Ντμίτρι Σοστακόβιτς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ επιμέλεια
Γραμμή 1:
{{Πληροφορίες καλλιτέχνη|Τέκνα=Γκαλίνα Σοστακόβιτς}}
Ο '''Ντμίτρι Ντμίτριεβιτς Σοστακόβιτς''' ([[ρωσική γλώσσα|ρωσικά]]: ''Дми́трий Дми́триевич Шостако́вич'', Dmitrij Dmitrijevič Šostakovič, [[αγγλική γλώσσα|αγγλικά]]: Dmitri Dmitrievich Shostakovich) ([[25 Σεπτεμβρίου]] [[1906]] [παλ.ημερ. [[12 Σεπτεμβρίου]]], [[Αγία Πετρούπολη]] - [[9 Αυγούστου]] [[1975]], [[Μόσχα]]) ήταν Ρώσος [[μουσικήMουσική|συνθέτης]] της [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής περιόδου]]. Η ζωή του σημαδεύτηκεσημαδεύθηκε από μια σύνθετη και αντιφατική σχέση με το [[Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών|σοβιετικό καθεστώς]], το οποίο δυο φορές αποκήρυξε τη μουσική του, το 1936 και το 1948, και κατά καιρούς απαγόρευε έργα του. Ταυτόχρονα, υπήρξε ο δημοφιλέστερος Σοβιετικός συνθέτης της γενιάς του και παρέλαβε πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις και κρατικά βραβεία, ενώ επίσης θήτευσε στο «Ανώτατο Σοβιέτ».
 
Ύστερα από μια αρχική περίοδο στο πνεύμα της «πρωτοπορίας», ο Σοστακόβιτς έγραψε σε ένα προσωπικό ιδίωμα, στο οποίο φαίνεται μεταξύ άλλων και η έντονη επιρροή του [[Γκούσταβ Μάλερ|Μάλερ]]. Συνδυάζει στοιχεία [[Ρομαντική μουσική|ρομαντισμού]] (δηλαδή στοιχεία πάθους και τραγικότητας) με [[Ατονικότητα|ατονική γραφή]] και με περιστασιακή χρήση στοιχείων της [[Ατονικότητα#Σειραϊσμός|σειραϊκής]] μουσικής -αν και γενικά εντάσσεται στην παράδοση της [[Τονικότητα|τονικής]] μουσικής. Συχνά η μουσική του περιέχει οξείες αντιθέσεις και έντονο το στοιχείο του [[γκροτέσκ|γκροτέσκου]], της ειρωνείας και του σαρκασμού. Θεωρείται ότι τα μεγαλύτερα έργα του είναι οι 15 [[συμφωνία (μουσική)|συμφωνίες]] του και τα 15 [[Κουαρτέτο εγχόρδων|κουαρτέτα εγχόρδων]]. Το έργο του επίσης περιλαμβάνει [[όπερα|όπερες]], 6 [[κοντσέρτο|κοντσέρτα]] (για [[πιάνο]], [[βιολί]] και [[βιολοντσέλο]]) και πολλή κινηματογραφική μουσική.
 
== Βιογραφία ==
=== Νεότητα και Σπουδέςσπουδές ===
 
=== Νεότητα και Σπουδές ===
Ο Σοστακόβιτς από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από την [[Πολωνία]]. Τα σωζόμενα έγγραφα παραδίδουν ποικίλες γραφές του οικογενειακού ονόματος: Szostakowicz, Szostakiewicz, Szestakovicz και Szustakiewicz. Ο προπάππος του, Πιότρ Μιχάηλοβιτς Σοστακόβιτς, είχε πάρει μέρος στην Πολωνική επανάσταση του [[1831]] και αργότερα εγκαταστάθηκε στο Γιεκατερινμπούργκ. Εκεί γεννήθηκε ο παππούς του συνθέτη, Μπολεσλάβ Πετρόβιτς, ο οποίος αναμείχθηκε στην απόπειρα δολοφονίας του τσάρου Αλεξάνδρου Β΄, το [[1866]], και γι' αυτόν τον λόγο εξορίστηκε στο [[Τομσκ]] και αργότερα στο Ναρίμ, στην [[Σιβηρία]], όπου γεννήθηκε ο πατέρας του συνθέτη, Ντμίτρι Μπολεσλάβοβιτς.
 
Η μητέρα του συνθέτη, Σοφία Κοκούλινα<ref>Σε πολλές βιογραφίες του συνθέτη χρησιμοποιείται η μορφή Κοκαούλινα ή ακόμα και Κακαούλινα. Σύμφωνα όμως με τον βιογράφο του Krzysztof Meyer, που επικαλείται σχετική συζήτηση που είχε με τον ίδιο τον Σοστακόβιτς, η ορθή απόδοση είναι Κοκούλινα.</ref>, απώτερης ελληνικής καταγωγής<ref>Το Κοκούλιν προέρχεται από την ελληνική λέξη κακόβουλος. Οι πρόγονοι της μητέρας του Σοστακόβιτς ήρθαν τον 14ο αιώνα στη Ρωσία από την Ελλάδα μαζί με μια ομάδα μοναχών που είχαν αναλάβει να επιβλέψουν τη μετάφραση ιερών βιβλίων από τα ελληνικά στα ρώσικα. Η ομάδα αυτή των Ελλήνων έπεσε σε δυσμένεια το 1525 επειδή επέκρινε τη διαφθορά που επικρατούσε στη ρώσικη εκκλησία. Ο τσάρος τους εξόρισε στη Σιβηρία ως «κακούς συμβούλους», εξ ου και το αρχικό οικογενειακό όνομα, το οποίο σταδιακά εκρωσίστηκε σε Κακούλιν. Βλ. Krzysztof Meyer, Shostakovitch, Paris, Fayard, 1994, σελ. 21.</ref>, ήταν πιανίστρια και σπούδαζε στο Ωδείο της [[Αγία Πετρούπολη|Αγίας Πετρούπολης]], όπου και γνώρισε τον Ντμίτρι Μπολεσλάβοβιτς, με τον οποίο παντρεύτηκε το [[1903]]. Το ζευγάρι απέκτησε συνολικά τρία παιδιά και ο Ντμίτρι (που τον αποκαλούσαν Μίτια) ήταν το δεύτερο στη σειρά. Οι γονείς του Ντμίτρι ήταν από πολιτική άποψη λαϊκιστές (ναρόντνικοι). Ένας από τους θείους του ήταν Μπολσεβίκος, αλλά η οικογένεια επίσης περιελάμβανε και ακραίους υπερσυντηρητικούς.
 
Παρά την οικογενειακή μουσική παράδοση ο Ντμίτρι αρχικά δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τηντη μουσική· η μητέρα του όμως σύντομα κατάφερε να στρέψει το ενδιαφέρον του Μίτια και της μεγάλης αδερφής του Σοφίας στο πιάνο. Το ταλέντο του έγινε εμφανές ήδη από τα πρώτα του μαθήματα στο [[πιάνο]], σε ηλικία 9 ετών και σύντομα ο Ντμίτρι έκανε τις πρώτες απόπειρες στην σύνθεση. Το [[1918]], έγραψε ένα ''Πένθιμο Εμβατήριο'' στη μνήμη των δύο ηγετών του κόμματος Καντέτ, που δολοφονήθηκαν από Μποσελβίκους ναύτες. Το [[1919]], έγινε δεκτός στο Ωδείο της Πετρούπολης, το οποίο τότε διηύθυνε ο [[Αλεξάντρ Γκλαζουνόφ]]. Παρακολούθησε μαθήματα [[πιάνο|πιάνου]]υ από τον Λεονίντ Νικολάγιεφ και σύνθεσης από τον Μαξιμιλιάν Στάινμπεργκ. Ο Γκλαζούνοφ παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την ανάπτυξη αυτού του νέου με το μεγάλο ταλέντο και το «απόλυτο αφτί» και κατά καιρούς τον υποστήριζε οικονομικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του κρίθηκε ότι χαρακτηριζόταν από έλλειψη πολιτικού ζήλου και απέτυχε την πρώτη φορά στην εξέταση στη [[Μαρξισμός|Μαρξιστική]] μεθοδολογία το [[1926]].
 
Στις αρχές του [[1923]], έναν χρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του, η οικογένεια σχεδόν καταστράφηκε οικονομικά εξ αιτίας της οικονομικής αστάθειας της μετεπαναστατικής περιόδου. Επιπλέον έγινε διάγνωση ότι ο συνθέτης (ο οποίος είχε εξ αρχής αδύναμη υγεία), έπασχε από φυματίωση. Αυτή η πάθηση επρόκειτο να επηρεάσει όλη την υπόλοιπη ζωή του. Εκείνη την χρονιά αποφοίτησε από την τάξη του [[πιάνο|πιάνου]]υ και από τον Οκτώβριο του [[1924]] άρχισε να εργάζεται ως πιανίστας σε προβολές ταινιών του βωβού κινηματογράφου.
 
Για την αποφοίτησή του από το Ωδείο ([[1925]]) συνέθεσε την 1η συμφωνία. Η επιτυχία του έργου ήταν μεγάλη και του προσέφερε παγκόσμια αναγνώριση ήδη από την ηλικία των 19 ετών. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 12 Μαΐου [[1926]] από τηντη Φιλαρμονική του [[Λένινγκραντ]] (όπως είχε μετονομαστεί από το [[1924]] η [[Αγία Πετρούπολη]]), υπό τηντη διεύθυνση του Νικολάι Μάλκο.
 
Ύστερα απόΜετά την αποφοίτησή του, αρχικά επιδόθηκε σε μια διπλή σταδιοδρομία κλασικού πιανίστα και συνθέτη, αλλά το στεγνό πιανιστικό στυλ του (το οποίο φαίνεται και στις ηχογραφήσεις του με δικά του έργα και αποδίδεται σε εξελισσόμενη προοδευτικά πάθηση των χεριών του) συχνά αποδοκιμαζόταν. Παρόλα αυτά, κέρδισε «τιμητική μνεία» στον Διεθνή Διαγωνισμό Πιάνου της [[Βαρσοβία|Βαρσοβίας]] το [[1927]]. Μετά τον διαγωνισμό ο Σοστακόβιτς συνάντησε τον μαέστρο [[Μπρούνο Βάλτερ]] (Bruno Walter), ο οποίος ήταν τόσο εντυπωσιασμένος από την Πρώτη Συμφωνία του συνθέτη, που την διηύθυνε στην πρεμιέρα του στο [[Βερολίνο]] αργότερα εκείνη τη χρονιά. Στο εξής ο Σοστακόβιτς αφοσιώθηκε στη σύνθεση και σύντομα περιόρισε τις εμφανίσεις του, κυρίως σε εκτελέσεις δικών του έργων. Το [[1927]] έγραψε τη Δεύτερη Συμφωνία του (με υπότιτλο: ''Στον Οκτώβρη''), έπειτα από παραγγελία για τις εκδηλώσεις εορτασμού της δέκατης επετείου της [[Οκτωβριανή Επανάσταση|Οκτωβριανής Επανάστασης]]. Καθώς έγραφε το έργο αυτό, παράλληλα ξεκίνησε την όπερα ''Η Μύτημύτη'', η οποία βασιζόταν στην ομώνυμη ιστορία του [[Νικολάι Γκόγκολ|Γκόγκολ]] και σατίριζε τηντη σοβιετική γραφειοκρατία. Το [[1929]], η όπερα επικρίθηκε για «φορμαλισμό» από τηντη RAPM, τη σταλινική ομοσπονδία μουσικών, και γενικά δέχτηκεδέχθηκε αρνητικές κριτικές το [[1930]].
 
Το [[1927]] επίσης αποτέλεσε την αρχή για τηντη μακρόχρονη φιλία του με τον [[Ιβάν Σολλερτίνσκι]] (Иван Соллертинский), ο οποίος παρέμεινε ο στενότερός του φίλος μέχρι τον θάνατό του το [[1944]]. Ο Σολλερτίνσκι εισήγαγε τον Σοστακόβιτς στη μουσική του [[Γκούσταβ Μάλερ]], η οποία άσκησε ισχυρή επιρροή στη δική του μουσική από την Τέταρτη Συμφωνία και μετά.
 
Την ίδια χρονιά γνώρισε και τηντη μετέπειτα σύζυγό του, Νίνα Βάρζαρ, η οποία τότε σπούδαζε ακόμα φυσικομαθηματικά. Ο συνθέτης ένιωσε γρήγορα έλξη γι'για αυτήναυτή και επισκεπτόταν το σπίτι της με κάθε ευκαιρία. Η οικογένεια της κοπέλας αρχικά δεν ήταν ενθουσιασμένη με τηντη σχέση των δύο νέων, αλλά τελικά το ζευγάρι επιβλήθηκε και στις 13 Μαΐου [[1932]] έγινε ο γάμος τους. Αρχικές δυσκολίες οδήγησαν σε διαζύγιο το [[1935]], αλλά το ζευγάρι σύντομα επανασυνδέθηκε.
 
Στο τέλος της δεκαετίας του '201920 και στις αρχές της δεκαετίας του '301930 εργάστηκε στο TRAM, το Εργατικό (Προλεταριακό) Νεανικό Θέατρο. Παρότι έκανε μικρό έργο σε αυτό το πόστο, η θέση του αυτή τον προφύλαξε από ιδεολογικές επιθέσεις και αμφισβητήσεις. Μεγάλο μέρος αυτής περιόδου αφιερώθηκε στη σύνθεση της όπερας ''Η λαίδη Μάκμπεθ του Μτσενσκ''. Η πρώτη της εκτέλεση έγινε στις 22 Ιανουαρίου [[1934]] στην [[Αγία Πετρούπολη]] και δύο μέρες μετά στηνστη [[Μόσχα]], και γνώρισε αμέσως επιτυχία, από άποψη λαϊκής, αλλά και επίσημης, αποδοχής. Ειπώθηκε ότι υπήρξε «αποτέλεσμα της γενικότερης επιτυχίας του Σοσιαλιστικούσοσιαλιστικού οικοδομήματος, της σωστής πολιτικής του Κόμματος», και ότι μια τέτοια όπερα «θα μπορούσε να έχει γραφτεί μόνο από Σοβιετικό συνθέτη, μεγαλωμένο μέσα στο καλύτερο κομμάτι της παράδοσης της Σοβιετικήςσοβιετικής κουλτούρας»<ref> Dmitrii Shostakovich, ''Shostakovich: About Himself and His Times'', compiled by L. Grigoryev and Ya. Platek, trans. Angus and Neilian Roxburgh (Moscow: Progress Publishers, 1981), 33. </ref>.
Κατά τα δύο επόμενα χρόνια η φήμη και η δημοτικότητα του συνθέτη αυξάνονταν και το έργο του δεχόταν επαίνους από κριτικούς και κοινό.
 
=== Η πρώτη αποκήρυξη ===
Το [[1936]] ο Σοστακόβιτς έχασε την εύνοια του κράτους. Αφορμή ήταν η επίσκεψη του [[Στάλιν]] στο θέατρο όπου παρουσιαζόταν η ''Λαίδη Μάκμπεθ'' στις 26 Ιανουαρίου. Ο ηγέτης παρακολούθησε το έργο κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, κρυμμένος από μια κουρτίνα, για την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας δολοφονίας του. Λέγεται μάλιστα ότι εγκατέλειψε το θέατρο κατά τηντη διάρκεια της παράστασης. Αυτό το γεγονός έμοιαζε με καταστροφή, μέσα στο κλίμα των εκκαθαρίσεων, των νυχτερινών συλλήψεων και του διαρκούς φόβου της δυσμένειας του κόμματος. Το αν ο [[Στάλιν]] ενοχλήθηκε από τις φιλελεύθερες θέσεις της όπερας, από τον χαρακτήρα της μουσικής ή από την αυξανόμενη δημοτικότητα του Σοστακόβιτς, παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως και φράση που αποδίδεται σ'σε αυτόν «Κάποιος πρέπει να τον σταματήσει». Η εκστρατεία δυσφήμισης, που ήταν υποκινούμενη από τον ίδιο τον [[Στάλιν]], ξεκίνησε με μια σειρά επιθέσεων εναντίον του συνθέτη στην εφημερίδα ''Πράβδα[[Πράβντα]]'' ("Правда"), και συγκεκριμένα στις 28 Ιανουαρίου με ένα άρθρο υπό τον τίτλο ''Σύγχυση αντί Μουσικήςμουσικής'', που καταδίκαζε το έργο ως φορμαλιστικό.
 
Οι παραστάσεις διακόπηκαν αμέσως και ο συνθέτης τους επόμενους μήνες κοιμόταν ντυμένος, με μια βαλίτσα κάτω από το κρεβάτι, για να είναι έτοιμος σε περίπτωση σύλληψης από την αστυνομία. Επιπλέον κυριεύθηκε από κατάθλιψη και σκέψεις αυτοκτονίας, οι οποίες εμφανίζονταν κατά διαστήματα σε όλη τηντη διάρκεια της ζωής του. Οι παραγγελίες έργων άρχισαν να αραιώνουν και το εισόδημά του μειώθηκε σχεδόν κατά τα τρία τέταρτα. Παρότι είχαν ήδη αρχίσει οι πρόβες για την ''4η Συμφωνία'' του, το πολιτικό κλίμα δεν κατέστησε δυνατή τηντη δημόσια παρουσίασή της. Δεν παίχτηκεπαίχθηκε ωςέως το [[1961]], αλλά ο Σοστακόβιτς δεν την αποκήρυξεαπεκήρυξε: το έργο διατήρησε τον χαρακτηρισμό και την αρίθμηση της «4ης συμφωνίας» και δημοσιεύτηκεδημοσιεύθηκε μια πιανιστική διασκευή της το [[1946]].
Το [[1936]] ο Σοστακόβιτς έχασε την εύνοια του κράτους. Αφορμή ήταν η επίσκεψη του [[Στάλιν]] στο θέατρο όπου παρουσιαζόταν η ''Λαίδη Μάκμπεθ'' στις 26 Ιανουαρίου. Ο ηγέτης παρακολούθησε το έργο κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, κρυμμένος από μια κουρτίνα, για την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας δολοφονίας του. Λέγεται μάλιστα ότι εγκατέλειψε το θέατρο κατά την διάρκεια της παράστασης. Αυτό το γεγονός έμοιαζε με καταστροφή, μέσα στο κλίμα των εκκαθαρίσεων, των νυχτερινών συλλήψεων και του διαρκούς φόβου της δυσμένειας του κόμματος. Το αν ο [[Στάλιν]] ενοχλήθηκε από τις φιλελεύθερες θέσεις της όπερας, από τον χαρακτήρα της μουσικής ή από την αυξανόμενη δημοτικότητα του Σοστακόβιτς, παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως και φράση που αποδίδεται σ' αυτόν «Κάποιος πρέπει να τον σταματήσει». Η εκστρατεία δυσφήμισης, που ήταν υποκινούμενη από τον ίδιο τον [[Στάλιν]], ξεκίνησε με μια σειρά επιθέσεων εναντίον του συνθέτη στην εφημερίδα ''Πράβδα'' ("Правда") και συγκεκριμένα στις 28 Ιανουαρίου με ένα άρθρο υπό τον τίτλο ''Σύγχυση αντί Μουσικής'', που καταδίκαζε το έργο ως φορμαλιστικό.
 
Οι παραστάσεις διακόπηκαν αμέσως και ο συνθέτης τους επόμενους μήνες κοιμόταν ντυμένος, με μια βαλίτσα κάτω από το κρεβάτι, για να είναι έτοιμος σε περίπτωση σύλληψης από την αστυνομία. Επιπλέον κυριεύθηκε από κατάθλιψη και σκέψεις αυτοκτονίας, οι οποίες εμφανίζονταν κατά διαστήματα σε όλη την διάρκεια της ζωής του. Οι παραγγελίες έργων άρχισαν να αραιώνουν και το εισόδημά του μειώθηκε σχεδόν κατά τα τρία τέταρτα. Παρότι είχαν ήδη αρχίσει οι πρόβες για την ''4η Συμφωνία'' του, το πολιτικό κλίμα δεν κατέστησε δυνατή την δημόσια παρουσίασή της. Δεν παίχτηκε ως το [[1961]], αλλά ο Σοστακόβιτς δεν την αποκήρυξε: το έργο διατήρησε τον χαρακτηρισμό και την αρίθμηση της «4ης συμφωνίας» και δημοσιεύτηκε μια πιανιστική διασκευή της το [[1946]].
 
Ευρύτερα, το [[1936]] σημαδεύτηκεσημαδεύθηκε από την έναρξη της περιόδου της «Μεγάλης Τρομοκρατίας», στη διάρκεια της οποίας πολλοί φίλοι και συγγενείς του Σοστακόβιτς φυλακίστηκανφυλακίσθηκαν ή εκτελέστηκανεκτελέσθηκαν. Το μόνο αντιστάθμισμα στις απογοητεύσεις εκείνων των καιρών ήταν η γέννηση της κόρης του Γκαλίνα. Ο γιος του Μαξίμ γεννήθηκε δύο χρόνια αργότερα.
 
Η απάντηση του συνθέτη στην απαξίωσή του ήταν η ''5η Συμφωνία'' του [[1937]], η οποία συνθετικά ήταν συντηρητικότερη από τα προηγούμενα έργα του και δεν διέθετε ανοιχτά πολιτικό περιεχόμενο. Έργο επικό και με αντιστοιχίες προς την ''5η Συμφωνία'' του [[Μπετόβεν]], σημείωσε μεγάλη επιτυχία και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Μετά την πρεμιέρα το έργο παρουσιαζόταν ως επιστροφή του συνθέτη στην επίσημη «γραμμή» του κόμματος.
Γραμμή 39 ⟶ 37 :
 
=== Ο Πόλεμος ===
Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ [[Ρωσία|Ρωσίας]] και [[Γερμανία|Γερμανίας]] το [[1941]], ο Σοστακόβιτς αρχικά παρέμεινε στο [[Λένινγκραντ]] στη διάρκεια της [[Πολιορκία του Λένινγκραντ|πολιορκίας]] της πόληςπόλεως, διάστημα κατά το οποίο έγραψε τα τρία πρώτα μέρη της ''7ης Συμφωνίας'' του (της επονομαζόμενης ''Συμφωνίας του Λένινγκραντ''). Συνεισέφερε επίσης στην κρατική εκστρατεία εμψύχωσης, εκφωνώντας μεταξύ άλλων ραδιοφωνικό διάγγελμα προς τον ρωσικό λαό. Τον Οκτώβριο του [[1941]], ο συνθέτης και η οικογένειά του μεταφέρθηκαν στο Κούιμπισεφ (Куйбышев) (τη (σημερινή [[Σαμάρα (Ρωσία)|Σαμάρα]]), όπου η συμφωνία ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Μαρτίου [[1942]]. Η πρεμιέρα του έργου στηνστη [[Μόσχα]], στις 27 Μαρτίου, έγινε κάτω από επικίνδυνες συνθήκες, όμως οι θεατές δεν εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, ούτε και έπειτα από συναγερμό αεροπορικής επιδρομής. Ο [[Στάλιν]] ήθελε να κάνει το έργο γνωστό και εκτός [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]]: τον Ιούνιο και τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς το έργο παρουσιάστηκε στο [[Λονδίνο]] και στην [[Νέα Υόρκη]] και έγινε σύμβολο της ρωσικής αντίστασης, τόσο στην [[Σοβιετική Ένωση|Ε.Σ.Σ.Δ.]] όσο και στη Δύση. Η επιθυμία του Σοστακόβιτς να γίνει συναυλία και στο [[Λένινγκραντ]] εκπληρώθηκε αργότερα• ένα αεροσκάφος έσπασε τον αεροπορικό αποκλεισμό και μετέφερε τις παρτιτούρες στην πόλη και η συναυλία, που έγινε στις 8 Αυγούστου, μεταδόθηκε από όλους τους ραδιοφωνικούς σταθμούς της [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]].
 
Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ [[Ρωσία|Ρωσίας]] και [[Γερμανία|Γερμανίας]] το [[1941]], ο Σοστακόβιτς αρχικά παρέμεινε στο [[Λένινγκραντ]] στη διάρκεια της [[Πολιορκία του Λένινγκραντ|πολιορκίας]] της πόλης, διάστημα κατά το οποίο έγραψε τα τρία πρώτα μέρη της ''7ης Συμφωνίας'' του (της επονομαζόμενης ''Συμφωνίας του Λένινγκραντ''). Συνεισέφερε επίσης στην κρατική εκστρατεία εμψύχωσης, εκφωνώντας μεταξύ άλλων ραδιοφωνικό διάγγελμα προς τον ρωσικό λαό. Τον Οκτώβριο του [[1941]], ο συνθέτης και η οικογένειά του μεταφέρθηκαν στο Κούιμπισεφ (Куйбышев) (σημερινή [[Σαμάρα (Ρωσία)|Σαμάρα]]), όπου η συμφωνία ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Μαρτίου [[1942]]. Η πρεμιέρα του έργου στην [[Μόσχα]], στις 27 Μαρτίου, έγινε κάτω από επικίνδυνες συνθήκες, όμως οι θεατές δεν εγκατέλειψαν τις θέσεις ούτε και έπειτα από συναγερμό αεροπορικής επιδρομής. Ο [[Στάλιν]] ήθελε να κάνει το έργο γνωστό και εκτός [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]]: τον Ιούνιο και τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς το έργο παρουσιάστηκε στο [[Λονδίνο]] και στην [[Νέα Υόρκη]] και έγινε σύμβολο της ρωσικής αντίστασης τόσο στην [[Σοβιετική Ένωση|Ε.Σ.Σ.Δ.]] όσο και στη Δύση. Η επιθυμία του Σοστακόβιτς να γίνει συναυλία και στο [[Λένινγκραντ]] εκπληρώθηκε αργότερα• ένα αεροσκάφος έσπασε τον αεροπορικό αποκλεισμό και μετέφερε τις παρτιτούρες στην πόλη και η συναυλία, που έγινε στις 8 Αυγούστου, μεταδόθηκε από όλους τους ραδιοφωνικούς σταθμούς της [[Σοβιετική Ένωση|Σοβιετικής Ένωσης]].
 
Την άνοιξη του [[1943]] η οικογένεια μετακόμισε στη [[Μόσχα]]. Ενώ η ''7η Συμφωνία'' απεικονίζει μια ηρωική (και εξ ολοκλήρου νικηφόρα) πάλη ενάντια στις αντιξοότητες, η ''8η Συμφωνία'' αυτής της χρονιάς είναι έργο -σε απόλυτο ίσως βαθμό- σκοτεινό και βίαιο, και αντί για ικανοποίηση για την έκβαση του πολέμου, εκφράζει το πένθος για τις μεγάλες απώλειες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευσή της ως το [[1960]]. Η ''9η Συμφωνία'' ([[1945]]), αντιθέτως, είναι μια ειρωνική παρωδία ύφους [[Φραντς Γιόζεφ Χάυντν|Χάυντν]], η οποία κάθε άλλο παρά ικανοποιούσε την απαίτηση προς αυτόν για έναν «ύμνο της νίκης». Ο Σοστακόβιτς συνέχισε να συνθέτει μουσική δωματίου, έργα όπως το ''2ο τρίο για πιάνο'' (Op. 67), αφιερωμένο στη μνήμη του Σολερτίνσκι, με έναν γλυκόπικρο, εβραϊκού μοτίβου, ''«μακάβριο χορό»'' στο φινάλε.
 
=== Η δεύτερη αποκήρυξη ===
Το [[1948]] ο Σοστακόβιτς καταγγέλθηκε και πάλι για φορμαλισμό στο πλαίσιο του ''«δόγματος Ζντάνοφ»''. Τα περισσότερα από τα έργα του απαγορεύτηκαναπαγορεύθηκαν, πιέστηκε να μετανοήσει δημόσια και η οικογένειά του στερήθηκε τα προνόμιά της. Σύμφωνα με μαρτυρία του σκηνοθέτη και ηθοποιού Γιούρι Λιουμπίμοφ, φίλου του συνθέτη , «περίμενε για τη σύλληψή του κάθε βράδυ στην πόρτα του ασανσέρ, έτσι ώστε τουλάχιστον να μην αναστατωθεί η οικογένειά του» <ref>Elizabeth Wilson, ''Shostakovich: A Life Remembered'',Princeton University Press 1994,ISBN 0-691-04465-1, σ. 183.</ref> .
 
Το [[1948]] ο Σοστακόβιτς καταγγέλθηκε και πάλι για φορμαλισμό στο πλαίσιο του ''«δόγματος Ζντάνοφ»''. Τα περισσότερα από τα έργα του απαγορεύτηκαν, πιέστηκε να μετανοήσει δημόσια και η οικογένειά του στερήθηκε τα προνόμιά της. Σύμφωνα με μαρτυρία του σκηνοθέτη και ηθοποιού Γιούρι Λιουμπίμοφ, φίλου του συνθέτη , «περίμενε για τη σύλληψή του κάθε βράδυ στην πόρτα του ασανσέρ, έτσι ώστε τουλάχιστον να μην αναστατωθεί η οικογένειά του» <ref>Elizabeth Wilson, ''Shostakovich: A Life Remembered'',Princeton University Press 1994,ISBN 0-691-04465-1, σ. 183.</ref> .
 
Στα επόμενα χρόνια, χώριζε τις συνθέσεις του στα τρία, σε μουσική για τον κινηματογράφο, για να πληρώνει το νοίκι, σε δημοσιεύσιμα έργα που στόχευαν στην εξασφάλιση της επίσημης απενοχοποίησης/«επανένταξής» του και σε σοβαρά έργα «για το συρτάρι». Αυτά τα τελευταία περιλαμβάνουν το ''Κοντσέρτο για Βιολί Αρ.1'' και τον κύκλο τραγουδιών ''Από την Εβραϊκή Λαϊκή Ποίηση''. Για το τελευταίο, παραμένει διφορούμενο το κατά πόσο ο Σοστακόβιτς συνειδητοποιούσε τους κινδύνους που διέτρεχε συνθέτοντας ένα τέτοιο έργο. Ο Laurel Fay, βιογράφος του συνθέτη, υποστήριξε ότι προσπαθούσε να συμμορφωθεί στην επίσημη γραμμή υιοθετώντας και εμπνεόμενος από στοιχεία του λαϊκού τραγουδιού. Από την άλλη, το έργο γράφτηκε σε μια εποχή που η μεταπολεμική αντισημιτική εκστρατεία βρισκόταν σε έξαρση και έθιγε ανθρώπους με τους οποίους ο Σοστακόβιτς είχε στενούς δεσμούς.
 
Οι περιορισμοί στηνστη μουσική και την ιδιωτική ζωή του Σοστακόβιτς χαλάρωσαν το [[1949]], προκειμένου να εξασφαλιστείεξασφαλισθεί η συμμετοχή του σε μια αντιπροσωπεία επιφανών σοβιετικώνΣοβιετικών στις [[Η.Π.Α.]]. Εκείνη τη χρονιά επίσης έγραψε την καντάτα ''Το τραγούδι των δασών'', το οποίο εγκωμίαζε τον Στάλιν σαν «μεγάλο κηπουρό». Το 1951 ο συνθέτης ορίστηκε αντιπρόσωπος στο «Ανώτατο Σοβιέτ». Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποδείχτηκεαποδείχθηκε το σημαντικότερο βήμα για την επίσημη αποκατάσταση του Σοστακόβιτς, η οποία επισφραγίστηκε με την ''10η Συμφωνία'' του. Το έργο περιλαμβάνει μια σειρά από μουσικές «αναφορές» και κωδικούς (αξιοσημείωτα τα μοτίβα DSCH [ρε μιb ντο σι], μουσική υπογραφή του συνθέτη, και Elmira [μι λα μι ρε λα]), το νόημα των οποίων είναι ακόμα αντικείμενο συζητήσεων, ενώ το άγριο και δραματικό δεύτερο μέρος θεωρείται ότι είναι μουσικό πορτρέτο του ίδιου του Στάλιν. Μαζί με την 5η, αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή έργα του Σοστακόβιτς. Το [[1953]], επίσης, άνοιξε ο δρόμος για μια σειρά από πρεμιέρες των έργων «για το συρτάρι».
 
Το [[1957]] συνέθεσε την 11η Συμφωνία, με υπότιτλο ''Έτος 1905'', η οποία αναφέρεται στηνστη «Ματωμένη Κυριακή» της [[Αγία Πετρούπολη#Η εποχή των επαναστατών|Αγίας Πετρούπολης]]: τότε ο τσάροςΤσάρος Νικόλαος Β΄ είχε δώσει εντολή στην αστυνομία να ανοίξει πυρ εναντίον άοπλων διαδηλωτών που διαμαρτύρονταν ζητώντας εκδημοκρατισμό. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν είναι εξακριβωμένος, αλλά υπολογίζεται ότι περίπου 1000χίλιοι άτομαάνθρωποι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν. Αυτό το γεγονός ήταν μια από τις αφορμές που οδήγησαν στην Επανάσταση του [[1905]].
 
Μέσα στις δεκαετίες του '401940 και του '501950, ο Σοστακόβιτς ανέπτυξε στενή σχέση με δύο μαθήτριές του: την Γκαλίνα ΟυστβολσκαγιαΟυστβόλσκαγια και την Ελμίρα Ναζίροβα. Υπήρξε δάσκαλος της πρώτης από το 1937 ως το [[1947]] και η φύση της σχέσης τους δεν είναι ξεκάθαρη: ο [[Μστισλάβ Ροστροπόβιτς]] την περιέγραφε ως «τρυφερή» και η Ustvolskaya ισχυρίστηκεισχυρίσθηκε σε μια συνέντευξή της το [[1995]] ότι είχε απορρίψει πρότασή του κατά τη δεκαετία του ΄501950. Ωστόσο, στην ίδια συνέντευξη, ο φίλος της Ουστβολσκαγια, Βίκτορ Σούσλιν, είπε ότι είχε «βαθιά απογοητευτεί» από αυτόν από τον καιρό της αποφοίτησής της το [[1947]]. Η σχέση με τη Ναζίροβα μάλλον υπήρξε μονόπλευρη, με συναισθήματα εκπεφρασμένα σε μεγάλο βαθμό από αυτόν μέσα από τα γράμματά του προς αυτήναυτή, που μπορούν να χρονολογηθούν ανάμεσα στο [[1953]] και το [[1956]]. Στο φόντο όλων αυτών παρέμενε ο πρώτος του, ανοιχτός γάμος με τηντη Νίνα Βάρζαρ μέχρι τον θάνατό της το [[1954]]. ΠαντρεύτηκεΝυμφεύθηκε τη δεύτερη γυναίκα του, τη Μαργκαρίτα Κάινοβα, το [[1956]], αλλά το ζευγάρι αποδείχθηκε αταίριαστο και χώρισε τρία χρόνια αργότερα.
 
