Ευαγγελιστής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
επεξ.
Cqim (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Πρόσθεση
Γραμμή 2:
# Με ευρύτερη έννοια, σε εκείνον που φέρει ή κομίζει ευαγγέλιο, ο αγγελιοφόρος καλών νέων<ref>Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιείται με την έννοια του κήρυκα των χριστιανικών καλών νέων. ([[s:Πράξεις των Αποστόλων#21|Πράξ. 21:8]]· [[s:Προς Τιμόθεον Β'#4|2 Τιμ. 4:5]]· [[s:Προς Εφεσίους#4|Εφεσ. 4:11]])</ref>.
# Σε καθέναν από τους συγγραφείς των [[Ευαγγέλια|Ευαγγελίων]] που περιέχονται στην [[Καινή Διαθήκη]], δηλαδή στους Ευαγγελιστές [[Ματθαίος|Ματθαίο]], [[Μάρκος|Μάρκο]], [[Λουκάς|Λουκά]] και [[Ιωάννης|Ιωάννη]].
# Στα μέλη της Χριστιανικής Εκκλησίας των Ευαγγελιστών, οι οποίοι είναι Ρωσσελιστές.
# Στους Νεοπεντηκοστιανούς Τηλευαγγελιστές (TBN, παλιότερα υπήρχε στην Ελλάδα το Hellas 62)
# Στα μέλη της [[Ευαγγελική εκκλησία|Ευαγγελικής εκκλησίας]]<ref>Το ''Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας'' δίνει ως έναν από τους ορισμούς του «ευαγγελιστή» τον εξής: «Αυτός που ανήκει στον ευαγγελικό κλάδο τού δόγματος των Διαμαρτυρομένων, τού οποίου οι οπαδοί απορρίπτουν την παράδοση και παραδέχονται ως μόνη πηγή τής χριστιανικής πίστεως τα Ευαγγέλια, ο Ευαγγελικός». (Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, 2005) Το ''Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας'' αναφέρει σαφέστερα στο ομώνυμο λήμμα: «(Καταχρ[ηστικά]) ο Ευαγγελικός [...] Ο όρος ''Ευαγγελικοί'' καθιερώθηκε προς αποφυγή των όρων Προτεστάντες ή Διαμαρτυρόμενοι.». (Κέντρο Λεξικολογίας, 2006)</ref>.