Φιστικιά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προστέθηκε η Κατηγορία:Δρύπες (με το HotCat)
μ. επιμέλεια
Γραμμή 9:
|ομοταξία = [[Δικοτυλήδονα]] (Magnoliopsida)
|υφομοταξία = [[Ροδίδες]] (Rosidae)
|τάξη = [[Σαπινδώδη]] (Sapindales)
|οικογένεια = [[Ανακαρδιοειδή]] (Anacardiaceae)
|γένος = ''[[Πιστακία]]'' (''Pistacia'')
Γραμμή 16:
|binomial_authority = [[Κάρολος Λινναίος|L.]]
|}}
 
Η '''φιστικιά''' (επιστ. '''''Πιστακία η γνησία''''', '''''Pistacia vera''''') είναι δίοικο [[φυλλοβόλο]] [[δέντρο]] του [[γένος (βιολογία)|γένους]] ''Πιστακία'' και της [[οικογένεια (βιολογία)|οικογένειας]] των [[Ανακαρδιοειδή|Ανακαρδιοειδών]]. Η καταγωγή της είναι από το [[Ιράν]] και σήμερα καλλιεργείται ευρύτατα από την [[Ασία]] μέχρι τις Μεσογειακές χώρες και την [[Αμερική]] για τον [[καρπός|καρπό]] της, το '''φιστίκι'''.
 
Γραμμή 34:
Τα φιστίκια είναι από τους καλύτερους ποιοτικά και πιο νόστιμους [[ξηροί καρποί|ξηρούς καρπούς]]. Είναι μεγάλης θρεπτικής αξίας, πλούσια σε [[βιταμίνες|βιοτίνη]], [[πρωτεΐνη|πρωτεΐνες]] και ανόργανα άλατα. Καταναλώνονται καβουρδισμένα, με ή χωρίς αλάτι καθώς και νωπά είτε νωπά ανάλατα. Χρησιμοποιούνται και στη ζαχαροπλαστική.
 
Στην [[Ελλάδα]] καλλιεργείται μία από τις καλύτερες ποικιλίες στον κόσμο, η Αιγινίτικη με τα περίφημα και ιδιαίτερης θρεπτικής αξίας φιστίκια Αιγίνης<ref>[https://doi.org/10.17660/ActaHortic.1995.419.70 PISTACHIO GROWING IN GREECE, Zakinthinos, G. and Rouskas, D. (1995), Acta Hortic. 419, 423-425 DOI: 10.17660/ActaHortic.1995.419.70]</ref>. Η διαχρονική φήμη τους οδήγησε στο γεγονός να αποκαλείται παλαιόθεν σε όλη την επικράτεια ο εν λόγω καρπός "Φιστίκι Αιγίνης", ανεξαρτήτως προέλευσης, ώσπου το 1996 η [[Προστατευόμενη ονομασία προέλευσης#Άλλα προϊόντα Π.Ο.Π.|ονομασία προέλευσης]] από την Αίγινα κατοχυρώθηκε με Κοινοτική απόφαση<ref>[http://www.minagric.gr/images/stories/docs/agrotis/POP-PGE/L163_1996.pdf ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1263/96 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, της 1ης Ιουλίου 1996], Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Αριθ. L 163/19</ref>, ώστε στις άλλες περιοχές να αποκαλείται πλέον κελυφωτό φιστίκι. Σε μικρότερο βαθμό καλλιεργείται η ποικιλία '''Νυχάτη'''. Η καλλιέργεια της φιστικιάς τα τελευταία χρόνια εκτός από την [[Αίγινα]], τηντη [[Σαλαμίνα (νησί)|Σαλαμίνα]] και τα [[Μέγαρα]], που ήταν παραδοσιακές φιστικοπαραγωγές περιοχές, επεκτάθηκε στη [[Φθιώτιδα]], [[Θεσσαλία]], [[Βοιωτία]] και [[Εύβοια]].<ref>Φιστίκι Αιγίνης - ΠΟΠ [http://www.greekbreakfast.gr/el/%CE%B3%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%B1/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%8A%CF%8C%CE%BD%CF%84%CE%B1/item/471-%CF%86%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%B9%CE%B3%CE%AF%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%80 Greekbreakfast.gr] {{Webarchive|url=https://web.archive.org/web/20140706144151/http://www.greekbreakfast.gr/el/%CE%B3%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%B1/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%8A%CF%8C%CE%BD%CF%84%CE%B1/item/471-%CF%86%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BA%CE%B9-%CE%B1%CE%B9%CE%B3%CE%AF%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%80 |date=2014-07-06 }}</ref>
 
Οι [[Η.Π.Α.]] έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο. Ακολουθούν το [[Ιράν]], η [[Τουρκία]], η [[Κίνα]] και η [[Συρία]]. Η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη και έκτη στον κόσμο με ετήσια παραγωγή που κυμαίνεται μεταξύ 4.500 και 8.000 τόνων ετησίως<ref>[https://www.ert.gr/eidiseis/geyseis/ta-fistikia-kerdizoyn-opadoys-kai-fernoyn-esoda/ Τα φιστίκια κερδίζουν οπαδούς και φέρνουν έσοδα], ρεπορτάζ της ΕΡΤ, δημοσιευμένο στον ιστότοπό της www.ert.gr</ref> (στοιχεία 2018: 6,338)<ref>[https://www.atlasbig.com/en-us/countries-pistachio-production «World's top Pistachio Producing Countries»], κατάλογος φιστικοπαραγωγών χωρών με την ετήσια εσοδειάσοδειά και έκταση καλλιέργειας, στον ιστότοπο www.altasbig.com</ref>.
 
==Καταγωγή και εμφάνιση στην Ελλάδα==
Γραμμή 42:
Ωστόσο παλαιοβοτανικές έρευνες έχουν δείξει ότι η Νότια Ευρώπη και η Νοτιοδυτική Ασία δεν είναι πατρίδα της φιστικιάς. Εξαίρεση είναι ο καρπός φιστικιάς που βρέθηκε στο Σέσκλο της Νεότερης Νεολιθικής εποχής και απανθρακωμένοι καρποί φιστικιάς στο Περιβόλι Μαγούλας των περιόδων Ραχμάνι (Χαλκολιθικής) και Πρώιμης Μεσοελλαδικής. Η προέλευσή τους αμφισβητείται και αποδίδεται σε μεταγενέστερες διεισδύσεις.<ref>Άννα Μανουηλίδου Χιτζανίδου, «Η πορεία της φιστικιάς από την Ασία στην Αίγινα», Αρχαιολογική Εφημερίς, τομ. 152 (2013), σελ. 48</ref>
Πριν τον 4ο αι. π.Χ. η φιστικιά δεν αναφέρεται στην αρχαία ελληνική γραμματεία, ενώ ο πρώτος που την αναφέρει περιγράφοντας την, αλλά όχι κατονομάζοντάς την είναι ο Θεόφραστος στο έργο ''Περί φυτών ιστορία IV 4, 7''. Επειδή μιλάει για πολλά φυτά, που δεν έχει δει και οι πληροφορίες του είναι από δεύτερο χέρι, πιθανώς για τη φιστικιά έχει πληροφορίες από επιστήμονες που ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του. Άλλη αρχαία μαρτυρία προέρχεται από τον Νίκανδρο τον Κολοφώνιο (2ος αι. π.Χ.) στο ποίημά του ''Θηριακά'' στ. 890-891 όπου απαριθμεί φυτά που προστατεύουν από τσιμπίματα σκορπιών<ref>Άννα Μανουηλίδου Χιτζανίδου, «Η πορεία της φιστικιάς από την Ασία στην Αίγινα», Αρχαιολογική Εφημερίς, τομ. 152 (2013), σελ. 48-49</ref>
Ο φαρμακογνώστης Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος στο έργο του ''Περί ύλης ιατρικής'' (Ι 124, 1,11) γράφει ότι η φιστικιά παραγόταν στη Συρία. Τον 1ο αι. ο [[Πλίνιος ο Πρεσβύτερος]] στη ''Φυσική ιστορία'' του (XV 83,91) μιλάει για έναν ιππότη Βιτέλιο που έφερε τη φιστικά στο σπίτι του στη Ρώμη στο τέλος της βασιλείας του Τιβέριου (30 π.Χ.) και τον ίδιο χρόνο ο Φλάκκος Πομπήιος την εισήγαγε στην Ισπανία. Στους Δειπνοσοφιστές του Αθηναίου Ναυκράτιου περιγράφεται συμπόσιο, όπου προσφέρονται μεταξύ άλλων και φιστίκια: περιγράφεται ως λείος, λευκόφαιος, μακρύς, πράσινος στο εσωτερικό και αν και λιγότερο χυμώδης από τον καρπό της κουκουναριάς είναι πιο εύγευστος από αυτόν.<ref>Άννα Μανουηλίδου Χιτζανίδου, «Η πορεία της φιστικιάς από την Ασία στην Αίγινα», Αρχαιολογική Εφημερίς, τομ. 152 (2013), σελ. 49</ref>Ο Boris de Saint Vincent,αξιωματικός του γαλλικού στρατού αναφέρει στο βιβλίο του La Flore du Peloponnese et des Cyclades (1838) ότι υπήρχαν φιστικιές στην Πήλο και στη Φιγάλεια. Ο Παναγιώτης Γεννάδειος αναφέρει πως αυτός που έδωσε την πρώτη ώθηση στην καλλιέργεια του δέντρου ήταν ο εισαγωγέας της βιομηχανίας σοκολάτας στην Ελλάδα Δ.Παυλίδης, ο οποίος από το 1860 εγκατέστησε φυτεία φιστικιάς στο κτήμα του στο Ψυχικό. Ακολούθησε ο Ορφανίδης, διευθυντής του Δημόσιου Δενδροκομείου στον Βοτανικό, κυρίως από το 1869. Ο Γεννάδιος διαδεχόμενος τον Ορφανίδη στη διεύθυνση του Δημόσιου Δενδροκομείου έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στηνστη διάδοση του συγκεκριμένου φυτού
Όσον αφορά την Αίγινα δεν είναι γνωστό πότε εισήχθη στο νησί. Υπάρχουν μόνο προφορικές μαρτυρίες πως εισήχθησαν δέντρα από την Περσία και τη Συρία. Ο Γερμανός βοτανολόγος Theodor von Heldreich επισκεπτόμενος έξι φορές την Αίγινα από το 1848 έως το 1881 δεν αναφέρει καθόλου τη φιστικιά. Στα Ιστορικά Αρχεία της Αίγινας έχει βρεθεί έγγραφο με ημερομηνία 30 Σεπτεμβρίου 1898, που μνημονεύει συναλλαγή μεταξύ δύο κατοίκων του νησιού σχετικά με 12 οκάδες φιστικιού.
Ο πρώτος οργανωμένος φιστικιώνας στην Αίγινα εγκαταστάθηκε από τον Νικόλαο Περόγλου κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. Ο Περόγλου ήταν Αθηναίος, αλλά είχε αγοράσει στην Αίγινα μια έκταση είκοσι στρεμμάτων. Στο μεγαλύτερο μέρος του κτήματος φύτεψε οπωροφόρα δέντρα και μεταξύ αυτών και φιστικιές. Η γειτνίαση με τη θάλασσα και το φτωχό έδαφος δεν ευνόησε την ανάπτυξη των δέντρων, με εξαίρεση τη φιστικιά με την οποία αντικατέστησε τα αποτυχημένα δέντρα.<ref>Άννα Μανουηλίδου Χιτζανίδου, «Η πορεία της φιστικιάς από την Ασία στην Αίγινα», Αρχαιολογική Εφημερίς, τομ. 152 (2013), σελ. 51</ref> Στα τέλη της δεκαετίας του 1910 είχαν αρχίσει να φυτεύονται και από άλλους ντόπιους καλλιεργητές μικρές εκτάσεις.<br />