Μάνος Χατζιδάκις: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 2A02:587:A60A:CBBC:7C60:A438:E0EA:ED68 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό ElWiki93
Ετικέτα: Επαναφορά
Κατάχρηση συνδέσμων
Γραμμή 1:
{{πληροφορίες προσώπου}}
Ο '''Μάνος (Εμμανουήλ) Χατζιδάκις''' ([[Ξάνθη]], [[23 Οκτωβρίου]] [[1925]] - [[Αθήνα]], [[15 Ιουνίου]] [[1994]]) ήταν κορυφαίος [[Έλληνας]] [[συνθέτης]], [[ποιητής]], [[Τραγούδι|τραγουδοποιός]], [[Διεύθυνση ορχήστρας|μαέστρος]] και [[Πιάνο|πιανίστας]]. Θεωρείται ο πρώτος που συνέδεσε μεταπολεμικά, με το θεωρητικό και συνθετικό έργο του, τη λόγια μουσική με τη λαϊκή μουσική παράδοση.<ref>Ρενάτα Δαλιανούδη, "Μάνος Χατζιδάκις και λαϊκή μουσική παράδοση" σ36</ref> Πολλά από τα εκατοντάδες έργα του αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικά. Είναι βραβευμένος με [[Όσκαρ|Βραβείο Όσκαρ]].
 
== Βιογραφία ==
Γραμμή 18:
 
=== Τα πρώτα έργα ===
Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το καλοκαίρι του [[1944]], σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στην κωμωδία «Ο Τελευταίος Ασπροκόρακας» του [[Αλέξης Σολομός|Αλέξη Σολομού]] από το νεοσύστατο [[Θέατρο Τέχνης]] του [[Κάρολος Κουν|Καρόλου Κουν]]. Η παράσταση έκανε πρεμιέρα στις 10 Ιουλίου 1944 και ανέβηκε για έξι Δευτέρες στο υπαίθριο θεατράκι «Παρκ» επί της οδού Χέυδεν.
 
Στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια.
 
Το [[1946]] καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον [[κινηματογράφος|κινηματογράφο]], στην ταινία ''[[Αδούλωτοι σκλάβοι|Αδούλωτοι Σκλάβοι]]'' που σκηνοθέτησε ο Βίων Παπαμιχάλης με πρωταγωνίστρια, σε πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση, την [[Έλλη Λαμπέτη]].
 
Την περίοδο της Κατοχής ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το [[Ρεμπέτικο|ρεμπέτικο τραγούδι]] και γίνεται ένας από τους πρώτους<ref name="ReferenceA" /> που το μελέτησαν και κατανόησαν την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο [[Θέατρο Τέχνης]] (στεγαζόταν στο τότε Θέατρο Αλίκης, νυν Θέατρο Μουσούρη στην πλατεία Καρύτση) τη διάσημη διάλεξή του για το ρεμπέτικο τραγούδι,<ref>{{cite|url=http://www.manoshadjidakis.com/xatzidakis-gia-to-rebetiko/|title=Επίσημος ιστότοπος, "Η διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι για το Ρεμπέτικο"|accessdate=2018-02-08|archiveurl=https://web.archive.org/web/20190717085502/https://www.manoshadjidakis.com/xatzidakis-gia-to-rebetiko/|archivedate=2019-07-17|url-status=dead}}</ref> μέσω της οποίας το συνέδεσε με τη νεοελληνική πολιτιστική κληρονομιά και του προσέδωσε ευρωπαϊκής προέλευσης αξίες.<ref> [https://musicology.mus.auth.gr/wp-content/uploads/2019/04/ConfProc2016.pdf «Η Τυραννία της Ευρώπης επί της Ελληνικής Μουσικής»] : Πάρις Κωνσταντινίδης, «Η Τυραννία της Ευρώπης επί της Ελληνικής Μουσικής: ο Ευρωκεντρισμός των Αντιμαχόμενων Εκδοχών της Ελληνικότητας» , στο Κώστας Χάρδας ''8ο Διατμηματικό Μουσικολογικό συνέδριο: Επιδράσεις και Αλληλεπιδράσεις'' (Συνέδριο, Αθήνα, 25-27 Νοεμβρίου 2016), Ελληνική Μουσικολογική Εταιρεία, 2019. σελ. 336-345. </ref> Μετά τη διάλεξη ακολούθησε συναυλία με τον [[Μάρκος Βαμβακάρης|Μάρκο Βαμβακάρη]] και τη [[Σωτηρία Μπέλλου]].
 
Το [[1950]] γίνεται ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικός διευθυντής του [[Ελληνικό Χορόδραμα (Ραλλού Μάνου)|Ελληνικού Χοροδράματος]] της [[Ραλλού Μάνου|Ραλλούς Μάνου]], με το οποίο παρουσιάζει τέσσερα μπαλέτα του: «Μαρσύας» ([[1950]]), «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» ([[1951]]), «Το Καταραμένο Φίδι» ([[1951]]) και «Ερημιά» ([[1958]]).
 
Την ίδια εποχή η ηθοποιός [[Μαρίκα Κοτοπούλη]] αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις «Χοηφόρους» ([[1950]]) από την «Ορέστεια» του [[Αισχύλος|Αισχύλου]]. Η συνεργασία αυτή ήταν η απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα. Μερικές από τις [[τραγωδία|τραγωδίες]] και [[κωμωδία|κωμωδίες]] για τις οποίες θα γράψει μουσική είναι η «Μήδεια» ([[1956]]), ο «Κύκλωπας» ([[1959]]), οι «Βάκχες» ([[1962]]), οι «Εκκλησιάζουσες» ([[1956]]), η «Λυσιστράτη» ([[1957]]) και οι «Όρνιθες» ([[1959]]). Το 1950 ο Χατζιδάκις συνεργάζεται με τον [[Άγγελος Σικελιανός|Άγγελο Σικελιανό]] προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία τραγωδία του ποιητή «Ο Θάνατος του Διγενή».
 
Παράλληλα γράφει σημαντικά μουσικά έργα, όπως τα πιανιστικά «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα» ([[1947]], το πρώτο από 51 έργα που ο ίδιος ξεχωρίζει με ιδιαίτερη αρίθμηση ανάμεσα στο σύνολο της δημιουργίας του ως opus 1) και «Ιονική σουίτα» ([[1952]]), καθώς και τον κύκλο τραγουδιών «Ο Κύκλος του C.N.S.» ([[1954]], αφιερωμένος στον Carlos Novi Sanchez με αφορμή το θάνατο του κοινού τους φίλου Ετιέν Ρέρυ).
 
=== Η μεγάλη δημοσιότητα ===
Το [[1955]] ξεκινά μία περίοδος έντονης δημιουργικής δράσης. Ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, όπου γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία με ταινίες όπως η «[[Στέλλα (ταινία)|Στέλλα]]» ([[1955]]) του [[Μιχάλης Κακογιάννης|Μιχάλη Κακογιάννη]], το «[[Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο]]» ([[1955]]) του [[Αλέκος Σακελλάριος|Αλέκου Σακελάριου]] και «[[Ο Δράκος (ταινία)|Ο Δράκος]]» (1956) του [[Νίκος Κούνδουρος|Νίκου Κούνδουρου]].
 
Το [[1959]] παίρνει το πρώτο βραβείο στο Α΄ [[Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης|Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού]] του [[Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας|ΕΙΡ.]] για το τραγούδι «Κάπου υπάρχει η αγάπη μου» που ερμήνευσε η [[Νάνα Μούσχουρη]].
 
Το [[1960]] ήταν μία χρονιά με συνεχείς επίσημες διακρίσεις. Του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο και στο Β΄ [[Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης|Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού]] του [[Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας|ΕΙΡ]] για δύο τραγούδια (το «Κυπαρισσάκι» και την «Τιμωρία», πάλι με τη [[Νάνα Μούσχουρη]]), απέσπασε το βραβείο για τη μουσική του στο «Ποτάμι» του [[Νίκος Κούνδουρος|Νίκου Κούνδουρου]] στο [[Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1960|Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης]], έγραψε τα «[[Τα Παιδιά του Πειραιά]]»<ref>{{Cite web |url=http://www.ogdoo.gr/erevna/rakosyllektika/otan-o-manos-xatzidakis-egrafe-ton-ymno-tou-olympiakoy |title=Αρχειοθετημένο αντίγραφο |accessdate=2017-11-12 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20180312040404/http://www.ogdoo.gr/erevna/rakosyllektika/otan-o-manos-xatzidakis-egrafe-ton-ymno-tou-olympiakoy |archivedate=2018-03-12 |url-status=dead }}</ref> για το φιλμ «[[Ποτέ την Κυριακή]]» του [[Ζυλ Ντασέν]] και συνέθεσε μουσική για τα θεατρικά έργα «Ευρυδίκη» του [[Ζαν Ανούιγ]], «Το γλυκό πουλί της νιότης» του [[Τένεσι Ουίλιαμς]], «Ο θάνατος του Διγενή» του [[Άγγελος Σικελιανός|Άγγελου Σικελιανού]], «Η τύχη της Μαρούλας» του [[Δημήτριος Κορομηλάς|Δημητρίου Κορομηλά]] και για πολλές ταινίες. Ανάμεσά τους οι: «[[Μανταλένα (ταινία)|Μανταλένα]]», «[[Η Αλίκη στο ναυτικό]]», «[[Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος]]», «[[Η κυρία δήμαρχος]]», «[[Το κλωτσοσκούφι]]», «[[Ραντεβού στην Κέρκυρα]]», κ.α.<ref>''Σε νέους δρόμους το ελληνικό τραγούδι'', Ιστορικό Λεύκωμα 1960, Καθημερινή (1997)</ref>
 
Το [[1961]] κέρδισε το [[Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού]] για «[[Τα Παιδιά του Πειραιά|Τα παιδιά του Πειραιά]]». Η βράβευση αυτή του έδωσε παγκόσμια δημοσιότητα, την οποία ο Χατζιδάκις προσπάθησε να αποφύγει με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι του στερούσε τη δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος τη σχέση του με το ακροατήριό του. «''Για μένα το Όσκαρ δεν αποτελεί στεφάνωμα μιας σταδιοδρομίας αλλά το αληθινό μου ξεκίνημα''», ήταν η απάντηση-δήλωση του συνθέτη. ''«Μπορεί ένα απλό τραγούδι να μου έφερε το Όσκαρ. Οι φιλοδοξίες μου όμως και οι υποχρεώσεις μου δεν σταματούν σε αυτό...»'', έλεγε. «Τα παιδιά του Πειραιά» έφεραν στην [[Ελλάδα]] το δεύτερο Όσκαρ, δεκαπέντε χρόνια μετά την [[Κατίνα Παξινού]] και το δικό της Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία ''[[Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα (ταινία)|Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα]]''. Το 1961 ο Χατζιδάκις απέσπασε το Β΄ βραβείο στο Γ΄ [[Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης|Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού]] του [[Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας|ΕΙΡ]] για το τραγούδι του ''«''Κουρασμένο παλληκάρι''»''. Το Α' βραβείο δόθηκε στον [[Μίκης Θεοδωράκης|Μίκη Θεοδωράκη]] για την ''«''Απαγωγή''»'' που ερμήνευσε η [[Μαίρη Λίντα]].<ref>''Όσκαρ στον Μάνο Χατζιδάκι'', Ιστορικό Λεύκωμα 1961, σελ. 145, Καθημερινή (1997)</ref>
 
Το [[1962]] ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί το «Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις» στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο του Κωνσταντίνου Α. Δοξιάδη στην Αθήνα, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται από κοινού στους [[Γιάννης Ξενάκης|Γιάννη Ξενάκη]] και [[Ανέστης Λογοθέτης|Ανέστη Λογοθέτη]].
 
Το [[1964]] ιδρύει και διευθύνει την [[Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών]] (1964-66), η οποία έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες 15 έργων Ελλήνων συνθετών.
 
Την ίδια περίοδο αρχίζει και η συνεργασία του με τον [[Μωρίς Μπεζάρ]]. Οι «Όρνιθες» ανεβαίνουν από τα [[Μπαλέτα του 20ού Αιώνα]] στις Βρυξέλλες.
Γραμμή 50:
 
=== Στο εξωτερικό ===
Το [[1966]] ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται τη [[Νέα Υόρκη]] των [[ΗΠΑ]] προκειμένου να λάβει μέρος, με τον [[Ζυλ Ντασέν]] και τη [[Μελίνα Μερκούρη]], στο ανέβασμα του έργου ''«''[[Ίλια Ντάρλινγκ]]» («Illya Darling») στο [[Θέατρο Μπρόντγουεϊ (Νέα Υόρκη)|Μπρόντγουεϊ]], διασκευή του «[[Ποτέ την Κυριακή]]» σε μιούζικαλ. Με αφορμή ένα χρέος του στην εφορία αποφασίζει να μην γυρίσει στην Ελλάδα αλλά να ζήσει στη Νέα Υόρκη, μαζί με τη μητέρα του, σε ένα μικρό διαμέρισμα στο [[Μανχάταν]].
 
Κατά την εξαετή παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών ''[[Reflections]]'' (1970) σε συνεργασία με το συγκρότημα «New York Rock and Roll Ensemble», ενώ έκανε ταξίδια στο Λονδίνο, το Παρίσι, την Τεχεράνη και αλλού.
 
Προηγουμένως, τον Απρίλιο του [[1965]], είχε ηχογραφήσει «[[Το Χαμόγελο της Τζοκόντας]]» στην –πασίγνωστη πλέον– συμφωνική του μορφή με παραγωγό τον [[Κουίνσι Τζόουνς]]. Παράλληλα συνεχίζει τη συνεργασία με τα «Μπαλέτα του 20ού Αιώνα» στις [[Βρυξέλλες]], όπου διευθύνει έργα δικά του ή άλλων συνθετών.
 
Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου είναι η μουσική για την ταινία «Blue» ([[1968]]) του [[Σίλβιο Ναριζάνο]] (Silvio Narizzano), η «Ρυθμολογία» (έργο για πιάνο) και η «Αμοργός» ([[1970]]), μελοποίηση του ομότιτλου ποιήματος (''[[Αμοργός (ποίημα)|Αμοργός]]'') του [[Νίκος Γκάτσος|Νίκου Γκάτσου]], έργο το οποίο ο συνθέτης άφησε ημιτελές.
 
=== Επιστροφή στην Ελλάδα - μεταπολίτευση ===
Τον Ιούλιο του [[1972]] επιστρέφει στην [[Αθήνα]]. Η περίοδος που θα ακολουθήσει, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και η έναρξή της σηματοδοτείται από την ηχογράφηση του εμβληματικού κύκλου τραγουδιών «[[Ο Μεγάλος Ερωτικός]]» το φθινόπωρο του 1972, στα στούντιο της Κολούμπια (Columbia) στον Περισσό, με ερμηνευτές τη [[Φλέρυ Νταντωνάκη]] και τον [[Δημήτρης Ψαριανός|Δημήτρη Ψαριανό]].
 
Το [[1973]] ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπον» με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, ''«μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία».<ref>{{cite web|url=http://hadjidakis.gr/autobiography/autobiography2_new.htm|title=Επίσημος ιστότοπος, βιογραφικό σημείωμα|accessdate=2013-09-04|archiveurl=https://web.archive.org/web/20150919025204/http://hadjidakis.gr/autobiography/autobiography2_new.htm|archivedate=2015-09-19|url-status=dead}}</ref>''
 
Το διάστημα [[1975]]-[[1982]] συμπίπτει με αυτό που ο Χατζιδάκις σκωπτικά αποκαλούσε «υπαλληλική περίοδο» της ζωής του. Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή τον διορίζει διευθυντή της [[Κρατική Ορχήστρα Αθηνών|Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών]], διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού [[Τρίτο Πρόγραμμα]] και αναπληρωτή γενικό διευθυντή της [[Εθνική Λυρική Σκηνή|Εθνικής Λυρικής Σκηνής]]. Η λαμπρή θητεία του στο Τρίτο Πρόγραμμα (1975-1982) αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς στην ελληνική ραδιοφωνία για την υψηλή ποιότητα και την ποικιλία των εκπομπών, αλλά και των πολιτιστικών εκδηλώσεων που διοργανώθηκαν στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις.
 
Για τέσσερα καλοκαίρια ([[1978]]-[[1981]]) ο Μάνος Χατζιδάκις καθιερώνει τις «Μουσικές Γιορτές» στα [[Ανώγεια Ρεθύμνου|Ανώγεια]], μια συνεργασία του Τρίτου με τον Δήμο Ανωγείων και τη Μουσική Ακαδημία Κρήτης. Στις Μουσικές Γιορτές γίνονταν διαγωνισμοί [[Λύρα|λύρας]], τραγουδιού και χορού, προβολές ταινιών και συναυλίες. Τον Αύγουστο του [[1979]] διοργανώθηκε στα Ανώγεια το συνέδριο «Συνάντηση και διάλογος για τη σημασία μιας λαϊκής παράδοσης στον καιρό μας» στο οποίο συμμετείχαν διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκοί και δημοσιογράφοι.
 
Το [[1980]] και το [[1981]] το Τρίτο Πρόγραμμα διοργανώνει τον «[[Μουσικός Αύγουστος (φεστιβάλ)|Μουσικό Αύγουστο]]» στο [[Ηράκλειο]], ένα πολυήμερο καλλιτεχνικό Φεστιβάλ για την ανάδειξη παλαιών και νέων ρευμάτων στη μουσική, στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο.
 
Το φθινόπωρο του [[1981]] και του [[1982]] διοργανώνει επίσης τους [[Αγώνες ελληνικού τραγουδιού Κέρκυρας|«Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού]]» στην [[Κέρκυρα]], ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.
 
Το [[1985]] ο Χατζιδάκις εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό ''Το Τέταρτο'' ([[1985]]-[[1986]]), το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Το 1985 επίσης δημιουργεί την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος» με σκοπό την ανάδειξη καλλιτεχνών και μουσικών δημιουργιών επί τη βάσει μη εμπορικών κριτηρίων. Παράλληλα παρουσιάζει επιλεγμένα μουσικά έργα και καλλιτέχνες στην [[μπουάτ]] «Σείριος» (Ζουμ) της [[Πλάκα|Πλάκας]].
 
Το [[1989]], ιδρύει την [[Ορχήστρα των Χρωμάτων]] προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών. Στις [[3 Ιουνίου]] [[1990]], σε συνεργασία με τον κορυφαίο Αργεντινό συνθέτη [[Άστορ Πιατσόλα]], ο Χατζιδάκις έδωσε με την Ορχήστρα των Χρωμάτων συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο [[Ωδείο Ηρώδου του Αττικού|Ηρώδειο]].<ref name="greco">{{cite book|last=Greco|first=Pablito|title=Tango FAQs & Facts|date=2014|publisher=SmilyTango Publications|location=New York [u.a.]|isbn=9780988555976|page=192|url=http://tangofaqs.com|year=|accessdate=2019-09-28|archiveurl=https://web.archive.org/web/20160329155718/http://www.tangofaqs.com/|archivedate=2016-03-29|url-status=dead}}</ref> Η συναυλία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική καθώς ήταν η τελευταία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα αργότερα, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, έπεσε σε κώμα δύο ετών και τελικά έφυγε από τη ζωή το 1992.<ref name="greco" /> Ο Χατζιδάκις διηύθυνε την Ορχήστρα των Χρωμάτων μέχρι το 1993, δίνοντας συνολικά 20 συναυλίες και 12 ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου.
 
Το [[1991]], σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας, ο Μάνος Χατζιδάκις διοργανώνει τους «Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας» οι οποίοι δεν συνεχίστηκαν για δεύτερη χρονιά.
 
Η έντονη ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα κοινά κατά την περίοδο αυτή αποτυπώνεται σε σημαντικό τμήμα του έργου του. Χαρακτηριστικά έργα της περιόδου είναι «[[Η Εποχή της Μελισσάνθης]]» (1980), έργο αυτοβιογραφικό αλλά και βαθιά πολιτικό για το τέλος της Κατοχής, την Απελευθέρωση και το προανάκρουσμα του Εμφυλίου, οι κύκλοι τραγουδιών «Τα παράλογα» (1978), η άτυχη μουσική παράσταση «Πορνογραφία» (1982), σε δική του σκηνοθεσία, «Οι Μπαλάντες Της Οδού Αθηνάς» (1983), η «Σκοτεινή Μητέρα» (1986) και «Τα τραγούδια της αμαρτίας» (1996) τα οποία κυκλοφόρησαν σε δίσκο δύο χρόνια μετά το θάνατό του.
 
