Λουίς δε Καμόες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 10:
Το 1553 συνελήφθη για συμμετοχή του σε ανταρσία στη Λισαβόνα και φυλακίστηκε, αλλά αμνηστεύτηκε με βασιλική χάρη που του δόθηκε από το βασιλιά Ιωάννη Γ΄ και στάλθηκε για βασιλική υπηρεσία στην Ινδία, ναυάγησε στο Δέλτα του ποταμού [[Μεκόνγκ]], περιπλανήθηκε στη Μοζαμβίκη (1567), από όπου τον βοήθησε τελικά ο Ντιόγκο ντε Κούτο να επιστρέψει στην πατρίδα του.
 
Μετά την επιστροφή του στη Λισαβόνα, το 1570, του παρασχέθηκε μια πενιχρή βασιλική σύνταξη για τις υπηρεσίες του, που τον συντηρούσε για το υπόλοιπο της ζωής του. Το 1572 δημοσίευσε το διάσημο έπος του «[[Οι Λουσιάδες]]», που το είχε γράψει ενώ βρισκόταν ακόμη στην Ανατολή.<ref name="WDL">{{cite web |url = http://www.wdl.org/en/item/11198/ |title = The Lusiads |website = [[World Digital Library]] |date = 1800–1882 |accessdate = 2013-08-31 }}</ref>
 
Ο Καμόες πέθανε στη Λισαβόνα, σε ηλικία 55 ετών, στις 20 Ιουνίου 1580, λόγω της κλονισμένης υγείας του από τις κακουχίες.
Γραμμή 16:
== Λογοτεχνικό έργο ==
 
Ο Λουίς ντε Καμόες είναι ο δημιουργός του εθνικού έπους της Πορτογαλίας «ΛουζιάδεςΟι Λουσιάδες» ή Λουζιτανοί (Os Lusiadas, 1572).<ref name="WDL"/> Στο επικό αυτό ποίημά του, ο Καμόες εξαίρει τα γεγονότα της πορτογαλικής ιστορίας και τα κατορθώματα των υιών του ΛούζουΛούσου, των ΛουζιάδωνΛουσιάδων, όπως ονομάζονταν οι Πορτογάλοι από τους Ρωμαίους από την αρχαία ρωμαϊκή ονομασία «ΛουζιτάνιαΛουσιτάνια» (Lusitania) της Πορτογαλίας.
 
Οι «ΛουζιάδεςΛουσιάδες» είναι ένα έμμετρο έπος, που εκτείνεται σε 10 κάντος και 1.102 οκτάστιχες ομοιοκαταληκτικές στροφές (ottava rima). Το θέμα του αφηγείται το ιστορικό ταξίδι του Πορτογάλου θαλασσοπόρου [[Βάσκο ντα Γκάμα]] προς την Ινδία με τον περίπλου του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας στα τέλη του 15ου αιώνα (1498).<ref name="WDL"/>
 
Το επικό αυτό ποίημα του Καμόες έχει γραφτεί κατά το πρότυπο της «Αινειάδας» του [[Βιργίλιος|Βιργιλίου]] και του «Μαινόμενου Ορλάνδου» του [[Αριόστο]] και ήταν αφιερωμένο στο βασιλιά Σεβαστιανό της Πορτογαλίας (Sebastiao, 1554 – 1578), ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια αντιμουσουλμανικής σταυροφορίας στο Μαρόκο.
 
Η φήμη και το λογοτεχνικό έργο του Καμόες έγινε γνωστό πέρα από τα σύνορα της πατρίδας του, όσο ακόμη ζούσε. Απέκτησε θαυμαστές σε όλη την Ευρώπη, ανάμεσα στους οποίους ήταν μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας, όπως ο ΤορκοάτοΤορκουάτο ΤάσοΤάσσο, ο Λόπε δε Βέγκα, ο Μίλτον, ο Γκαίτε, ο Μπάυρον και στα νεότερα χρόνια ο Αμερικανός μυθιστοριογράφος Χέρμαν Μέλβιλ. Ένα αντίτυπο από την πρώτη έκδοση των «Λουσιάδων» (1572) βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του [[Παλάσιου ντε Μάφρα]].
 
Εκτός από τους «ΛουζιάδεςΛουσιάδες», ο Καμόες άφησε και σημαντικό λυρικό έργο: ωδές, σονάτα, ελεγείες και τραγούδια, από τα οποία ξεχωρίζουν τα λυρικά ποιήματά του σε ενδεκασύλλαβους (Rimas, 1595), όπου απομιμείται τους αρχαίους κλασικούς συγγραφείς.
 
Ο Καμόες έγραψε επίσης και τρία θεατρικά έργα: «Οι Αμφιτρύονες», βασισμένο στο γνωστό θέμα του Πλούτου, «Ο βασιλιάς Σέλευκος», εμπνευσμένο από τον Πλούταρχο, και ο «Φιλόδημος», που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του Καμόες, μαζί με τους «Αμφιτρύονες» (1587), αλλά είχε γραφτεί πολύ νωρίτερα.