Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
όλες αυτές οι ενότητες είναι θεματικές υποεωότητες της ενότητας 'Η διακυβέρνηση του Αλέξιου Γ΄'
Γραμμή 53:
Η ειρήνη του 1355 και ο θάνατος του Νικήτα Σχολάριου το 1361 δεν αποθάρρυνε την οικογένεια των Σχολαρίων από νέες συνωμοτικές ενέργειες για την ανατροπή του Αλέξιου Γ΄. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Πανάρετος, το 1362 παραλίγο να ξεσπάσει νέα ανταρσία.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 284|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Την ίδια χρονιά και ο γιος του Μιχαήλ, πρώην αυτοκράτορας [[Ιωάννης Γ΄ Μέγας Κομνηνός]] (4 Σεπτεμβρίου 1342 - 3 Μαΐου 1344) επιχείρησε και αυτός να καταλάβει την εξουσία χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αφού δραπέτευσε από την Αδριανούπολη, όπου βρισκόταν εξορισμένος, με τη βοήθεια των Γενουατών έφτασε στη Σινώπη. Εκεί όμως πέθανε λόγω της πανώλης που μάστιζε την περιοχή.<ref>{{Cite book|title=Σ. Καρπόβ, Ιστορία της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. σελ. 209.|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Τον Οκτώβριο του 1363 οι Σχολάριοι επιχείρησαν ακόμη μια προσπάθεια. Ο [[μέγας λογοθέτης]] Γεώργιος Σχολάριος μαζί με μέλη της αριστοκρατικής οικογένειας των Καβασιτών και άλλους άρχοντες επιτέθηκαν στον αυτοκράτορα και τον καταδίωξαν ως τον πύργο της ακρόπολης της Τραπεζούντας. Η κίνηση τους όμως απέτυχε και οι Καβασίτες συνελήφθησαν, ενώ ο Γεώργιος Σχολάριος με τους οπαδούς του κατέφυγαν πρώτα στην Κερασούντα και μετέπειτα στην Αμισό, όπου λίγο αργότερα με τη μεσολάβηση των Γενουατών συμφιλιώθηκε με τον αυτοκράτορα. Το αξιοσημείωτο πάντως ήταν πως στη συνωμοσία συμμετείχε και ο [[μητροπολίτης Τραπεζούντας]] Νήφων Πτερυγιωνίτης, ο οποίος φυλακίστηκε για την ανάμειξη του, στη [[μονή Σουμελά]], όπου και πέθανε στις 19 Μαρτίου 1364.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 285|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==== Η απειλή των Τουρκομάνων ====
Η απειλή των Τουρκομάνων νομάδων και εμιράτων που περιέβαλλαν την αυτοκρατορία σε όλο το νότιο, νοτιοανατολικό και νοτιοδυτικό σύνορο της παρέμεινε αμείωτη καθ' όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Αλέξιου Γ'. Για να αντιμετωπίσει τους Τουρκομάνους νομάδες ο Αλέξιος Γ΄ χρησιμοποίησε έναν συνδυασμό δυναμικής αναμέτρησης και διπλωματικού κατευνασμού, με τη σύναψη συμμαχιών μέσω επιγαμιών των πριγκιπισσών του αυτοκρατορικού οίκου με τους Τουρκομάνους εμίρηδες.
 
Γραμμή 66:
Οι [[Τζαπνίδες]], ισχυρό Τουρκομανικό φύλο, είναι εγκατεστημένοι στα νοτιοδυτικά της αυτοκρατορίας και το 1348 συμμετείχαν στην επίθεση του Τουρκομανικού συνασπισμού εναντίον της Τραπεζούντας. Έχουν κατακλύσει την κοιλάδα του ποταμού Φιλαβωνίτη διώχνοντας τους ελληνικούς πληθυσμούς που κατοικούσαν εκεί. Για τις σχέσεις τους μετά το 1348 με τους Μεγάλους Κομνηνούς δεν γνωρίζουμε πολλά. Την περίοδο 1370-1390 ο Αλέξιος Γ' θα πραγματοποιήσει επιχειρήσεις εναντίον των Τζαπνιδών με στόχο να τους εκδιώξει από την κοιλάδα του Φιλαβωνίτη, χωρίς όμως αποτέλεσμα.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 290|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref><ref>{{Cite book|title=Bryer, Greeks and Turkmens σελ. 132-133.|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==== Διπλωματικές και Εμπορικέςεμπορικές επαφές με τη Βενετία και τη Γένουα ====
Οι διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις του Αλέξιου Γ' με τις δυο Ιταλικές ναυτικές δημοκρατίες, τη Βενετία και τη Γένουα χαρακτηρίζονται από προσπάθεια άσκησης μιας πολιτικής ισορροπιών καθώς και περιορισμού της επιρροής της μιας προς όφελος της άλλης. Βλέποντας ότι οι Γενουάτες είχαν αυξήσει κατά πολύ την παρουσία και την επιρροή τους στα λιμάνια του Πόντου, ο αυτοκράτορας έθεσε σε νέα βάση τις σχέσεις του με τη Βενετία, ώστε να αποκατασταθούν πλήρως οι εμπορικές επαφές, οι οποίες είχαν διαταραχθεί - τα χρόνια πριν ανεβεί στο θρόνο αλλά και την πρώτη δεκαετία της βασιλείας του - λόγω του Ενετογενουατικού πολέμου του 1350-1355 και της [[Μαύρος Θάνατος|πανώλης]] που έπληξε την Ευρώπη και τη λεκάνη της Μεσογείου στα μέσα του 14ου αιώνα.
 
Γραμμή 79:
Η σύναψη ειρήνης μεταξύ Τραπεζούντας και Γένουας το 1349 απεκατέστησε τις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών και η αυτοκρατορία τήρησε ουδέτερη στάση στον Ενετογενουατικό πόλεμο του 1350-1355. Οι τακτικές εμπορικές και διπλωματικές επαφές ατόνησαν από το 1350 και εξής λόγω του πολέμου αν και οι Γενουάτες αξιωματούχοι λάμβαναν οδηγίες από την πατρίδα τους για τον καθορισμό της δράσης τους μέσα στην αυτοκρατορική επικράτεια. Γενουάτες πιθανώς υποστήριξαν τον Αλέξιο Γ' το 1355 εναντίον των στασιαστών Σχολαρίων, και στη συνέχεια μεσολάβησαν για τον τερματισμό του εμφυλίου και τη συμφωνία ειρήνης μεταξύ των δυο πλευρών. Μια αυτοκρατορική πρεσβεία το 1363 επισκέφτηκε το Γενουάτη [[ποντεστά]] (κυβερνήτη) του Πέραν, ίσως για να διαπραγματευτεί την επανέναρξη των εμπορικών επαφών.<ref>{{Cite book|title=Σ. Καρπόβ, Ιστορία της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. σελ. 326|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Την Κυριακή του Πάσχα του 1365, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πανάρετου, Γενουάτες και Βενετοί στο κέντρο της Τραπεζούντας συνεπλάκησαν μπροστά στον αυτοκράτορα<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 286|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> ενώ στα 1373-1374 η Γένουα θα στείλει δυο πρεσβείες στον Αλέξιο Γ' για την επίλυση εκκρεμών οικονομικών ζητημάτων. Η δραστηριότητα των Γενουατών αυτή την περίοδο αποδεικνύει, ότι ο εμπορικός σταθμός τους στην Τραπεζούντα λειτουργούσε κανονικά παρά τον πόλεμο της Κιότζα με τη Βενετία (1376-1381).<ref>{{Cite book|title=Σ. Καρπόβ, Ιστορία της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. σελ. 326|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==== Οι σχέσεις με τους Γεωργιανούς ηγεμόνες του Καυκάσου ====
Ο Αλέξιος Γ΄ ακολούθησε την πολιτική της συμμαχίας μέσω επιγαμίας και με το [[βασίλειο της Γεωργίας]] στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας. Το 1367 ο βασιλιάς της Γεωργίας [[Μπαγκράτ Ε΄]] παντρεύτηκε την κόρη του Αλέξιου Γ΄, Άννα Μεγαλοκομνηνή. Ο αυτοκράτορας συνόδεψε την κόρη του μέχρι την περιοχή Μακραγιαλοί στα σύνορα των δύο κρατών,<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 286|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> και το 1372 επισκέφτηκε ξανά το γαμπρό και την κόρη του. Κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης ο Αλέξιος Γ΄ πήγε στο Βάτι, όπου τον συνάντησε ο πρίγκιπας της Γουριάς για να του υποβάλλει τα σέβη του και να ανανεώσει την υποτέλεια του στον αυτοκράτορα.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 288|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Το 1377 ο Αλέξιος Γ' επισκέφτηκε ξανά τους Μακραγιαλούς και εκεί τον συνάντησε η Γεωργιανή πριγκίπισσα Γκιουλκάν, κόρη του βασιλιά [[Δαυίδ Θ΄]]. Η πριγκίπισσα ήταν αρραβωνιασμένη με τον γιο και διάδοχο του αυτοκράτορα, τον Ανδρόνικο, αλλά μετά τον αναπάντεχο θάνατο του, παντρεύτηκε τον αδελφό του Μανουήλ - μετέπειτα αυτοκράτορα Μανουήλ Γ΄. Τότε μετονομάστηκε σε Ευδοκία και ο ίδιος ο Αλέξιος Γ΄ στεφάνωσε τη νύφη του με τις γαμήλιες τελετές που κράτησαν μια εβδομάδα να είναι ιδιαίτερα λαμπρές.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ.289-290|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==== Ευεργέτης των Μοναστηριώνμοναστηριών του Πόντου και Κτίτωρ της Μονής Διονυσίου στο Άγιο Όρος ====
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ο Αλέξιος Γ΄ ευεργέτησε με δωρεές διάφορα μοναστήρια μέσα στην αυτοκρατορία του και ίδρυσε τη Μονή του Διονυσίου στο Άγιο Όρος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πανάρετου το 1362 ο αυτοκράτορας ανακαίνισε το ναό του Αγίου Φωκά στην Κορδύλη.<ref>{{Cite book|title=Πανάρετος, Χρονικόν. σελ. 283.|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Ιδιαίτερη όμως εύνοια έδειξε στη Μονή της Παναγίας στο όρος Μελά στην περιοχή της Ματζούκας την περίφημη Παναγία Σουμελά. Θέλοντας να ευχαριστήσει την Παναγία που τον γλίτωσε από ένα ναυάγιο, ο αυτοκράτορας το Δεκέμβριο του 1364 απέλυσε χρυσόβουλλο υπέρ της Μονής, με το οποίο επικύρωνε τα παλαιά προνόμια και κτήσεις της και πολλαπλασίαζε με νέες δωρεές τις γαίες και τους παροίκους του μοναστηριού. Παράλληλα παραχωρούσε πλήρη φορολογική ατέλεια για όλα τα περιουσιακά στοιχεία της και απαλλαγή από κάθε είδους οικονομική ή στρατιωτική αγγαρεία και επιβάρυνση, η οποία θα μπορούσε να επιβληθεί από τις τοπικές αρχές. Σε περίπτωση που ξένοι ή μετανάστες εγκαθίσταντο στις γαίες της Μονής θα εξαιρούνταν και αυτοί από κάθε φόρο προς το δημόσιο. Επίσης αν πάροικοι από τις αυτοκρατορικές γαίες εγκαθίσταντο σε γαίες του μοναστηριού, τότε τα περιουσιακά τους στοιχεία θα περνούσαν αυτόματα στη Μονή ενώ το ίδιο θα ίσχυε και για παροίκους της Μονής και θα απεβίωναν δίχως κληρονόμους, χωρίς να εγείρονται περαιτέρω διεκδικήσεις για αυτά τα περιουσιακά στοιχεία από τρίτους. Η μονή θα κατέβαλλε μονάχα έναν φόρο στο αυτοκρατορικό ταμείο ανά διετία και τίποτε περισσότερο<ref>{{Cite book|title=Μ.