Οδύσσεια (Καζαντζάκης): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 20:
Το πλοίο του Οδυσσέα ανεβαίνει τον Νείλο μέχρι την [[Ηλιούπολις (Αίγυπτος)|Ηλιούπολη]]. Ο Οδυσσέας ανασκάπτει, μετά από ένα όνειρο, τον τάφο ενός νεκρού φαραώ και παίρνει τα πλούσια [[Κτερίσματα|κτερίσματα]], τα οποία όμως την άλλη μέρα πετά στο Νείλο, για να μην εκμαυλιστούν, αυτός και οι σύντροφοί του, από τα πλούτη. Η Αίγυπτος είναι και αυτή σε κρίση. Η Πείνα βασιλεύει κι εδώ. Ομοίως οι βάρβαροι ελλοχεύουν επίσης. Ο βασιλιάς είναι νεαρός και καλόβουλος, αλλά όχι δυναμικός. Όταν φτάνουν στην πρωτεύουσα, ο Οδυσσέας αποφασίζει να δράσει, κινούμενος από μιαν εσωτερική φωνή. Αφήνει για λίγο τους συντρόφους του, ενώ ξεσπά η κοινωνική αναταραχή. Πρωτοστατούν μια Εβραία, η ''Ράλα'', ένας εργάτης, ο ''Γέρακας'', ένας χωρικός, ο ''Μπούρμπουλας'' και ένας επαναστάτης, ο ''Νείλος''. Όλοι τους συλλαμβάνονται και αιχμαλωτίζονται, μαζί με τον Οδυσσέα. Ο βασιλιάς, θέλοντας να τους κατανοήσει, βγάζει τον Οδυσσέα και τη Ράλα από τη φυλακή και τελικά τους αφήνει ελεύθερους. Ο Οδυσσέας γυρνά στο πλοίο του. Επιτίθενται τώρα οι βάρβαροι και ο Οδυσσέας πάει με το μέρος τους. Τα στρατεύματα του φαραώ όμως αντεπιτίθενται. Η Ράλα σκοτώνεται και οι βάρβαροι νικιούνται. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αιχμαλωτίζονται. Στη φυλακή ο Οδυσσέας σκαλίζει το τρομερό προσωπείο του νέου θεού του. Φορώντας το χορεύει τόσο τρομαχτικά μπροστά στον φαραώ (ο οποίος είχε ζητήσει να τον δει), που ο νεαρός ηγεμόνας τον αφήνει να πάρει τους συντρόφους του και να φύγει από την Αίγυπτο. Ο Οδυσσέας φαντάζεται ότι βγαίνει από τον Άδη. Τον ακολουθεί ένα μπουλούκι από ανθρώπους της κατώτατης τάξης, ακόμα κι εγκληματίες. Σκοπός του τώρα είναι η θεμελίωση της ιδανικής Πολιτείας: είναι ένα κάστρο, που είδε στο όραμά του και που θα το φτιάξει με τους συντρόφους του. Πορεύονται μέσω της ερήμου προς το νότο. Υποφέρουν από δίψα και πείνα. Στασιάζουν κατά του Οδυσσέα. Αντιμετωπίζουν την επίθεση και τον δόλο των μαύρων Αφρικανών, αλλά ξεφεύγουν λόγω της εξυπνάδας του Οδυσσέα, ο οποίος μοιράζεται μαζί τους το όραμα του νέου θεού του, που τους συναρπάζει.
 
Ο Πέτρακας χωρίζεται από τους συντρόφους και κινδυνεύει από ανθρωποφάγους, σώζεται όμως εντυπωσιάζοντάς τους με τον χορό του και αυτοί τον κάνουν βασιλιά στο χωριό τους. Ο Οδυσσέας με τους λοιπούς συντρόφους του φτάνουν σ' ένα άλλο χωριό. Ο Σουραύλης, που έχει μόλις σκαλίσει το ξόανο του θεού του, στέλνεται για να πάρει προμήθειες. Οι ντόπιοι μαύροι εντυπωσιάζονται από το ξόανο. Γίνονται διάφορα θαύματα, που κάνουν και τον ίδιο τον Σουραύλη να προσκυνήσει ως θεό το ξόανο που έφτιαξε. Τώρα ο Οδυσσέας έχει για συντροφιά μια λεοπάρδαλη, δώρο του Χάλικα. Ξεκινούν νέα πορεία. Περνούν από το χωριό του Πέτρακα, που αρνείται να τους ακολουθήσει προτιμώντας να μείνει βασιλιάς των μαύρων. Ανακαλύπτουν τις πηγές του Νείλου. Ο Οδυσσέας στοχάζεται τους νόμους της ιδανικής πολιτείας που θα ιδρύσει. Ανεβαίνει με μόνο συντροφιά του τη λεοπάρδαλη στην κορυφή ενός βουνού όπου έχει ένα όραμα θεού που διαπερνά σα φλόγα όλο το σύμπαν. Αντιμετωπίζει και τον πειρασμό υπό τη μορφή ενός φιδιού που τον περιγελά γιατί ακόμη δεν έθεσε σε εφαρμογή το όραμά του. Κατεβαίνοντας από το βουνό ο Οδυσσέας βρίσκει την ομάδα του διασπασμένη σε δύο αντίπαλες παρατάξεις με επικεφαλής τον Κένταυρο και τον Χάλικα. Τους συμφιλιώνει, αρχίζει το χτίσιμο της πολιτείας και διδάσκει τους καινούργιους αυστηρούς νόμους στους μέλλοντες κατοίκους της. Γίνονται εορτασμοί. Όμως η φύση δίνει κακά προμηνύματα. Φτάνει ο Πέτρακας, που γυρεύει να ενωθεί με τους συντρόφους του ενόψει της επερχόμενης καταστροφής. Γίνεται έκρηξη ηφαιστείου συνοδευόμενη από τρομερό σεισμό και η νεόχτιστη πολιτεία γκρεμίζεται. Ο Κένταυρος καταπλακώνεται σώζωντας από βέβαιο θάνατο τον Οδυσσέα και ο Πέτρακας, που σαν βιγλάτορας κατεύθυνε προς τη σωτηρία τον λαό, απανθρακώνεται από την πύρινη βροχή. Ο Οδυσσέας, τώρα σε απόγνωση, παραχωρεί την αρχηγία του λαού στον Χάλικα και αναχωρεί. Γίνεται πάλι ασκητής. Δίχως ελπίδα πλέον, νιώθει απόλυτα ελεύθερος. Δεν υπάρχει γι' αυτόν πια κανένας θεός. Τρομάζει με τα λόγια αυτά τους προσκυνητές που φτάνουν να τον δουν. <ref>Πρεβελάκης,''ό.π.'' σελ. 111-123. </ref>
 
Ο Οδυσσέας στην άκρη του γκρεμού ενός βουνού, όπου βρίσκεται, γνωρίζει την απόλυτη ελευθερία. Τα πάντα είναι όνειρο, ένα παιχνίδι του μυαλού, που φτιάχνει τη μια στιγμή μορφές και την άλλη τις εξαφανίζει. Ο νους του Οδυσσέα υλοποιεί πλάσματα της φαντασίας του, πέραν του καλού και του κακού, που συμετέχουν σ' ένα μεγάλο δρώμενο που εξυμνεί το θαύμα της ζωής. Μετά τα πάντα σβήνουν. Ξημερώνει. Ο ήρωας, ξαλαφρωμένος, μέσω της τέχνης αυτής του νου του, κατεβαίνει από το όρος. Ο κόσμος τού φαντάζει να είναι πλασμένος από τα ίδια του τα μάτια. Δράση και σκέψη συμφιλιώνονται μέσα του. Συνεχίζει την πορεία προς τον νότο μοναχός του. Συναντά τον Χάρο που έχει τη μορφή μεγάλου εντόμου. Ονειρεύεται την Ελλάδα. Συναντά τον Πειρασμό, που τον προτρέπει να αυτοκτονήσει. Συναντά μετά τον ''Μαναγή'', έναν νεαρό βασιλιά που τον βασανίζει το ζήτημα του θανάτου και γυρεύει τον λόγο του ασκητή-Οδυσσέα για να λυτρωθεί. Για τον Οδυσσέα ο θάνατος είναι το αλάτι που νοστιμίζει τη ζωή.. Γι' αυτό η αυτοκτονία δεν έχει νόημα. Οδυσσέας και Μαναγής μπαίνουν σε μια πόλη, όπου βρίσκουν μια ξακουστή πόρνη, τη ''Μαργαρώ'' που τους φιλοξενεί στον κήπο της. Η Μαργαρώ ακούει σαγηνευμένη τον Οδυσσέα και υπερθεματίζει ότι κανείς πρέπει να χαίρεται κάθε στιγμή της ζωής μέχρι να πεθάνει. Ο Οδυσσέας συνεχίσει την πορεία μόνος του. Στο μέτωπό του εμφανίζεται το ''τρίτο μάτι'', αυτό της γνώσης. Εμφανίζεται ξανά ο Χάρος και ο Οδυσσέας του ζητά να του δώσει λίγο καιρό για να φτάσει στη θάλασσα και να φτιάξει 'ενα πλοίο για το τελευταίο του ταξίδι. Έρχεται ένας άλλος ασκητής, που του ζητά παρηγορητικό λόγο και μετά πεθαίνει στα χέρια του. Ο Οδυσσέας φτάνει σε μια μεγάλη πολιτεία, όπου συναντά ένα μαύρο αοιδό που τραγουδά για τον ''Καπετάν Ελιά'', που πάνω στο βουνό κέρδισε τη λύτρωση. Ο Οδυσσέας του λέει ότι εκείνος για τον οποίον τραγουδούσε ήταν αυτός ο ίδιος, ο Οδυσσέας.
 
<ref>Πρεβελάκης,''ό.π.'' σελ. 111-123. </ref>
 
== Παραπομπές ==