Κατακόμβες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 2A02:587:9839:2E08:C979:39D9:AF64:CC08 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό ArisMethymna
Ετικέτα: Επαναφορά
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
==Η προέλευση της ονομασίας==
Ο όρος «κατακόμβη» παράγεται από την ελληνική πρόθεση κατά και τη λατινική λέξη ''cuba'', η οποία είναι δάνειο από την ελληνική ''κύμβη'', που σημαίνει τύμβος, τάφος.<ref>Π. Ρόκκος, «Αρχή και γέννησις των κατακομβών», Γρηγόριος Παλαμάς, τ/χ.4 (1920), σελ.628-629. Αθανάσιος Παλιούρας, «Κατακόμβες», Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, ''Θρησκείες'', Εκδοτική Αθηνών, τομ.21 (1992), σελ.226-227</ref>
Η αρχική έννοια της λέξεως δεν σχετιζόταν με τους τόπους ταφής, αλλά αποτελούσε ονομασία συγκεκριμένης περιοχής στηνστη [[Ρώμη]]: στον ποταμό Τίβερη συγκεκριμένα, υπήρχε τοποθεσία με πολλές κοιλότητες στο έδαφος που χρησίμευε ως σταθμός πλοίων.<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο: ''Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου'' (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.438 </ref>
 
Η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για το υπόγειο κοιμητήριο του [[Άγιος Σεβαστιανός|Αγίου Σεβαστιανού]] της στη [[Ρώμη]]:«cimeterium catecumbas ad St. Sebastianum Via Appia»<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.439</ref>. Σ' αυτό απ' ό,τι πιστεύεται, φύλαξαν και τα λείψανα των αποστόλων [[Απόστολος Πέτρος|Πέτρου]] και [[Απόστολος Παύλος|Παύλου]]. Κατ' επέκταση χρησιμοποιήθηκε [[Κατακόμβες της Ρώμης|για όλα τα υπόγεια κοιμητήρια γύρω από τη Ρώμη]].
 
Οι υπόγειοι τάφοι δεν είναι χριστιανική εφεύρεση, αλλά εντοπίζονται στην Ετρουρία και στο Λάτιο, αλλά και στην Παλαιστίνη φτιαγμένοι από τους Φοίνικες. Οι Ιουδαίοι είχαν κατακόμβες πριν από τους Χριστιανούς στη Ρώμη.<ref>Ιάκωβος Αρχιτζικάκης, «Ο Χριστιανισμός και αι κατακόμβαι της Ρώμης», Νέα Σιών τομ.10, (1910), σελ. 454</ref>
 
==H προέλευσή τους==
Γραμμή 16:
==Η κατασκευή των κατακομβών==
Οι κατακόμβες λαξεύονταν σε πορώδες έδαφος περιέχοντας περίπλοκα συμπλέγματα διαδρόμων και κεντρικών θαλάμων στα τοιχώματα των οποίων ανοίγονται τάφοι σε επάλληλες σειρές και σε διάφορα σχήματα. Οι “κοπιάτες” (fessores) ήταν αυτοί οι οποίοι είχαν την επιμέλεια (εκσκαφή, συντήρηση, διαφύλαξη) των κατακομβών και ήταν ειδικευμένοι τεχνίτες που με το πέρασμα του χρόνου αποτέλεσαν και συντεχνίες<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.442</ref>.
Επρόκειτο για λαβύρινθο υπόγειων διαδρόμων και αλλεπέλληλων επιπέδων αποτελώντας διάφορα πατώματα ή ορόφους (piani) (έχουμε πέντε, έξι ή ακόμα και επτά ορόφους) Η μετάβαση από τον ένα στον άλλο όροφο γινόταν με εσωτερική κλίμακα κι όχι με βαθμιαία κλίση των διαδρόμων. Τα κατώτερα πατώματα είναι και τα μεταγενέστερα, χωρίς να αποκλείται οι οι ανώτεροι όροφοι να είναι μεταγενέστεροι. Συχνά οι κοπιάται, από φόβο μήπως καταρεύσεικαταρρεύσει το έδαφος, άφηναν αρκετά συμπαγές έδαφος ενδιάμεσα από δύο ορόφους, αλλά διαπιστώνοτας στη συνέχεια τη στερεότητα του εδάφους, διάνοιγαν εκ των υστέρων εκεί άλλο διάδρομο.
