Σύνοδος της Φλωρεντίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 2A02:85F:11F8:B100:FCE4:ACF:229C:4F8C (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό Kostisl
Ετικέτα: Επαναφορά
Γραμμή 3:
[[Αρχείο:Cappella dei magi, giovanni viii paleologo.jpg|thumb|right|Από το έργο του [[Μπενότσο Γκοτσόλι]], ''Journey of the Magi'' που θεωρείται ότι απεικονίζει τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η'Παλαιολόγο]]
==Η προϊστορία της Συνόδου==
damn
Η Σύνοδος της [[Βασιλεία (Ελβετία)|Βασιλείας]] είχε προγραμματιστεί ήδη από το 1424 να γίνει σε 7 χρόνια από τον [[Πάπας Μαρτίνος Δ΄|πάπα Μαρτίνο Δ΄]] αλλά αυτός πέθανε λίγους μήνες πριν αρχίσει. Ο διάδοχός του Βενετσιάνος καρδινάλιος, που σαν Πάπας ονομάστηκε [[Πάπας Ευγένιος Δ΄|Ευγένιος Δ΄]] (1431-1447) συνέχισε την προετοιμασία όπως είχε προγραμματιστεί και πρόεδρο των συνεδριάσεων τοποθέτησε τον έμπιστό του [[Τζουλιάνο Τσεζαρίνι]]. Η Βασιλεία επιλέχτηκε από μια ομάδα καρδιναλίων κι αρχόντων της πόλης που ήθελαν να είναι εκτός του πεδίου άμεσης επιρροής του Πάπα, δηλ. τις ιταλικές πόλεις και την Αβινιόν. Η ομάδα αυτή αμφισβητούσε την κυριαρχία του κι ήθελε περισσότερη δύναμη, ζητώντας πολιτική στήριξη από το Γερμανό βασιλιά [[Σιγισμόνδος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας|Σιγισμόνδο]]. Η Σύνοδος της Βασιλείας ανήκε σε μια σειρά συνόδων για την μεταρρύθμιση της καθολικής εκκλησίας αλλά και την καταδίκη των όλο και συχνότερα εμφανιζομένων αιρετικών, όπως των [[Χουσίτες|Χουσιτών]] στη Βοημία. Ένα μεγάλο θέμα ήταν για πολλούς η καθαίρεση του ίδιου του Ευγένιου Δ΄. Η πλειοψηφία αυτή επέβαλε στον Πάπα να στέψει στη Ρώμη στις 31 Μαϊου 1433 το Σιγισμόνδο αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τότε ο βυζαντινός αυτοκράτορας [[Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος]], που είχε αναγκαστεί λόγω της περικύκλωσης της Πόλης από τους Οθωμανούς να διαπραγματευθεί την υποταγή του με την ένωση των εκκλησιών για στρατιωτική βοήθεια των Δυτικών Πάπα, αρχικά σκέφτηκε να προσεγγίσει την ομάδα αυτή υπό το Σιγισμόνδο, που έδειχνε να κερδίζει το παιχνίδι εξουσίας. Γι' αυτό έστειλε στη Βασιλεία το νεαρό ηγούμενο της μονής του Αγ.Δημητρίου [[Ισίδωρος του Κιέβου|Ισίδωρο]] (αργότερα μητροπολίτη του Κιέβου). Ο Πάπας Ευγένιος άδραξε την ευκαιρία για να ισχυροποιήσει την θέση του, αντιπρότεινε ότι αυτός παραμένει ο δυνατός επίσκοπος Ρώμης και διάδοχος του Αγ.Πέτρου, με το οποίο συμφωνούσε περισσότερο ο [[Πατριάρχης Ιωσήφ Β΄|Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Ιωσήφ Β']]<ref>{{Cite web|url=https://www.scribd.com/doc/143966239/%CE%9A%CE%91%CE%9D%CE%95%CE%9B%CE%9B%CE%9F%CE%A0%CE%9F%CE%A5%CE%9B%CE%9F%CE%A3-%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%93%CE%99%CE%A9%CE%A4%CE%97%CE%A3-%CE%93%CE%95%CE%9D%CE%9D%CE%97%CE%98%CE%97%CE%9A%CE%91-%CE%A3%CE%A4%CE%9F-1402|title=ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ - ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΣΤΟ 1402|website=Scribd|language=en|accessdate=2019-04-21}}</ref>. Αλλά κι οι υπόλοιποι Έλληνες δεν ήθελαν ένα τόσο μακρινό μέρος όσο η Βασιλεία. Κάποιοι πρότειναν την Αβινιόν, η ιταλική πλευρά τότε πρότεινε τη Φερράρα, σε συνεννόηση με τον άρχοντα της πόλης Μαρκήσιο του Έστε. Η πόλη ήταν κοντά και στο λιμάνι που θα έφταναν οι Έλληνες, τη Βενετία, κι έγινε αμέσως αποδεκτή. Το 1437 ο Σιγισμόνδος αντιμετώπιζε διάφορα προβλήματα (και τελικά πέθανε στη Βοημία στις 9 Δεκεμβρίου). Ο πάπας, που προς το τέλος της Συνόδου με τη βοήθεια του Τσεζαρίνι κέρδιζε όλο και περισσότερους καρδιναλίους με το μέρος του όπως τον [[Νικόλαος Κουζάνος|Νικόλαο Κουζάνο]], χρησιμοποίησε την δικαιολογία αυτή στα τέλη του 1437 για να φύγει από τη Βασιλεία, να διακόψει τις συνεδριάσεις της Συνόδου και να πάει στην Φερράρα, όπου είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή. Για το σκοπό αυτό έστειλε τον Οκτώβρη καρδιναλίους στην Κωνσταντινούπολη, ανάμεσά τους και το Νικόλαο Κουζάνο. Οι Βυζαντινοί συμφώνησαν και με μεγάλη προετοιμασία απέπλευσαν στις 27 Νοεμβρίου από τις [[Βλαχέρνες]] της Πόλης, κι έφτασαν στη Βενετία το Γενάρη του 1438. Η σύνοδος της Βασιλείας συνεχίστηκε και παρόλο που τυπικά καθαίρεσε τον Ευγένιο Δ΄ το 1439, δεν κατόρθωσε να τον πλήξει ουσιαστικά.<ref>Ιστορία της ανθρωπότητας της UNESCO, τόμος 12, κεφάλαιο 3, ο ρωμαιοκαθολικός παπισμός</ref>
 
