Σύνδεσμος μόρσου - εγκοπής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 2:
[[File:Pen en gatverbinding schuine borst 001.svg|thumb|Διαμέσου του μόρσου (1) και μιας εγκοπής (2), επιτυγχάνεται ένας συνεκτικός σύνδεσμος (μόρσου-εγκοπής)]]
 
'''Μόρσο''', ή αλλιώς '''σύνδεσμος μόρσου-εγκοπής''' (''αγγλ.'' Mortise and tenon) είναι κλασικός τύπος [[Σύνδεσμος|συνδέσμου]] της <nowiki>[[Ξυλουργική|ξυλουργικής]]</nowiki>. Από τα αρχαία χρόνια ως και τις μέρες μας, το μόρσο αποτελεί έναν από τους συνηθισμένους τρόπους συνδεσμολογίας που απαντώνται σε ξύλινα έπιπλα<ref>http://www.wfdt.teilar.gr/web/material/Lessons/Shmeivseis_texnologias_parag_epiplou_I.pdf σελ. 25, ''Τεχνολογία παραγωγής επίπλου'' δρ. Μιχ. Σκαρβέλη</ref><ref>https://xyloepiplo.gr/%CE%B1%CF%87-%CE%B1%CF%85%CF%84%CE%AD%CF%82-%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B4%CE%BF%CF%83%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B4%CE%AD%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/</ref> και μεγάλες κατασκευές (βλ. ξυλοκατοικίες, ξύλινες γέφυρες, κιβώτια). Ετυμολογικά, το μόρσο είναι [[Ιταλική γλώσσα|ιταλική]] λέξη, δηλ. ''morso'' και ουσιαστικά σημαίνει ''"δάγκωμα"''.
 
Το μόρσο είναι το «στένεμα» του άκρου ενός μακρόστενου τμήματος μιας ξύλινης κατασκευής. Αυτό το στένεμα γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να βοηθήσει το τμήμα αυτό να εισχωρήσει μέσα σ' ένα αντίστοιχο άνοιγμα (βλ. ''εγκοπή'') ενός άλλου τμήματος της κατασκευής. Το άνοιγμα αυτό πρέπει να έχει την αρνητική διατομή με το μόρσο και πρωτίστως να έχει τις ίδιες ακριβώς διαστάσεις με αυτό. Οι ελάχιστα μικρότερες διαστάσεις του είναι επίσης επιθυμητές, κατά περίπτωση της κατασκευής. Ποτέ όμως μεγαλύτερες, διότι το μόρσο πρέπει να σφηνώνει κατά το μοντάρισμα (=συναρμολόγηση) των δύο ξύλινων τμημάτων. Στην αρχαία Ελλάδα, ο τρόπος αυτός σύνδεσης ήταν πάρα πολύ συχνός (λ.χ., η καρέκλα του επιτύμβιου ανάγλυφου της Ηγησώς που βρέθηκε στον [[Κεραμεικός|Κεραμικό]]).<ref>{{Cite book|title=Γλωσσάρι της Μαστοράντζας|last=Σιμωνέτης|first=Γιάννης Θ.|publisher=Εκδόσεις Ξύλο-Έπιπλο|year=2001|location=Αθήνα|page=280}}</ref>