Κουκονήσι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: προσθήκη σήμανσης επαληθευσιμότητας
αφαίρεση ακατάλληλης πηγής, έναρξη ξεκαθαρίσματος του λήμματος από ανακρίβειες
Γραμμή 29:
}}
 
Το '''Κουκονήσι''' είναι μια νησίδα στον [[Όρμος Μούδρου|κόλπο του Μούδρου]], τηςστη [[Λήμνος|ΛήμνουΛήμνο]], στην οποία έχει εντοπιστεί σημαντικός προϊστορικός οικισμός.
 
== Η θέσηΘέση ==
 
Το Κουκονήσι είναι μικρή ελλειψοειδής νησίδα στα ΒΑ του Μούδρου, με μήκος περίπου 470 μ., πλάτος περίπου 380 μ. και μέγιστο υψόμετρο 10 μ.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
Στην περιοχή του [[Μούδρος|Μούδρου]] η κατοίκηση ξεκινά από τα προϊστορικά χρόνια, με επίκεντρο την πόλη που είχε κτιστεί στο νησάκι '''Κουκονήσι'''. Οι ανασκαφές, τις οποίες έχει ξεκινήσει εκεί από τον Οκτώβριο του 1992 ο Λημνιός αρχαιολόγος [[Χρήστος Μπουλώτης]], αποκαλύπτουν ένα σπουδαίο προϊστορικό κέντρο, ισοδύναμο της Πολιόχνης και σύγχρονο με κάποιες φάσεις της. <br />
Το '''Κουκονήσι''' ή '''Νησάκι''', όπως το αποκαλούν συνήθως οι Μουδρινοί, είναι μια μικρή ωοειδής νησίδα που βρίσκεται ΒΑ του Μούδρου με έκταση 140 στρέμματα περίπου και υψόμετρο 10 μ. Από την απέναντι ακτή το χωρίζει μια αβαθής θαλάσσια στενωπός πλάτους 400 μέτρων περίπου, η οποία συχνά αποξηραίνεται δημιουργώντας μια μικρή λασπώδη χερσόνησο. Για την απρόσκοπτη οδική πρόσβαση των αγροτών έχει κατασκευαστεί από παλιά ένας υπερυψωμένος λιθόστρωτος δρόμος με δυο γεφύρια, ώστε να μην εμποδίζεται η κίνηση του θαλάσσιου νερού. Από παλιά στο εσωτερικό του νησιού ανευρίσκονταν όστρακα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Το 1986-87 μαθητές του Γυμνασίου Μούδρου είχαν συλλέξει πλήθος τέτοιων οστράκων, τα οποία παραδώσανε στο Αρχαιολογικό Μουσείο.
Επίσης, στην χαμηλή κορυφή του νησιού που αποκαλείται ''Κούκονος'' το άροτρο των αγροτών ξέθαβε συχνά πέτρες από τα θαμμένα χαλάσματα.
 
Από την απέναντι ακτή το χωρίζει μια αβαθής θαλάσσια στενωπός πλάτους 400 μέτρων περίπου, η οποία συχνά αποξηραίνεται δημιουργώντας μια μικρή λασπώδη χερσόνησο. Για την απρόσκοπτη οδική πρόσβαση των αγροτών έχει κατασκευαστεί από παλιά ένας υπερυψωμένος λιθόστρωτος δρόμος, πάνω σε υπολείμματα παλαιότερων δρόμων.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
== Ο θρύλος ==
 
Οι πρώτες παρατηρήσεις σχετικά με τη μορφολογία της περιοχής έχουν δείξει ότι μέχρι την έναρξη τουλάχιστον των Ιστορικών χρόνων, το Κουκονήσι ήταν συνδεδεμένο με την απέναντι στεριά μέσω ενός χαμηλού αυχένα γης. Με την άνοδο όμως της στάθμης της θάλασσας, αυτός ο αυχένας εξαφανίστηκε. Ωστόσο το βάθος της θάλασσας σε εκείνο το σημείο είναι πολύ μικρό και γι αυτό σε μερικές περιπτώσεις σχηματίζεται ισθμός. Το ότι το Κουκονήσι ήταν μόνιμα συνδεδεμένο με την απέναντι ξηρά αποδείχθηκε και από τις ανασκαφική τομή στην ανατολική ακτή του νησιού, όπου βρέθηκαν λείψανα διαφόρων οικιστικών φάσεων σε βάθος πολύ χαμηλότερο από τη σημερινή στάθμη των νερών.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
Σύμφωνα με έναν τοπικό θρύλο σ’ αυτά κατοικούσαν οι ''Κούκονες'', οι οποίοι ήταν πελώριοι και άγριοι και ζούσαν απομονωμένοι στο νησάκι χωρίς να έχουν σχέσεις με τους υπόλοιπους κατοίκους της Λήμνου. Κάποτε αποφάσισαν να κλειστούν στα σπίτια τους και να μην ξαναβγούν. Έτσι εξαφανίστηκαν. Ο θρύλος έχει ενδιαφέρον, αν συνδυαστεί με τους [[Κίκονες]], λαό της [[Θράκη]]ς, τους οποίους αναφέρει ο [[Όμηρος]] ([[Ιλιάδα]] Β 846, [[Οδύσσεια]] ι 39) ως συμμάχους των Τρώων και ο [[Ηρόδοτος]] ως τους πρώτους αμπελουργούς της Θράκης. Γενάρχης τους θεωρείτο ο Κίκων, γιος του Απόλλωνα και της Ροδόπης. Δεδομένου ότι θρακικά φύλα είχαν εγκατασταθεί στο νησί, ίσως στο τοπωνύμιο και στο θρύλο επιβιώνει η ανάμνηση της παρουσίας του αρχαίου αυτού θρακικού φύλου στη Λήμνο.
 
== Οι ανασκαφέςΟνομασία ==
Το Κουκοκήσι ονομάζεται και ''Ν’σούδ'''''’''' (από το ''νησούδι'', δηλαδή νησάκι), όπως το αποκαλούν συνήθως οι Μουδρινοί και οι κάτοικοι των γύρω χωριών.
 
Σε παλαιότερους ξένους χάρτες, το νησί αναφέρεται ως ''Ispatho'' ή ''Ispatha'', δηλαδή «Η Σπάθα». Επίσης με το όνομα Σπάθα αναφέρεται και σε παλιούς ελληνικούς χάρτες. Η ονομασία αυτή πρέπει να οφείλεται στο ελλειψοειδές σχήμα της νησίδας. Παρόμοιες ονομασίες συναντώνται σχετικά στο Αιγαίο, σε ακρωτήρια, κορυφές βουνών και βραχονησίδες.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
Από τις ως τώρα ανασκαφές προκύπτει ότι στο Κουκονήσι αναπτύχθηκε ένας ακμαίος οικισμός με μακραίωνη, συνεχή κατοίκηση από την Πρώιμη ως την Ύστερη Χαλκοκρατία. Σ’ αυτό έχει εντοπιστεί και μυκηναϊκή παρουσία, κάτι που αποδεικνύει την εγκατάσταση ελληνικών φύλων στη Λήμνο. Το Κουκονήσι εντάσσεται στην πολιτισμική ενότητα του ΒΑ Αιγαίου και η ακμαία φάση του εντοπίζεται στη Μέση Χαλκοκρατία, η οποία αντιστοιχεί περίπου στην Καστανή περίοδο της [[Πολιόχνη]]ς. Δηλαδή, όταν μετά την Κίτρινη περίοδο η Πολιόχνη παρακμάζει, στο Κουκονήσι παρατηρείται φάση ανάπτυξης με κεραμικά καλύτερης ποιότητας, τα οποία φέρουν ποικίλα και πρωτότυπα διακοσμητικά μοτίβα και προέρχονται από ντόπια εργαστήρια. Επίσης, έχουν εντοπιστεί αγγεία της μεσοχαλκούς περιόδου προερχόμενα από την ηπειρωτική Ελλάδα, μάλλον από τη Θεσσαλία, γεγονός που αποδεικνύει επαφές με το πρωτοελληνικό φύλο των Μινύων επαληθεύοντας σχετικούς μύθους.
 
Η προέλευση της ονομασίας Κουκονήσι, καθώς και το πότε αυτή άρχισε να χρησιμοποιείται, δεν είναι εύκολο να επιβεβαιωθεί. Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι προήλθε από τη λέξη κούκος ή κούκκος. Μεταφορικά, στη διάλεκτο της Λήμνου, η λέξη σημαίνει λιθοσωρός. Τέτοιοι λιθοσωροί σχηματίζονται κατά τον καθαρισμό των αγρών από τις πέτρες ή όταν οροθετούνται τα όρια των χωραφιών. Την εκδοχή αυτή ενισχύει το γεγονός ότι οι ντόπιοι ονομάζουν ''Κούκονο'' το υψηλότερο σημείο του νησιού, στο βορειοανατολικό του πλάτωμα, εκεί που έχουν σωρευτεί τα περισσότερα οικοδομικά κατάλοιπα από τις διαδοχικές φάσεις κατοίκησης.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
 
Ως προς την ονομασία του νησιού υπάρχουν και δύο τοπικές εκδοχές, τις οποίες κατέγραψε ο ανασκαφέας του, αρχαιολόγος Χρήστος Μπουλιώτης. Οι εκδοχές αυτές όμως δεν έχουν κάποια ιστορική βάση καθώς προέρχονται από απλοϊκές παρετυμολογήσεις. Σύμφωνα με την πρώτη,ονομάστηκε έτσι από τις κοκόνες (γυναίκες) του χαρεμιού ενός μπέη του Μούδρου, οι οποίες ζούσαν στο νησί. Κατά τη δεύτερη εκδοχή, ονομάστηκε έτσι από τους ''Κούκονες'', οι οποίοι ήταν πελώριοι και άγριοι και ζούσαν απομονωμένοι στο νησάκι χωρίς να έχουν σχέσεις με τους υπόλοιπους κατοίκους της Λήμνου. Κάποτε αποφάσισαν να κλειστούν στα σπίτια τους και να μην ξαναβγούν και έτσι εξαφανίστηκαν.{{Sfn|Μπουλώτης|2012}}
 
== Ιστορία ==
 
Οι ανασκαφές, τις οποίες έχει ξεκινήσει εκεί από τον Οκτώβριο του 1992 ο Λημνιός αρχαιολόγος [[Χρήστος Μπουλώτης]], αποκαλύπτουν ένα σπουδαίο προϊστορικό κέντρο, ισοδύναμο της Πολιόχνης και σύγχρονο με κάποιες φάσεις της. Από τις ως τώρα ανασκαφές προκύπτει ότι στο Κουκονήσι αναπτύχθηκε ένας ακμαίος οικισμός με μακραίωνη, συνεχή κατοίκηση από την Πρώιμη ως την Ύστερη Χαλκοκρατία. Σ’ αυτό έχει εντοπιστεί και μυκηναϊκή παρουσία, κάτι που αποδεικνύει την εγκατάσταση ελληνικών φύλων στη Λήμνο. Το Κουκονήσι εντάσσεται στην πολιτισμική ενότητα του ΒΑ Αιγαίου και η ακμαία φάση του εντοπίζεται στη Μέση Χαλκοκρατία, η οποία αντιστοιχεί περίπου στην Καστανή περίοδο της [[Πολιόχνη]]ς. Δηλαδή, όταν μετά την Κίτρινη περίοδο η Πολιόχνη παρακμάζει, στο Κουκονήσι παρατηρείται φάση ανάπτυξης με κεραμικά καλύτερης ποιότητας, τα οποία φέρουν ποικίλα και πρωτότυπα διακοσμητικά μοτίβα και προέρχονται από ντόπια εργαστήρια. Επίσης, έχουν εντοπιστεί αγγεία της μεσοχαλκούς περιόδου προερχόμενα από την ηπειρωτική Ελλάδα, μάλλον από τη Θεσσαλία, γεγονός που αποδεικνύει επαφές με το πρωτοελληνικό φύλο των Μινύων επαληθεύοντας σχετικούς μύθους.
 
Οι κάτοικοι είχαν εγκατασταθεί κυρίως στο υψηλότερο σημείο της νησίδας, τον Κούκονο, προφανώς επειδή το θεωρούσαν ασφαλέστερο. Όταν οι κατοικίες πάλιωναν, έχτιζαν νέες στα ίδια θεμέλια. Έτσι υπάρχουν αλλεπάλληλες οικιστικές φάσεις που εντοπίζονται γύρω από ένα στενό κεντρικό δρόμο μήκους 11 μ., ο οποίος διαιρεί τον οικισμό σε βόρεια και νότια συνοικία. Κατά μήκος του δρόμου έχουν χτιστεί οι οικίες, σχεδόν παράλληλες και με ορθογώνιο σχήμα. Προφανώς υπήρχαν και άλλοι κεντρικότεροι δρόμοι που δεν έχουν ακόμα ανακαλυφτεί, αλλά οι υπάρχουσες ενδείξεις, όπως ένα τμήμα λιθόστρωτου, συνηγορούν για την ύπαρξή τους. Οι ενδείξεις ύπαρξης αποχετευτικού συστήματος και οχυρωματικού τείχους στη βόρεια πλευρά του μικρού νησιού οδηγούν στο συμπέρασμα ότι και στο Κουκονήσι έχουμε μια οργανωμένη κοινωνία, εφάμιλλη της Πολιόχνης και της Μύρινας. Η ύπαρξη τείχους υποδηλώνει, ενδεχομένως, την ανάγκη προστασίας από τις άλλες πόλεις του νησιού, κάτι που σημαίνει ότι δεν είχαν πάντα αρμονικές σχέσεις μεταξύ τους.
 
Ως τώρα τα βαθύτερα στρώματα του οικισμού φαίνεται να αντιστοιχούν στην ''Ερυθρή περίοδο'' της Πολιόχνης (2500 π.Χ. περίπου), χωρίς να αποκλείεται και παλαιότερη εγκατάσταση, αφού η ανασκαφή δεν έχει εξαντλήσει τα όρια της. Κατά την πρώιμη φάση οι οικοδομές έχουν αψιδωτή μορφή, φέρουν εστίες σε σχήμα πέταλου ενώ έχει βρεθεί λιθόστρωτο μονοπάτι. <br />
Από την επόμενη περίοδο (αντίστοιχη της Κίτρινης) έχουν βρεθεί δέπας αμφικύπελλα. Ο οικισμός ακμάζει και δέχεται πολιτισμικές επιρροές από το «εξωτερικό». Η περίοδος τερματίζεται με πυρκαγιά. Ακολουθεί η τελευταία φάση της Πρώιμης Χαλκοκρατίας με λιγοστά, όμως, ευρήματα, κυρίως πιθάρια.<br />
Η επόμενη είναι η πιο ακμαία περίοδος του οικισμού που διαρκεί από την αρχή ως το τέλος της Μέσης Χαλκοκρατίας. Ο οικισμός επεκτείνεται και αποκτά, ίσως, τη μέγιστη έκτασή του. Τότε χτίζονται παράλληλα και σε μεσοτοιχία δυο μεγάλα επιμήκη μέγαρα με δύο δωμάτια, πάνω σε ερείπια της Κίτρινης περιόδου, τα οποία με τη σειρά τους είχαν χτιστεί σε ερείπια της Ερυθρής. Το ένα από αυτά χρησίμευε ως εργαστήριο κατεργασίας πυριτόλιθου και σε ορισμένα σημεία η τοιχοποιία του σώζεται σε ύψος 1,5 μ. Η φάση αυτή είναι μακροχρόνια, όπως προκύπτει από διάφορες οικοδομικές εργασίες. Όμως, διατηρείται ο πολεοδομικός ιστός και τα όρια των ιδιοκτησιών παραμένουν αμετάβλητα για δεκαετίες. Στα τέλη της περιόδου, που αντιστοιχεί στην [[Τροία]] V ή VI (μετά το 1700 π.Χ.), ο οικισμός καταστράφηκε ξαφνικά από σεισμό που συνοδεύτηκε από πυρκαγιά.
Γραμμή 64 ⟶ 71 :
 
