Παύλος Μελάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αντικατάσταση του τουρκικός με το ορθό για την περίοδο οθωμανικός
Γραμμή 7:
Γεννήθηκε στη [[Μασσαλία]] το 1870, αλλά η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην [[Αθήνα]] τέσσερα χρόνια αργότερα. Ήταν γιος του μεγαλέμπορου [[Μιχαήλ Μελάς|Μιχαήλ Μελά]], που του εμφύσησε το όραμα της [[Μεγάλη Ιδέα|Μεγάλης Ιδέας]]. Φοίτησε στη [[Σχολή Ευελπίδων]] και παντρεύτηκε τη [[Ναταλία Δραγούμη-Μελά|Ναταλία Δραγούμη]], κόρη του πολιτικού [[Στέφανος Δραγούμης|Στέφανου Δραγούμη]]. Ήταν ένας από τους αξιωματικούς που το 1894, λίγο καιρό αφότου επέδραμαν στα γραφεία της [[Ακρόπολις (εφημερίδα)|εφημερίδας ''Ακρόπολις'']], συνέστησαν την [[Εθνική Εταιρεία]], μια [[αλυτρωτισμός|αλυτρωτική]] οργάνωση, της οποίας ήταν δραστήριο μέλος. Ως μέλος της Εθνικής Εταιρείας συμμετείχε στη διοργάνωση της [[Εισβολή Ελλήνων ατάκτων στη Μακεδονία (1897)|εισβολής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία Ελλήνων ατάκτων]] που προκάλεσε τον [[Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897|ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897]], ο οποίος έληξε με συντριπτική ήττα της Ελλάδας και βύθισε το Μιχαήλ Μελά σε θανάσιμη θλίψη.
 
Μετά την αυτοδιάλυση της Εθνικής Εταιρείας το 1900 αναμίχθηκε στις [[μακεδονικό ζήτημα|μακεδονικές υποθέσεις]], πεδίο ελληνοβουλγαρικού ανταγωνισμού, που απασχολούσαν όλα τα μέλη της [[οικογένεια Δραγούμη|οικογένειας Δραγούμη]]. Σε συνεργασία με το γυναικαδελφό του [[Ίων Δραγούμης|Ίωνα Δραγούμη]] στάθηκε από τους πρωτεργάτες του [[Μακεδονικός αγώνας|Μακεδονικού αγώνα]], ενισχύοντας τις ελληνικές διεκδικήσεις με όπλα και άνδρες. Το Μάρτιο του 1904, εν μέσω όξυνσης της εθνοθρησκευτικής διαμάχης στον απόηχο της [[εξέγερση του Ίλιντεν|εξέγερσης του Ιλιντεν]], ήταν ένας από τέσσερεις Έλληνες αξιωματικούς που στάλθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση στη δυτική Μακεδονία για να πραγματοποιήσουν μια αναγνωριστική περιοδεία, η οποία κατέληξε σε αντικρουόμενα αποτελέσματα αναφορικά με τη σκοπιμότητα αποστολής ένοπλων σωμάτων από την Ελλάδα. Τον Ιούλιο επισκέφθηκε ιδιωτικά την [[Κοζάνη]] και τη [[Σιάτιστα]] και αποφάσισε να αναλάβει αντάρτικη δράση στην περιοχή. Τον Αύγουστο διορίστηκε από το νεοϊδρυθέν [[Μακεδονικό Κομιτάτο]] αρχηγός των ελληνικών ομάδων στην περιοχή [[Καστοριά]]ς και [[Μπίτολα|Μοναστηρίου]] και εισήλθε για τρίτη φορά στην [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|τουρκοκρατούμενηοθωμανοκρατούμενη]] τότε [[Μακεδονία (περιοχή)|περιοχή της Μακεδονίας]], αυτή τη φορά επικεφαλής ένοπλου σώματος. Με τους άνδρες του περιόδευσε σε ετερόγλωσσα χωριά της περιοχής καταδιώκοντας [[κομιτατζήδες]] της [[ΕΜΕΟ]], πειθαναγκάζοντας [[Βουλγαρική Εξαρχία|εξαρχικούς]] [[σλαβόφωνοι στην οθωμανική Μακεδονία|σλαβόφωνους]] να επιστρέψουν στο [[Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως|Πατριαρχείο]] και οργανώνοντας ένα δίκτυο υποστηρικτικό της δράσης των ελληνικών σωμάτων. Ενώ βρισκόταν στο σλαβόφωνο χωριό [[Στάτιστα]] της [[Καστοριά]]ς, επιδιώκοντας να συναντηθεί με την ανταρτοομάδα των [[Ευθύμιος Καούδης|Καούδη]] και [[Παύλος Κύρου|Κύρου]], το σώμα του δέχτηκε επίθεση από ένα απόσπασμα του τουρκικούοθωμανικού στρατού, που παραπλανημένο από τον [[κομιτατζής|κομιτατζή]] [[Μήτρος Βλάχος|Μήτρο Βλάχο]] νόμιζε ότι επιτίθεται σε ομάδα της ΕΜΕΟ· ο Μελάς τραυματίστηκε από έναν πυροβολισμό και πέθανε υπό ομιχλώδεις συνθήκες. Μετά από περιπετειώδη πορεία η αποτμηθείσα κεφαλή του ενταφιάστηκε τελικά μαζί με το σώμα του στην Καστοριά.
 
Αν και η αντάρτικη δράση του Μελά στη Μακεδονία δεν είχε σημαντικά άμεσα αποτελέσματα, ο θάνατός του υψηλόβαθμου στρατιωτικού συγκλόνισε την ελληνική κοινή γνώμη και έστρεψε την προσοχή της στο [[Μακεδονικός Αγώνας|Μακεδονικό Αγώνα]], ως το σύμβολο του οποίου και καθιερώθηκε. Στην Ελλάδα τιμάται ως ήρωας και έχουν ονομαστεί προς τιμήν του το χωριό [[Μελάς Καστοριάς|Μελάς της Καστοριάς]] και ο [[Δήμος Παύλου Μελά]] στη [[Θεσσαλονίκη]].
Γραμμή 40:
===Αναγνωριστικές περιοδείες===
[[Αρχείο:Στο προαύλιο της Μητρόπολης Καστοριάς το 1904.jpeg|thumb|Συγκέντρωση Καστοριανών στο προαύλιο του μητροπολιτικού μεγάρου (Μάιος 1904).]]
Το Νοέμβριο του 1903 η [[Υψηλή Πύλη]] αποδέχτηκε τη [[συμφωνία της Μυρστέγης]] που είχαν συνάψει τον προηγούμενο μήνα η Ρωσία και η Αυστρία, το τρίτο σημείο της οποίας προέβλεπε τον ανασχεδιασμό των ορίων των διοικητικών υποδιαιρέσεων της περιοχής της Μακεδονίας, μετά την ειρήνευσή της, με σκοπό την ομαλότερη κατανομή των διαφόρων εθνοτήτων.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=114-6, 148-9}}.</ref><ref>{{harvnb|Akhund|2014|p=590}}.</ref> Ενώ για τις [[Μεγάλες Δυνάμεις]] η συμφωνία αποσκοπούσε στη σταθερότητα και τη διατήρηση της ισχύουσας κατάστασης, από τους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων ερμηνεύτηκε ως εγγύηση μελλοντικής βοήθειας υπέρ των διεκδικήσεών τους.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=149}}, {{harvnb|Akhund|2014|p=597-8}}.</ref> Τα βαλκανικά κράτη επικέντρωσαν στο τρίτο σημείο της συμφωνίας και καθώς, στην οθωμανική τάξη [[μιλλέτ|η εκκλησιαστική ένταξη αποτελούσε κριτήριο εθνικής κατηγοριοποίησης]], η ένταξη κάποιου σε μία από τις δύο Εκκλησίες, τη βουλγαρική Εξαρχία ή το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, σήμανε τη δήλωσή του ως «Βούλγαρου» ή «Έλληνα» αντίστοιχα.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=149}}, {{harvnb|Akhund|2014|p=598-900}}.</ref> Η Ελλάδα απευχόταν την ταχεία ειρήνευση της περιοχής πριν την αναστροφή της, συνήθως υπό πίεση, προόδου της εξαρχικής δραστηριότητας τα τελευταία χρόνια, ενώ οι ηγέτες της ΕΜΕΟ θεώρησαν σκόπιμο να υποστηρίξουν την Εξαρχία.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=149}}, {{harvnb|Akhund|2014|p=599}}.</ref> Η τουρκικήοθωμανική καταστολή είχε αποδυναμώσει το εξαρχικό κίνημα και την ΕΜΕΟ, οι εναπομείνασες ομάδες της οποίας το χειμώνα του 1903-4 συγκέντρωναν τη δράση τους στην προσπάθεια να αναγνωρίσουν την Εξαρχία χωριά που πρόσφατα είχαν επανέλθει στο Πατριαρχείο, μεταξύ άλλων στην περιοχή της δυτικής Μακεδονίας.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=174, 163-4, 167, 168}}, {{harvnb|Akhund|2014|p=599}}.</ref> Η ακριβής ένταξη του κάθε χωριού στο Πατριαρχείο ή την Εξαρχία έγινε δυσεξακρίβωτη και δεν παρέμενε σταθερή, καθώς λόγω της δράσης ένοπλων ομάδων, επικρατούσε το ένα από τα δύο κόμματα που συνήθως συνυπήρχαν στο ίδιο χωριό, ενώ την άνοιξη του 1904 ξέσπασε βία και σημειώθηκαν σφαγές.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=168}}, {{harvnb|Akhund|2014|p=598}}.</ref>
 
Το Φεβρουάριο του 1904 ήρθαν στην Αθήνα ο [[Κώτας]], ο [[Φλώρινα|Φλωρινιώτης]] [[Λάκης Πύρζας]] και ο [[Παύλος Κύρου|Παύλος Κύρου]], σλαβόφωνος από το [[Ζέλοβο]], για να παρουσιάσουν στην ελληνική κυβέρνηση την κατάσταση που επικρατούσε στη Μακεδονία,<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=175-6}}, {{harvnb|Μελά|1992|p=189}}, {{cite journal|journal=Balkan Studies|title=Greek Macedonia and the Convention of Neuilly (1919)|author=Stelios Nestor|volume=3|issue=1|year=1962|page=178|url=https://ojs.lib.uom.gr/index.php/BalkanStudies/article/view/81/90|quote=many leaders who fought and fell in the field defending the Greek cause, though they did not speak but Bulgarian. Such leaders were: Capetan Kottas from Roulia, Vangelis from Strebeno, Kyrou from Zelovo [...]