Μπογκντάν Χμελνίτσκι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Διάσωση 2 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0.1
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{πληροφορίες προσώπου}}
[[Image:BChmielnicki.jpg|thumb|right|200px|Ο Μπογκντάν Χμελνίτσκι]]
Ο '''Μπογντάν Χμελνίτσκι''' (Богдан Хмельницький, ''Μπογτνάντ Χμελνίτσκι'', [[6 Ιανουαρίου]] [[1596]] – [[6 Αυγούστου]] [[1657]]) ήταν [[αταμάνος]] των Κοζάκων της [[Ζαπορίζια]], στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία (στη σημερινή [[Ουκρανία]]). Ηγήθηκε μίας εξέγερσης εναντίον της Κοινοπολιτείας και των επιφανών προσωπικοτήτων της (1648-1654), που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός κράτους Κοζάκων. Το 1654, υπέγραψε τη Συνθήκη του Περεγιάσλαφ με το [[Βασίλειο της Ρωσίας]].
 
==Βιογραφία==
===Τα πρώτα χρόνια===
Αν και δεν υπάρχει καμία απόδειξη για την ημερομηνία γέννησης του Χμελνίτσκι, ως πιθανή ημερομηνία γέννησής του θεωρήθηκε η 6η Ιανουαρίου του 1596 (γρηγοριανό ημερολόγιο)/27η Δεκεμβρίου του 1595 (ιουλιανό). Ωστόσο, πιο πρόσφατες βιογραφίες θεωρούν ότι είναι πιθανό να γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου (30 Οκτωβρίου στο [[Ιουλιανό ημερολόγιο]]) και να βαπτίστηκε στις 11 Νοεμβρίου.
 
Ο Χμελνίτσκι πιθανότατα γεννήθηκε στο κτήμα του πατέρα του κοντά στο Τσιχίριν, στην [[Ουκρανία]], ενώ κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε στο Ζόφκβα. Αν και ο πατέρας του ήταν ευγενούς καταγωγής, υπήρξε και υπάρχει ακόμα διαμάχη για το αν ο Μπογτνάντ Χμελνίτσκι ανήκε στην αριστοκρατία ή όχι. Μέχρι σήμερα παραμένει αβέβαιο αν ο Μπογντάν Χμελνίτσκι ήταν ή όχι ευγενής. Ο ίδιος υποστήριζε ότι ήταν ευγενής και αυτό πολλές φορές δεν αμφισβητήθηκε από τους συγχρόνους του. Ο πατέρας του ήταν παντρεμένος με [[Κοζάκοι|Κοζάκα]] και σύμφωνα με το Πολωνικό Καταστατικό του 1505 αυτό θα μπορούσε να θέσει την κατάσταση του Μπογντάν Χμελνίτσκι υπό εξέταση. Υπάρχουν και άλλες θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες αφαιρέθηκε η ιδιότητα του ευγενή από τον πατέρα ή τον παππού Χμελνίτσκι ή, ίσως η πιο αμφιλεγόμενη θεωρία, που διατυπώθηκε από έναν Πολωνό ιστορικό του 19ου αιώνα, που βασίστηκε σε άγνωστες πηγές, ότι ο πατέρας του Μπογντάν Χμελνίτσκι ήταν [[Ιουδαϊσμός|Εβραίος]] που ασπάστηκε τον [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικισμό]].
 
Επίσης δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία όσον αφορά την αρχική εκπαίδευση του Χμελνίτσκι. Αρκετοί ιστορικοί πιστεύουν ότι παρακολούθησε τα πρώτα του μαθήματα από έναν εκκλησιαστικό υπάλληλο, μέχρι που στάλθηκε σε ένα από τα σχολεία της Ορθόδοξης αδελφότητας του [[Κίεβο|Κιέβου]]. Συνέχισε την εκπαίδευσή του στην [[Πολωνική γλώσσα]] σ' ένα κολέγιο [[Αδελφότητα του Ιησού|Ιησουιτών]], ενδεχομένως στο Γιαρόσλαφ αλλά πιο πιθανόν στο [[Λβιβ]]. Ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του το 1617 και απέκτησε ευρεία γνώση της παγκόσμιας ιστορίας και έμαθε πολωνικά και [[Λατινική γλώσσα|λατινικά]]. Αργότερα, εκτός από αυτές τις γλώσσες, έμαθε [[Τουρκική γλώσσα|τουρκικά]], [[Κριμαϊκή γλώσσα|ταταρικά]] και [[Γαλλική γλώσσα|γαλλικά]]. Σε αντίθεση με πολλούς άλλους μαθητές των Ιησουιτών, δεν ασπάστηκε τον [[Καθολική Εκκλησία|Ρωμαιοκαθολικισμό]] αλλά παρέμεινε [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξος]].
 
===Θητεία με τους Κοζάκους===
Με την ολοκλήρωση των σπουδών του, το 1617, ο Μπογντάν κατατάχθηκε στο στρατό των Κοζάκων. Το 1619 στάλθηκε με τον πατέρα του στη Μολδαβία, καθώς η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία μπήκε σε πόλεμο με την [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]]. Η πρώτη του στρατιωτική εμπλοκή ήταν τραγική. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1620, ο πατέρας του σκοτώθηκε σε μάχη και ο ίδιος πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους. Τα επόμενα δύο χρόνια τα πέρασε ως αιχμάλωτος ενός Οθωμανού<ref>Συνήθως οι πολίτες της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]] συνδέονται με την Τουρκία, αλλά η αυτοκρατορία περιλάμβανε πολύ μεγαλύτερο έδαφος με διάφορες [[Εθνοτισμός|εθνικές ομάδες]], όπως Αρμένιους, Αλβανούς, [[Άραβες]], [[Σλάβοι|Σλάβους]] και πολλούς άλλους λαούς που δεν έχουν σχέση με [[τουρκικά φύλα]]. Μεγάλες προσωπικότητες της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]], όπως ο [[Σκεντέρμπεης]] και η σουλτάνα Χουρέμ, δεν ήταν Τούρκοι.</ref> Καπουντάν Πασά στην [[Κωνσταντινούπολη]]<ref>V. A. Smoliy, V. S. Stepankov, ''Bohdan Khmelnytsky: Sotsialno-politychnyi portret'' σελ.51, Lebid, Κίεβο (1995)</ref>. Άλλες πηγές ισχυρίζονται ότι ήταν σκλάβος και υπηρετούσε ως κωπηλάτης σε [[γαλέα]] του Οθωμανικού Ναυτικού όπου και έμαθε τις [[τουρκικές γλώσσες]].
 
Ενώ δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη απόδειξη για το πως επέστρεψε στην Ουκρανία, οι περισσότεροι ιστορικοί πιστεύουν ότι είτε δραπέτευσε είτε καταβλήθηκαν λύτρα. Οι πηγές διαφέρουν ως προς την κατονομασία αυτού που ενδεχομένως πλήρωσε τα λύτρα -η μητέρα του, φίλοι, ο Πολωνός βασιλιάς- αλλά ίσως ήταν ο πρεσβευτής της Πολωνίας στην [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]], ο οποίος το 1622 πλήρωσε λύτρα για να απελευθερωθούν [[Αιχμάλωτος πολέμου|αιχμάλωτοι πολέμου]]. Με την επιστροφή του, ο Χμελνίτσκι ανέλαβε την περιουσία του πατέρα του και εγγράφτηκεεγγράφηκε στους Κοζάκους του συντάγματος του Τσιχίριν, όπου αργότερα έγινε αξιωματικός. Από το 1625 συμμετείχε σε πολλές θαλάσσιες επιδρομές με τους Ζαποροζιανούς Κοζάκους φτάνοντας μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Στο μεταξύ, η χήρα μητέρα του παντρεύτηκε ξανά, έναν ευγενή Λευκορώσο, και μετακόμισε στο κτήμα του αφήνοντας τον Μπογντάν υπεύθυνο για την πατρική περιουσία. Αργότερα ο Μπογντάν Χμελνίτσκι παντρεύτηκε την κόρη ενός πλούσιου Κοζάκου από το Περεγιάσλαφ, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες και δύο γιους.
 
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Μπογντάν Χμελνίτσκι διαχειριζόταν την περιουσία του και προήχθη σε γραμματέα του συντάγματος. Είχε σίγουρα σημαντικές διαπραγματευτικές ικανότητες και έχοντας το σεβασμό των Κοζάκων συμπεριλήφθηκε στις 30 Αυγούστου 1637 στην αντιπροσωπεία που στάλθηκε στη [[Βαρσοβία]] για να υποστηρίξει την υπόθεση των Κοζάκων ενώπιον του βασιλιά της Πολωνίας, Βλαδισλάβου Δ'. Υπηρετώντας στο στρατό ενός Πολωνού ευγενή, συμμετείχε σε μία μάλλον επιτυχημένη εκστρατεία κατά την οποία ο στρατός της Κοινοπολιτείας, μέρος του οποίου αποτελούσε το σύνταγμα του Μπογντάν , σημείωσε αποφασιστική νίκη εναντίον των [[Χανάτο της Κριμαίας|Τατάρων]], το 1644. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, όπως δείχνουν κάποια αρχειακά έγγραφα, είχε επίσης μία συνάντηση στη Βαρσοβία με τον Γάλλο πρέσβη Κόμη Ντε Μπρεζί, κατά την οποία συζητήθηκε η πιθανότητα συμμετοχής των Κοζάκων σε πόλεμο στη Γαλλία. Οι πηγές διαφέρουν ως προς το εάν τον Απρίλιο του 1645 ταξίδεψε στη Γαλλία (στο [[Φονταινεμπλώ]]) για να συζητήσει περαιτέρω λεπτομέρειες ως προς την υπηρεσία των Κοζάκων στη Γαλλία. Η θεωρία αυτή υποστηρίζεται από τους Ουκρανούς ιστοριογράφους αλλά αμφισβητείται από τους Πολωνούς μελετητές<ref>V. A. Smoliy, V. S. Stepankov, ''Bohdan Khmelnytsky: Sotsialno-politychnyi portret'' σελ.70, Lebid, Κίεβο (1995)</ref>. Τον Οκτώβριο του 1644 περίπου 2.000 Πολωνοί στρατιώτες του πεζικού (μερικοί μελετητές θεωρούν ότι ήταν Κοζάκοι αλλά οι γαλλικές πηγές δεν τους κατονομάζουν ως τέτοιους) πήγαν στη Γαλλία δια θαλάσσης μέσω [[Γκντανσκ]] και [[Καλαί]], όπου συμμετείχαν στην πολιορκία και την κατάληψη της [[Δουνκέρκη|Δουνκέρκης]].
 
===Η Υπόθεση Τσαπλίνσκι===
Εν τω μεταξύ ένα άλλο πρόβλημα επρόκειτο να ξεσπάσει στο σπίτι του. Μετά το θάνατο του ευγενή τον οποίο υπηρετούσε ο Χμελνίτσκι, και ο οποίος ήταν υπέρμαχος της δίκαιης μεταχείρισης των [[Κοζάκοι|Κοζάκων]], ο διάδοχός του απαίτησε την περιουσία του Χμελνίτσκι ισχυριζόμενος ότι ήταν δική του. Στην προσπάθειά του να βρει προστασία από τον ισχυρό ευγενή, ο Χμελνίτσκι έγραψε πολυάριθμες εκκλήσεις και επιστολές σε διάφορους εκπροσώπους του πολωνικού στέμματος, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στα τέλη του 1645 ο Τσαπλίνσκι, προεστός του Τσιχίριν, έλαβε την άδεια από τον ευγενή να καταλάβει το κτήμα του Χμελνίτσκι. Το καλοκαίρι του 1646 ο Χμελνίτσκι κανόνισε ακρόαση από τον βασιλιά Βλαδισλάβο Δ' για την υπόθεσή του. Ο Βλαδισλάβος, ο οποίος ήθελε τους Κοζάκους στο πλευρό του στους πολέμους που σχεδίαζε, του έδωσε βασιλική απόφαση η οποία προστάτευε τα δικαιώματα του Χμελνίτσκι στο κτήμα. Ωστόσο, ήταν τέτοια η δομή της Κοινοπολιτείας και η αναρχία του ανατολικού τομέα εκείνη την εποχή, ώστε ακόμη κι ο βασιλιάς δεν μπορούσε να αποτρέψει τη σύγκρουση με τους τοπικούς ηγέτες. Στις αρχές του 1647 ο Τσαπλίνσκι άρχισε να παρενοχλεί ανοιχτά τον Χμελνίτσκι σε μια προσπάθεια να τον αναγκάσει να εγκαταλείψει την ύπαιθρο. Σε δύο περιπτώσεις το κτήμα του Χμελνίτσκι δέχθηκε επίθεση και υπέστη σημαντικές υλικές ζημιές ενώ ο μικρότερος γιος του Χμελνίτσκι χτυπήθηκε άσχημα. Τέλος, τον Απρίλιο του 1647, ο Τσαπλίνσκι κατάφερε να διώξει τον Χμελνίτσκι και ο Χμελνίτσκι αναγκάστηκε να μετακομίσει με τη μεγάλη του οικογένεια σε σπίτι συγγενών στο Τσιχίριν.
 
Το Μάιο του 1647 ο Χμελνίτσκι κανόνισε δεύτερη ακρόαση ενώπιον του βασιλιά, αλλά συνειδητοποίησε ότι ο βασιλιάς δεν επιθυμούσε να έρθει σε αντιπαράθεση με έναν ισχυρό ευγενή. Εκτός από την απώλεια του κτήματός του, η σύζυγός του πέθανε αφήνοντάς τον μόνο με τα παιδιά. Στη συνέχεια ο Χμελνίτσκι ξαναπαντρεύτηκε, αλλά όσον αφορά την περιουσία του οι προσπάθειές του παρέμεναν ανεπιτυχείς. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συνάντησε αρκετούς ανώτερους αξιωματικούς για να συζητήσουν το ζήτημα του πολέμου των Κοζάκων με τους Τατάρους και εκμεταλλεύτηκε αυτή την ευκαιρία για να επαναφέρει την υπόθεση Τσαπλίνσκι αλλά και πάλι ανεπιτυχώς.
 
Ενώ ο Χμελνίτσκι δεν έβρισκε υποστήριξη από τους Πολωνούς αξιωματούχους, τη βρήκε στους Κοζάκους φίλους και υφισταμένους του. Η υπόθεση ενός Κοζάκου που τύχαινε άδικης μεταχείρισης από τους Πολωνούς βρήκε μεγάλη υποστήριξη όχι μόνο στο σύνταγμα του Χμελνίτσκι στο Τσιχίριν αλλά και από άλλους Κοζάκους. Το φθινόπωρο του 1647 ο Χμελνίτσκι ταξίδευε από το ένα σύνταγμα στο άλλο και είχε πολλές διαβουλεύσεις με τους ηγέτες των Κοζάκων σε όλη την Ουκρανία. Η δραστηριότητά του δημιούργησε υποψίες στις πολωνικές αρχές, οι οποίες και τον συνέλαβαν. Παρόλο που εκδόθηκε εντολή για την εκτέλεση του Χμελνίτσκι, ο συνταγματάρχης Κοζάκος που κρατούσε τον Χμελνίτσκι τον απελευθέρωσε. Μη θέλοντας να προκαλέσει άλλο τη μοίρα του, ο Χμελνίτσκι κατευθύνθηκε προς τη Ζαπορίζια με μία ομάδα υποστηρικτών του.
Γραμμή 34:
Στό τέλος του 1647 ο Χμελνίτσκι μετακινήθηκε προς το νότο, στην [[εκβολή]] του ποταμού [[Δνείπερος|Δνείπερου]]. Στις 7 Δεκεμβρίου 1647 μία μικρή δύναμη 300-500 ανδρών αφόπλισε ένα μικρό πολωνέζικο απόσπασμα που επιτηρούσε την περιοχή και ο Χμελνίτσκι ανέλαβε την ηγεσία των Ζαποριζιανών Κοζάκων. Μία προσπάθεια των Πολωνών να επανακτήσουν την περιοχή αντιμετωπίστηκε αποφασιστικά καθώς όλο και περισσότεροι Κοζάκοι ενώνονταν με τις δυνάμεις του Χμελνίτσκι. Στα τέλη του Ιανουαρίου του 1648 συγκλήθηκε ένα συμβούλιο Κοζάκων, το οποίο εξέλεξε ομόφωνα τον Χμελνίτσκι ως αρχηγό τους (χάτμανος). Ακολούθησε μία πυρετώδη δραστηριότητα. Κοζάκοι εστάλησαν σε πολλές περιοχές της Ουκρανίας, ζητώντας από τους Κοζάκους και τους Ορθόδοξους αγρότες να συμμετάσχουν στην εξέγερση, έγιναν οι απαραίτητες ενέργειες για την κατασκευή και την απόκτηση όπλων ενώ εστάλησαν και απεσταλμένοι στον [[Χανάτο της Κριμαίας|Χαν της Κριμαίας]].
 
Αρχικά, οι πολωνικές αρχές δεν έλαβαν σοβαρά υπόψη τα νέα για τις κινήσεις του Χμελνίτσκι και τις αναφορές για την εξέγερση. Οι δύο πλευρές αντάλλαξαν καταλόγους αιτημάτων: οι Πολωνοί ζήτησαν από τους Κοζάκους να διαλυθούν και να παραδώσουν τον αντάρτη ηγέτη τους και οι Κοζάκοι ζήτησαν από την Κοινοπολιτεία να αποκαταστάσειαποκαταστήσει τα παλαιά τους δικαιώματα, να σταματήσει την προώθηση της Ουκρανικής Ελληνικής Καθολικής Εκκλησίας, να δώσει τη δυνατότητα να διορίζονται Ορθόδοξοι ηγέτες από τα συντάγματα των Κοζάκων και να αποσύρει τα στρατεύματα της Κοινοπολιτείας από την Ουκρανία<ref>V. A. Smoliy, V. S. Stepankov, ''Bohdan Khmelnytsky: Sotsialno-politychnyi portret'' σελ.91, Lebid, Κίεβο (1995)</ref>. Αυτά τα αιτήματα του Χμελνίτσκι ελήφθησαν ως προσβολή από τους Πολωνούς ευγενείς και στάλθηκε στρατός για να αντιμετωπίσει τους Κοζάκους του Χμελνίτσκι. Αν οι Κοζάκοι έμεναν στις θέσεις τους πιθανότατα να είχαν ηττηθεί, όπως είχε συμβεί σε πολλές άλλες εξεγέρσεις. Αλλά αυτή τη φορά, αντί να περιμένει τους Πολωνούς, ο Χμελνίτσκι βάδισε εναντίον τους. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στις 16 Μαΐου 1648 στο Ζόφντι Βόντι, όπου με τη βοήθεια των Τατάρων του Τουγκάι Μπέη πέτυχαν συντριπτική νίκη εναντίον της Κοινοπολιτείας. Αυτό επαναλήφθηκε στη μάχη του Κορσούν στις 26 Μαΐου 1648. Αυτό που έκανε επιτυχημένες τις ενέργειες των Κοζάκων ήταν οι διπλωματικές και στρατιωτικές ικανότητες του Χμελνίτσκι: υπό την ηγεσία του, ο στρατός των Κοζάκων μετακινήθηκε σε θέσεις μάχης ακολουθώντας τα σχέδια του αρχηγού του, ήταν αποφασιστικός στους ελιγμούς και στις επιθέσεις και, το σημαντικότερο, ο Χμελνίτσκι όχι μόνο έπεισε μεγάλο αριθμό Κοζάκων να έρθουν στο πλευρό του αλλά πήρε και την υποστήριξη του Χαν της Κριμαίας -ζωτικής σημασίας σύμμαχος για τις μάχες που ακολούθησαν.
 
====Ίδρυση του Κοζακικού Aτμανάτου====
Γραμμή 51:
Μετά τις αρχικές επιτυχίες του Χμελνίτσκι ακολούθησαν διάφορα εμπόδια, καθώς ούτε ο Χμελνίτσκι ούτε η Κοινοπολιτεία είχαν αρκετή δύναμη ώστε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση ή να επιφέρουν μία ήττα στον εχθρό. Αυτό που ακολούθησε ήταν μία περίοδος διακοπτόμενου πολέμου και μερικές συνθήκες ειρήνης, τις οποίες καμία πλευρά δεν φρόντισε να τηρήσει. Από την άνοιξη του 1649 και μετά, η κατάσταση έγινε χειρότερη για τους Κοζάκους καθώς η συχνότητα των πολωνικών επιθέσεων αυξήθηκε και ήταν όλο και περισσότερο επιτυχημένες. Τον Αύγουστο του 1649, ύστερα από μία σφοδρή μάχη στο Ζμπορίβ, υπογράφτηκε συνθήκη ειρήνης, η οποία ήταν αρνητική για τους Κοζάκους. Δύο χρόνια αργότερα, ο Χμελνίτσκι με τους Κοζάκους και τους Τατάρους επαναστάτησαν ξανά. Όμως τον Ιούνιο του 1651 υπέστησαν συντριπτική ήττα από τους Πολωνούς στη μάχη του Μπερεστέτσκο, όπου μάλιστα οι Τάταροι πρόδωσαν τον Χμελνίτσκι και τον πήραν αιχμάλωτο. Το Σεπτέμβριο του 1651 υπογράφτηκε στην πόλη Μπίλα Τσερκβά συνθήκη ειρήνης, η οποία ευνοούσε τους Πολωνο-Λιθουανούς. Σύντομα, η συνθήκη αυτή παραβιάστηκε και στα χρόνια που ακολούθησαν οι δύο πλευρές ήταν σχεδόν σε μόνιμη κατάσταση πολέμου. Σ' αυτή την κατάσταση οι [[Τάταροι της Κριμαίας]] έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, μην επιτρέποντας σε καμία πλευρά να επικρατήσει, καθώς ήταν προς το συμφέρον τους να αποτρέψουν τόσο την Ουκρανία όσο και την Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία να γίνουν τόσο ισχυρές ώστε να αποτελέσουν μία αποτελεσματική δύναμη στην περιοχή<ref>Orest Subtelny, ''Ukraine: A history'' σελ.133, University of Toronto Press (1994)</ref>.
 
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Χμελνίτσκι άρχισε να ψάχνει για άλλο σύμμαχο. Ακόμα κι αν οι Κοζάκοι απέκτησαν de facto την ανεξαρτησία τους από την Πολωνία, το νέο κράτος χρειαζόταν νομιμότητα, η οποία ήταν απαραίτητη στην Ευρώπη του 17ου αιώνα, κι αυτή η νομιμότητα μπορούσε να προέλθει από έναν ξένο μονάρχη. Σε αναζήτηση ενός προτεκτοράτου, ο Χμελνίτσκι προσέγγισε το 1651 τον Οθωμανό σουλτάνο και αντηλλάγησαν επίσημες πρεσβείες. Ωστόσο η ιδέα της προσέγγισης του [[Μουσουλμάνος|Μουσουλμάνου]] μονάρχη δεν βρήκε απήχηση στους Κοζάκους, στους οποίους στηριζόταν ο Χμελνίτσκι.
 
Ο άλλος πιθανός σύμμαχος ήταν η Ορθόδοξη [[Βασίλειο της Ρωσίας|Ρωσία]], η οποία παρέμενε αρκετά προσεκτική και μακριά από τις εχθροπραξίες στην Ουκρανία. Παρά τους πολυάριθμους απεσταλμένους και τις εκκλήσεις του Χμελνίτσκι για βοήθεια στο όνομα της κοινής Ορθόδοξης πίστης, ο Τσάρος προτίμησε να περιμένει μέχρι που η απειλή μίας ένωσης Κοζάκων-Οθωμανών τον ανάγκασε να αναλάβει δράση το 1653. Ο Χμελνίτσκι έλαβε μία πληροφορία, σύμφωνα με την οποία ο Τσάρος ήταν θετικός στην ιδέα να προσαρτήσει την Ουκρανία, κι έτσι η διπλωματική δραστηριότητα εντάθηκε.
 
===Συνθήκη με τη Μοσχοβία===
Μετά από μία σειρά διαπραγματεύσεων, συμφωνήθηκε ότι οι Κοζάκοι θα δέχονταν την επικυριαρχία του Τσάρου. Η συμφωνία οριστικοποιήθηκε με τη Συνθήκη του Περεγιάσλαφ τον Ιανουάριο του 1654. Εντούτοις μέχρι σήμερα υπάρχει διαφωνία στις τάξεις των ιστορικών ως προς τις πραγματικές προθέσεις τόσο της [[Μοσχοβία|Μοσχοβίας]] όσο και του Χμελνίτσκι στην υπογραφή αυτής της Συνθήκης. Για τον Τσάρο [[Αλέξιος της Ρωσίας|Αλέξιο]] η Συνθήκη νομιμοποιούσε τις διεκδικήσεις της Μόσχας στο [[κράτος των Ρως]] και ενίσχυε την επιρροή του στην περιοχή. Για τον Χμελνίτσκι η Συνθήκη του Περεγιάσλαφ προσέφερε την προστασία ενός νόμιμου μονάρχη και την υποστήριξη από μία φιλική Ορθόδοξη δύναμη. Υπήρξαν πολλές αντικρουόμενες απόψεις ως προς το είδος της ένωσης που είχε στο μυαλό του ο Χμελνίτσκι, αν δηλαδή ήταν μία στρατιωτική ένωση, μία επικυριαρχία ή η πλήρη ενσωμάτωση της Ουκρανίας στο [[Βασίλειο της Ρωσίας]]<ref>[http://www.encyclopediaofukraine.com/display.asp?AddButton=pages\P\E\PereiaslavTreatyof1654.htm Encyclopedia of Ukraine: Pereiaslav Treaty of 1654]</ref>.
 