Πέρα από την αγροτική και κτηνοτροφική δραστηριότητα των κατοίκων του, τα ευρήματα μαρτυρούν ότι στο Κουκονήσι είχε αναπτυχθεί οικοτεχνική και βιοτεχνική δραστηριότητα, όπως κατεργασία μαλλιού, υφαντουργία, βαφή υφασμάτων, λιθοτεχνία, αγγειοπλαστική και χαλκοτεχνία. Οι κάτοικοί του είχαν εμπορικές επαφές με τις Κυκλάδες (εισαγωγή οψιανού), τη μινωική Κρήτη (αγγεία τύπου φλασκί), τη Θεσσαλία (μεγάλοι αμφορείς) και άλλες περιοχές, όπως αποδεικνύεται από σταθμά μικρασιατικού αλλά και νοτιοαιγαιακού τύπου που έχουν βρεθεί.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε πως, όταν αρχίζει η παρακμή της Πολιόχνης και, ενδεχομένως, της Μύρινας από την οποία δεν έχουμε ευρήματα της Μέσης Χαλκοκρατίας, αρχίζει να ακμάζει το Κουκονήσι. Προβάλλει ως το σημαντικότερο λημνιακό κέντρο της περιόδου αυτής και αναπτύσσεται συγκεντρώνοντας πληθυσμό -τεχνίτες, εμπόρους κλπ- από τις δυο άλλες πόλεις του νησιού. Προς το τέλος της περιόδου, γύρω στα 1600-1500 π.Χ., αποτελεί το σημαντικότερο χώρο μόνιμης εγκατάστασης των Μυκηναίων στη Λήμνο, όπως προκύπτει από πήλινα ειδώλια θρησκευτικού χαρακτήρα που έχουν βρεθεί. Την περίοδο αυτή οι Μυκηναίοι δημιουργούν εμπορικούς σταθμούς σε διάφορα σημεία της Λήμνου (Ηφαιστία, Πολιόχνη), αλλά φαίνεται πως επιλέγουν το ασφαλέστερο Κουκονήσι για μόνιμη εγκατάσταση. Δεν αποκλείεται το Κουκονήσι να είχε ως έδρα ο Εύνηος, ο οποίος βασίλευε στο νησί όταν έγινε ο Τρωικός πόλεμος. Ασφαλώς, η συνέχιση των ανασκαφών θα μας αποκαλύψει πολλά περισσότερα.
 
== ΔεςΔείτε επίσης ==
 
* [[Πολιόχνη]]
Γραμμή 72 ⟶ 79 :
* [[Ηφαιστία Λήμνου|Ηφαιστία]]
 
== Παραπομπές ==
==Πηγή==
<references />
*"ΛΗΜΝΟΣ: Ιστορική & Πολιτιστική Κληρονομιά", εκδ. Γ. Κωνσταντέλλης, 2010.
 
==Πηγές==
 
* {{Cite web|url=https://www.archaiologia.gr/blog/2012/03/12/%CE%BF-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%8A%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%BF-k%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%AE%CF%83%CE%B9/|title=Ο προϊστορικός οικισμός στο Kουκονήσι Λήμνου|last=Μπουλώτης|first=Χρήστος|ημερομηνία=12 Μαρτίου 2012|website=www.archaiologia.gr|accessdate=18 Αυγούστου 2021}}
 
[[Κατηγορία:Γεωγραφία της Λήμνου]]