Ανακωχή της Βίλλα Τζούστι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Εξωτερικοί Σύνδεσμοι: Μεταφορά σε "Σημειώσεις ιστορικού"
μ. επιμέλεια
 
Γραμμή 1:
Η '''Ανακωχή της Βίλλα Τζούστι''' είναι η [[ανακωχή]] η οποία υπεγράφη στη [[Βίλλα Τζούστι]], στη [[Μάντρια]], πλησίον της [[Πάδοβα]]ς (Ιταλία), η οποία σήμανε το τέλος των εχθροπραξιών μεταξύ της [[Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία|Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας]] και της [[Τριπλή Αντάντ|Τριπλής Αντάντ]], κατά τηντη διάρκεια του [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Η ανακωχή υπεγράφη στις [[3 Νοεμβρίου]] [[1918]] στις 15:00 με άμεση εφαρμογή την αμέσως επόμενη ημέρα, [[4 Νοεμβρίου]] στις 15:00, και έθεσε τέλος στις συγκρούσεις οι οποίες λάμβαναν χώρα εντός του [[Ιταλικό Μέτωπο (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|Ιταλικού Μετώπου]].
 
== Πλαίσιο ==
Στα τέλη του μηνός Οκτωβρίου του 1918, καθώς ο [[αυστροουγγρικός στρατός]] υπέστη σημαντική ήττα στη [[Μάχη του Βιττόριο Βένετο]], το αυστροουγγρικό στρατιωτικό επιτελείο επεχείρησε με κάθε τρόπο τηντη συμφωνία [[εκεχειρία]]ς, προκειμένου να τεθεί ένα τέλος στον πόλεμο και να αποφευχθούν εδαφικές απώλειες.
 
Κατά τηντη διάρκεια της [[Μάχη του Βιττόριο Βένετο|Μάχης του Βιττόριο Βένετο]], τα στρατεύματα της Αυστροουγγαρίας τέθηκαν εκτός μάχης και ξεκίνησαν μία ανοργάνωτη υποχώρηση. Με εκκίνηση τις 28 Οκτωβρίου, η Αυστροουγγαρία επιχείρησε τηντη διαπραγμάτευση εκεχειρίας, ωστόσο ήταν ιδιαιτέρως επιφυλακτική προς την υπογραφή των κειμένων της ανακωχής. Οι Ιταλοί, παράλληλα, προήλασαν με κατεύθυνση το [[Τρέντο]], το [[Ούντινε]] και την [[Τεργέστη]]. Έπειτα από την απειλή της διακοπής των διαπραγματεύσεων στις 3 Νοεμβρίου, οι Αυστροούγγροι αποδέχτηκαν τους όρους της ανακωχής. Θα ετίθετο, θεωρητικά, σε εφαρμογή στις 4 Νοεμβρίου, στις 15:00, ωστόσο λόγω μονομερούς διαταγής της αυστροουγγρικής ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης, οι αυστροουγγρικές δυνάμεις σταμάτησαν τις εχθροπραξίες στις 3 Νοεμβρίου. Μετά το πέρας του πολέμου, το Βασίλειο της Ιταλίας προσάρτησε το Νότιο Τιρόλο (σημερινό [[Τρεντίνο-Άλτο Άντιτζε]]) και την Τεργέστη, καθώς και την [[αυστριακή ακτογραμή]], βάση των όρων της [[Συνθήκη του Λονδίνου (1915)|Συνθήκης του Λονδίνου]].
 
== Η ανακωχή ==
Γραμμή 10:
Οι Αυστριακοί διαπραγματευτές συγκεντρώθηκαν στις 28 Οκτωβρίου στο [[Τρέντο]] υπό την ηγεσία του στρατηγού [[Βίκτορ Βέμπερ Έντλερ φον Βέμπεναου]] και αποφάσισαν να αναθέσουν στον στρατηγό [[Άρτουρ Αρτς φον Στράουσενμπεργκ]], κατόπιν σχετικής πληροφόρησης του ''Feldmarechal'' [[Πάουλ φον Χίντενμπουργκ]], την αποστολή αντιπροσωπείας αξιωματικών ενώπιον της ιταλικής στρατιωτικής διοίκησης η οποία θα μετέφερε γραπτό αίτημα εκεχειρίας, πλησίον της [[Λίμνη Γκάρντα|Λίμνης Γκάρντα]], στις 29 Οκτωβρίου 1918<ref name="Treccani.it">{{it}} {{cite web|first1=Augusto|last1=Torre|url=http://www.treccani.it/enciclopedia/villa-giusti_(Enciclopedia_Italiana)/|website=Treccani.it|title=Villa Giusti}}</ref>.
 
