Πατριάρχης Κύριλλος ΣΤ΄: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2:
Ο '''Κύριλλος ΣΤ΄''' (κατά κόσμον ''Κωνσταντίνος Σερπεντζόγλου'', [[1769]] ή 1775 - [[22 Απριλίου]] [[1821]]) ήταν [[Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως]] μεταξύ των ετών [[1813]] και [[1818]]. Ανακηρύχθηκε άγιος της Εκκλησίας λόγω του μαρτυρικού του θανάτου στις αρχές της Επανάστασης του 1821.
 
==Βιογραφία==
Γεννήθηκε το [[1769]] ή το 1775 στην [[Αδριανούπολη]] της Θράκης από φτωχούς γονείς που κατάγονταν από την Καισάρεια. Παρακολούθησε το σχολείο στην Αδριανούπολη και ήταν ευφυής και καλός μαθητής. Τέθηκε υπό την προστασία του τοπικού Μητροπολίτη (και μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχη) [[Καλλίνικος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως|Καλλίνικου]], ο οποίος τον χειροτόνησε [[διάκονος|διάκονο]] το [[1791]] και τον προσέλαβε ως γραμματέα. Το 1801, όταν ο Κύριλλος εξελέγη Πατριάρχης, τον όρισε μέγα αρχιδιάκονο του Πατριαρχείου. Από τη θέση εκείνη ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αναδιοργάνωση της Πατριαρχικής Σχολής, η οποία τότε μεταφέρθηκε στο Κουρούτσεσμε.
 
Το Σεπτέμβριο του [[1803]] εξελέγη Μητροπολίτης [[Ικόνιο|Ικονίου]], θέση στην οποία παρέμεινε για επτά χρόνια. Εκεί ανέπτυξε ιδιαίτερη δραστηριότητα για την ίδρυση σχολείων, την ενίσχυση απόρων μαθητών, τη διανομή βιβλίων και τη γενικότερη καλλιέργεια των γραμμάτων. Το [[1810]] μετατέθηκε στη Μητρόπολη [[Αδριανούπολη|Αδριανουπόλεως]]. Στις [[4 Μαρτίου]] [[1813]], μετά την παραίτηση του [[Ιερεμίας Δ΄|Πατριάρχη Ιερεμία Δ΄]], εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης.