Γκερτ φον Ρούντστετ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 16:
Ο Στρατάρχης ανακαλείται ξανά στην Γερμανία τον Ιούνιο του 1941. Ο Ρούνστετ γνώριζε πως επίκειτο εισβολή στη [[Σοβιετική Ένωση]], αλλά ήταν ιδιαίτερα απαισιόδοξος σχετικά με την έκβαση της σύγκρουσης. Τον Μάιο του 1941 μάλιστα, αποχαιρέτησε τον προσωπικό του φίλο Στρατάρχη [[Βίλχελμ Ρίττερ φον Λέεμπ]] μετά από συνομιλία τους με τα λόγια ''«Τότε λοιπόν, καλή αντάμωση στη [[Σιβηρία]]!»''.<ref>Hürter, Johannes (2006): Hitlers Heerführer - Die deutschen Oberbefehlshaber im Krieg gegen die Sowjetunion 1941/42. R. Oldenburg Verlag, Μόναχο 2007 (2η έκδοση) ISBN 978-3-486-58341-0, σ. 214, υποσημείωση 60</ref> Παρά ταύτα, ο Χίτλερ του εμπιστεύεται τη Διοίκηση της Ομάδας Στρατιών Νότου (Süd), η οποία αποτελείται από 52 μεραρχίες Πεζικού και πέντε θωρακισμένες. Η ομάδα αυτή προορίζεται να εισβάλει στην [[Ουκρανία]], στα πλαίσια της [[Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος|εισβολής στη Σοβιετική Ένωση]]. Οι αρχικές επιτυχίες είναι μικρές και η προέλαση της Ομάδας αργή. Ο [[Ιωσήφ Στάλιν|Στάλιν]] διαπράττει ένα σημαντικό σφάλμα για λόγους (περισσότερο) γοήτρου: Αρνείται την εγκατάλειψη του [[Κίεβο|Κιέβου]], παρά το γεγονός ότι ο Ρούντστετ έχει διαβεί τον [[Δνείπερος|Δνείπερο]] τόσο στα βόρεια όσο και στα νότια της πόλης. Η κυκλωτική αυτή κίνηση, εκτός από την κατάληψη του Κιέβου, οδηγεί στον εκμηδενισμό των δυνάμεων του Σοβιετικού Στρατάρχη Μπουντιένυ, αποφέροντας στην [[Βέρμαχτ]] τον εκπληκτικό αριθμό των 655.000 αιχμαλώτων. Ο Ρούντστετ στρέφεται στη συνέχεια εναντίον των πόλεων [[Χάρκοβο|Χάρκοβ]] και [[Ροστόβ]], τις οποίες και καταλαμβάνει. Ωστόσο, αντιτίθεται σθεναρά στην συνέχιση της εκστρατείας κατά τη χειμερινή περίοδο και έρχεται σε απευθείας αντιπαράθεση με τον Χίτλερ, ιδιαίτερα όταν υποστηρίζει την εκκένωση μιας μικρής προεξοχής στο Ροστόβ. Αυτό του στοιχίζει την θέση του: Ανακαλείται, απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του και αντικαθίσταται από τον Στρατηγό [[Βάλτερ φον Ράιχεναου]] (Walther von Reichenau), δεδηλωμένο οπαδό του [[Εθνικοσοσιαλισμός|Εθνικοσοσιαλισμού]]. Ο Ράιχενάου εξετάζει την κατάσταση, συμφωνεί με τον Ρούντστετ και τηλεφωνώντας στον Χίτλερ κάνει ακριβώς αυτό που είχε προτείνει ο Στρατάρχης. Ωστόσο, η διαταγή αποστράτευσης του Ρούντστετ δεν ανακαλείται.
 
Τον Μάρτιο του 1942 ο Χίτλερ καλεί σε ακρόαση τον γηραιό Στρατάρχη (είναι ήδη 67 ετών) και τον πείθει να επανέλθει στην ενεργό υπηρεσία, λέγοντας, μάλιστα «''Είναι καταπληκτικός! Αν ήταν νεότερος, θα του ανέθετα την Αρχιστρατηγία!''»<ref> Ρεϊμόν Καρτιέ (1966), σελ. ;</ref>. Του αναθέτει και πάλι την αρχηγία του Δυτικού μετώπου. Ο Στρατάρχης, είτε γιατί είναι απρόθυμος είτε γιατί, λόγω ηλικίας, δεν είναι πλέον τόσο δραστήριος, δεν κάνει τίποτε το ιδιαίτερο για την οχύρωση των ακτών, που είχε αναλάβει και το 1940. Οι δύο Στρατάρχες σύντομα ήρθαν σε ρήξη ως προς την στρατηγική που θα έπρεπε να ακολουθηθεί. Ο Ρόμελ υποστήριζε την διασπορά των θωρακισμένων μεραρχιών κατά μήκος των ακτών, ο Ρούντστετ την διατήρησή τους σε συγκέντρωση, ώστε να μπορούν να επέμβουν άμεσα και δυναμικά σε όποιο σημείο εκδηλωνόταν απόβαση καθώς δεν πίστευε ότι η απόβαση θα εκδηλωνόταν στη [[Νορμανδία]].
 
Μετά την εδραίωση του συμμαχικού προγεφυρώματος στη Νορμανδία, ο Στρατάρχης, την 1η Ιουλίου 1944, ζήτησε από την Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ τη σύμπτυξη του μετώπου, μέσω της εγκατάλειψης την προεξοχής της [[Καέν]] στα ανατολικά και της σύμπτυξης του υπόλοιπου μετώπου ως το [[Βιλέρ-Μποκάζ]] και το [[Σαιν-Λο|Σαιν Λο]]. Οι προτάσεις αυτές προέρχονταν από εισηγήσεις των υφισταμένων του Ρόμελ, τις οποίες ο ίδιος ο Ρόμελ είχε εγκρίνει και διαβιβάσει αμέσως στον προϊστάμενό του, Ρούντστετ, το βράδυ της προηγούμενης ημέρας. Την ίδια ημέρα (1 Ιουλίου), ο [[Βίλχελμ Κάιτελ]] τηλεφώνησε στον Ρούνστετ, διαβιβάζοντάς του κατηγορηματική άρνηση του Χίτλερ σε οποιαδήποτε εισήγηση για εγκατάλειψη εδάφους με αποτέλεσμα ο Ρούνστετ να ζητήσει την απαλλαγή του από μια διοίκηση όπου του απαγορευόταν οποιαδήποτε πρωτοβουλία.<ref name=":0" /> Σέ τηλεφωνική επικοινωνία καί στο ερώτημα του Βίλχελμ Κάιτελ «''Τι πρέπει να γίνει, κατά τη γνώμη σας, κ. Στρατάρχα;»,'' απάντησε με τη φράση ''«Κάντε ειρήνη, ηλίθιοι! Τι άλλο σας μένει να κάνετε τώρα;»''.<ref>Moll, Otto E. & Marek, Wolfgang (επιμ.) (1961): ''Die deutschen Generalfeldmarschälle 1935 – 1945''. Erich Pabel Verlag, Ράστατ 1961 (Πρώτη Έκδοση), σ. 222</ref> Στις 2 Ιουλίου, ο Χίτλερ ανακοίνωσε πως αποδέχθηκε αίτημα του Ρούνστετ για ανάπαυση και του απέστειλε, τιμητικά, φύλλα δρυός για το παράσημο του Σταυρού των Ιπποτών. Στη θέση του Ρούντστετ τοποθέτησε τον στρατάρχη [[Γκίντερ φον Κλούγκε]]. Επίσης, αντικατέστησε, χωρίς αντίστοιχες τιμές, τον εισηγητή της εκκένωσης της Καέν, Γκέιρ φον Σβέπενμπουργκ. Όταν ο Ρόμελ έμαθε για αυτές τις «καρατομήσεις» αναφώνησε «''η σειρά μου τώρα''».<ref name=":0">Ρεϊμόν Καρτιέ (1966), σελ. 201.</ref>.