Κυαίστωρ του ιερού παλατίου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 11:
 
== Ο κυαίστωρ στο μέσο Βυζάντιο ==
Ως μέρος των μεταρρυθμίσεών του, το 539 ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ δημιούργησε ένα άλλο αξίωμα, που ονομάζεται ''[[Κοιασίτωρας|κυαισίτωρ]]'' (λατιν.: quaesitor), στον κάτοχο του οποίου δόθηκε αστυνομική και δικαστική εξουσία στην Κωνσταντινούπολη και επίσης αυτός ανέλαβε την εποπτεία των νέων αφίξεων στην Αυτοκρατορική πρωτεύουσα. <ref name="ODB">{{Harvnb|ODB}}.</ref> Μέχρι τις αρχές του 9ου αιώνα, ο αρχικός ''κυαίστωρ'' είχε χάσει τα περισσότερα από τα προηγούμενα νομοθετικά καθήκοντά του προς άλλους αξιωματούχους, κυρίως στον ''[[Λογοθέτης του Δρόμου|λογοθέτη του Δρόμου]]'' και τον ''επί των Δεήσεων'' (εφέσεων). Οι λειτουργίες του μεσο-Βυζαντινού ''κυαίστορος'' ήταν ουσιαστικά εκείνες του ''κυαισίτορος:'' ήταν ένας από τους ''κριτές'' (δικαστές) της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο [[Τζων Μπάγκνελ Μπιούρυ|Τζον ΒΜπ. ΜπέρυΜπιούρυ]], η εξέταση των υφισταμένων του και το γεγονός ότι θα μπορούσε να αναληφθεί από έναν [[Ευνούχος|ευνούχο]], δείχνει ότι το μεταγενέστερο αξίωμα ήταν η άμεση συνέχιση του ''κυαίστορος του ιερού παλατίου'' (quaestor sacri palatii). {{Sfn|Bury|1911|p=74}}
 
Τα καθήκοντά του αφορούσαν: την επίβλεψη ταξιδιωτών και ανδρών από τις Βυζαντινές επαρχίες, που επισκεπτόταν την Κωνσταντινούπολη· την επίβλεψη των επαιτών· τις καταγγελίες ενοικιαστών γαιών κατά των ιδιοκτητών των γαιών· την επίβλεψη των δικαστών της πρωτεύουσας· τις υποθέσεις πλαστογραφίας. Τέλος είχε εκτεταμένη δικαιοδοσία επί των [[Διαθήκη|διαθηκών]]: αυτές σφραγιζόταν με τη σφραγίδα του ''κυαίστορος'', άνοιγαν με την παρουσία του και η εκτέλεσή τους εποπτευόταν από αυτόν. {{Sfn|Bury|1911|p=74}} Ο ''κυαίστωρ'' του 9ου αιώνα κατατασσόταν αμέσως μετά τον [[Λογοθέτης του Γενικού|λογοθέτη του Γενικού]] στους καταλόγους προτεραιότητας (ήταν 34ος στο ''[[Κλητορολόγιον]]'' του Φιλοθέου το 899). Το αξίωμα επέζησε στην ύστερη Βυζαντινή περίοδο, αν και μέχρι τον 14ο αι. τίποτα δεν είχε παραμείνει από το αξίωμα εκτός από τον τίτλο, ο οποίος απονεμόταν ως τιμητικό αξίωμα (45ο στην Αυτοκρατορική ιεραρχία). <ref name="ODB">{{Harvnb|ODB}}.</ref> {{Sfn|Bury|1911}}
Γραμμή 18:
Σε αντίθεση με τον ύστερο Ρωμαίο αξιωματούχο, ο μεσο-βυζαντινός ''κυαίστωρ'' είχε αρκετό προσωπικό:
 
* Οι ''αντιγραφείς'', οι διάδοχοι των παλαιών ''magistri scriniorum'', ήταν οι αρχηγοί της ''sacra scrinia'' υπό τον ''[[Μάγιστρος|magister officiorum]]''. Ο όρος ''αντιγραφεύς'' χρησιμοποιήθηκε γι' αυτούς τους αξιωματούχους ήδη από την [[Ύστερη αρχαιότητα|Ύστερη Αρχαιότητα]] και συνδέονται ρητά με τον ''κυαίστορα'' κατά την προετοιμασία της νομοθεσίας των ''[[Βυζαντινό δίκαιο|Εκλογών]]'' (π. 740). Άλλες λειτουργίες της θέσης του ''κυαίστορα'' είναι άγνωστες. Ο Τζον Β. Μπέρυ προτείνει ότι ο ''magister memoriae'', ο οποίος -μεταξύ άλλων- είχε το καθήκον να απαντά στις εφέσεις (δεήσεις) στον Βυζαντινό Αυτοκράτορα, εξελίχθηκε στον ''επί των Δεήσεωνδεήσεων'', ενώ ο ''magister libellorum'' και ο ''magister epistolarum'' έγιναν η (δύο;) ''αντιγραφείς''. {{Sfn|Bury|1911}} {{Sfn|ODB}}
* Ο ''σκρίβας'', ο άμεσος διάδοχος τoυ ''scriba'' (γραφέα), ένας γραμματέας που ακολουθούσε τον αξιωματούχο της Ύστερης Αρχαιότητας τον γνωστό ως ''magister census'', ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τις διαθήκες. Όταν ο ''κυαίστωρ'' απορρόφησε το τελευταίο αυτό αξίωμα, ο ''σκρίβας'' ήρθε υπό τον έλεγχό του. Είναι γνωστό από τη νομοθεσία ότι ο ''σκρίβας'' εκπροσωπούσε τον ''κυαίστορα'' στην εποπτεία σε ό,τι η διαθήκη προνοεί για τους [[Ανήλικος|ανηλίκους]]. {{Sfn|Bury|1911|p=76}}
* O ''σκέπτωρ'', προφανώς παραφθορά του [[Λατινική γλώσσα|λατινικού]] όρου ''exceptor'' (εξαιρέτη), εξ ου και η άμεση συνέχιση των ''exceptores'', μίας κατηγορία των υπαλλήλων του ''sacra scrinia.'' {{Sfn|Bury|1911|p=76}}