=== Η ένταξη στο Κόμμα ===
Το έτος [[1960]] σηματοδότησε άλλη μια κρίσιμη καμπή στη ζωή του Σοστακόβιτς: την προσχώρησή του στο [[Κομμουνισμός|Κομμουνιστικό Κόμμα]]. Το γεγονός αυτό έχει ερμηνευτείερμηνευθεί ποικιλοτρόπως, είτε ως ένδειξη συμμόρφωσης και αφοσίωσης, είτε ως σημάδι δειλίας. Από την άλλη, ο γιος του θυμάται τον πατέρα του να κλαίει ύστερα από το γεγονός <ref>Allan Ho andκαι Dmitry Feofanov,: ''Shostakovich Reconsidered'', Toccata Press 1998, ISBN 0-907689-56-6,σ σελ. 390</ref> και να λέει στη σύζυγό του IrinaΙρίνα ότι τον είχαν εκβιάσει<ref>Manashir Yakubov, programme notes for the 1998 Shostakovich seasons at the Barbican, London)</ref>. Ο βιογράφος του Led Lebebinsly είπε ότι ο συνθέτης είχε τάσεις αυτοκτονίας<ref>Wilson, 340</ref>. Tην ίδια εποχή, η υγεία του άρχισε επίσης να επιδεινώνεται. Η μουσική αντίδραση του Σοστακόβιτς σε αυτές τις προσωπικές κρίσεις ήταν το ''8ο κουαρτέτο εγχόρδων'', το οποίο ενσωματώνει, όπως και η ''10η Συμφωνία'', αναφορές/παραθέματα και τη μουσική του υπογραφή. Μετά την είσοδο στο Κόμμα ήταν επίσης δυνατή και η εκτέλεση της όπερας ''Λαίδη Μάκβεθ'', που παρουσιάστηκε σε μια επεξεργασμένη εκδοχή ως ''Καταρίνα Ισμαΐλοβα'', καθώς και της 4ης Συμφωνίας.
 
Το [[1962]] παντρεύτηκενυμφεύθηκε για τρίτη φορά, με την Ιρίνα Σουπίνσκαγια. Ο γάμος αυτός ήταν πολύ ευτυχισμένος και η σύζυγός του τον φρόντιζε με αφοσίωση μέχρι το τέλος της ζωής του. Σε επιστολή προς τον φίλο του Ισαάκ Γκλίκμαν, έγραψε ότι «το μόνο της ελάττωμα είναι ότι είναι 27 χρονών. Από όλες τις άλλες απόψεις είναι θαυμάσια: ευφυής, πρόσχαρη, ειλικρινής, άμεση και αξιαγάπητη» <ref>Dmitri Shostakovich and& Isaak Glikman,: ''Story of a Friendship: The Letters of Dmitry Shostakovich to Isaak Glikman'', Cornell University Press 2001, ISBN 0-8014-3979-5, σσελ. 102 </ref> . Τον Νοέμβριο ο Σοστακόβιτς έκανε τηντη μοναδική του απόπειρα να διευθύνει, διευθύνοντας ένα-δυο δικά του έργα στην πόλη Γκόρκι: σε κάθε άλλη περίπτωση, αρνιόταν να διευθύνει, επικαλούμενος ως αιτίες τα νεύρα και την αδύναμη υγεία του.
Το έτος [[1960]] σηματοδότησε άλλη μια κρίσιμη καμπή στη ζωή του Σοστακόβιτς: την προσχώρησή του στο [[Κομμουνισμός|Κομμουνιστικό Κόμμα]]. Το γεγονός αυτό έχει ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως, είτε ως ένδειξη συμμόρφωσης και αφοσίωσης, είτε ως σημάδι δειλίας. Από την άλλη, ο γιος του θυμάται τον πατέρα του να κλαίει ύστερα από το γεγονός <ref>Allan Ho and Dmitry Feofanov, ''Shostakovich Reconsidered'',Toccata Press 1998, ISBN 0-907689-56-6,σ. 390</ref> και να λέει στη σύζυγό του Irina ότι τον είχαν εκβιάσει<ref>Manashir Yakubov, programme notes for the 1998 Shostakovich seasons at the Barbican, London)</ref>. Ο βιογράφος του Led Lebebinsly είπε ότι ο συνθέτης είχε τάσεις αυτοκτονίας<ref>Wilson, 340</ref>. Tην ίδια εποχή, η υγεία του άρχισε επίσης να επιδεινώνεται. Η μουσική αντίδραση του Σοστακόβιτς σε αυτές τις προσωπικές κρίσεις ήταν το ''8ο κουαρτέτο εγχόρδων'', το οποίο ενσωματώνει, όπως και η ''10η Συμφωνία'', αναφορές/παραθέματα και τη μουσική του υπογραφή. Μετά την είσοδο στο Κόμμα ήταν επίσης δυνατή και η εκτέλεση της όπερας ''Λαίδη Μάκβεθ'', που παρουσιάστηκε σε μια επεξεργασμένη εκδοχή ως ''Καταρίνα Ισμαΐλοβα'', καθώς και της 4ης Συμφωνίας.
 
Το [[1962]] παντρεύτηκε για τρίτη φορά, με την Ιρίνα Σουπίνσκαγια. Ο γάμος αυτός ήταν πολύ ευτυχισμένος και η σύζυγός του τον φρόντιζε με αφοσίωση μέχρι το τέλος της ζωής του. Σε επιστολή προς τον φίλο του Ισαάκ Γκλίκμαν, έγραψε ότι «το μόνο της ελάττωμα είναι ότι είναι 27 χρονών. Από όλες τις άλλες απόψεις είναι θαυμάσια: ευφυής, πρόσχαρη, ειλικρινής, άμεση και αξιαγάπητη» <ref>Dmitri Shostakovich and Isaak Glikman, ''Story of a Friendship: The Letters of Dmitry Shostakovich to Isaak Glikman'',Cornell University Press 2001, ISBN 0-8014-3979-5, σ. 102 </ref> . Τον Νοέμβριο ο Σοστακόβιτς έκανε την μοναδική του απόπειρα να διευθύνει, διευθύνοντας ένα-δυο δικά του έργα στην πόλη Γκόρκι: σε κάθε άλλη περίπτωση, αρνιόταν να διευθύνει, επικαλούμενος ως αιτίες τα νεύρα και την αδύναμη υγεία του.
 
ΤηνΤη χρονιά εκείνη ο Σοστακόβιτς επέστρεψε στο προσφιλές του θέμα του αντισημιτισμού, στην ''13η Συμφωνία'' (την γνωστή ως ''Μπάμπι Γιάρ''). Η συμφωνία περιλαμβάνει έναν αριθμό ποιημάτων του Γεβγένι Γεφτουσένκο, το πρώτο από τα οποία μνημονεύει το ολοκαύτωμα των Εβραίων κατά τον [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]]. Οι γνώμες είναι μοιρασμένες σχετικά με το πόσο μεγάλο ρίσκο ήταν αυτό το έργο: το ποίημα είχε δημοσιευτείδημοσιευθεί στα Σοβιετικάσοβιετικά μέσα – και δεν είχε απαγορευτείαπαγορευθεί – αλλά παρέμενε αμφιλεγόμενο. Ύστερα από την πρεμιέρα της συμφωνίας, ο Γεφτουσένκο πιέστηκεπιέσθηκε να προσθέσει μια στροφή στο ποίημά του, όπου να αναφέρει ότι οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί επίσης σκοτώθηκαν μαζί με τους Εβραίους στο Μπάμπι Γιάρ.
 