Οι διάδρομοι (ambulacra) δεν διανόγοντανδιανοίγονταν βάσει κάποιου συστήματος. Οι διάδρομοι αποτελούσαν αυτό το ίδιο το κοιμητήριο και δεν οδηγούσαν σε κάποιο υπόγειο κοιμητήριο: εκατέροθεν οι κατακόρυφοι τοίχοι ήταν τάφοι (loculi). Αυτοί διανόιγονταν στο βάθος του βράχου σε σχήμα μικρών παραθύρων , σε σειρές επάλληλες που έφταναν τους 5, 6 μέχρι και 12 (παρομοιάζονται με κουκέτες καμπινών πλοίων. Το βάθος κάθε τέτοιου τάφου και κατ΄επέκταση η χωρητικότητά του ποικίλε: από ένα νεκρό, μέχρι δύο (bisomi),τρεις (trisomi), ή τέσσερις (quadrisomi). Το σχήμα τους ήταν ορθογώνιο παραλληλόγραμμο ή τραπέζιο. Μετά την τοποθέτηση του νεκρού ο τάφος έκλεινε με πλάκα μαρμάρινη (tabula) με επίχρισμα ασβέστου. <ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.443-444</ref>
Είδος μεταγενέστερων τάφων είναι οι σε σχήμα τραπεζιού τάφοι (Spolcro a mensa)και τα ''αρκοσόλια'' (arcosolium): τα τελευταία ήταν αψιδωτοί τάφοι όπου τοποθετούνταν κατά κύριο λόγο οι μάρτυρες ή οι διακριθέντες ή οι επίσημοι χριστιανοί. Οι τάφοι αυτοί ανοίγονταν σαν σαρκοφάγοι και σκάβονταν κάθετα προς τα κάτω. Πολλές αψίδες καταστράφηκαν επειδή αργότερα διάφοροι χριστιανοί επιθυμώντας να ταφούν κοντά σε μάρτυρες, άνοιγαν τάφους (loculi) στα τοιχώματα των αψίδων. Αρκοσόλια βρίσκονται κυρίως όχι τόσο στους διαδρόμους αλλά στους νεκρικούς θαλάμους (cubiculum): οι θάλαμοι αυτοί ήταν προορισμένοι για οικογενειακούς τάφους κατ' επίδρασιν των εθνικών. Το σχήμα τους ήταν τετράγωνο ή τριγωνικό, ή πεντάγωνο ή εξάγωνο ή οκτάγωνο, κυκλικό ή ημικυκλικό.<ref>Παναγιώτης Τρεμπέλας, «Αι κατακόμβαι», στο:Εναίσιμα επί τη τριακοστή πέμπτη επετηρίδι της επιστημονικής δράσεως του Μακαριωτάτου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου (επί. Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, εν Αθήναις 1931, σελ.446-447</ref>
Ως προς τον αερισμό τους κατά διάφορες αποστάσεις υπήρχαν αεραγωγοί που επικοινωνούσαν με την επιφάνεια, ενώ για το φωτισμό υπήρχαν λυχνίες από αργυρό ή ορύχαλκο: μάλιστα με τη χρήση αυτών των λυχνιών συνδέεται η συνήθεια καύσης καντηλιών ή ανάματος κεριών στις εκκλησίες σε ανάμνηση των δοκιμασιών των πρώτων χριστιανών.<ref>Π. Ρόκκος, «Αρχή και γέννησις των κατακομβών», Γρηγόριος Παλαμάς, τ/χ.4 (1920), σελ.711</ref>
Γραμμή 31:
Η ζωγραφική των κατακομβών συνιστά την πρώτη μνημειακή ζωγραφική του Χριστιανισμού<ref>Κωνσταντίνος Καλοκύρης, Εισαγωγή εις την Χριστιανικήν και Βυζαντινήν Αρχαιολογίαν, εκδ. Π.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1970, σελ.123</ref>
Τα θέματα της ζωγραφικής των κατακομβών είναι εθνικά και χριστιανικά. Εντοπίζονται στις οροφές των νεκρικών θαλάμων και στα μεταξύ των τάφων διαστήματα. Όλες οι απεικονίσεις είναι νωπογραφίες. Τα θέματα είναι συμβολικά και αντλούνται από την εθνική και χριστιανική παράδοση. Από την πρώτη έχουμε φυτικά και ζωικά θέματα: η ελιά (δηλώνει την ειρήνη), το αμπέλι (ο Χριστός, ''εγώ ειμί η άμπελος, Ιω.15, 1, αλλά και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας), το πτηνό φοίνικας (νίκη κατά του θανάτου), το ελάφι (ο πόθος της ψυχής προς τον Χριστό). Αντικείμενα: ο φάρος (σωτηρία από το ναυάγιο της ζωής), το πλοίο (η Εκκλησία), η άγκυρα (σύμβολο ελπίδας). ΄Αλλα πάλι ζωικά θέματα απλά έχουν διακοσμητικό χαρακτήρα (άλογα, κριάρια). Εξωβιβλικά σύμβολα είναι ακόμα: η Δεομένη Μορφή σε στάση προσευχής (πρβλ. Μινωική θεά με υψωμέα χέρια). Ο Ιχθύς, σύμβολο προϋπάρχων στη Συρία όπου και ιχθυολατρεία (στο Χριστιανισμό: η ακροστιχίδα ''Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ'' δηλώνει τη χριστιανική πίστη. Είναι σύμβολο ευχαριστίας και του Βαπτίσματος)<ref>Αθανάσιος Παλιούρας, «Κατακόμβες», Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Θρησκείες, Εκδοτική Αθηνών, τομ.21 (1992), σελ.228-229, Παναγιώτης Παπαευαγγέλου, «Κατακόμβαι», Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τομ.7 (1965), στ.441-442</ref>
Χριστιανικά θέματα διακρίνονται σε Παλαιοδιαθηκικά και Καινοδιαθηκικά: και στα μεν πρώτα ανήκουν τα :Αμάρτημα και πτώση των πρωτοπλάστων, ο Νώε στην Κιβωτό, η θυσία του Αβραάμ, ο Μωυσής και καιόμενη βάτος, ο Μωυσής που χτυπά το βράχο και βγάζει νερό, η διατροφή των Ιουδαίων στην Έρημο, η Ανάληψη του προφήτη Ηλία, ο Ιώβ, οι Τρεις Παίδες στην κάμινο, ο Δανιήλ στα λιοντάρια, η Σωσάννα και οι Κριτές, η ιστορία του Ιωνά (πάνω από 130 τοιχογραφίες, αφοί ο Ιωνάς συμβολίζει την προτύπωση της τριήμερης ταφής και ανάστασης του Ιησού). Στα δε δεύτερα, έχουμε: την Προσκήνυση των Μάγων, τη Βάπτιση του Ιησού, το Θαύμα της Κανά, τη διατροφή των Πεντακισχιλίων, ο Χριστός και η Σαμαρείτιδα, η παραβολή των Δέκα Παρθένων, η θεραπεία του Παραλυτικού, η ανάβλεψη του τυφλού, η αιμορροούσα, η Ανάσταση του Λαζάρου, η άρνηση του Πέτρου, ο Χριστός και οι Απόστολοι, ο Χριστός και οι Κορυφαίοι Πέτρος και Παύλος.<ref>Αθανάσιος Παλιούρας, Εισαγωγή στη Βυζαντινή Αρχαιολογία, εκδ.Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2000, σελ.22-23</ref>.
 
==Οι κυριότερες κατακόμβες==