Νικοτσάρας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Καμία αλλαγή στο μέγεθος ,  πριν από 2 έτη
καμία σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γεννήθηκε το [[1774]] στο χωριό [[Γιαννωτά Λάρισας|Γιαννωτά]], στις πλαγιές του [[Όλυμπος|Ολύμπου]] και πατέρας του ήταν ο κλεφταρματολός [[Πάνος Τσάρας]]. Σε ηλικία 18 χρονών, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, κατέφυγε στην φιλική προς την οικογένεια του φατρία των [[Λαζαίοι|Λαζαίων]], μαζί με τον αδερφό του Κώστα και με τη βοήθεια τους έγινε αρχηγός του αρματολικιού στο Βλαχολίβαδο και διακρίθηκε για τη φιλοτιμία του, την αφιλοχρηματία του και τα σωματικά του χαρίσματα. Απέδειξε ότι είχε ηγετικά προσόντα όταν βρέθηκε στη δίνη της βεντέτας της οικογένειας του με τον κλεφτοκαπετάνιο Βλαχοθόδωρο και όταν ξεσήκωσε την περιοχή του [[Όλυμπος|Ολύμπου]], κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου τη περίοδο [[1792]] με [[1794]], εναντίον των πασάδων της [[Μακεδονία|Μακεδονίας]]. Ακόμα ο ιστορικός [[Νικόλαος Κασομούλης|Κασομούλης]] αναφέρει ότι ο Νικοτσάρας είχε επαφές με τον Έλληνα ναύαρχο του ρωσικού ναυτικού, [[Λάμπρος Κατσώνης|Λάμπρο Κατσώνη]], για παράλληλα χτυπήματα από στεριά και θάλασσα στην ευρύτερη περιοχή του Ολύμπου και της Μακεδονίας. Όταν οι [[Ρωσία|Ρώσοι]] με τους [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανούς]] έκλεισαν ειρήνη, ο [[Αλή πασάς]] κατεδίωξε τους κλέφτες που συνεργάστηκαν μαζί τους. Έτσι ο Νικοτσάρας με τους συνεργάτες του, τους Λαζαίους, τον Βέργο και τον Χαρίση, κατέφυγε στις [[Σποράδες]] και έκανε πειρατικές επιδρομές στα παράλια για να αποδυναμώσει τον Αλή πασά, που πολεμούσε ήδη σε άλλο μέτωπο. Εκείνη τη περίοδο ο πασάς του Βιδηνίου, [[Οσμάν Πασβανόγλου]], παλιός συνεργάτης του [[Ρήγας Φεραίος|Ρήγα Φεραίου]], είχε αποστατήσει από την [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]], αναγκάζοντας πολλούς πασάδες της ηπειρωτικής [[Ελλάδα|Ελλάδας]] να στείλουν δυνάμεις να τον υποτάξουν. Ο Νικοτσάρας παρέμεινε πειρατής μέχρι το [[1801]] όποτε και ο Αλή πασάς του ξαναπαρέδωσε το αρματολίκι στο Βλαχολίβαδο, αλλά οι σχέσεις τους οδηγήθηκαν πάλι σε ρήξη και ο φημισμένος πλέον κλέφτης άνοιξε πόλεμο ξανά στον πασά.
 
Το [[18021804|1804]] έλαβε μέρος στην Επανάσταση της [[Σερβία|Σερβίας]] με δύναμη 550 ανδρών. Το [[1804]] δολοφόνησε έναν αξιωματούχο του πασά και μετά ξεκίνησε πάλι να παρενοχλεί τους προύχοντες και τους Οθωμανούς του Ολύμπου. Όταν όλη η περιοχή, Έλληνες κλέφτες πρώην εχθροί του πατέρα του μαζί με τους Τούρκους και τους κοτζαμπάσηδες, εναντιώθηκε στον Νικοτσάρα και τον επικήρυξαν εκείνος κατέφυγε στην [[Ύδρα]], όπου ο [[Λάζαρος Κουντουριώτης]], του απένειμε την υπηκοότητα της νεοϊδρυθείσας, Ιονίου Πολιτείας. Τον [[Ιούνιος|Ιούνιο]] του [[1807]], και ενώ είχε ξεσπάσει ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο Ρώσος ναύαρχος Δημήτριος Σινιάβιν τον κάλεσε στην [[Τένεδος|Τένεδο]] και του πρότεινε συνεργασία κατά των Τούρκων. Κέρδισε τους Τούρκους στο [[Άνω Νευροκόπι|(Άνω) Νευροκόπι]] και το [[Μελένικο]] της βορειοανατολικής [[Μακεδονία|Μακεδονίας]], στη συνέχεια όμως αναγκάσθηκε σε υποχώρηση, κοντά στο Πράβι ([[Ελευθερούπολη|Ελευθερούπολη Καβάλας]]) όταν ο κινήθηκε εναντίον του ο Ισμαήλ μπέης, πασάς των Σερρών, με 8.000 στρατιώτες. Ο Νικοτσάρας διέθετε 400 περίπου Έλληνες, από τον Όλυμπο και μερικούς που στρατολόγησε κοντά στο Στρυμώνα, ενώ μαζί του είχαν συνταχθεί και 120 εμπειροπόλεμοι [[Αλβανία|Αλβανοί]]. Ο Ισμαήλ μπέης τους πολιορκούσε για 3 μέρες ώσπου παραδόθηκαν οι 120 Αλβανοί πολεμιστές του Νικοτσάρα. Εκείνο το βράδυ αποφάσισε ο "Αετός του Ολύμπου", όπως τον ανέφερε ενίοτε ο [[Νικόλαος Κασομούλης]], να επιχειρήσει έξοδο από το στρατόπεδο του μέσα από τις τουρκικές γραμμές. Η έξοδος ήταν επιτυχής αλλά με τρομερές απώλειες, συνυπολογίζοντας τις 3 μέρες που ήταν πολιορκημένοι, απέμειναν μόνο 60 Έλληνες μαχητές. Αυτοί οι λίγοι που απέμειναν πέρασαν στο [[Άγιο Όρος]], μετά στη [[Σκιάθος|Σκιάθο]] και έπειτα στον Όλυμπο.
 
Η δράση του Νικοτσάρα συνεχίστηκε, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα. Έγινε υπαρχηγός στον [[Μαύρη Μοίρα|πειρατικό στόλο]] του Σταθά και πέτυχε καίρια πλήγματα κατά του τουρκικού στόλου στη [[Μακεδονία]] και στην [[Εύβοια]]. Η μοίρα του δεν ήθελε να πάρει μέρος στον [[Ελληνική Επανάσταση του 1821|Απελευθερωτικό Αγώνα του 1821]], καθώς τραυματίστηκε θανάσιμα από πυροβολισμό Τούρκων στην παραλία κοντά στο [[Λιτόχωρο]], τον [[Ιούλιος|Ιούλιο]] του [[1807]], λίγο μετά τη νίκη του επί ισχυρής δύναμης Τουρκαλβανών στις ακτές της πόλης. Ο Νικοτσάρας πέθανε στο καράβι του και ενταφιάστηκε στη [[Σκιάθος|Σκιάθο]], κοντά στη Μονή της Ευαγγελίστριας, όπου υπάρχει και το λεγόμενο «ρέμα του Νικοτσάρα». Το όνομά του δόθηκε σε [[Νικοτσάρας Δράμας|χωριό]] της [[Νομός Δράμας|Δράμας]], με 309 κατοίκους (απογραφή 2001).