=== Τελευταία χρόνια ===
Από τα μέσα τις δεκαετίας του ’601960 αυξήθηκαν τα προβλήματα υγείας του: έπασχε από φλεγμονή του νωτιαίου μυελού, η οποία οδήγησε σε σταδιακή παράλυση του δεξιού χεριού, και το [[1966]] έπαθε ένα πρώτο έμφραγμα (5 χρόνια αργότερα έπαθε και δεύτερο). Το [[1967]] έσπασε το πόδι του και από τότε κάθε χρόνο περνούσε αρκετούς μήνες στο νοσοκομείο. Στα ύστερα έργα του (κυρίως στα τελευταία κουαρτέτα και στην 14η Συμφωνία) διαφαίνεται ο προβληματισμός του για το θέμα του θανάτου.
 
Πέθανε στις 9 Αυγούστου [[1975]] από καρκίνο των πνευμόνων . ΚηδεύτηκεΚηδεύθηκε (με πολιτική κηδεία) και τάφηκε στηνστη [[Μόσχα]]. Η επίσημη ανακοίνωση δεν δημοσιεύτηκεδημοσιεύθηκε στην ''ΠράβδαΠράβντα'' παρά μόνο τρεις ημέρες μετά τον θάνατό του, επειδή το κείμενο έπρεπε να ελεγχθεί και να γίνει αποδεκτό από τον ίδιο τον [[Λεονίντ Μπρέζνιεφ|Μπρέζνιεφ]].
 
Προς τιμήντιμή του έχει πάρει το όνομά του η [[Χερσόνησος Σοστακόβιτς]] στηνστη νήσο Αλεξάντερ στην [[Ανταρκτική]].
 
Ο γιος του Μαξίμ, στον οποίονοποίο είναι αφιερωμένα πολλά από τα έργα του συνθέτη, είναι πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας, και ήταν ο πρώτος ερμηνευτής πολλών έργων του πατέρα του. Υπάρχουν επίσης πολλές ηχογραφήσεις με τον συνθέτη να εκτελεί έργα του για πιάνο, ενώ άλλοι διάσημοι ερμηνευτές των έργων του ήταν οι φίλοι του Εμίλ Γκίλελς, Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, Τατιάνα Νικολάγιεβα και Μαρία Γιούντινα.
 
== Προσωπικότητα ==
Ο Σοστακόβιτς σε πολλούς τομείς κατατρυχόταν από εμμονές: σύμφωνα με την κόρη του ήταν «μανιακός με την καθαριότητα»<ref>Michael Ardov, ''Memories of Shostakovich'', Short Books 2004, ISBN 1-904095-64-X σ. 139</ref>. Συντόνιζε όλα τα ρολόγια στο διαμέρισμα. Συχνά έστελνε κάρτες στον εαυτό του για να ελέγχει πόσο καλά λειτουργούσε η ταχυδρομική υπηρεσία. Η Wilson στο ''Shostakovich: A Life Remembered'' αναφέρεται 26 φορές στηνστη νευρικότητά του. Ο Μιχαήλ Ντρούσκιν θυμάται ότι ο συνθέτης ήταν «ευπαθής, με τα νεύρα του πάντα σε εγρήγορση» <ref>Wilson, σσ. 41–4541-45</ref>. Ο [[Γιούρι Λιουμπίμοφ]] σχολιάζει: «Το γεγονός ότι ήταν πιο ευάλωτος και δεκτικός από άλλους ανθρώπους είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της ιδιοφυΐας του» <ref>Wilson σσελ. 183</ref>. Ο Krzysztof Meyer θυμάται ότι «τα τελευταία χρόνια το πρόσωπό του ήταν γεμάτο τικ και γκριμάτσες» <ref>Wilson σσελ. 462</ref>.
 
Όταν ήταν καλοδιάθετος, ο αθλητισμός ήταν η βασική του ψυχαγωγία, αν και προτιμούσε να είναι θεατής ή κριτής από το να παίζει (ήταν διαιτητής ποδοσφαίρου). Επίσης απολάμβανεαπελάμβανε να παίζει χαρτιά, κυρίως πασιέντζα.
 
Τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές όψεις του χαρακτήρα του ήταν φανερές στην προτίμησή του για σατιρικούς συγγραφείς όπως ο [[Νικολάι Γκόγκολ]], ο [[Άντον Τσέχωφ]] και ο [[Μιχαήλ Ζόστσενκο]]. Η επίδραση του τελευταίου είναι εμφανής κυρίως στα γράμματά του, τα οποία περιλαμβάνουν καυστικές παρωδίες της γλώσσας της σοβιετικής γραφειοκρατίας.
 
== Έργο ==
Τα έργα του Σοστακόβιτς είναι κυρίως [[Τονικότητα|τονικά]] και ακολουθούν το [[Ρομαντική μουσική|ρομαντικό]] ιδιώμα, αλλά έχουν και στοιχεία [[Ατονικότητα|ατονικότητας]] και χρωματικότητας. Σε κάποια από τα τελευταία έργα του (για παράδειγμα το 12ο Κουαρτέτο), χρησιμοποίησε την τεχνική του [[Ατονικότητα#Σειραϊσμός|σειραϊσμού]].
 
Στο έργο του κυριαρχούν οι [[συμφωνίαΣυμφωνία (μουσική)|συμφωνίες]] και τα [[Κουαρτέτο Εγχόρδων|κουαρτέτα εγχόρδων]]. Συμφωνίες έγραφε σε όλη την διάρκεια της ζωής του, ενώ τα κουαρτέτα είναι συγκεντρωμένα κυρίως στις τελευταίες περιόδους. Ανάμεσα σ’ αυτά τα πιο διάσημα είναι η 5η και η 10η Συμφωνία και το 8ο και 15ο κουαρτέτο. Άλλα σπουδαία έργα του είναι οι [[Όπερα|όπερες]] ''Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ'' και ''Η Μύτη'', 6 [[κοντσέρτο|κοντσέρτα]] (από δύο για [[πιάνο]], [[βιολί]] και [[βιολοντσέλο]]) και μεγάλος αριθμός έργων για κινηματογραφικές ταινίες.
 
