Πολιτική της Μιανμάρ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 9:
== Η εξέγερση του Σεπτεμβρίου 2007 ==
 
Τον Αύγουστο του [[2007]] με αφορμή την συμπλήρωση 19 χρόνων απο την άγρια καταστολή των λαϊκών συγκεντρώσεων οι Βουδιστές μοναχοί, άτομα ιερά στην Μιανμάρ, οργάνωσαν διαδηλώσεις σε μεγάλες πόλεις της χώρας διαμαρτυρόμενοι για το ανελεύθερο καθεστώς. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου οι διαδηλώσεις κορυφώθηκαν λόγω των οικονομικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης που αφορούσαν την απόφαση της στρατιωτικής κυβέρνησης να αποσύρει την επιδότηση στα καύσιμα με αποτέλεσμα την εκτίναξη των τιμών αλλά και λόγω των ξυλοδαρμών τριών βουδιστών μοναχών απο την αστυνομία. Στις [[22 Σεπτεμβρίου]] χιλιάδες Βουδιστές κατέβηκαν στους δρόμους ενώ 500 απο αυτούς κατάφεραν υπο την επίβλεψη της αστυνομίας να πλησιάσουν στο σπίτι της βραβευμένης με το Νόμπελ ειρήνης [[Σαν Σου Κι]], η οποία βρίσκεται για πάνω απο τον Μάϊο του [[2003]] σε κατ'οίκον περιορισμό. Δύο μέρες αργότερα τουλάχιστον 20.000 μοναχοί διαμαρτυρήθηκαν στους δρόμους της Ρανγκούν.
 
Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη διαδήλωση όλων των χρόνων στην ιστορία της Μιανμάρ όταν 100.000 πολίτες και Βουδιστές κατέβηκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης αλλά και για την φτώχεια που ταλανίζει την χώρα. Το στρατιωτικό καθεστώς θορυβημένο απο αυτή την εξέλιξη ανακάλεσε την 22η Μεραρχία απο το κρατίδιο της Καρέν για τη Ρανγκούν. Η 22η Μεραρχία είχε χρησιμοποιηθεί για να καταστείλει και τις λαϊκές εξεγέρσεις του [[1988]] γι'αυτό και η κίνηση αυτή προκάλεσε αίσθηση προοικονομώντας τις προθέσεις της στρατιωτικής κυβέρνησης. Την επόμενη μέρα επιβλήθηκε νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας μεταξύ 9 μ.μ. και 5 π.μ. ενώ η πόλη Ρανγκούν τέθηκε υπο άμεσο στρατιωτικό έλεγχο. Παράλληλα τμήματα στρατού παρατάχθηκαν σε όλη την πόλη.
 
Παρ'ολες τις προειδοποιήσεις ο λαός ξανακατέβηκε στους δρόμους. Αν και η διεθνήδιεθνής κοινότητα με μηνύματα ζήτησε ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση απο το δικτατορικό καθεστώς αυτό δεν φάνηκε να τα έλαβε υπόψιν του. Στις [[26 Σεπτεμβρίου]] και ενώ ο λαός διαδήλωνε, ένα τμήμα διαδηλωτών προσπάθησε να σπάσει τον κλοιό των αστυνομικών. Αυτοί απάντησαν με ρίξη δακρυγώνων και με ξυλοδαρμό Βουδιστών. Οι αστυνομικοί και οι στρατιώτες ξυλοκόπησαν άγρια τους διαδηλωτές ενώ ακολούθησαν και αρκετές συλλήψεις. Στις [[27 Σεπτεμβρίου]] ο λαός διαδήλωσε για ακόμη μια φορά για να διαλυθεί αμέσως βίαια απο το στρατό, ο οποίος πυροβολούσε στα τυφλά. Επίσης ο στρατός προχώρησε σε εκατοντάδες συλλήψεις Βουδιστών μοναχών αλλά και σε εφόδους σε μοναστήρια, τα οποία και κατέλαβε. Την επομένη φοιτητές κατέβηκαν στους δρόμους χωρίς όμως αυτή τη φορά να έχουν τους Βουδιστές στο πλευρό τους αφού όλα σχεδόν τα μοναστήρια είχαν καταληφθεί απο τον στρατό.
 
Κατα τη διάρκεια των συγκρούσεων υπολογίζεται οτι σκοτώθηκαν πάνω απο 30 πολίτες, μεταξύ των οποίων και ένας Ιάπωνας δημοσιογράφος. Επίσης συνελλήφθησαν χιλιάδες άτομα τα οποία μέχρι και σήμερα κρατούνται στις φυλακές. Είναι χαρακτηριστικό οτι εκατοντάδες άνθρωποι αγνοούνται απο την μέρα των επεισοδίων.
Κατα τη διάρκεια των συμπλοκών.
 
=== Διεθνής αντίδραση ===
 
Η διεθνής κοινότητα είχε απευθύνει απο την αρχή έκκληση προς το στρατιωτικό καθεστώς της χώρας για ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Συγκεκριμένα ο γενικός γραμματέας των [[ΟΗΕ|Ηνωμένων Εθνών]] Μπαν Γκι-Μουν ζήτησε αυτοσυγκράτηση, ο πρόεδρος των [[ΗΠΑ]] [[Τζώρτζ Μπους]] απείλησε για νέες κυρώσεις ενώ ο Γάλλος πρόεδρος [[Νικολά Σαρκοζί]] δήλωσε ότι ''δεν θα δεχτεί καταστολή των διαδηλώσεων στη Μιανμάρ''.
 
Μετά την βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας [[Γκόρντον Μπράουν]] ζήτησε επείγουσα σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας ενώ η [[Ρωσία]], η οποία διατηρεί στενές σχέσεις με το καθεστώς, έκανε λόγο για ''«εσωτερική υποθεση της Μιανμάρ»''. Αλλά και η [[Κίνα]], η οποία έχει μεγάλες οικονομικές συναλλαγές με την κυβέρνηση της [[Μιανμάρ]], κράτησε ήπια στάση επικρίνοντας μάλιστα την στάση των ξένων μέσων μαζικής ενημέρωσης κατηγορώντας οτι χειροτερεύουν την κατάσταση υπερβάλλοντας τα γεγονότα. Έντονη κριτική έγινε και απο την Ιαπωνική κυβέρνηση η οποία ζήτησε εξηγήσεις για τον θάνατο του Ιάπωνα δημοσιογράφου Κέντζι Ναγκάι ζητώντας παράλληλα την διενέργεια ανακρίσεων για το συμβάν. Ο [[ΟΗΕ]] απέστειλε σχεδόν αμέσως τον ειδικό απεσταλμένο Ιμπραήμ Γκαμπάρ, εξέφρασε όμως την θλίψη του για τα αιματηρά γεγονότα μόλις τον Οκτώβριο.
 
== Σήμερα ==