Μ. 5 (Acta et Diplοmata), σελ. 276-280.|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref><ref>{{Cite book|title=A. Bryer-D. Winfield, The Byzantine Monuments and Topography of Pontos v. 1 σελ. 254|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>. Παράλληλα διασώζονται αντίγραφα δύο ακόμα χρυσοβούλλων του Αλέξιου Γ΄ - των οποίων όμως η γνησιότητα αμφισβητείται έντονα από τους ερευνητές - για τη Μονή του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά και τη Μονή Βαζελώνος. Σύμφωνα με αυτά τα έγγραφα, τα οποία χρονολογούνται το 1365 και 1386 αντιστοίχως, ο αυτοκράτορας παραχωρούσε φόρους και χωριά σε αυτά τα μοναστήρια.<ref>{{Cite book|title=Ν. Oikonomides, The Chancery of the Grand Komnenoi σελ. 304-308|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==== Κτίτωρ της Μονής Διονυσίου στο Άγιο Όρος ====
To 1374 ο Διονύσιος, αδελφός του Μητροπολίτη Τραπεζούντας Θεοδόσιου, έφτασε στην ποντιακή πρωτεύουσα για να επισκεφτεί τον αδελφό του και να προσπαθήσει να πάρει οικονομική ενίσχυση για τη μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου της "Νέας Πέτρας" την οποία είχε ιδρύσει στο Άγιο Όρος. Ο Θεοδόσιος κανόνισε ο αδελφός του να γίνει δεκτός από τον αυτοκράτορα και και ο Διονύσιος κατάφερε να πείσει τον Αλέξιο Γ΄ να ιδρύσει το δικό του μοναστήρι στο Άγιο Όρος, όπως "είχαν πράξει όλοι οι αυτοκράτορες στο παρελθόν".<ref>{{Cite book|title=Actes de Dionysiou, σελ. 10, 60|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref> Έτσι το Σεπτέμβριο του 1374 απέλυσε χρυσόβουλο με το οποίο επικυρώνει τις δωρεές του στο μοναστήρι, που θα ίδρυε ο Διονύσιος στον Άθω. Σύμφωνα με το χρυσόβουλο ο αυτοκράτορας αναλάμβανε όλα τα έξοδα για την ανέγερση του μοναστηριού (του ναού, των κελιών, των τειχών, του υδραγωγείου κ.λ.π.) και γι' αυτό δώριζε στο Διονύσιο 100 σώμια αργυρού (=περίπου 1000 χρυσά υπέρπυρα) εκ των οποίων τα 50 θα καταβαλλόταν αμέσως και τα άλλα 50 σε τρεις ετήσιες δόσεις. Επίσης η μονή θα λάμβανε από το αυτοκρατορικό ταμείο 1000 άσπρα "κομνηνάτα" (=ασημένια νομίσματα) σε ετήσια βάση για τη συντήρηση των μοναχών. Σε αντάλλαγμα οι μοναχοί θα μνημόνευαν αιωνίως τον αυτοκράτορα, τα μέλη της οικογένειας του, τους προγόνους και τους διαδόχους του, όφειλαν να φιλοξενούν κάθε Τραπεζούντιο που θα ερχόταν στο Άγιος Όρος για να προσκυνήσει στη Μονή, να δέχονται επίσης κάθε Τραπεζούντιο που επιθυμούσε να ασπαστεί το μοναχικό βίο και φυσικά να τηρούν το καταστατικό της Μονής.<ref>{{Cite book|title=Actes de Dionysiou σελ. 61|first=|last=|publisher=|isbn=|year=|location=|page=|quote=}}</ref>
 
==Οικογένεια==
Με την σύζυγό του [[Θεοδώρα Καντακουζηνή (σύζυγος του Αλεξίου Γ΄ Μεγαλοκομνηνού)|Θεοδώρα Καντακουζηνή]], ο Αλέξιος Γ΄ είχε πέντε παιδιά<ref>{{Cite book|title=PLP 12083|first=|last=|publisher=|year=|location=|page=}}</ref>: