Είναι ένα παραμύθι των Αδελφών Γκριμ και μέρος της συλλογής παραμυθιών Παιδικά και σπιτικά παραμύθια.

Αδελφός και αδελφή
ΣυγγραφέαςΑδελφοί Γκριμ
Γιάκομπ Γκριμ
Βίλχελμ Γκριμ
ΣυνεργάτηςMarie Hassenpflug
ΤίτλοςBrüderchen und Schwesterchen
ΓλώσσαΓερμανικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1812
Δημοσιεύθηκε στοΤα παραμύθια των αδελφών Γκριμ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Υπόθεση Επεξεργασία

Το παραμύθι μιλά για έναν αδελφό και μια αδελφή που μετά την δολοφονία της μητέρας τους από την μητριά τους αναγκάζονται να ζουν με αυτήν και την κόρη της. Μην αντέχοντας άλλο την βίαιη και άδικη ζωή που περνούσαν έτσι ένα βράδυ το σκάνε για να πάνε να βρουν τον βασιλιά και να καταγγείλουν την μητριά τους, επειδή όμως ήταν βράδυ, αναγκάστηκαν να κοιμηθούν στο δάσος.

Το πρωί, η μητριά τούς κατάλαβε και με μαγικά δηλητηρίασε όλες τις λίμνες του δάσους. Ο αδελφός διψασμένος πήγε να πιει, αλλά η αδελφή του τον σταμάτησε γιατί άκουσε πώς αν κάποιος έπινε θα γινόταν τίγρης. Το ίδιο συνέβη και με μια άλλη λίμνη, όπου αυτή τη φορά θα γινόταν λύκος. Τέλος, μη μπορώντας να αντέξει την δίψα του, ο αδελφός ήπιε χωρίς να τον προλάβει η αδελφή του και έτσι μεταμορφώθηκε σε ελάφι.

Τα υπόλοιπα χρόνια τα πέρασαν σε μία εγκαταλελειμμένη καλύβα, ώσπου μια μέρα, εξ' αιτίας ενός τραυματισμού που υπέστη ο αδελφός από κυνηγούς, αλλά και η αδελφή εξ' αιτίας μιας κλασικής περίπτωσης όπου όταν παθαίνει ο ένας κάτι παθαίνει και ο άλλος, με αυτόν τον τρόπο τα παιδιά βρέθηκαν στο παλάτι, όπου όταν ξύπνησαν ο βασιλιάς ερωτεύτηκε την αδελφή και την παντρεύτηκε. Όταν η μητριά έμαθε για την τύχη των παιδιών, μεταμφιέστηκε σε εμπόρισσα και με την κόρη της ξεκίνησαν για να σκοτώσουν τα αδέλφια. Όταν έφτασαν, σκότωσαν την αδελφή (τώρα πια βασίλισσα) βάζοντας την σε μια μπανιέρα με καυτό νερό και από την θερμοκρασία και τους δυνατούς ατμούς παθαίνει ασφυξία.

Η κόρη της μητριάς πήρε την μορφή της: η μόνη διαφορά ήταν τα μάτια της, τα οποία παρέμειναν πράσινα, αντί να γίνουν καστανά. Εξ' αιτίας του θανάτου της αδελφής, εξασθένησε και ο αδελφός. Ο βασιλιάς ξεγελάστηκε και η θετή αδελφή ζήτησε να τον σκοτώσουν με την δικαιολογία πως δεν μπορούσε να τον βλέπει να πεθαίνει. Μια νύχτα, ο βασιλιάς είδε το φάντασμα της γυναίκας του επάνω από τον νεογέννητο γιο του: αυτό επαναλήφθηκε άλλες δύο νύχτες και έτσι ζήτησε από την γυναίκα του να ανοίξει τα μάτια που είχε κλειστά τόσο για να μην την καταλάβει. Όταν τα άνοιξε έγινε όπως πριν και ο βασιλιάς ζήτησε να τις συλλάβουν και να τις πάνε στο δικαστήριο. Την θετή αδελφή την παράτησαν στο δάσος για να την διαλύσουν τα ζώα και την μητριά την έκαψαν. Όταν η μητριά πέθανε, η αδελφή ζωντάνεψε και ο αδελφός έγινε άνθρωπος και έτσι έζησαν όλοι ευτυχισμένοι.