|date=|accessdate=2020-03-18|archiveurl=https://web.archive.org/web/20180313031707/https://ojs.lib.uom.gr/index.php/BalkanStudies/article/view/81/90|archivedate=2018-03-13|url-status=dead}}.</ref> και οι δύο πρώτοι συνάντησαν το Μελά στο σπίτι των Δραγούμηδων.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2005|p=23}}.</ref> Στις αρχές του 1904, η [[Κυβέρνηση Γεωργίου Θεοτόκη Δεκεμβρίου 1903|ελληνική κυβέρνηση]], υπό την πίεση κοινής γνώμης έστρεψε το ενδιαφέρον της στη Μακεδονία και όρισε τον [[Αλέξανδρος Κοντούλης|Αλέξανδρο Κοντούλη]] επικεφαλής μιας τετραμελούς ομάδας αξιωματικών που στάλθηκαν να ελέγξουν την κατάσταση στη δυτική Μακεδονία<ref name="Dakin1756"/> και τις δυνατότητες ένοπλης ελληνικής εμπλοκής στην περιοχή.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2014|p=65}}.</ref> Ο Κοντούλης επέλεξε ως συνοδεία του τον [[Αναστάσιος Παπούλας|Αναστάσιο Παπούλα]], το [[Γεώργιος Κολοκοτρώνης|Γεώργιο Κολοκοτρώνη]] και το Μελά, που ήταν φίλος του,<ref name="Dakin1756">{{harvnb|Dakin|1966|p=175-6}}.</ref> παρά την αντίρρηση του [[υπουργός Εξωτερικών (Ελλάδα)|υπουργού Εξωτερικών]] [[Άθως Ρωμάνος|Άθω Ρωμανού]], που θεωρούσε το Μελά ακατάλληλο «ὡς ἐνθουσιώδη».<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2005|p=36}}.</ref> Παρά τη διαφωνία της Ναταλίας και τη συγκαταβατική στάση των υπόλοιπων Δραγούμηδων, ο Μελάς ήταν γεμάτος ενθουσιασμό και δέος μπροστά στην προοπτική να μεταβεί στη Μακεδονία, χώρο τον οποίο δε γνώριζε ουσιαστικά, αλλά που θα του επέτρεπε να τηρήσει τον όρκο στον πατέρα του και να αφοσιωθεί σε μια υψηλή ιδέα.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2005|pp=35-6}}.</ref> Η αγωνία για το μέλλον και η προοπτική της απομάκρυνσης από τα παιδιά του αναστάτωναν ψυχικά το Μελά, αλλά τον ηρέμησε η σύζυγός του.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2005|p=31, 39}}.</ref>
 
[[Αρχείο:Zhelevo-view.jpg|thumb|Άποψη του Ανταρτικού (πρώην Ζέλοβο).]]
Αφου επέλεξαν τέσσερεις συνοδούς, μεταξύ των οποίων ο Καούδης, οι τέσσερεις αξιωματικοί ακολούθησαν χωριστές πορείες και συναντήθηκαν στο τέλος Φεβρουαρίου στα ελληνοτουρκικάελληνοθωμανικά σύνορα, στο [[Βελεμίστι]], με τον Κώτα, τον Πύρζα και τον Κύρου.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=175-6}}, {{harvnb|Μελά|1992|p=189}}.</ref> Για λόγους μυστικότητας οι αξιωματικοί χρησιμοποίησαν διαβατήρια με ψευδώνυμο, ο Μελάς συγκεκριμένα με το όνομα «Ζέζας»,<ref>{{harvnb|Μελά|1992|p=190-191}}.</ref> το οποίο στα [[αρβανίτικα]] σημαίνει «μαύρος» ή «μελαχρινός» και το οποίο είχε δώσει στο Μελά ο Κοντούλης, που μιλούσε τη γλώσσα.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2005|p=34}}.</ref> Η αποστολή καθυστέρησε εξαιτίας των άσχημων καιρικών συνθηκών και διέσχισαν τον [[Αλιάκμονας|Αλιάκμονα]] μόλις στις 9<small>(Ι.Η.)</small>/22<small>(Γ.Η.)</small> Μαρτίου και ακολούθως κατευθύνθηκαν μέσω Σιατίστης προς το [[Μονή Αγίου Νικολάου Τσιριλόβου|μοναστήρι του αγίου Νικολάου στο Τσιρίλοβο]]. Με οδηγό έναν απεσταλμένο του μητροπολίτη Καστοριάς [[Γερμανός Καραβαγγέλης|Καραβαγγέλη]] έφτασαν στο χωριό [[Γκαμπρές]] στις 15/28 Μαρτίου. Την επομένη ο Μελάς και ο Κολοκοτρώνης συνέδραμαν χρηματικά το δάσκαλο και το απόγευμα ο Κώτας, ο Κοντούλης και ο Μελάς μίλησαν στους ντόπιους υπέρ της σύνταξης με την ελληνική πλευρά. Έπειτα, προχώρησαν στη [[Ρούλια]], το χωριό του Κώτα, την [[Όστιμα]] και το Ζέλοβο.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=176-7}}.</ref> Η προσωπικότητα του Κώτα εντυπωσίασε το νεαρό Μελά, ο οποίος τον αντιμετώπιζε με θαυμασμό και σεβασμό και ξεκίνησε να αντιλαμβάνεται την κατάσταση στη Μακεδονία σύμφωνα με την αντίληψη του Κώτα, ενός από τους τελευταίους εκπροσώπους της [[κλέφτες|κλέφτικης]] παράδοσης και αδιαμφισβήτητου αρχηγού των ατάκτων της περιοχής.<ref>{{cite book|last=Koliopoulos|first=John|chapter=Brigandage and Insurgency in the Greek Domains of the Ottoman Empire, 1853-1908|title=Ottoman Greeks in the Age of Nationalism: Politics, Economy, and Society in the Nineteenth Century|year=1999|location=Πρίνστον, Νιου Τζέρσεϋ|editor=Dimitri Gondicas |editor2=Charles Issawi|publisher=Darwin Press|pages=156-157}}</ref> Ενώ βρίσκονταν στο Ζέλοβο (σημ. [[Ανταρτικό Φλώρινας|Ανταρτικό]]) της Φλώρινας ο Παπούλας και ο Κολοκοτρώνης διαφώνησαν με το Μελά και τον Κοντούλη αναφορικά με το αν τα ελληνικά συμφέροντα θα εξυπηρετούνταν με την αποστολή ένοπλων σωμάτων από την Ελλάδα, όπως υποστήριζαν οι πρώτοι, ή με την οργάνωση ντόπιων ομάδων,<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=177-9}}.</ref> όπως υποδείκνυε εδώ και ένα χρόνο στο Μελά ο Ίων Δραγούμης.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2014|p=67}}.</ref> Μετά το Ζέλοβο, βρέθηκαν στο [[Όροβνικ]], όπου -χάρη σε μία από τις φωτογραφίες που μοίραζε ο Μελάς σε όσους τον επισκέπτονταν από τη Μακεδονία στην Αθήνα, την οποία είχε στο σπίτι του στο [[Πισοδέρι]] ο παπα-[[Σταύρος Τσάμης]]- ο ιερέας του χωριού αναγνώρισε το Μελά ως το πρόσωπο με την άφιξη του οποίου «θα γίνουν μεγάλα πράγματα».<ref>{{harvnb|Gounaris|1997|p=108}}, {{harvnb|Μελά|1992|p=260}}.</ref>
 
Την ίδια μέρα έλαβαν ένα μήνυμα από το Δραγούμη ότι ο Μελάς έπρεπε να επιστρέψει αμέσως στην Ελλάδα, επειδή οι τουρκικέςοθωμανικές αρχές είχαν πληροφορηθεί την παρουσία του. Ο Μελάς επισκέφθηκε στο [[Μπίτολα|Μοναστήρι]] το Δραγούμη, που τον έπεισε να υπακούσει. Απογοητευμένος, ο Μελάς πήρε το [[τραίνο]] για τη [[Θεσσαλονίκη]] φορώντας ένα [[φέσι]], σύμβολο κύρους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και στις 29 Μαρτίου έφτασε στην Αθήνα. Πέντε βδομάδες αργότερα επέστρεψαν και οι άλλοι τρεις αξιωματικοί, μετά από διαταγή του [[Υπουργείο Εξωτερικών (Ελλάδα)|ελληνικού ΥπΕξ]], ενώ ο Καούδης παρέμεινε με τον Κώτα.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=177}}.</ref><ref>{{harvnb|Καραμπάτη κ.ά.|2009|p=100, σημ. 80}}.</ref> Από τη Μακεδονία οι τρεις αξιωματικοί είχαν στείλει μία αναφορά που έκανε λόγο για ευνοϊκές συνθήκες ανάληψης ελληνικής δράσης, αλλά ο Παπούλας και ο Κολοκοτρώνης είχαν στείλει κρυφά επιστολές που έκαναν λόγο για δυσμενή υποδοχή της αποστολής τους και την ακαταλληλότητα των ντόπιων για ένοπλη δράση.<ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2014|p=69-71}}.</ref> Πίσω στην Αθήνα, μία λογομαχία στις 13 Μαΐου ανάμεσα στο Μελά και τον Κολοκοτρώνη για το ζήτημα της αποστολής ή όχι ενόπλων στη Μακεδονία κατέληξε στη διοργάνωση με αίτημα του Κολοκοτρώνη ανάμεσά στους δύο στις 28 του ίδιου μηνός μίας μονομαχίας<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=179}}.</ref><ref>{{harvnb|Καραμπάτη|2014|p=71}}.</ref> —προσφιλούς στους Έλληνες αξιωματικούς μεθόδου αποκατάστασης της τιμής την περίοδο που ακολούθησε τον ατιμωτικό για τους ίδιους πόλεμο του '97—<ref>{{cite journal|title=Masculinity on Stage: Dueling in the Greek Capital, 1870–1918|journal=Aspasia: The International Yearbook of Central, Eastern, and Southeastern European Women's and Gender History|last=Vassiliadou|first=Dimitra|year=2019|volume=13|issue=1|url=https://www.berghahnjournals.com/downloadpdf/journals/aspasia/13/1/asp130104.xml|doi=10.3167/asp.2019.130104|pages=18-19}}{{Dead link|date=Ιουλίου 2020 }}</ref> η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον ελαφρύ τραυματισμό του Κολοκοτρώνη από πυροβολισμό.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=179}}.</ref>
 
[[File:Μητρόπολη 2 20190128 175815 HDR.jpg|thumb|Το επισκοπικό μέγαρο της Κοζάνης.]]
Γραμμή 68:
Από το Νερέτ το σώμα του Μελά κατευθύνθηκε στο πατριαρχικό [[Λέχοβο]] και έπειτα στη Νεγκοβάνη (σημερινό [[Φλάμπουρο Φλώρινας|Φλάμπουρο]]), χωριό αρβανιτο-βλάχικο και επίσης κατά πλειοψηφία πατριαρχικό, όπου έμεινε για αρκετές μέρες λόγω της αδιάκοπης βροχόπτωσης, οργανώνοντας την άμυνα της ευρύτερης περιοχής.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=189}}, </ref><ref>{{harvnb|Traykova|2003|p=111}}.</ref> Εκεί τους συνάντησαν στις 30 Σεπτεμβρίου πρόκριτοι του [[βλάχοι|βλάχικου]] χωριού Νέβεσκα (σημερ. [[Νυμφαίο Φλώρινας]]), που τους εφοδίασαν με τρόφιμα και ενδύματα.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=189}}.</ref> Ο Μελάς βασίστηκε, λόγω της σύνθεσης του πληθυσμού τους, στο Λέχοβο, όπου βρισκόταν ο Ζήσης, και στη Νεγκοβάνη, όπου ανέλαβε με τα χρήματα του Μακεδονικού Κομιτάτου τη μισθοδοσία του οπλαρχηγού Κόλε Πίνα, που είχε εργαστεί για τον Καραβαγγέλη. Ως κέντρο τους όρισε τη Νέβεσκα, όπου διόρισε μία πενταμελή επιτροπή άμυνας, όπως έπραξε και σε άλλα χωριά, όμοια με την οργάνωση ''Άμυνα'' του Ίωνα Δραγούμη. Έργο των επιτροπών αυτών ήταν η τροφοδοσία των αντάρτικων σωμάτων, η φύλαξη των χωριών και η προπαγανδιστική δράση στη γύρω περιοχή. Με τους πόρους του Κομιτάτου μισθοδότησε στα χωριά πέρα από ένοπλες φρουρές, αγγελιαφόρους και κατασκόπους της βουλγαρικής δράσης.<ref>{{harvnb|Traykova|2003|p=119-21}}.</ref> Την ίδια περίοδο ενεργούσε στην περιοχή των [[Κορέστεια|Κορεστείων]] η ανταρτοομάδα των [[Ευθύμιος Καούδης|Καούδη]] και [[Παύλος Κύρου|Κύρου]], που ανάγκασε πολλούς κομιτατζήδες να εγκαταλείψουν τα χωριά όπου βρίσκονταν. Στις 18 Σεπτεμβρίου<small>(Ι.Η.)</small>/1 Οκτωβρίου<small>(Γ.Η.)</small> η ομάδα αυτή επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στην Όστιμα (σημερ. [[Τρίγωνο Φλώρινας]]) στο [[Μήτρος Βλάχος|Μήτρο Βλάχο]], που μετά από πολύωρη μάχη κατάφερε να διαφύγει, χάνοντας ωστόσο περίπου είκοσι άνδρες.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=189-90}}.</ref><ref>{{harvnb|Καούδης|1992|p=13, 17, 62, σημ. 188}}.</ref> Ευρισκόμενος στο Λέχοβο, ο Μελάς πληροφορήθηκε την επικράτηση του Καούδη, στον οποίο είχε στείλει μηνύματα διατάζοντάς τον να τον συναντήσει, τα οποία ο Καούδης, που επίσης προσέβλεπε στην ανάληψη κοινής δράσης, δεν είχε λάβει, κάνοντας το Μελά να νομίζει ότι η έλλειψη απάντησης ήταν σκόπιμη.<ref>{{harvnb|Καούδης|1992|p=46, σημ. 154, 91, σημ. 182}}.</ref> Λόγω της ανυπαρξίας σταθερών διαύλων επαφής, τρεις προσπάθειες συνάντησης μετά την πρώτη μεταξύ τους επικοινωνία στις 25 Σεπτεμβρίου έμειναν ανεπιτυχείς.<ref>{{harvnb|Καούδης|1992|p=12, 60-61, σημ. 182, 65, σημ. 197, 68, σημ. 208}}.</ref>
 
Απογοητευμένος από τις άσχημες καιρικές συνθήκες, τις συναντήσεις με τον τουρκικόοθωμανικό στρατό, τις ικανότητες διαφυγής των αντιπάλων του, την απροθυμία των ντόπιων να τον συνδράμουν και την απουσία ενισχύσεων σε χρήματα και άνδρες από το Κομιτάτο,<ref>{{harvnb|Traykova|2003|p=118-9}}.</ref> ο Μελάς σχεδίαζε να επιστρέψει στην Αθήνα και να επανέλθει στη Μακεδονία το Μάρτιο με νέο σώμα, αφήνοντας ολιγάριθμες φρουρές στα χωριά της περιοχής. Στις 9 Οκτωβρίου, όμως, έλαβε αναπάντεχα ενισχύσεις από την Ελλάδα,<ref name="Kostopoulos20181014"/> όταν έφτασε στη Νεγκοβάνη ο Καραλίβανος με περίπου σαράντα άνδρες, με αποτέλεσμα το σώμα του Μελά να ξεπεράσει τους 70 το πλήθος και να δρα κατατετμημένο σε τέσσερεις ομάδες υπό τον Καραλίβανο, το Γιοβάνη, τον Πουλάκα και τον Πύρζα.<ref>{{harvnb|Dakin|1966|p=189}}.</ref> Ο Μελάς περιέγραψε τη θέλησή του να παραμείνει στην περιοχή σε ένα γράμμα -το τελευταίο του-, που έστειλε στην κουνιάδα του [[Έφη Καλλέργη]], κόρη του [[Στέφανος Δραγούμης|Στέφανου Δραγούμη]] και σύζυγο του αξιωματικού του ιππικού Γιάννη Καλλέργη,<ref name="Dakin190">{{harvnb|Dakin|1966|p=190}}.</ref> με την οποία ο Μελάς είχε ερωτικό δεσμό τους τελευταίους μήνες της ζωής του.<ref name="Effie">{{cite news|url=http://archive.efsyn.gr/?p=73179|date=2013-07-14|accessdate=2018-11-15|title=Και ο παντρεμένος είχε ψυχή - Ο άγνωστος έρωτας του Παύλου Μελά|newspaper=[[Η Εφημερίδα των Συντακτών]]|author=Ο ΙΟΣ|}}</ref> Έχοντας οργανώσει την άμυνα των χωριών της Καστοριάς, σκόπευε να αφήσει περίπου πενήντα άνδρες να ελέγχουν την περιοχή και ο ίδιος να περάσει μέσα από το [[Ζέλοβο]] και το [[Πισοδέρι]] στην περιοχή του [[Μεγάροβο]]υ και του [[Μπίτολα|Μοναστηρίου]], για να εκδιώξει από εκεί τις ανταρτοομάδες των κομιτατζήδων και να οργανώσει την άμυνά τους για το χειμώνα.<ref name="Dakin190"/> Σε έκθεσή του προς το Κομιτάτο έγραψε ότι μετά το Μοναστήρι σχεδίαζε να κινηθεί προς τα Βοδενά και τη Βέροια, ώστε να αναπτύξει δράση σε όλη την περιοχή της οποίας είχε οριστεί υπεύθυνος.<ref>{{harvnb|Traykova|2003|p=118}}.</ref> Δύο μέρες αργότερα με δύναμη 60 ανδρών επιτέθηκε εναντίον προγραμμένων μελών των κομιτάτων στο Νερέτ (σημ. [[Πολυπόταμο Φλώρινας|Πολυπόταμο]]),<ref name="Kostopoulos20181014"/> όπου τους ειδοποίησε ότι κρύβονταν τρεις συμμορίες κομιτατζήδων ο γιος του δολοφονημένου ιερέα του χωριού, που είχε στοχοποιηθεί και ο ίδιος από την [[ΕΜΕΟ]].<ref>{{harvnb|Gounaris|2005|p=38}}.</ref> Η επιχείρηση απέβη άκαρπη και κατά την υποχώρηση του το ελληνικό σώμα δέχτηκε επίθεση κομιτατζήδων με αποτέλεσμα να τραπεί σε φυγή.<ref name="Kostopoulos20181014"/>
 
=== Θάνατος ===
[[File:Mitre vlaha cheta.jpg|thumb|Ο [[Μήτρος Βλάχος]] και η ανταρτοομάδα του.]]
Μετά την αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς έμεινε με τους μισούς άνδρες του,<ref name="Kostopoulos20181014"/> διανυκτέρευσε υπό βροχήν στο [[Βίτσι]]<ref name="Γούναρης">{{harvnb|Γούναρης|2004}}.</ref> και κινήθηκε προς τη Στάτιστα (σημερινός [[Μελάς Καστοριάς|Μελάς]]), όπου συνάντησε τον Ντίνα ή Ντίνε Στεργίου,<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosB"/> έναν εικοσιτετράχρονο πρώην [[κομιτατζής|κομιτατζή]] και μέλος της ομάδας του Μήτρου Βλάχου, που είχε φύγει από αυτή για λόγους αντιζηλίας και, συστημένος από το μητροπολίτη Καστοριάς [[Γερμανός Καραβαγγέλης|Γερμανό Καραβαγγέλη]], είχε ενταχθεί τον περασμένο Αύγουστο στο σώμα των Καούδη και Κύρου, δίχως να έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη τους για το οριστικό της μεταστροφής του στην ελληνική πλευρά.<ref name="Γούναρης" /><ref name="IosB"/> Ο Ντίνας προσκάλεσε το Μελά να καταλύσουν στη Στάτιστα,<ref name="Γούναρης" /> χωριό τότε [[Σλαβόφωνοι στην οθωμανική Μακεδονία|σλαβόφωνο]] και μικτού πληθυσμού πατριαρχικών και [[Βουλγαρική Εξαρχία|εξαρχικών]],<ref name="Dakin190"/><ref>{{cite book|author=Brancoff, D.M.|title=La Macédoine et sa Population Chrétienne|location=Παρίσι|year=1905|pages=182-3|url=https://archive.org/stream/lamacdoineetsap01mishgoog#page/n197/mode/2up|quote=67. Statichta: 960 Bulgares Exarchistes}}</ref> που διέθετε οργανωμένο [[Βούλγαροι Μακεδόνες|βουλγαρικό]] πυρήνα.<ref name="Γούναρης"/> Παρά την αντίρρηση του Πύρζα ότι θα ήταν ασφαλέστερο να μην μπουν στη Στάτιστα, καθώς ήταν πέρασμα των τουρκικώνοθωμανικών δυνάμεων που μετακινούνταν τακτικά από το Ζέλοβο στο [[Κονοπλάτι]], ο Μελάς επέμενε να εισέλθουν στο χωριό.<ref name="Dakin190"/> Από εκεί έστειλε μήνυμα στον [[Παύλος Κύρου|Κύρου]] και τον [[Ευθύμιος Καούδης|Καούδη]] να συναντηθούνε τα χαράματα της 14ης Οκτωβρίου κοντά στη Στάτιστα.<ref name="Dakin190"/><ref name="Γούναρης"/> Ο Καούδης ετοιμάστηκε να μεταβεί στη Στάτιστα, νομίζοντας ότι ο Μελάς είχε έρθει για να ενισχύσει το σώμα του, αλλά ο Κύρου, που αφενός δεν ήθελε να απομακρυνθούν από το χωριό του, το πατριαρχικό Ζέλοβο, που ήταν εκτεθειμένο σε επιθέσεις εξαρχικών σωμάτων, αφετέρου είχε ψυχρανθεί με το Μελά, που τον είχε κατηγορήσει για την προδοσία του Κώτα, αντιτάχθηκε και τελικά στάλθηκαν μόνο δύο άτομα για να οδηγήσουν το σώμα του Μελά στο Ζέλοβο.<ref>{{harvnb|Καούδης|1992|p=11, 21, σημ. 35, 71, 73, σημ. 224}}.</ref>
 
Στη Στάτιστα το σώμα του Μελά δέχτηκε τη φιλοξενία προκρίτων του χωριού και του Ντίνε,<ref name="Dakin190"/> που θα οδηγούσε το σώμα του Μελά στον τόπο συνάντησης με τον Καούδη και τον Κύρου στις 14 Οκτωβρίου και βοήθησε το Μελά να μοιράσει τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια.<ref name="Γούναρης" /><ref name="IosB">{{cite news|url=http://www.iospress.gr/ios2004/ios20041010b.htm|title=Ποιος σκότωσε τον Παύλο Μελά; -- Το πορτρέτο του "εκτελεστή"|author=Ο Ιός|newspaper=[[Ελευθεροτυπία (εφημερίδα)|Ελευθεροτυπία]]|date=2004-10-10|accessdate=2018-11-15}}</ref> Το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου, όταν πληροφορήθηκαν ότι ένα οθωμανικό απόσπασμα είχε αναχωρήσει από το Κονοπλάτι, ο Μελάς δεν ανησύχησε, γνωρίζοντας ότι δεν ήταν τουρκικήοθωμανική πολιτική να επιτίθενται σκόπιμα στις ελληνικές ομάδες, που τους απάλλασσαν από το καθηκονκαθήκον καταδίωξης των κομιτατζήδων. Ωστόσο, το απόσπασμα είχε κινητοποιηθεί μετά την παραλαβή ένός παραπλανητικού γράμματος γραμμένου στα ελληνικά που είχε συντάξει και στείλει με έναν χωρικό ο επικηρυγμένος [[Μήτρος Βλάχος]], ο κομιτατζής, και έγραφε ότι στη Στάτιστα βρισκόταν ο ίδιος, υπολογίζοντας ότι ο τούρκος λοχαγός θα επετίθετο στη Στάτιστα για να λάβει το ποσό με το οποίο είχε επικηρυχθεί ο Μήτρος Βλάχος, προξενώντας, ωστόσο, το θάνατο του Μελά.<ref name="Dakin190"/> Το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα κάποιων δεκάδων ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό ομιχλώδεις συνθήκες.<ref name="Γούναρης"/>
 
[[File:Pavlos Melas Museum External View.jpg|thumb|Το σπίτι όπου σκοτώθηκε ο Μελάς στη [[Στάτιστα]] σήμερα στεγάζει το [[Μουσείο Παύλου Μελά]].|εναλλ.=|αριστερά]]
Για τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του Μελά υπάρχει πλήθος εκδοχών.<ref name="IosA">{{Cite news|title = Ποιος σκότωσε τον Παύλο Μελά;|date = 10 Οκτωβρίου 2004|url = http://www.iospress.gr/ios2004/ios20041010a.htm|author = Ο Ιός|newspaper = [[Ελευθεροτυπία]]|accessdate=2014-05-23}}</ref> Το οθωμανικό απόσπασμα εντόπισε ένα από τα κρησφύγετα των Ελλήνων και ξέσπασαν πυροβολισμοί.<ref name="IosA"/> Περικύκλωσε επίσης το σπίτι όπου έμεναν ο Μελάς, ο Πύρζας, ο Ντίνας,<ref name="Dakin190"/> ο Χατζητάσης<ref name="Γούναρης"/> και ένας Κρητικός ονόματι Στρατινάκης, το οποίο καταδεικνυόταν σαφώς στο γράμμα του Μήτρου Βλάχου.<ref name="Dakin190"/> Οι περισσότερες αφηγήσεις συντρόφων του Μελά αμφισβητούν το ότι υπήρξε σημαντική μάχη και είναι αμφίβολο αν ο Μελάς και όσοι ήταν μαζί του συμμετείχαν. Όλες οι εκδοχές συγκλίνουν πως κάποια στιγμή τη νύχτα ο Μελάς προσπάθησε να διαφύγει, όμως τραυματίστηκε θανάσιμα. Οι μαρτυρίες ποικίλουν για το αν ο Μελάς τραυματίστηκε από βόλι του τουρκικούοθωμανικού αποσπάσματος ή των ανδρών του σώματός του, συγκεκριμένα από εκπυρσοκρότηση του όπλου του [[Λάκης Πύρζας|Πύρζα]].<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosA"/> Μετά τον τραυματισμό του ο Μελάς ζήτησε από τον Πύρζα να παραδώσει το [[σταυρός|σταυρό]] του στη σύζυγό του, το [[τουφέκι]] του στο γιο του και το [[κωνσταντινάτο]] του στην Έφη Καλλέργη.<ref name="Effie"/><ref>{{harvnb|Μελά|1992|pp=413-4}}.</ref> Οι μαρτυρίες ποικίλουν επίσης για το αν, ύστερα από τον τραυματισμό του, ο Μελάς απεβίωσε, αυτοκτόνησε, ζήτησε από τον Ντίνα να τον αποτελειώσει ή ο τελευταίος τον σκότωσε αυτόβουλα.<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosA"/> Φαίνεται πως ο Μελάς ήταν ο μοναδικός νεκρός της ελληνικής πλευράς. Όλοι οι άνδρες του σώματός του διέφυγαν, εκτός από τους επτά που βρίσκονταν στο σπίτι που πολιόρκησε ο τουρκικόςοθωμανικός στρατός, οι οποίοι παραδόθηκαν και το 1905 καταδικάστηκαν σε φυλάκιση πέντε ετών για σύσταση συμμορίας.<ref name="IosA"/> Οι σύνοικοι του Μελά άφησαν στον αχυρώνα του σπιτιού όπου βρίσκονταν τη σορό του Μελά, η οποία τάφηκε από χωρικούς της Στάτιστας ενδεχομένως την ίδια νύχτα, και κατευθύνθηκαν προς το κοντινό Ζέλοβο.<ref name="Γούναρης"/>
 
===Επακόλουθα===
Γραμμή 95:
 
[[File:Philippos Kondogouris Letter 19 October 1904 Pavlos Melas Death.jpg|thumb|Αναφορά στο ΥπΕξ του προξένου στο [[Μπίτολα|Μοναστήρι]] [[Φίλιππος Κοντογούρης|Φίλιππου Κοντογούρη]] για το θάνατο του Μελά (19.Χ.1904).<ref>{{harvnb|Καραμπάτη κ.ά.|2009|p=290-300}}.</ref>]]
Στις 16 Οκτωβρίου ο Πύρζας έστειλε με καθυστέρηση ενημερωτική επιστολή στο προξενείο του Μοναστηρίου, το τηλεγράφημα του οποίου της 17ης Οκτωβρίου προς το ελληνικό ΥπΕξ έφθασε στην Αθήνα στις 18, οπότε και ενημερώθηκαν για το θάνατο του Μελά οι [[οικογένεια Δραγούμη|Δραγούμηδες]], ενώ την επομένη το νέο δημοσιεύθηκε στον τύπο.<ref name="Γούναρης"/><ref>{{harvnb|Καραμπάτη κ.ά.|2009|p=287-288}}.</ref> Στις εκκλησίες της Ελλάδας τελέστηκαν μνημόσυνα για το Μελά, ενώ στα σχολεία εκφωνήθηκε μια ομιλία συνταγμένη από την «Επίκουρο των Μακεδόνων Επιτροπή» που τον εξυμνούσε ως γενναίο «[[Βουλγαροκτόνος|Βουλγαροκτόνο]]», απόστολο της [[Μεγάλη Ιδέα|Μεγάλης Ιδέας]] και φιλόπατρι θυσιασθέντα υπέρ της ελευθερίας, αντάξιο των μεγάλων ανδρών της [[αρχαία Ελλάδα|αρχαίας Ελλάδας]].<ref name="Karakasidou197"/> Στο Μελά αφιέρωσε ένα ποίημά του ο ποιητής [[Κωστής Παλαμάς]].<ref>{{cite web|url=http://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?cnd_id=7&text_id=1608|title=Κωστής Παλαμάς: Παύλος Μελάς|accessdate=2018-12-08|}}</ref> Σύμφωνα με την αφήγηση που κυριάρχησε, ο Μελάς βρήκε εκούσιο θάνατο αψηφώντας χάρη στη φιλοπατρία του τους κινδύνους που διέτρεχε,<ref name="Karakasidou197">{{harvnb|Karakasidou|2004|p=197}}.</ref> καθώς ο αθηναϊκός τύπος έγραψε ότι ο Μελάς πυροβολήθηκε αφότου είχε διασπάσει μαζί με το σώμα του τις γραμμές των τούρκων στρατιωτών.<ref name="IosA"/> Η διασπορά πολλών διαφορετικών φημών σχετικά με το γεγονός και η προσπάθεια απόκρυψης ενοχλητικών λεπτομερειών<ref name="Γούναρης"/> —όπως του ότι οι μακεδονομάχοι ανέμεναν να μη δεχτούν επίθεση των τουρκικώνοθωμανικών αρχών και του ότι αυτές τους επιτέθηκαν επειδή νόμιζαν ότι είναι βουλγαρική ομάδα, που "ευλόγως", κατά τον Έλληνα πρόξενο στο [[Μπίτολα|Μοναστήρι]], αποκρύφθηκαν από την ελληνική κοινή γνώμη—<ref name="IosA"/> κάλυψαν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου τις συνθήκες θανάτου του Μελά.<ref name="Γούναρης"/>
 
Στα μέσα Νοεμβρίου ανέλαβε ως διάδοχος του Μελά στη θέση του αρχηγού των ελληνικών σωμάτων στη δυτική Μακεδονία ο [[Γεώργιος Τσόντος]], που έγινε γνωστός ως «καπετάν Βάρδας», κατάφερε τα πρώτα αξιόλογα πλήγματα στον αντίπαλο, αποκατέστησε το κύρος της ελληνικής πλευράς στα μάτια των ντόπιων και αναδείχθηκε ο σημαντικότερος αξιωματικός του Μακεδονικού Αγώνα.<ref>{{harvnb|Gounaris|2007|p=193}}, {{harvnb|Dakin|1966|p=192-3}}.</ref> Το 1907 ο Τσόντος-Βάρδας πληροφορήθηκε ότι δύο χρόνια νωρίτερα, το 1905, φοβούμενος για τη ζωή του, επειδή είχε θανατώσει το Μελά, ο Ντίνε μετανάστευσε στις [[ΗΠΑ]].<ref name="Γούναρης"/><ref name="IosB"/> Τρία χρόνια αργότερα, ένας Έλληνας πράκτορας έγραψε στον πεθερό του Μελά, Στέφανο Δραγούμη, ότι συνέχιζε να αναζητεί τον Ντίνε αποφασισμένος να του δώσει «οικτρόν θάνατον» ως προδότη και υπεύθυνο για το θάνατο του Μελά.<ref name="IosB"/>