==Στη Φερράρα==
thats
Η πρώτη δημόσια συνεδρίαση της Φερράρας πραγματοποιήθηκε στις 10 Ιανουαρίου του 1438. Κήρυξε και επίσημα την μεταφορά της συνόδου από την Βασιλεία στην Φερράρα και ακύρωσε τις αποφάσεις των διαβουλεύσεων που κάποιοι επίσκοποι συνέχιζαν στην Βασιλεία ερήμην του πάπα. Στην δεύτερη δημόσια συνεδρίαση ο πάπας Ευγένιος Δ΄ αφόρισε τους επισκόπους αυτούς που παρά τις διαταγές του συνέχιζαν να διαβουλεύονται στη Βασιλεία.
 
Οι Έλληνες, έχοντας αποδεχθεί την σύνοδο της Φερράρας ως νόμιμη, αναχώρησαν από την Κωνσταντινούπολη επιβιβαζόμενοι σε βενετικά πλοία στο τέλος Νοεμβρίου του 1437. Η αντιπροσωπεία είχε αρχηγούς τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η', τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ Β΄ και τον [[Ισίδωρος του Κιέβου|Μητροπολίτη Πασών των Ρωσιών Ισίδωρο]] (τότε ακόμα η Ρωσία δεν είχε δικό της αυτοκέφαλο πατριάρχη αλλά μητροπολίτη υπαγόμενο στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως). Η αρχική αντιπροσωπεία περιελάμβανε τον Μάρκο Ευγενικό, μητροπολίτη Εφέσου, ο οποίος ορίστηκε και εκπρόσωπος (τοποτηρητής) του πατριαρχείου Αλεξανδρείας, ενώ ήταν ακόμη ιερομόναχος. Ο Αντιοχείας όρισε αρχικά τοποτηρητή τον Εφέσου Ιωάσαφ, ο οποίος απεβίωσε κατά την διάρκεια των προετοιμασιών του ταξιδιού, και τον πνευματικό Γρηγόριο, ο Ιεροσολύμων τον Σάρδεων Διονύσιο, και τον Ρωσίας Ισίδωρο, που ήταν και αυτοί τότε ιερομόναχοι. Τοποτηρητές όλων των Αγιορειτών ορίστηκαν οι ιερομόναχοι Μωυσής από την μονή της Λαύρας και Δωρόθεος από την μονή Βατοπεδίου<ref>{{Cite book|title=Les memoires du grand ecclesiarque de l’eglise de Constantinople Sylvestre Syropoulos, sur le concile de Florence 1438-1439|last=Συρόπουλος|first=Σίλβεστρος|publisher=Pontificium institutum, orientalium, studiorum|year=1971|isbn=|location=ROMA|page=164, 172, 184}}</ref>. Τελικά ορίστηκαν ως τοποτηρητές του Αλεξανδρείας ο Ηρακλείας και ο πνευματικός Γρηγόριος, του Αντιοχείας ο Εφέσου και ο Ρωσίας και του Ιεροσολύμων μόνον ο Σάρδεων<ref>{{Cite book|title=Les memoires du grand ecclesiarque de l’eglise de Constantinople Sylvestre Syropoulos, sur le concile de Florence 1438-1439|last=Συρόπουλος|first=Σίλβεστρος|publisher=Pontificium institutum, orientalium, studiorum|year=1971|isbn=|location=ROMA|page=248}}</ref>
 
Η αντιπροσωπεία αποτελείτο συνολικά από σχεδόν 700 άτομα, που εκπροσωπούσαν ολόκληρη την ελληνική διανόηση της εποχής. Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν στις 9 Απριλίου 1438 στον καθεδρικό ναό του Αγίου Γεωργίου της Φερράρας. Η σύνοδος αποφάσισε να συνέρχονται τρεις φορές την εβδομάδα στον ναό του Αγίου Ανδρέα της Φερράρας. Από ελληνικής πλευράς λάμβαναν μέρος οι Μητροπολίτες Εφέσου, Μονεμβασίας, Νίκαιας, Αγχιάλου, ο μέγας χαρτοφύλακας, ο μέγας εκκλησιάρχης, ο ηγούμενος της Μονής Παντοκράτορα, ο ηγούμενος της Μονής Καλέως και ο ιερομόναχος Μωυσής. Από τη μεριά των Λατίνων υπήρχαν δυο καρδινάλιοι, δύο μητροπολίτες, δύο επίσκοποι και 4 κληρικοί. Οι πρώτες συνεδριάσεις κράτησαν μέχρι τις 17 Ιουλίου του 1438. Συζητήθηκαν όλες οι διαφορές που είχαν προκύψει από το Σχίσμα του 1054, όπως ο γάμος των κληρικών, το καθαρτήριο των ψυχών και κυρίως η προέλευση του Αγίου Πνεύματος (filioque), το δυσκολότερο σημείο των συνομιλιών.
 
==Στην Φλωρεντία==
[[File:Union 1439.jpg|thumb|right|350px|Παπική βούλα του 1439 για την Ένωση των Εκκλησιών, σε δύο γλώσσες, με την υπογραφή του βυζαντινού αυτοκράτορα]]
tuff
Τον Ιανουάριο του 1439 η σύνοδος μεταφέρθηκε στην [[Φλωρεντία]] λόγω της πανώλης που ξέσπασε στην [[Φερράρα]] αλλά και λόγω της προθυμίας του [[Κόζιμο ο πρεσβύτερος|Κὀζιμο των Μεδίκων]] να χρηματοδοτήσει τις εργασίες της. Για το θέμα του [[filioque]], η διαφωνία συνεχιζόταν τόσο μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών, όσο και μεταξύ του αυτοκράτορα και του [[Μάρκος ο Ευγενικός|Mάρκου Ευγενικού]], Μητροπολίτη Εφέσου, κυρίως. Οι ορθόδοξοι τελικά υποχώρησαν και συμφώνησαν στην χρησιμοποίηση της φράσης ''«εκ του Πατρός δια του Υιού εκπορευόμενον»'' κάτι που οι Λατίνοι που εξελάμβαναν ως «εκπόρευση εκ του Υιού». Συμφώνησαν επίσης και στα πρωτεία του Πάπα έναντι όλων των ορθόδοξων πατριαρχών της Ανατολής. Σε αντάλλαγμα, ο Pάπας θα έστελνε δυο πολεμικές τριήρεις και 300 στρατιώτες για την άμυνα της Κωνσταντινούπολης<ref>ιστορία της ανθρωπότητας από την Unesco, τόμος 13, σελ. 3732</ref>.
 
Έτσι, στις 6 Ιουλίου του 1439 σε επίσημη λειτουργία στον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας [[Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε]] διαβάστηκαν από ελληνικής πλευράς από τον Μητροπολίτη Νικαίας [[Βασίλειος Βησσαρίων|Βησσαρίωνα]] οι «Όροι της Ένωσης»<ref>Ιωάννη Α. Μελισσείδη, «Συνοπτική Ιστορία των Γεγονότων στην Κωνσταντινούπολη κατά την περίοδο 1440-1453», σελ. 105-119 κ.ά., εκδ.5η επηυξ. Αθήνα 2004, (Εάλω η Πόλις, Γεωργίου Φραντζή, Εκδ.Βεργίνα), ISBN 9607171918</ref>. Το κείμενο έφερε τις υπογραφές όλων, εκτός του [[Πατριάρχης Ιωσήφ Β΄|πατριάρχη Ιωσήφ Β΄]] που είχε στο μεταξύ πεθάνει, του Μάρκου Ευγενικού που αρνήθηκε να υπογράψει και του [[Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων|Γεώργιου Πλήθωνα Γεμιστού]]. Επίσης δεν υπέγραψαν ο επίσκοπος Ιβηρίας και ο [[Ιωάννης Ευγενικός]] –αδελφός του Μάρκου- διάκονος και νομοφύλακας της μεγάλης εκκλησίας, ο Λακεδαίμονος και ο Σταυρουπόλεως Ησαΐας που έφυγε πριν τη λήξη για να μην υπογράψει: «''μόνος εφάνη και πρώτον και μέσον καν τω τελεί μάχαιρα μεν δίστομος κατά των επί τω ευγενεί σπόρω των ιερών της Εκκλησίας δογμάτων νόθων και μοχθηρών ζιζανίων''», όπως γράφει για τον Μάρκο Ευγενικό ο αδερφός του Ιωάννης, στη βιογραφία του.
 
==Η επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη==