Αραβικό Βασίλειο της Συρίας

πρώην κράτος

Το Αραβικό Βασίλειο της Συρίας (αραβικά: المملكة العربية السورية‎‎, al-Mamlakah al-‘Arabīyah as-Sūrīyah) ήταν ένα αυτοανακηρυγμένο, μη αναγνωρισμένο κράτος, που ξεκίνησε ως «πλήρως και απολύτως ανεξάρτητη...αραβική συνταγματική κυβέρνηση». Ανακοινώθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1918 με την άδεια του Βρετανικού Στρατού,[1] απέκτησε de facto ανεξαρτησία ως «Εμιράτο» μετά την απόσυρση των βρετανικών δυνάμεων από την Διοίκηση Κατεχομένων Εχθρικών Εδαφών στις 26 Νοεμβρίου 1919[2] και ανακηρύχθηκε ως βασίλειο στις 8 Μαρτίου 1920.

Αραβικό Βασίλειο της Συρίας
المملكة العربية السورية (αραβικά)
al-Mamlakah al-‘Arabīyah as-Sūrīyah

Σημαία

Εθνόσημο
Εθνικός ύμνος: Waltani Muslimin (de facto)
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Βιβλίο της Ανεξαρτησίας της Συρίας (ذكرى استقلال سوريا), που δείχνει τα διακηρυγμένα όρια του Βασιλείου της Συρίας και δηλώνει την ημερομηνία της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας (8 Μαρτίου 1920)
Δαμασκός
Αραβικά
Συνταγματική μοναρχία1919-1920
Νόμισμασυριακή λίρα

Ως "βασίλειο" υφίστατο λίγο περισσότερο από τέσσερις μήνες: από τις 8 Μαρτίου έως τις 25 Ιουλίου 1920.[3][4] Κατά τη διάρκεια της σύντομης ύπαρξής του, ηγέτης του βασιλείου ήταν ο γιος του Σαρίφ της Μέκκας, Χουσεΐν μπιν Αλί, ο Φαϊζάλ μπιν Χουσεΐν. Παρά τις αξιώσεις του κράτους για τα εδάφη της Μεγάλης Συρίας, η κυβέρνηση του Φαϊζάλ έλεγχε μια περιορισμένη περιοχή και εξαρτιόταν από τη Βρετανία, η οποία, μαζί με τη Γαλλία, γενικά αντιτασσόταν στην ιδέα της Μεγάλης Συρίας και αρνήθηκε να αναγνωρίσει το βασίλειο.[5]

Το βασίλειο παραδόθηκε στις γαλλικές δυνάμεις στις 25 Ιουλίου 1920.

Θεσμοί Επεξεργασία

Η Αραβική Εξέγερση και η αλληλογραφία Μακμάν-Χουσεΐν αποτελούν κρίσιμους παράγοντες στα θεμέλια του Αραβικού Βασιλείου της Συρίας. Στην αλληλογραφία, οι υποσχέσεις ενός αραβικού βασιλείου έγιναν από τους Βρετανούς σε αντάλλαγμα για μια αραβική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών.[1] Καθώς οι Βρετανοί υπόσχονταν ανεξαρτησία, έγιναν ξεχωριστές συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένης της Συμφωνίας Σάικς-Πικό με τους Γάλλους. Τελικά, η εφαρμογή της Συμφωνίας Σάικς-Πικό θα οδηγούσε στην υπονόμευση και την καταστροφή του Αραβικού Βασιλείου της Συρίας. Παρά τη σημασία της Αραβικής Εξέγερσης για τις σύγχρονες αραβικές χώρες, που σχηματίστηκαν στον απόηχό της, τότε υπήρχε σημαντική δυσπιστία και ακόμη και αντίθεση στην ιδέα ενός Αραβικού Βασιλείου ή μιας σειράς Αραβικών Βασιλείων.

Αυτό οφείλεται εν μέρει στη μεγάλη επιρροή των Γάλλων και των Βρετανών στην επιβολή της εξέγερσης και της εγκαθίδρυσης αυτού που θεωρείται από τα σύγχρονα πρότυπα κρατών-μαριονετών.[6] Οι επικριτές ισχυρίζονται ότι αυτή η εμπλοκή ξένων δυνάμεων στη διανομή μεγάλων χρηματικών ποσών και στρατιωτικής υποστήριξης για την ίδρυση μιας αυτοκρατορίας, της οποίας θα ηγούνταν αυτοκρατορικοί υποψήφιοι και όχι νόμιμοι Άραβες εθνικιστές, είναι η κύρια αιτία της έλλειψης διάρκειας της πλειοψηφίας των πρώιμων Χασεμιτικών Βασιλείων (Βασίλειο της Χετζάζ και Βασίλειο του Ιράκ). Οι επικριτές φτάνουν, μέχρι και να ισχυρίζονται ότι αποτελούσε «ανάθεμα» για πολλούς Άραβες ότι η οικογένεια του Σαρίφ της Μέκκας, οι Χασεμίτες, θα μπορούσε να αποσπάσει τον έλεγχο από τον Οθωμανό Σουλτάνο, στον οποίο είχαν πίστη για αιώνες.

Αραβική συνταγματική κυβέρνηση Επεξεργασία

Κοντά στο τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανική Αιγυπτιακή Εκστρατευτική Δύναμη υπό τη διοίκηση του Έντμουντ Άλενμπι κατέλαβε τη Δαμασκό στις 30 Σεπτεμβρίου 1918. Λίγο μετά, στις 3 Οκτωβρίου, ο Φαϊζάλ μπήκε στην πόλη.[1][7]

Η χαρά θα ήταν σύντομη, καθώς ο Φαϊζάλ σύντομα ενημερώθηκε για τη συμφωνία Σάικς-Πικό. Ο Φαϊζάλ ανέμενε ένα ανεξάρτητο αραβικό βασίλειο στο όνομα του πατέρα του, αλλά σύντομα ενημερώθηκε για τη διαίρεση των εδαφών και τον τρόπο, με τον οποίο η Συρία πέρασε υπό γαλλική δύναμη προστασίας. Ο Φαϊζάλ προφανώς δεν εκτίμησε αυτήν την προδοσία από τους Βρετανούς, αλλά βρήκε διαβεβαίωση γνωρίζοντας ότι ο πραγματικός διακανονισμός θα επιλυθεί αργότερα, όταν ο πόλεμος θα είχε τελειώσει. Πιθανότατα ήλπιζε ότι μέχρι τότε οι Βρετανοί θα είχαν αλλάξει την υποστήριξή τους για τις γαλλικές υποθέσεις στη Συρία.

Στις 5 Οκτωβρίου, με την άδεια του στρατηγού Άλενμπι, ο Φαϊζάλ ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας πλήρως και απολύτως ανεξάρτητης αραβικής συνταγματικής κυβέρνησης.[1] Ο Φαϊζάλ ανακοίνωσε ότι θα ήταν μια αραβική κυβέρνηση βασισμένη στη δικαιοσύνη και την ισότητα για όλους τους Άραβες ανεξάρτητα από τη θρησκεία τους.[8]

Προς μεγάλη ανησυχία του Γάλλου πρωθυπουργού Ζωρζ Κλεμανσώ, η δημιουργία ενός ημιανεξάρτητου αραβικού κράτους χωρίς διεθνή αναγνώριση και υπό την αιγίδα των Βρετανών ήταν ανησυχητική. Ακόμη και οι διαβεβαιώσεις από τον Άλενμπι ότι όλες οι ενέργειες, που έγιναν, ήταν προσωρινές, δεν διευκόλυνε τις επικείμενες εντάσεις μεταξύ των Βρετανών, των Γάλλων και των Αράβων. Για τους Άραβες εθνικιστές και πολλούς από τους Άραβες, που πολέμησαν στην Αραβική Επανάσταση, αυτή ήταν η επίτευξη ενός μακρού σκληρού αγώνα.

Προσδιορισμός της κατάστασης Επεξεργασία

 
Ο Φαϊζάλ με τον Τόμας Έντουαρντ Λώρενς και την αντιπροσωπεία του Βασιλείου της Χετζάζ στη Σύνοδο Ειρήνης του Παρισιού το 1919
 
Ανακήρυξη του Φαϊζάλ Α' ως βασιλιά της Συρίας το 1920.

Μετά τον πόλεμο, στη Σύνοδο\ Ειρήνης του Παρισιού του 1919, ο Φαϊζάλ πίεσε για αραβική ανεξαρτησία. Στη Σύνοδο, οι νικηφόροι Σύμμαχοι αποφάσισαν τι θα γίνονταν τα ηττημένα έθνη των Κεντρικών Δυνάμεων, ειδικά ποιος θα έπρεπε να ελέγχει τα εδάφη τους, όπως οι κατοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Μέση Ανατολή. Το καθεστώς των αραβικών εδαφών στη Μέση Ανατολή αποτέλεσε αντικείμενο εντατικών διαπραγματεύσεων μεταξύ Γάλλων και Βρετανών. Τον Μάιο του 1919, οι πρωθυπουργοί Γαλλίας και Βρετανίας συναντήθηκαν στο Κε ντ' Ορσέ για να αποφασίσουν μεταξύ τους τις αντίστοιχες αξιώσεις τους σε εδάφη ή σφαίρες επιρροής στη Μέση Ανατολή. Η συνάντηση αποφάσισε ότι σε αντάλλαγμα για μια βρετανική εγγύηση γαλλικού ελέγχου στη Συρία, θα δοθεί κυριαρχία στους Βρετανούς στη Μοσούλη και την Παλαιστίνη.

Την ίδια περίπου στιγμή, ένας αμερικανικός συμβιβασμός κατέληξε σε συμφωνία για τη σύσταση επιτροπής για τον προσδιορισμό των επιθυμιών των κατοίκων. Παρόλο που υποστήριξαν αρχικά την ιδέα, η Βρετανία και η Γαλλία τελικά αποχώρησαν από την Επιτροπή Κινγκ-Κρέιν του 1919, που απαρτιζόταν αποκλειστικά από Αμερικανούς.[6] Τα πορίσματα της επιτροπής, που δεν δημοσιεύθηκαν έως το 1922 μετά την ψηφοφορία της Κοινωνίας των Εθνών, έδειξαν ισχυρή αραβική υποστήριξη για ένα ανεξάρτητο αραβικό κράτος και αντίθεση στη γαλλική παρουσία.[9]

Δημιουργία Επεξεργασία

 
Εμίρης Φαίζάλ
 
Βασιλική σημαία του βασιλιά της Συρίας
 
Νόμισμα του Αραβικού Βασιλείου
 
Τραπεζογραμμάτιο 25 πιάστρες από τη Συρία, που εκδόθηκε στη Βηρυτό από την Τράπεζα της Συρίας το 1919. Η Τράπεζα της Συρίας μετονομάστηκε αργότερα σε Τράπεζα της Συρίας και του Ευρύτερου Λιβάνου και συνέχισε να εκδίδει νόμισμα τόσο για τη Συρία όσο και για τον Λίβανο μέχρι τη δεκαετία του '50.

Αυτά τα γεγονότα στην Ευρώπη οδήγησαν τους συριακούς εθνικιστικούς συνδέσμους, όπως η Αλ-Φατάτ, να προετοιμάσουν ένα εθνικό συνέδριο. Αυτές οι συριακές εθνικιστικές ενώσεις υποστήριξαν την πλήρη ανεξαρτησία για ένα αραβικό βασίλειο, που θα ένωνε τους Άραβες υπό τον Φαϊζάλ. Η Επιτροπή Κινγκ-Κρέιν ενθάρρυνε τις προσπάθειες ενοποίησης και κλήθηκαν βιαστικές εκλογές, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων από όλα τα αραβικά εδάφη, συμπεριλαμβανομένης της Παλαιστίνης και του Λιβάνου, αν και Γάλλοι αξιωματούχοι εμπόδισαν την άφιξη πολλών εκπροσώπων τους.[10]

Η πρώτη επίσημη σύνοδος του Συριακού Κογκρέσου πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιουνίου 1919 και εξελέγη πρόεδρος το μέλος της Αλ-Φατάτ Χασίμ αλ-Ατάσι.[11]

Όταν η Επιτροπή Κινγκ-Κρέιν έφτασε στη Δαμασκό στις 25 Ιουνίου 1919, ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά από φυλλάδια, που έλεγαν "Ανεξαρτησία ή Θάνατος".

Στις 2 Ιουλίου, το Εθνικό Συνέδριο της Συρίας στη Δαμασκό ενέκρινε μια σειρά ψηφισμάτων, με τα οποία ζητούσε μια εντελώς ανεξάρτητη συνταγματική μοναρχία με τον Φαϊζάλ ως βασιλιά, ζητώντας βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες και απορρίπτοντας τα δικαιώματα, που διεκδικούσαν οι Γάλλοι.[11]

Τα ψηφίσματα όριζαν τα σύνορά τους ως εξής:

στα βόρεια, στην οροσειρά του Ταύρου. Στα νότια, μια γραμμή που εκτείνεται από τη Ραφάχ προς το Αλ Τζαούφ και ακολουθεί τα σύνορα Συρίας-Χετζάζ κάτω από την Άκαμπα. Στα ανατολικά, το όριο που σχηματίζεται από τους ποταμούς Ευφράτη και Αβώρ και μια γραμμή, που εκτείνεται από κάποια απόσταση ανατολικά του Αμπού Καμάλ έως κάποια απόσταση ανατολικά του Αλ Τζαούφ. Στα δυτικά, τη Μεσόγειο Θάλασσα . [12]

Οποιαδήποτε ελπίδα είχε ο Φαϊζάλ ότι είτε οι Βρετανοί είτε οι Αμερικανοί θα τον βοηθούσαν ενάντια στις γαλλικές κινήσεις έσβησαν γρήγορα, ειδικά μετά την αγγλογαλλική συμφωνία για την απόσυρση βρετανικών στρατευμάτων από τη Συρία και το τέλος της βρετανικής στρατιωτικής κυβέρνησης στη Συρία. Οι Βρετανοί αποχώρησαν από την περιοχή στις 26 Νοεμβρίου 1919.[2]

Τον Ιανουάριο του 1920, ο Φαϊζάλ εξαναγκάστηκε σε συμφωνία με τη Γαλλία, η οποία όριζε ότι η Γαλλία θα υποστηρίζει την ύπαρξη του συριακού κράτους και δεν θα τοποθετήσει στρατεύματα στη Συρία, εφόσον η γαλλική κυβέρνηση παρέμενε η μόνη κυβέρνηση, που θα παρέχει συμβούλους και τεχνικούς εμπειρογνώμονες.[13]

Οι ειδήσεις αυτού του συμβιβασμού δεν έγιναν δεκτές καλά από τους ένθερμους αντι-Γάλλους και υποστηρικτές της ανεξαρτησίας, που πίεσαν αμέσως τον Φαϊζάλ να αντιστρέψει τη δέσμευσή του, κάτι που έκανε. Μετά από αυτήν την αντιστροφή, πραγματοποιήθηκαν βίαιες επιθέσεις εναντίον γαλλικών δυνάμεων και το Συριακό Συνέδριο συγκλήθηκε τον Μάρτιο του 1920 για να κηρύξει τον Φαϊζάλ βασιλιά της Συρίας, καθώς και να ιδρύσει επίσημα το Αραβικό Βασίλειο της Συρίας με τον Χασίμ αλ-Ατάσι ως πρωθυπουργό και τον Γιουσούφ Αλ Άζμα ως Υπουργό Πολέμου και Αρχηγό του Επιτελείου.

Αυτή η μονομερής δράση απορρίφθηκε αμέσως από τους Βρετανούς και τους Γάλλους και η Διάσκεψη του Σαν Ρέμο κλήθηκε από τις Συμμαχικές Δυνάμεις τον Απρίλιο του 1920 για να οριστικοποιήσει την κατανομή των εντολών της Κοινωνίας των Εθνών στη Μέση Ανατολή. Αυτό με τη σειρά του το αποκήρυξε ο Φαϊζάλ και οι υποστηρικτές του. Μετά από μήνες αστάθειας και αποτυχίας να ανταποκριθεί στις υποσχέσεις προς τους Γάλλους, ο διοικητής των γαλλικών δυνάμεων Στρατηγός Ανρί Γκουρό έδωσε τελεσίγραφο στον βασιλιά Φαϊζάλ στις 14 Ιουλίου 1920: ή θα παραδινόταν ή θα πολεμούσε.[11]

Διάλυση Επεξεργασία

 
Ο στρατηγός Γιουσούφ αλ Αζμά

Ανησυχώντας για τα αποτελέσματα μιας μακράς αιματηρής μάχης με τους Γάλλους, ο Βασιλιάς Φαϊζάλ παραδόθηκε. Ωστόσο, ο υπουργός Άμυνας Γιουσούφ Αλ Αζμά αγνόησε την εντολή του Βασιλιά και οδήγησε έναν μικρό στρατό να αντιμετωπίσει τους Γάλλους στη Συρία. Αυτός ο στρατός εξαρτιόταν κυρίως από μεμονωμένα όπλα και δεν συγκρινόταν με το γαλλικό πυροβολικό. Στη μάχη του Μαϊσαλούν, ο συριακός στρατός ηττήθηκε εύκολα από τους Γάλλους, με τον στρατηγό Αλ Άζμα να σκοτώνεται κατά τη διάρκεια της μάχης. Η απώλεια οδήγησε στην πολιορκία και κατάληψη της Δαμασκού στις 25 Ιουλίου 1920. Στη συνέχεια τέθηκε σε ισχύ η γαλλική εντολή για τη Συρία και τον Λίβανο.

Κληρονομιά Επεξεργασία

Μετά την παράδοση στις γαλλικές δυνάμεις, ο Φαϊζάλ εκδιώχθηκε από τη Συρία και πήγε να ζήσει στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Αύγουστο του 1920. Τον Αύγουστο του 1921 του προσφέρθηκε το στέμμα του Ιράκ υπό τη βρετανική εντολή για το Ιράκ.

Μια φιλογαλλική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Αλαά αλ Ντιν αλ Νταρούμπι εγκαθιδρύθηκε μία ημέρα μετά την πτώση της Δαμασκού, στις 25 Ιουλίου 1920.[11] Την 1η Σεπτεμβρίου 1920, ο στρατηγός Γκουρό διαίρεσε τη γαλλική επικράτεια της Συρίας σε πολλά μικρότερα κράτη ως μέρος ενός γαλλικού συστήματος για να διευκολύνει τον έλεγχο της Συρίας.

Το Βασίλειο, μέσω της σύντομης και ταραχώδους ύπαρξής του, θα αποτελέσει αντικείμενο μεγάλης έμπνευσης για μεταγενέστερα αραβικά απελευθερωτικά κινήματα. Θα ήταν η συχνά επαναλαμβανόμενη ιστορία ενός αραβικού λαού, που σπάει τα αποικιακά δεσμά του και εν τέλει καταδικάζεται για το επαναστατικό του πάθος και για την αντίστασή τους στις αυτοκρατορικές δυνάμεις. Ο συμβολισμός της πτώσης του Βασιλείου της Συρίας ενέπνευσε επίσης βαθιά δυσπιστία απέναντι στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, οι οποίες θα θεωρούνταν ψεύτες και καταπιεστές.

Συλλογή φωτογραφιών Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Zeine N. Zeine. Struggle for Arab Independence: Western Diplomacy and the Rise and Fall of Faisal's Kingdom in Syria. Caravan Books. Delmar, New York. 1977.
  2. 2,0 2,1 Tauber, Eliezer (13 Σεπτεμβρίου 2013). The Formation of Modern Iraq and Syria. Routledge. σελίδες 30–. ISBN 978-1-135-20118-0. 
  3. Kuhn, Anthony John (15 April 2011). «Broken Promises:The French Expulsion of Emir Feisal and the Failed Struggle for Syrian Independence». Carnegie Mellon University/H&SS Senior Honors Thesis: 60. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2020-06-04. https://web.archive.org/web/20200604230337/https://kilthub.cmu.edu/. Ανακτήθηκε στις 2020-11-18. 
  4. Antonius, George (1938). The Arab Awakening: The Story of the Arab National Movement (Reprint έκδοση). H. Hamilton. σελ. 104. ISBN 1626540861. 
  5. Itamar Rabinovich, Symposium: The Greater-Syria Plan and the Palestine Problem in The Jerusalem Cathedra (1982), p. 262.
  6. 6,0 6,1 Efraim Karsh and Inari Karsh. Empires of the Sand: The Struggle for Mastery in the Middle East 1789–1923. Harvard University Press. Cambridge, Massachusetts. 1999.
  7. John D. Grainger (2013). The Battle for Syria, 1918-1920. Boydell Press. ISBN 978-1-84383-803-6. 
  8. Ali A. Allawi (11 Μαρτίου 2014). Faisal I of Iraq. Yale University Press. σελίδες 154–. ISBN 978-0-300-19936-9. 
  9. US Dept of State; International Boundary Study, Jordan – Syria Boundary, No. 94 – December 30, 1969, Pg .10 «Archived copy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 27 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 8 Μαΐου 2009. 
  10. Rogan, Eugene (2012). The Arabs A History (3rd έκδοση). New York: Basic Books. ISBN 9780465032488. 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Eliezer Tauber. The Formation of Modern Syria and Iraq. Frank Cass and Co. Ltd. Portland, Oregon. 1995. (ISBN 978-0-7146-4105-8)ISBN 978-0-7146-4105-8.
  12. Antonius 1938, σελ. 439, appendix G.
  13. Elie Kedourie. England and the Middle East: The Destruction of the Ottoman Empire 1914–1921. Mansell Publishing Limited. London, England. 1987.