Ο Αυστροούγγρος [[hauptmann|λοχαγός]] [[Καμίλλο Ρουτζέρα]], μέλος της συγκεκριμένης επιτροπής, παρουσιάστηκε στις 29 Οκτωβρίου εμπρός στις ιταλικές γραμμές, όπου έγινε δεκτός με πυροβολισμούς. Έπειτα από την ταυτοποίησή του και την αποκάλυψη του σκοπού της αποστολής του, οδηγήθηκε ενώπιον της διοικήσεως της ιταλικής μεραρχίας στο [[Άμπανο]]<ref>{{it}} {{cite web|url=http://www.cimeetrincee.it/armistiz.htm|website=Cimeetrincee.it|title=Armistice}}</ref>. Κατά τηντη διάρκεια της νύχτας της 30ής Οκτωβρίου, ο στρατηγός φον Βέμπεναου πέτυχε επίσης να διαβεί τις ιταλικές γραμμές. Την αμέσως επόμενη ημέρα, ως επικεφαλής της αυστριακής αντιπροσωπείας, συνάντησε, πλησίον της Πάδοβας, την ιταλική αντιπροσωπεία υπό την ηγεσία του στρατηγού [[Πιέτρο Μπαντόλιο]]. Στις 9:30, την 1η Νοεμβρίου, μία κοινή ιταλική και αυστροουγγρική επιτροπή συνεδρίασε εντός της έπαυλης του κόμη [[Βέττορ Τζούστι ντελ Τζαρντίνο]]<ref>{{it}} {{cite book|title=Diario d'Italia|volume=1|publisher=De Agostini|page=354}}</ref>{{,}}<ref name="Difesa.it"/> και ξεκίνησε τηντη σύνταξη των κειμένων της μελλοντικής ανακωχής.
 
Η αυστριακή αντιπροσωπεία είχε αναλάβει τηντη διαπραγμάτευση της ανακωχής εντός του συντομότερου δυνατού χρονικού διαστήματος, χωρίς, ωστόσο, αυτό να φαίνεται ως συνθηκολόγηση. Οι Ιταλοί τους παρέδωσαν τους όρους οι οποίοι τους είχαν σταλεί από το Παρίσι και οριστεί από την [[Τριπλή Αντάντ]], η οποία απαιτούσε τηντη συνθηκολόγηση της Αυστροουγγαρίας. Ολίγον καιρό αργότερα, ακολούθησαν οι ειδικοί αναλυτικοί όροι, μαζί με τους επιπρόσθετους όρους της Ιταλίας<ref name="Treccani.it"/>.
 
Ο φον Βέμπεναου, έχοντας λάβει συγκεκριμένες οδηγίες από τηντη Βιέννη, αρνήθηκε την αποδοχή τους. Ευρισκόμενος αντιμέτωπος με το αίτημα συνθηκολόγησης και την εσφαλμένη εκτίμηση της Βιέννης αναφορικά με τηντη στρατιωτική κατάσταση στο μέτωπο, δεν είχε άλλη επιλογή από την αποστολή των τριών μελών της αντιπροσωπείας (Σνέλλερ, Λίχτενσταϊν και Ρουτζέρα) στο Τρέντο προκειμένου να αιτηθούν νέες οδηγίες ενώπιον του [[Γκέοργκ φον Βαλντστέττεν (1815–1881)|στρατηγού Βαλντστέττεν]], ο οποίος μετέφερε το αίτημά τους στηνστη Βιέννη.
 
Η πρώτη συνάντηση μεταξύ του αυτοκράτορα [[Κάρολος Α΄ της Αυστρίας|Καρόλου Α΄ της Αυστρίας]], των υπουργών και των στρατηγών ολοκληρώθηκε δίχως λήψη απόφασης, με εξαίρεση μία δήλωση προς τους λαούς της Αυστροουγγαρίας. Οι διαδοχικές συνεδριάσεις που έλαβαν χώρα ολοκληρώθηκαν δίχως αποτέλεσμα.
 
Ενόσω οι επιτροπές στηνστη Βιέννη αρνούνταν την οποιαδήποτε λήψη απόφασης και τις ευθύνες που αυτή θα είχε ως συνέπεια, η αυστριακή αντιπροσωπεία περίμενε μάταια στο Τρέντο και την Πάδοβα σαφείς και ακριβείς οδηγίες, ενώ, την ίδια στιγμή, οι Αυστροούγγροι στρατιώτες, όντες απομονωμένοι δίχως άνωθεν στρατιωτική καθοδήγηση, πέθαιναν ή συλλαμβάνονταν ως αιχμάλωτοι στο μέτωπο<ref name="Treccani.it"/>.
 
Αρχικώς, η Βιέννη αποδέχτηκε τους όρους οι οποίοι τέθηκαν από την Τριπλή Αντάντ, ωστόσο, στη συνέχεια, ο αυτοκράτορας αναίρεσε την έγκρισή του. Στις 3 Νοεμβρίου, μέσω σχετικού τηλεγραφήματος, οι αυστροουγγρικές δυνάμεις έλαβαν διαταγή κατάπαυσης του πυρός, ωστόσο ο φον Βέμπεναου στην Πάδοβα αγνοούσε την αυστριακή μονομερή κατάπαυση του πυρός (συνεπώς, δεν υπήρξε κατάπαυση του πυρός από το σύνολο των αυστριακών στρατιωτικών μονάδων) και δεν είχε γνώση των συνομιλιών μέσω τηλεγραφημάτων μεταξύ της Βιέννης και του Τρέντο. Όταν ο φον Βέμπεναου, κατόπιν της αποστολής μέλους της αντιπροσωπείας στο Τρέντο, είχε την ευκαιρία, τελικώς, να διαβάσει ο ίδιος τα τηλεγραφήματα, συγκεχυμένος, αποφάσισε τελικώς την υπογραφή της ανακωχής<ref name="Treccani.it"/>.