Γαλλική Επανάσταση του 1848: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Racconish (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 15:
Ακόμη και μετά τις Τρεις Ένδοξες μέρες του 1830 (Les Trois Glorieuses - [[Ιουνιανή Εξέγερση]]) , που οδήγησαν στην αλλαγή του πολιτεύματος σε [[Συνταγματική Μοναρχία|συνταγματική μοναρχία]], οι  αντιπαλότητες εντείνονται, παράλληλα με τις επιδημίες [[Χολέρα|χολέρας]], την πείνα, την οικονομική κρίση, τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και την διαμάχη  σχετικά με τα θρησκευτικά σχολεία. Τα επεισόδια εμφανίζονται όλο και συχνότερα στην πρωτεύουσα απ'ότι στις επαρχίες, γεγονός που στη συνέχεια θα οδηγήσει ξανά στα οδοφράγματα.
 
* Η λεηλασία της εκκλησίας του Saint-Germain-l'Αuxerrois και της Αρχιεπισκοπής , σε ένδειξη διαμαρτυρίας για μια λειτουργία των Νομιμοφρόνων (υποστηρικτές του Οίκου των Βουρβόνων) και στη συνέχεια, η έναρξη της εξέγερσης μετά την ετυμηγορία κατά των 19 αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς ([[1831]]), ο στασιασμός επ'αφορμή της κηδείας του στρατηγού [[Ζαν Μαξιμιλιάν Λαμάρκ|Λαμάρκ]] , με αποτέλεσμα 800 θύματα - περίπου 160 νεκρούς και πάνω από 600 τραυματίες ([[1832]]), οι οδομαχίες (που τις κατέστειλε αγρίως ο Μπυζώ) που προκλήθηκαν από τη σύλληψη των 150 αγωνιστών της Κοινωνίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και εξ αιτίας της ψήφισης του νόμου για τους συνεταιρισμούς ([[1834]]), η επίθεση κατά του βασιλιά (1835) και τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν προκειμένου να αποκρούσουν τους εισβολείς από το Δημαρχείο και την [[Αστυνομία του Παρισιού]] ([[1839]]) είναι γεγονότα καθοριστικά της πρώτης δεκαετίας.
* Η αμετακίνητη στάση που κράτησε η Βουλή κατά την καθολική ψηφοφορία των [[Αδόλφος Θιέρσος|Θιέρσου]] ([[Adolphe Thiers]]) ([[1840]]) και Γκιζώ (Guizot) ([[1842]]) αρνούμενη να λάβει υπόψη τις δημοκρατικές προσδοκίες, καταλήγει στο να μην περάσει το αίτημα στήριξης των Εθνοφρουρών που διαδηλώνουν για να αποκτήσουν το δικαίωμα ψήφου και στην έναρξη της πρώτης εκστρατείας των " Συμποσίων "  υπέρ της εκλογικής μεταρρύθμισης ([[1840]]). Παρ'όλο που οι διαδηλώσεις και οι απεργίες των εργαζομένων στην κλωστοϋφαντουργία, την οικοδομή και την επεξεργασία του ξύλου πολυτελείας καταλήγουν στην εξέγερση του προαστίου του Saint-Antoine ([[1840]]), παρ'όλο που οι διαδηλωτές παρελαύνουν με την "κόκκινη σημαία"  φωνάζοντας " Ζήτω η Δημοκρατία ! " ([[1841]]), τα επόμενα χρόνια χαρακτηρίζονται από τις αρνητικές επιπτώσεις του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού τομέα της χώρας που δεν είναι  προετοιμασμένη για μια τόσο ταχεία αλλαγή. Η κρίση του 1846-47 προκαλεί σημαντική αύξηση [[Ανεργία|της ανεργίας]]: το 1848, σχεδόν τα δύο τρίτα των εργαζομένων στο χώρο του επίπλου και της οικοδομής είναι άνεργοι.
 
Στις ''[https://fr.wikisource.org/wiki/Souvenirs_(Tocqueville)/Texte_entier Αναμνήσεις]'', ο [[Αλεξίς ντε Τοκβίλ]] μας θυμίζει την ομιλία που εκφώνησε μπροστά στους βουλευτές στις 29 Ιανουαρίου 1848, για να τους προειδοποιήσει για το εκρηκτικό κλίμα: "Δεν αντιλαμβάνεσθε, με την  διαίσθηση, με το ένστικτο που δεν μπορεί να αναλυθεί, αλλά το οποίο είναι βέβαιο, ότι το έδαφος τρέμει ξανά στην Ευρώπη; Δεν αισθάνεσθε;... πως  να το πω; ... μια επαναστατική ατμόσφαιρα που πλανιέται στον αέρα; [...] Θέλω να σας μιλήσω, χωρίς πικρία, σας μιλώ πιστεύω, ακομμάτιστα. Επιτίθεμαι σε ανθρώπους εναντίον των οποίων δεν έχω κανένα θυμό, επιτέλους όμως, νοιώθω υποχρεωμένος να πω στη χώρα μου, την βαθιά και σταθερή πεποίθηση μου. Ε, λοιπόν ! η βαθιά πεποίθησή μου είναι ότι τα δημόσια ήθη εξαχρειώνονται, ότι η υποβάθμιση της ηθικής στο δημόσιο χώρο θα οδηγήσει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μπορεί και αύριο ακόμα, σε νέες επαναστάσεις. Είναι αλήθεια λοιπόν πως η ζωή των βασιλέων, κρέμεται από μια κλωστή ισχυρότερη και πιο δύσκολο να σπάσει, από αυτή των άλλων ανθρώπων;"<ref>{{Cite book|title=Αναμνήσεις|first=Αλεξίς|last=Ντε Τοκβίλ|isbn=978-2070405725|year=1999|location=Παρίσι, Gallimard folio histoire|page=459}}</ref>.
Γραμμή 26:
Η κυβέρνηση του Γκιζώ αποφάσισε τελικά να απαγορεύσει αυτά τα  ψευδο-συμπόσια που ήταν κατ'ουσία πολιτικές συγκεντρώσεις.
 
Στις 14 Φεβρουαρίου, ο αρχηγός της Αστυνομίας απαγόρευσε ένα συμπόσιο προγραμματισμένο για τις 19 του μήνα στο [[Παρίσι]]. Ο Aρμάν Μαρρά, μέσα από την εφημερίδα Le National, καλεί τους Παριζιάνους να διαδηλώσουν στις 22, ημερομηνία μεταφοράς του συμποσίου που είχε αναβληθεί. Η συγκέντρωση θα πραγματοποιείτο στην Πλατεία της [[Εκκλησία της Μαντλέν|εκκλησίας της Μαντλέν]]. Όμως, την προηγούμενη μέρα, οι ηγέτες της αντιπολίτευσης υπαναχώρησαν από τον φόβο της βίας, και ακύρωσαν το συμπόσιο και την διαδήλωση. Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει το προβάδισμα. Σίγουρη για τον εαυτό της, αποφάσισε να μην εφαρμόσει τα στρατιωτικά μέτρα που προβλέπονταν σε περίπτωση σοβαρών επεισοδίων. Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση θα υποσκελιστούν από την κατάσταση που εξελίσσεται κατά την διάρκεια της "επανάστασης".
[[Αρχείο:P1140359_Carnavalet_pont_de_l'archevêché_en_1848_rwk.JPG|μικρογραφία|''Η γέφυρα της Αρχιεπισκοπής που φρουρείται από στρατιώτες κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1848'' - Μουσείο του Λούβρου]]
Το πρωί της 22 Φεβρουαρίου, εκατοντάδες φοιτητών (αρκετοί από τους οποίους είχαν ήδη κινητοποιηθεί από τις 3 Ιανουαρίου για να καταγγείλουν την κατάργηση των μαθημάτων του καθηγητή Ζυλ Μισελέ) συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του [[Πάνθεον (Παρίσι)|Πάνθεον]], και μετά πήγαν στην [[Εκκλησία της Μαντλέν|Μαντλέν]], όπου ενώθηκαν με τους εργάτες. Οι διαδηλωτές ({{Μονάδα|3000|άτομα}}), στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς την Βουλή των Αντιπροσώπων, στην πλατεία Ομόνοιας, με συνθήματα " Ζήτω η Μεταρρύθμιση ! Κάτω ο Γκιζώ!". Μέχρι εκείνη την ώρα, οι δυνάμεις του νόμου και της τάξης, είχαν τον έλεγχο τηςκατάστασης. Η στρατιωτική κατοχή του Παρισιού, αποφασίστηκε με νομοθετικό διάταγμα στις 4 το απόγευμα. Ο βασιλιάς μπορούσε να υπολογίζει σε {{Μονάδα|30000|στρατιώτες}}, στην υποστήριξη του πυροβολικού και στην ασφάλεια των οχυρών που περικύκλωναν την πρωτεύουσα. Υπήρχε τέλος, η Εθνική Φρουρά, με {{Μονάδα|40000|άνδρες}} περίπου.
 
Μετά από κάποια επεισόδειαεπεισόδιa (με έναν νεκρό), οι ταραχές μετατοπίζονται προς την εκκλησία Saint-Roch, η διαδήλωση οργανώθηκε, η κατάσταση επιδεινώθηκε, ενώ η κρίση δεν μπορούσε να επιλυθεί, καθώς το σώμα των βουλευτών απέρριψε λίγες ώρες νωρίτερα, το αίτημα μομφής κατά της κυβέρνησης Γκιζώ που κατέθεσε ο Οντιλόν Μπαρρώ.
 
Το πρωί της 23ης Φεβρουαρίου και ενώ η εξέγερση επεκτείνεται, οι εθνοφρουροί της δεύτερης Λεγεώνας, Βουλεβάρτο Μονμάρτρης, κραυγάζουν " Ζήτω η Μεταρρύθμιση!". Στις άλλες συνοικίες, διάφορα τάγματα της Εθνικής Φρουράς προστατεύουν τους εργάτες από τις επιθέσεις των δημοτικών φρουρών, ακόμη κι από τα εθνικά στρατεύματα. Η Εθνοφρουρά γίνεται λοιπόν διαιτητής μεταξύ του στρατού και του λαού. Η αποσκίρτηση αυτή ήταν η θανατική καταδίκη για τον Γκιζώ<ref name=":0">{{Cite book|title=La France du XIX siècle 1814-1914|first=Françis|last=Démier|isbn=|publisher=Editions Points Collection Histoire |year=2000|location=|page=214}}</ref>. Ο Λουδοβίκος-Φίλιππος αντιλαμβάνεται επιτέλους, πόσο λαομίσητος είναι ο υπουργός του και αποφασίζει, το απόγευμα, να τον  αντικαταστήσει με τον κόμη Μολέ, πράξη που ισοδυναμεί με την αποδοχή της μεταρρύθμισης. Είναι αλήθεια πως ο βασιλιάς αποπέμπει καθυστερημένα τον υπουργό Γκιζώ, όμως η κατάσταση ηρεμεί: το χειρότερο φαίνεται να έχει αποφευχθεί ακόμη και αν το κλίμα παραμένει τεταμένο.