Εταιρεία του Ιησού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 60:
Με τις επιτυχίες τους στην εκπαίδευση των νέων και στη θρησκευτική προπαγάνδα ανάμεσα στους ορθόδοξους, οι Ιησουίτες δεν άργησαν να προκαλέσουν τη δυσπιστία των Τούρκων και την έντονη αντίδραση του ορθόδοξου κλήρου. Αφού κατηγορήθηκαν επανειλημμένα για κατασκοπεία και ανατρεπτική δράση για λογαριασμό του πάπα και της Ισπανίας, καταδιώχθηκαν το 1610 και απελάθηκαν, αλλά έπειτα από λίγο επέστρεψαν στη Κωνσταντινούπολη
 
Έτσι, ξεκινώντας με την Κωνσταντινούπολη κατά την εγκατάστασή τους, ίδρυσαν σχολεία στηνστη [[Χίος|Χίο]] (1627), στη [[Σμύρνη]] και τηντη [[Νάξος|Νάξο]] (1628), στη [[Σαντορίνη]] το 1642, στη [[Σύρος|Σύρο]] και την [[Άνδρος|Άνδρο]] (1657), στο [[Ναύπλιο]] (1656), στην [[Αθήνα]] (1657), στη [[Μήλος|Μήλο]] (1661) και σε άλλα μέρη.<ref>Ιωάννης Β. Κογκούλης, ''Εισαγωγή στην Παιδαγωγική'' (Θεσσαλονίκη: Αδελφοί Κυριακίδη, 2008), σ. 74-75.</ref>
Με την ίδρυση γαλλικού προξενείου στα Ιεροσόλυμα το 1621, και το διάβημα των γαλλικών αρχών για αποστολή Καθολικών ιερωμένων για τις πνευματικές ανάγκες των Γάλλων υπηκόων εκεί, στάλθηκαν Ιησουίτες στα Ιεροσόλυμα, καθώς και στη Ναζαρέτ. Το 1623 δημιούργησαν ιεραποστολικό σταθμό στη Σμύρνη και άρχισαν να παραδίδουν μαθήματα ξένων γλωσσών, κάτι που προσέλκυσε μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων. Με την άδεια του ορθόδοξου μητροπολίτη Σμύρνης Ιακώβου πήραν την άδεια να κηρύττουν μέσα σε ορθόδοξες εκκλησίες και εννέα χρόνια αργότερα ο ίδιος ιεράρχης εγκωμίασε με επιστολή του στον Γάλλο βασιλιά, τις αρετές των Ιησουιτών.<ref>Π. Γρηγορίου, ''Σχέσεις Καθολικών και Ορθοδόξων'', Αθήνα, 1958, σ. 190.</ref> Παρόλο που ο Γάλλος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη προσπαθούσε να αποκτήσει μια γενική και μακράς διαρκείας άδεια από τητην οθωμανική κυβέρνηση για ελεύθερη εγκατάσταση των Ιησουιτών στο έδαφός του, δεν τα κατάφερε. Αποσπούσε από τον Σουλτάνο τοπικές άδεις για εγκατάστασή τους στις επαρχίες. Έτσι το 1625 πήρε την άδεια για την εγκατάσταση τους στη Σόφια και τη Φιλιππούπολη, το 1626 στο Χαλέπι, και το 1627 στη Νάξο. Το 1588 στον βενετοκρατούμενο Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης ίδρυσαν σχολείο και μονή. Αλλά και εκεί το 1606 διέκοψαν τη λειτουργία τους, επειδή Βενετία είχε εξορίσει τους Ιησουίτες από όλα τα εδάφη της. Η εξορία των Ιησουιτών από όλα τα ενετοκρατούμενα εδάφη Ανατολής και Δύσης κράτησε μέχρι το 1657 και δυσκόλεψε πολύ το έργο τους.<ref>Χρήστος Γιανναράς, ''Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα'' (Αθήνα: Δόμος, 1992), σ. 99.</ref>
 
Επίσης ίδρυσαν σχολείο και μέσα στο Άγιο Όρος, στις Καρυές, το 1635 για να μορφώνονται οι ορθόδοξοι μοναχοί. Η σχολή ιδρύθηκε ύστερα από αίτημα του ηγούμενου της [[Μονή Βατοπεδίου|Μονής Βατοπεδίου]] Ιγνατίου προς τον πάπα το 1628. Το 1641 το σχολείο μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και αυτό όχι εξαιτίας της αντίδρασης των μοναχών αλλά εξαιτίας της τουρκικής κυβέρνησης, που έβλεπε με δυσπιστία τη διείσδυση των Δυτικών στον Άθωνα.<ref>''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους''(Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1977), τόμ. 10, σ. 124-126.</ref> Το πρώτο σταθερό ίδρυμα των Ιησουιτών στον ελληνικό χώρο δημιουργήθηκε το 1594 στην τουρκοκρατούμενη Χίο. Ήταν η Μονή του Αγίου Αντωνίου του Εξωμερίτη στηστην πόλη της Χίου. Στον επόμενο αιώνα η σχολή της μονής αναπτύχθηκε αρκετά, καθώς μάλιστα φοιτούσαν εκεί 250 φοιτητές κάθε χρόνο, αλλά τερμάτισε τη δραστηριότητά της το 1695, όταν από μια σύντομη βενετική επιδρομή οι Τούρκοι την ξανακατέλαβαν.
 
Πιστοί στον τρόπο λειτουργίας του τάγματος προκειμένου να επιτύχουν τους προσηλυτιστικούς σκοπούς τους, οι Ιησουΐτες πλησίαζαν και εξοικειώνονταν με τα ήθη και τα έθιμα, τη γλώσσα και τις συνήθειες κάθε τόπου. Ο ίδιος ο αρχηγός της αποστολής τους στη Κωνσταντινούπολη πατέρας Φραγκίσκος ντε Κανιγιάκ γράφει σε ένα γράμμα του το 1610 ότι «Για να μας αισθάνονται κοντά τους οι Έλληνες και οι Αρμένιοι αφήσαμε γενειάδα. Φορέσαμε ράσο χωρίς κολάρο και με μακριά μανίκια, σαν αυτό που φέρουν οι παπάδες». Έτσι στη Νάξο ο πατήρ Ρενέ De Saint-Cosme μελοποίησε το «Πάτερ ημών» για να το ψάλλουν οι πιστοί στα ελληνικά κατά τη διάρκεια της λειτουργίας στη Χίο. Οι νεοαφιχθέντες Ιησουίτες επιδίδονταν στην περιφορά θαυματουργών εικόνων σαν αυτή της Παναγίας του ευαγγελιστή Λουκά, που κατά τον πατέρα Δομήνικο Μαυρίκιο απάλλαξε το νησί από την ανομβρία το 1595. Στην Αθήνα το 1642 ο πατέρας Bleseau ζήτησε από τους προϊστάμενους του στη Κωνσταντινούπολη να του στείλουν ελληνικά βιβλία, σταυρούς και εικόνες αγίων της ορθόδοξης εκκλησίας, και μαζί με αυτά και βιβλία αστρονομίας, φυσικής, γεωγραφίας και μαθηματικών σαν τα προσφορότερα μέσα για να πλησιάσουν τους Τούρκους.<ref>Βλ. [http://www.greekjesuits.blogspot.gr/], τον ιστοχώρο του τάγματος των Ιησουιτών στην Ελλάδα.</ref>