Ο Μάνος Χατζιδάκις πέθανε στις [[15 Ιουνίου]] του [[1994]] από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην [[Παιανία]]. Όπως όρισε ο ίδιος, στην κηδεία του δεν παρευρέθηκαν τηλεοπτικά συνεργεία και φωτορεπόρτερ.
 
== Οι παρεμβάσεις του στον δημόσιο βίο και οι πολιτικές επιλογές του ==
Την περίοδο της [[Κατοχή της Ελλάδας 1941-1944|Κατοχής]] ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ενταγμένος στην [[Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων|ΕΠΟΝ]] Παγκρατίου. Αρθρογράφησε και έγραφε ποιήματα για παιδιά στο περιοδικό της ΕΠΟΝ ''Νέα γενιά'' κατά τα πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του, από το [[1943]] και μετά με το ψευδώνυμο '''Πέτρος Γρανίτης'''.<ref>Σύμφωνα με άρθρο της Αριστούλας Ελληνούδη στον ''Ριζοσπάστη'', Πάσχα 2006. Διαθέσιμο επίσης στο [https://www.rizospastis.gr/story.do?id=3338139] {{Webarchive|url=https://web.archive.org/web/20160501232712/http://www.rizospastis.gr/story.do?id=3338139 |date=2016-05-01 }}. Η πληροφορία βασίζεται στη ζωντανή μαρτυρία του αρχισυντάκτη του ''Ριζοσπάστη'' αλλά και της ''Νέας γενιάς'' εκείνα τα χρόνια, [[Νίκος Καραντηνός|Νίκου Καραντηνού]].</ref> Μετά τα [[Δεκεμβριανά]], με εντολή του [[Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας|ΚΚΕ]] ιδρύεται ο θίασος «Ενωμένοι Καλλιτέχνες», με δύο κλιμάκια, ένα αποτελούμενο από επαγγελματίες και ένα από πρωτοεμφανιζόμενους καλλιτέχνες. Ο Χατζιδάκις συμμετέχει στο δεύτερο κλιμάκιο με συντονιστή τον σπουδαίο σκηνοθέτη, μεταφραστή και συγγραφέα [[Γιώργος Σεβαστίκογλου|Γιώργο Σεβαστίκογλου]].
 
Το [[1946]] αποστασιοποίειται από την κομματική αντίληψη και δράση και έκτοτε αναπτύσσει,<ref>Μίκης Θεοδωράκης, ''Μάνου Χατζιδάκι εγκώμιον'', σ. 7.</ref><ref>Φώτης Απέργης, «Η πολιτική ταυτότητα του Μ. Χατζιδάκι», άρθρο δημοσιευμένο στο αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι της έκδοσης «λέσχη αθανάτων» της ''Ελευθεροτυπίας''.</ref> μια προσωπική πολιτική σκέψη, κεντρικοί άξονες της οποίας ήταν η αμφισβήτηση, η αναθεώρηση και η διαρκής αναζήτηση της νεοελληνικής ταυτότητας στον σύγχρονο κόσμο.
 
Για τις πολιτικές του πεποιθήσεις γράφει ο ίδιος: «''Είμαι δημοκράτης [[Αστική τάξη|αστός]], [[Ανθρωπισμός|ουμανιστής]] και αναθεωρητής της [[Δεξιά (πολιτική)|δεξιάς]]'' […]. ''Ποτέ δεν υπήρξα αντικομμουνιστής'' […]. ''Εγώ περιέχω και τον αριστερό. Ο [[Αριστερά (πολιτική)|αριστερός]] όμως δεν με περιέχει.''»<ref>{{cite web|url=http://www.hadjidakis.gr/politis/politis19.htm|title=Επίσημος ιστότοπος «Το παιδί της γαλαρίας»|accessdate=2013-09-10|archiveurl=https://web.archive.org/web/20131207220701/http://www.hadjidakis.gr/politis/politis19.htm|archivedate=2013-12-07|url-status=dead}}</ref>