Πεϊνιρλί: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Αναιρέθηκε Οπτική επεξεργασία |
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 109.242.195.186 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό Gerakibot Ετικέτα: Επαναφορά |
||
Γραμμή 6:
==Ετυμολογία==
{{βικιλεξικό}}
Η λέξη πεϊνιρλί ετυμολογικά προέρχεται από την τουρκική λέξη ''peynirli'' (όπου ''peyinir'' = τυρί) που σημαίνει «με τυρί». Η κατάληξη ''-li'' χρησιμοποιείται και για άλλα υλικά όπως ''kıymalı'' (= «με [[κιμάς|κιμά]]»), ''pastırmalı'' (= «με [[παστουρμάς|παστουρμά]]»), ''ıspanaklı'' (= «με [[σπανάκι]]») κ.ο.κ.
==Περιγραφή==
|