Η μουσική του Σοστακόβιτς αποκαλύπτει την επίδραση πολλών από τους συνθέτες που θαύμαζε: του [[Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ|Μπαχ]] στις [[Φούγκα|φούγκες]] και τις [[πασσακάλιαΠασσακάλια|πασσακάλιες]] (''passacaglia''), του [[Λούντβιχ βαν Μπετόβεν|Μπετόβεν]] στα τελευταία [[κουαρτέτοΚουαρτέτο|κουαρτέτα]], του [[Γκούσταβ Μάλερ|Μάλερ]] στις Συμφωνίεςσυμφωνίες και του [[Άλμπαν Μπεργκ|Μπεργκ]] στηνστη χρήση μουσικών κωδίκων. Από τους Ρώσους συνθέτες εκτιμούσε κυρίως τους [[Μοντέστ Μούσοργκσκι]] (έκανε και νέες ενορχηστρώσεις για τις όπερές του ''Μπορίς Γκοντουνόφ'' και ''Χοβάντσινα''), [[Σεργκέι Προκόφιεφ]] και [[Ιγκόρ Στραβίνσκι]]. Η επίδραση του Μουσόργκσκυ είναι εμφανής στις χειμερινές σκηνές της ''Λαίδης Μάκβεθ'' , στην 11η Συμφωνία καθώς και στα σατιρικά του έργα όπως το ''Ραγιόκ''<ref>Laurel Fay,: ''Shostakovich: A Life'', Oxford University Press 1999, ISBN 0-19-513438-9, σσσ. 119, 165, 224.</ref> . Η επίδραση από τον [[Σεργκέι Προκόφιεφ]] είναι εμφανής κυρίως στα πρώτα του έργα για πιάνο, όπως την 1η [[Σονάτα]] και το 1ο Κοντσέρτο<ref>Fay, Laurel (2001), “Dmitri Shostakovich”, ''Grove Dictionary of Music and Musicians'', Macmillan Publishers, σσ. 288, 290</ref>. Η σχέση του με τον Ιγκόρ Στραβίνσκι ήταν κατά βάθος αντιφατική. Όπως έγραφε στον Γκλίκμαν «Ο Στραβίνσκι είναι ο συνθέτης που λατρεύω. Ο Στραβίνσκι είναι ο στοχαστής που περιφρονώ» <ref>Glikman σ. 181</ref>. Από τα έργα του Στραβίνσκι αγάπησε περισσότερο τηντη ''Συμφωνία των Ψαλμών'' και διατήρησε ένα αντίγραφο της δικής του πιανιστικής εκδροχής για τον Στραβίνσκι όταν εκείνος επισκέφθηκε την [[Σοβιετική Ένωση]] το [[1962]]. (Η συνάντηση των δύο συνθετών δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη. Μάρτυρες μιλούν για την υπερβολική νευρικότητα του Σοστακόβιτς και για τηντη σκληρότητα του Στραβίνσκι απέναντί του.)<ref>Wilson, σσ. 375-377</ref>.
 
Πολλοί σχολιαστές έχουν επισημάνει τηντη διαφορά ανάμεσα στα πειραματικά έργα πριν την αποκήρυξη του [[1936]] και τα πιο συντηρητικά που ακολούθησαν. Ο συνθέτης είχε πει στην Φλόρα Λιτβίνοβα: «χωρίς την καθοδήγηση του κόμματος, θα είχα δείξει μεγαλύτερη λαμπρότητα, θα είχα χρησιμοποιήσει περισσότερο σαρκασμό, θα είχα αποκαλύψει τις ιδέες μου αντί να αναγκάζομαι να καταφεύγω σε καμουφλάζ» <ref>Wilson, σσελ. 426</ref>. Σε άρθρα που δημοσιεύτηκανδημοσιεύθηκαν από τον Σοστακόβιτς το [[1934]] και το [[1935]] αναφέρονται οι [[Άλμπαν Μπεργκ]], [[Άρνολντ Σένμπεργκ]], [[Ερνστ Κρένεκ]], [[Πάουλ Χίντεμιτ]] και ιδίως ο Στραβίνσκι ανάμεσα στους συνθέτες από τους οποίους δέχτηκεδέχθηκε επιδράσεις <ref>Fay, σσελ. 88</ref>.
 
Χαρακτηριστικά έργα της πρώιμης περιόδου είναι η Πρώτη Συμφωνία, η οποία συνδύαζε το ακαδημαϊκό πνεύμα του Ωδείου με τις προοδευτικές του τάσεις, ''Η Μύτη'' («Το πιο ασυμβίβαστα μοντερνιστικό από όλα τα σκηνικά έργα του»<ref>Grove, σσελ. 289</ref>), ''Η Λαίδη Μάκβεθ'', που προκάλεσε την αποκήρυξη, και η Τέταρτη Συμφωνία, που περιγράφεται από τον Grove ως «κολοσσιαία σύνθεση της μέχρι τότε μουσικής εξέλιξης του Σοστακόβιτς»<ref>Grove, σσελ. 290</ref>. Η τέταρτη συμφωνία ήταν εξ άλλου το πρώτο έργο στο οποίο φανερώθηκε η επίδραση του [[Γκούσταβ Μάλερ|Μάλερ]], δείχνοντας τον δρόμο που θα ακολουθούσε ο Σοστακόβιτς για να εξασφαλίσει την αποκατάστασή του<ref>Glikman, σσελ. 315</ref>.
 
Στα χρόνια μετά το 1936, τα συμφωνικά έργα του Σοστακόβιτς ήταν συντηρητικότερα, χωρίς εμφανές πολιτικό περιεχόμενο. Την ίδια περίοδο όμως, στράφηκε και στα έργα [[μουσική δωματίου|δωματίου]], «ένα πεδίο όπου θα μπορούσε να συνθέσει με την μεγαλύτερη σοβαρότητα και την λιγότερη εξωτερική πίεση» <ref>Grove σ. 294</ref>. Παρ’ όλο που και αυτά είναι κυρίως [[τονικότητα|τονικά]], έδιναν στον Σοστακόβιτς διέξοδο για το σκοτεινό περιεχόμενο που δεν ήταν ευπρόσδεκτο στα πιο δημόσια έργα τοτου. Αυτό είναι περισσότερο εμφανές στα τελευταία έργα δωματίου, σε πολλά από τα οποία χρησιμοποίησε και τεχνικές του [[ατονικότηταΑτονικότητα#Σειραϊσμός|σειραϊσμού]]. Τα έργα για φωνή είναι επίσης κυρίαρχο χαρακτηριστικό στις τελευταίες συνθέσεις του, συχνά με κείμενα που αναφέρονται στον έρωτα, τον θάνατο και την τέχνη.
 
== Εργογραφία (επιλογή) ==
Γραμμή 157 ⟶ 152 :
* 24 Πρελούδια και Φούγκες για πιάνο op. 87 (1950/51)
* Κοντσερτίνο για 2 πιάνα op. 94 (1953)
 
=== Σκηνικά έργα ===
* ''Η μύτη'' op.15, Όπερα σε 3 πράξεις (1927)
Γραμμή 164 ⟶ 160 :
* ''Καταρίνα Ισμαΐλοβα'', op.114, αναθεωρημένη εκδοχή της Λαίδης Μάκβεθ (1956)
* ''Moskva-Cheryomushki'', op.105, οπερέτα σε 3 πράξεις (1958)
 
 
== Παραπομπές ==
Γραμμή 193 ⟶ 190 :
 
{{Authority control}}
 
{{Ενσωμάτωση κειμένου|en|Dmitri Shostakovich}}
{{Ενσωμάτωση κειμένου|de|Dmitri Dmitrijewitsch Schostakowitsch}}
 
 
{{DEFAULTSORT:Σοστακοβιτς, Ντμιτρι}}
[[Κατηγορία:Κλασικοί συνθέτες του 20ου αιώνα]]
 
[[Κατηγορία:Κλασικοί συνθέτες του 20ου20ού αιώνα]]
[[Κατηγορία:Ρώσοι συνθέτες μουσικής ταινιών]]
[[Κατηγορία:Σοβιετικοί συνθέτες μουσικής ταινιών]]