Βιολοντσέλο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 176.92.106.49 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό JTE Dimandix
Ετικέτες: Επαναφορά Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό Προχωρημένη επεξεργασία από κινητό
σταδιακός εμπλουτισμός (Θα υπάρξουν και συνέχειες προσεχώς)
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Cello front side.png|right|thumb|200px|Βιολοντσέλο]]
{{πηγές|15|12|2013}}
Το '''Βιολοντσέλο''' ή αλλιώς '''Τσέλο''', είναι ένα έγχορδο μουσικό όργανο που παίζεται με [[δοξάρι]] (Μερικές φορές χρησιμοποιείται και ως νυκτό όργανο). Ανήκει στην οικογένεια των [[Βιολοειδή οργάνα|Βιολοειδών οργάνων]]. Έχει τέσσερις [[χορδή (μουσική)|χορδές]] (από τη χαμηλότερη: ''ντο, σολ, ρε, λα''), όπως και τα υπόλοιπα έγχορδα της συμφωνικήςοικογένειας και τονίζεται σε καθαρές πέμπτες. Έχει τις ίδιες χορδές με την βιόλα, αλλά χαμηλότερες κατά μία οκτάβα. Η μουσική για το βιολοντσέλο γράφεται γενικά στο κλειδί του μπάσου, με το κλειδί τενόρου και το κλειδί πρίμων που χρησιμοποιούνται για περάσματα υψηλότερης ορχήστραςεμβέλειας.
 
Παίζεται από τσελίστα ή βιολοντσελίστα, απολαμβάνει ένα μεγάλο σόλο ρεπερτόριο με και χωρίς συνοδεία, καθώς και πολλά κοντσέρτα. Ως σόλο όργανο, το τσέλο χρησιμοποιεί όλο το φάσμα του, από μπάσο έως σοπράνο, και σε [[μουσική δωματίου]] όπως κουαρτέτα εγχόρδων και το τμήμα εγχόρδων της ορχήστρας, παίζει συχνά το μπάσο, όπου μπορεί να ενισχυθεί μια οκτάβα χαμηλότερα από τα [[Κοντραμπάσο|κοντραμπάσα]]. . Η μουσική μπάσο της εποχής του Μπαρόκ συνήθως προϋποθέτει ένα τσέλο, βιόλα ντα γκάμπα ή φαγκότο ως μέρος της ομάδας basso continuo μαζί με χορδιακά όργανα όπως [[Εκκλησιαστικό όργανο|εκκκλησιαστικό όργανο]], [[τσέμπαλο]], [[λαούτο]] ή [[θεόρμπο]]. Τα τσέλα βρίσκονται σε πολλά άλλα σύνολα, από σύγχρονες κινεζικές ορχήστρες μέχρι συγκροτήματα ροκ με τσέλο.
 
Ο τσελίστας, είναι πάντα καθιστός, τοποθετεί το βιολοντσέλο ανάμεσα στα πόδια του και το στηρίζει στο έδαφος με τη βοήθεια μίας ρυθμιζόμενης μεταλλικής ράβδου στήριξης. Πρόγονος του βιολοντσέλου είναι η [[βιόλα ντα γκάμπα]], την οποία ο εκτελεστής συγκρατούσε ανάμεσα στις γάμπες του.
Γραμμή 10 ⟶ 12 :
 
Ο [[Λούντβιχ βαν Μπετόβεν|Μπετόβεν]], οι ρομαντικοί και ιδιαίτερα ο [[Ρίχαρντ Βάγκνερ|Βάγκνερ]], συνέτειναν στην πλήρη ανεξαρτησία του και έγραψαν ειδικά έργα γι αυτό ([[Κοντσέρτο|Κοντσέρτα]], [[Σονάτα|Σονάτες Σονατίνες]] κ.ά), και το χρησιμοποίησαν στα είδη της [[Μουσική δωματίου|μουσικής δωματίου]], ισότιμα με το [[βιολί]].
 
== Ετυμολογία ==
Το όνομα τσέλο προέρχεται από την κατάληξη του ιταλικού violoncello,<ref>{{Cite web|url=https://www.merriam-webster.com/dictionary/violoncello|title=Definition of VIOLONCELLO|website=www.merriam-webster.com|language=en|accessdate=2021-10-28}}</ref> που σημαίνει «μικρό Βιολόνε». Το Βιολόνε ("μεγάλη βιόλα") ήταν ένα μεγάλου μεγέθους μέλος της οικογένειας των Βιόλ (viola da gamba) ή της οικογένειας βιολιών (viola da braccio). Ο όρος «βιολόνε» σήμερα αναφέρεται συνήθως στο πιο χαμηλόφωνο όργανο των βιόλ, μια οικογένεια έγχορδων οργάνων που έφυγε από τη μόδα γύρω στα τέλη του 17ου αιώνα στις περισσότερες χώρες εκτός από την Αγγλία και, ιδιαίτερα, τη Γαλλία, όπου επέζησαν άλλον μισό αιώνα πριν η οικογένεια των πιο δυνατών βιολιών ευνοηθεί και σε εκείνη τη χώρα. Στις σύγχρονες συμφωνικές ορχήστρες, είναι το δεύτερο μεγαλύτερο έγχορδο όργανο (το κοντραμπάσο είναι το μεγαλύτερο). Έτσι, το όνομα «βιολοντσέλο» περιείχε τόσο το επαυξητικό «-one» («μεγάλο») όσο και το υποκοριστικό «-τσέλο» («μικρό»). Μέχρι το γύρισμα του 20ου αιώνα, είχε γίνει συνηθισμένο να συντομεύεται το όνομα σε 'τσέλο, με την απόστροφο να δείχνει το στέλεχος που λείπει.<ref name=":0">{{Cite web|url=https://web.archive.org/web/20090108101905/http://www.encyclopedia.com/doc/1G1-70397117.html|title=The Countess of Stanlein Restored.(violoncello owned by Bernard Greenhouse is restored) - Harper's Magazine {{!}} Encyclopedia.com|ημερομηνία=2009-01-08|website=web.archive.org|accessdate=2021-10-28}}</ref> Είναι πλέον σύνηθες να χρησιμοποιείται "τσέλο" χωρίς απόστροφο ως πλήρης ονομασία.<ref name=":0" /> Το Viol προέρχεται από τη ρίζα viola, η οποία προήλθε από το μεσαιωνικό λατινικό vitula, που σημαίνει έγχορδο όργανο.
 
== Εξωτερικοί σύνδεσμοι ==