, οτιδήποτε υπήρξε μπορούσε να ταξινομηθεί, από το ''κατώτερο'' στο ''ανώτερο'', με την [[κόλαση]] στην κατώτατη θέση και το Θεό στην κορυφή. Κάτω από το θεό βρίσκονταν μια αγγελική ιεραρχία σηματοδοτημένη από τις τροχιές των πλανητών, η ανθρωπότητα σε μία μεσαία θέση, και τα σκουλήκια στην κατώτερη θέση από τα ζώα. Καθώς το σύμπαν θεωρείτο τέλειο, η μεγάλη αλυσίδα της ζωής ήταν επίσης τέλεια. Δεν υπήρχαν άδειοι κρίκοι στην αλυσίδα, και κανένας κρίκος δεν αντιπροσωπευόταν από παραπάνω από ένα είδος. Συνεπώς, κανένα είδος δε μπορούσε να μετακινηθεί από τη μία θέση στην άλλη. Έτσι, στην εκχριστιανισμένη εκδοχή του τέλειου πλατωνικού σύμπαντος, τα είδη δεν άλλαζαν ποτέ, αλλά παρέμεναν πάντα σταθερά, σύμφωνα με το βιβλίο της ''[[Γένεση (βιβλίο)|Γένεσης]]''. Για τους ανθρώπους θεωρείτο αμαρτία να ξεχάσουν τη θέση τους, είτε συμπεριφέρονταν σαν κατώτερα ζώα είτε εποφθαλμιώντας ανώτερη θέση από αυτή που τους δόθηκε από το δημιουργό.<ref name=oet/>