Οι δύο πλευρές είχαν κάπως διαφορετικές ιδέες για τη συνθήκη και την ένωση, όπως αποδεικνύεται και από ένα περιστατικό που συνέβη κατά τη διάρκεια του όρκου πίστεως στον Τσάρο. Η συνθήκη κόντεψε να σπάσει όταν ο Μοσχοβίτης απεσταλμένος αρνήθηκε να ανταποδώσει με όρκο του Τσάρου προς τους υπηκόους του. Για το λόγο αυτό ο Χμελνίτσκι όρμησε έξω από την εκκλησία και απείλησε να ακυρώσει ολόκληρη τη Συνθήκη. Μετά από κάποια σκέψη κι αφού οι Κοζάκοι ανακάλεσαν το αίτημά τους, συνεχίστηκε η διαδικασία και έμεινε η Συνθήκη. Επειδή οι δύο πλευρές είχαν διαφορετικά σχέδια για την Ουκρανία, οι ελευθερίες που επιτράπηκαν στον Χμελνίτσκι λόγω του κύρους του, δεν δόθηκαν στους διαδόχους του. Αυτό οδήγησε τελικά στην πλήρη ενσωμάτωση της Ουκρανίας στο βασίλειο της Μοσχοβίας και αργότερα στη [[Ρωσική Αυτοκρατορία]].
Γραμμή 62:
===Τα τελευταία χρόνια===
[[Image:Subotiv Ukraine.png|thumb|left|200px|Η Εκκλησία όπου θάφτηκε ο Χμελνίτσκι (Σουμποτίβ, [[Ουκρανία]])]]
Μετά τη Συνθήκη του Περεγιάσλαφ ο γεωπολιτικός χάρτης της περιοχής άλλαξε. Ένας νέος παίκτης, η [[Βασίλειο της Ρωσίας|Ρωσία]], εισήλθε στη σκηνή και οι πρώην σύμμαχοι των Κοζάκων, οι Τάταροι, πήγαν στην πολωνική πλευρά. Αυτό ενέτεινε τις συγκρούσεις, καθώςσυγκρούσειςκαθώς οι Τάταροι ήταν πλέον ανεξέλεγκτοι στον πόλεμό τους ενάντια στον Χμελνίτσκι. Οι επιδρομές των Τατάρων ερήμωσαν ολόκληρες περιοχές της Ουκρανίας. Οι Κοζάκοι, με τη βοήθεια του στρατού του Τσάρου, πήραν εκδίκηση επιτιθέμενοι στις πολωνικές κτήσεις στη [[Λευκορωσία]] και την άνοιξη του 1654 έδιωξαν τους Πολωνούς από το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Η κατάσταση περιπλέχθηκε ακόμα περισσότερο όταν μία άλλη δύναμη προσχώρησε στη συμπλοκή - η [[Σουηδία]]. Οι Σουηδοί ήταν παλιοί αντίπαλοι τόσο της Πολωνίας όσο και της Ρωσίας, αλλά δεν επιτέθηκαν στη Ρωσία. Αντιθέτως, έσπευσαν να καταλάβουν το μερίδιό τους στη Λιθουανία πριν φτάσουν εκεί οι Ρώσοι. Αυτό έθεσε τις σχέσεις του Χμελνίτσκι και του Τσάρου σε μία εύθραυστη κατάσταση, αφού ο Χμελνίτσκι για κάποιο διάστημα είχε επαφές με τους Σουηδούς προκειμένου να συντονίσουν τις επιθέσεις τους στην Κοινοπολιτεία. Πέραν του ότι οι σχέσεις Ρωσίας και Σουηδίας ήταν σε γενικές γραμμές εχθρικές, οι ενέργειες του Χμελνίτσκι δυσαρέστησαν τους Ρώσους επειδή η Ρωσία είχε βλέψεις στις σουηδικές επαρχίες της Βαλτικής. Το 1656, ο ηγέτης της [[Τρανσυλβανία|Τρανσυλβανίας]], Γεώργιος Β' Ρακότσι, αναμίχθηκε κι αυτός στον πόλεμο σε μία τελευταία προσπάθεια του Καρόλου Ι' της Σουηδίας να σώσει τον πόλεμο καθώς συνάντησε τη μαζική λαϊκή αντίδραση των Πολωνών τής όλο και πιο κατεστραμμένης Κοινοπολιτείας. Παρά τα χτυπήματα απ' όλες τις πλευρές, η Κοινοπολιτεία επέζησε μόνο χάρη στην ατσάλινη ενότητά της εν όψει της καταστροφής.
 
Η Ρωσία επιτέθηκε στη Σουηδία τον Ιούλιο του 1656 όταν η Σουηδία ήταν βαθιά εμπλεκόμενη με την κατάσταση στην Πολωνία. Αυτός ο πόλεμος περιέπλεξε ακόμα περισσότερο τα πράγματα για τον Χμελνίτσκι καθώς ο σύμμαχός του πολεμούσε με τον ηγεμόνα του. Εκτός από τις διπλωματικές εντάσεις μεταξύ του Τσάρου και του Χμελνίτσκι, εμφανίστηκε και μία σειρά άλλων διαφωνιών, ιδίως όσον αφορά την παρέμβαση Ρώσων αξιωματούχων στα οικονομικά του Ατμανάτου των Κοζάκων και στην πρόσφατα απελευθερωμένη Λευκορωσία. Αυτό που εξόργισε περισσότερο τον Χμελνίτσκι ήταν η ξεχωριστή συνθήκη που υπέγραψε ο Τσάρος με τους Πολωνούς στη [[Βίλνιους]] το 1656, μην επιτρέποντας καν στους απεσταλμένους του να παρευρεθούν στις διαπραγματεύσεις. Το γεγονός αυτό ώθησε τον Χμελνίτσκι να γράψει μία οργισμένη επιστολή προς τον Τσάρο κατηγορώντας τον για αθέτηση της συμφωνίας στο Περεγιάσλαφ. Στο θυμό του, σύγκρινε τον Τσάρο με τους Σουηδούς, υποστηρίζοντας ότι οι Σουηδοί ήταν πιο έντιμοι και αξιόπιστοι από τους Ρώσους.
 
Εν τω μεταξύ ο στρατός των Κοζάκων αναγκάστηκε σε μία σειρά υποχωρήσεων στην Πολωνία. Ως αποτέλεσμα, ο Χμελνίτσκι είχε να αντιμετωπίσει και μία εξέγερση των Κοζάκων στο εσωτερικό μέτωπο. Ανησυχητικές ειδήσεις ήρθαν επίσης από την Κριμαία, καθώς οι Τάταροι, σε συμμαχία με την Πολωνία, ετοιμάζονταν για μία νέα εισβολή στην Ουκρανία. Αν και ήταν άρρωστος, ο Χμελνίτσκι συνέχισε τη διπλωματική του δραστηριότητα σε σημείο που μία φορά δέχθηκε τους απεσταλμένους του Τσάρου στο κρεβάτι του. Στις 22 Ιουλίου 1657 (παλαιό ημερολόγιο) υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία και σε λιγότερο από μία εβδομάδα, στις 5 π.μ. της 27ης Ιουλίου 1657 (παλαιό ημερολόγιο), ο Μπογντάν Χμελνίτσκι πέθανε. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στις 23 Αυγούστου και το σώμα του μεταφέρθηκε από το Τσιχίριν στο κτήμα του, προκειμένου να ταφεί στην εκκλησία των προγόνων του.
 
==Η κληρονομιά του Χμελνίτσκι==
Γραμμή 89:
 
===Ο Χμελνίτσκι στην Εβραϊκή ιστορία===
Η Εβραϊκή ιστορία αξιολογεί εξαιρετικά αρνητικά τον Χμελνίτσκι, δεδομένου ότι ένας από τους στόχους του ήταν η εξάλειψη των Εβραίων από την Ουκρανία. Πράγματι, κατά το διάστημα 1648-1656, οι επαναστάτες του Χμελνίτσκι δολοφόνησαν πολλούς Εβραίους<ref>Jerome A. Chanes, [http://books.google.com/books?id=ju7U83nRDt8C&pg=PA56&lpg=PA56&dq=chmielnicki+massacres+1648&source=bl&ots=YplsG-vMFk&sig=QoGPHmoYtUuZfIGWGo_cQlrVAD8&hl=en&ei=HMn4SoqHFYO1tgeEtsi2Cw&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=7&ved=0CCkQ6AEwBg#v=onepage&q=chmielnicki%20massacres%201648&f=false Antisemitism: A Reference Handbook], σελ.56</ref>. Λόγω της έλλειψης αξιόπιστων στοιχείων, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ο ακριβής αριθμός των θυμάτων. Σύγχρονες πηγές εκτιμούν τον αριθμό αυτό γύρω στα 20.000 άτομα.
 
==Δείτε επίσης==